Δημοσίευση
από Aiolos » Τετ 18 Απρ 2007, 14:09
Posted: Thu Aug 03, 2006 4:07 pm
Ταυτίζετε τον Εθνικοσοσιαλισμό με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αν είναι δυνατόν. Βλέπω τι κάνουν και οι Δημοκράτες στο Ιράκ, στην Παλαιστίνη, στο Κόσσοβο κλπ. Εσείς που καταδικάζετε τους \\"Φονιάδες\\" γνωρίζετε την ιστορία τού μεσοπολέμου; Γνωρίζετε τι εστί Εθνικοσοσιαλισμός; Εγώ πιστεύω πως ακολουθείτε την προπαγάνδα των Εβραίων. Εσείς είστε όμως οι δήθεν ειρηνιστές: Σε καιρό ειρήνης πρέπει να προετοιμάζεσαι για πόλεμο (Αριστοτέλης).
Αναρωτιέμαι, αν όλοι αυτοί που απαντήσατε γνωρίζετε την ιδεολογία τού Εθνικοσοσιαλισμού. Υπάρχει ιδεολογία δίχως σφαγές; Οι Μπολσεβίκοι ήτανε αθώοι; Οι Δημοκράτες; Οι Βασιλευόμενοι; Οι Αναρχικοί στην εποχή μας πώς αντιμετωπίζουν την κατάσταση; Καίγοντας τα υπάρχοντα των ανθρώπων. Αυτοί που κατηγορούν την Παγκοσμιοποίηση τρώνε αμερικάνικα προϊόντα. Έχετε δει ομιλίες τού Χίτλερ; Σκότωσε παιδιά ο Χίτλερ; Δείτε τι έκαναν οι Εβραίοι.
Ο εθνικοσοσιαλισμός επικράτησε με απολύτως νόμιμο τρόπο. Ο λαός τον ανέδειξε. Δίχως πολιτικό πραξικόπημα, όπως ο Κομμουνισμός και δίχως εκβιασμούς και φόνους πολιτικών, όπως ο Ιταλικός φασισμός. Πριν κρίνετε μια ιδεολογία, μελετήστε την πολύ με βαθύ στοχασμό. Διότι κάθε ιδεολογία έχει μια κοσμοθεωρία δική της. Κι επειδή δεν ξέρετε τι ήταν ο Εθνικοσοσιαλισμός, σας παραθέτω ένα κείμενο να μάθετε τι εστί Εθνικοσοσιαλισμός, δίχως προπαγάνδες και αηδίες:
Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΟΥ Γ' ΡΑΙΧ
Το Γ' Ράιχ (1933-1945) δεν θα δικαίωνε τις προπαγανδιστικές προσδοκίες για μια χιλιόχρονη ύπαρξη, καθώς η ιστορική του παρουσία περιορίσθηκε σε 12 μόλις έτη, έξι ειρήνης και έξι πολέμου. Η κατάληψη της Αρχής τον Ιανουάριο του 1933 δεν υπήρξε μια αναπόφευκτη διαδικασία, όπως ενίοτε παρουσιάζεται, αλλά το αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων που αφορούσαν την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα της Γερμανίας κατά την προβληματική περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (1919-1933).
Στο στάδιο της γένεσής του, ο εθνικοσοσιαλισμός ενσωμάτωσε ποικίλες κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές παραμέτρους. Πρώτον, το όραμα του παγγερμανισμού για την κρατική ένωση όλων των πληθυσμών ίδιας καταγωγής της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης σε ένα μείζον Ράιχ. Δεύτερον, τον εθνικισμό τον οποίο είχε επιτείνει η απαξίωση του γερμανικού έθνους (ως συνέπεια της υπαγορευμένης Συνθήκης των Βερσαλλιών) και το αίτημα για αποκατάσταση της ισχύος του γερμανικού κράτους. Τρίτον, τον αντιεβραϊσμό, ως προπαγανδιστική πολιτική εθνικής ανεξαρτησίας, οικονομικής αυτάρκειας και κοινωνικής κριτικής. Τέταρτον, την απόκρουση του κομμουνιστικού κινδύνου, που για τους εθνικοσοσιαλιστές ήταν περισσότερο αμιγώς πολιτικής. Πέμπτον, τις εμπειρίες του καταστροφικού Α' Παγκοσμίου Πολέμου και την αίσθηση συντροφικότητας, που θα εξελισσόταν σε αναγκαιότητα μας νέας κοινωνικής διάρθρωσης και υπέρβαση της παλαιάς ιεραρχημένης δομής, όπου υπερείχε η αριστοκρατία και οι αστοί και υπήρχαν κοινωνικές διαιρέσεις.
Έκτον, την άρθρωση ενός νέου λόγου για την ιστορική αποστολή της Γερμανίας, με έμφαση σε αντιλήψεις φυλετικού περιεχομένου και με σκοπό την προφύλαξη της κοινωνίας. Αυτή, σύμφωνα με τις διακηρύξεις των ιθυνόντων, αποσκοπούσε στην ενοποίηση του έθνους και την αναβάθμιση της λαϊκής κοινότητας. Με βάση όλες αυτές τις απόψεις, το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα είχε στόχους σαφώς μαξιμαλιστικούς, που απέβλεπαν στη ριζική μεταμόρφωση της γερμανικής κοινωνίας.
ΟΙ ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Κατά την περίοδο της Δημοκρατίας υπήρχε ένα ευρύ ρεύμα διανόησης, που αντιτίθετο στο καθεστώς και επιδίωκε την αποκατάσταση των γερμανικών εθνικών αξιών, η λεγόμενη «Συντηρητική επανάσταση» (Konservative Revolution).
Η «Συντηρητική Επανάσταση» περιελάμβανε μια ομάδα διανοητών που είχαν απογοητευθεί από την κατάπτωση των ηθικών και πολιτισμικών αξιών μετά το 1918. Στην παράδοση αυτή εντάσσεται ο φιλόσοφος Όσβαλντ Σπένγκλερ. Με το βιβλίο του «Η παρακμή της Δύσης» (Der Untergang des abendlandes, 1918, 1922) ο Σπένγκλερ προσδιόρισε την εποχή του ως περίοδο πολιτιστικής παρακμής, την οποία διαδεχόταν μια νέα εποχή καισάρων, δυναμικών ιστορικών προσωπικοτήτων. Σε ένα άλλο έργο του, με τίτλο «Πρωσσισμός και σοσιαλισμός» (Preussentum und Sozialismus, 1920), ο Σπένγκλερ αναζήτησε έναν νέο ενοποιητικό σοσιαλισμό, γερμανικής μορφής.
Άλλες μορφές της «Συντηρητικής Επανάστασης» ήταν ο Άρθουρ Μέλλερ βαν ντερ Μπρουκ, συγγραφέας του έργου «Το Γ' Ράιχ» (Das Dritte Reich, 1923), όπου οραματιζόταν ένα λαϊκό κράτος και ο πεζογράφος Ερνστ Γιούνγκερ (Ernst Juegner), που αποθέωσε τον πόλεμο, τον ριζοσπαστισμό και την εργατική ηθική. Παρά την εκτεταμένη απήχηση αυτών των ιδεών στη γερμανική κοινωνία πριν από το 1933, το ρεύμα αυτό τασσόταν κυρίως υπέρ ενός συντηρητικού εθνικιστικού καθεστώτος παρά υπέρ του ριζοσπαστικού και πληβειακού εθνικοσοσιαλισμού.
Οι εθνικοσοσιαλιστές διέθεταν πριν από το 1933 μια επεξεργασμένη αντίληψη των πολιτιστικών θεμάτων. Μια πλευρά της ήταν η αντίθεση στην εβραϊκή παρουσία και επιρροή στον χώρο της τέχνης, την οποία θεωρούσαν καταλυτική για τη διαμόρφωση του πολιτισμικού υποβάθρου της Δημοκρατίας. Το άρθρο 25 του προγράμματος του NSDAP, όπως είχε εγκριθεί το 1920, απαιτούσε τη νομική δίωξη όλων των τάσεων στην τέχνη και τη λογοτεχνία, που ήταν πιθανόν να οδηγήσουν στην αποσύνθεση της εθνικής γερμανικής ζωής.
Μετά την ανάληψη της εξουσίας το καθεστώς έσπευσε να υλοποιήσει το ανανεωτικό πρόγραμμά του. Στον πρώτο του λόγο για την τέχνη, με την ιδιότητα του Καγκελλαρίου κατά τη συνεδρίαση για πολιτικά θέματα την Ημέρα του Κόμματος στην Νυρεμβέργη, το 1933, ο Χίτλερ καθόρισε το πλαίσιο ανάπτυξης της κρατικής πολιτιστικής πολιτικής του Γ’ Ράιχ: «Ο εθνικοσοσιαλισμός πρεσβεύει μια ηρωική διδασκαλία της αξίας του αίματος, της φυλής και της προσωπικότητας, καθώς και των αιώνιων νόμων της επιλογής, και συνεπώς έρχεται συνειδητά σε ανυπέρβλητη αντίθεση με την κοσμοθεωρία της ειρηνηστικής-διεθνικιστικής Δημοκρατίας και των επιδράσεών της.
Συνιστά ένδειξη τρομακτικής πνευματικής παρακμής της παλαιότερης περιόδου, ότι τότε γινόταν λόγος για τεχνοτροπία, χωρίς να αναγνωρίζονται οι φυλετικές της διασυνδέσεις. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν δημιουργήσει αρχιτεκτονήματα σύμφωνα με κάποιον διεθνή τρόπο, αλλά με τον ελληνικό, τουτέστιν κάθε φυλή με σαφή χαρακτηριστικά έχει θέσει τη δική της υπογραφή στο βιβλίο της τέχνης, στον βαθμό βέβαια που δεν στερείται ιδίας καλλιτεχνικής παραγωγικής ικανότητας, όπως λ.χ. ο εβραϊσμός.
Όταν, όμως οι λαοί αντιγράφουν μια ξένη προς τον χαρακτήρα τους τέχνη, αυτό δεν συνιστά απόδειξη της διεθνικότητας της τέχνης, αλλά απλώς απόδειξη της δυνατότητας να απορρίπτει κανείς ένα εσωτερικό βίωμα και επίτευγμα» (Υπάρχουν φωτογραφίες από το εργαστήριο του Γιόζεφ Τόρακ με προπλάσματα των μνημειακών γλυπτών για το πεδίο του Άρεως στη Νυρεμβέργη και πολλές άλλες, κρίμα που δεν μπορώ να σας τις δείξω).
Ο Πάουλ Λούντβιχ Τρόοστ, δίνοντας έμφαση στην απλότητα και τη λιτότητα της γραμμής, κατασκεύασε δύο «Ναούς της Τιμής» στο Μόναχο, όπου υπήρχε μόνιμη στρατιωτική φρουρά, κτίσματα αφιερωμένα στους νεκρούς του πραξικοπήματος της 9ης Νοεμβρίου 1923. Τα αρχιτεκτονήματα αξιοποιήθηκαν σε επίσημες τελετουργίες προγονολατρείας και πολιτικής μυθολογίας του καθεστώτος. Άλλα έργα του είναι το «Κτίσμα του Φύρερ» στο Μόναχο, καθώς και ο «Οίκος της Γερμανικής Τέχνης», ένα εντυπωσιακό στη λιτότητα του κτιρίου, με εξωτερικό δωρικό περιστύλιο. Ένας κριτικός τέχνης έγραψε για το κτίσμα: «Δεν είναι τυχαίο ότι ο νέος «Οίκος της Γερμανικής Τέχνης» δεν κατασκευάσθηκε με βάση την τεχνολογία του γερμανικού γοτθικού ύφους ή του Μπαρόκ... Υφίσταται μια βαθιά πνευματική ανάγκη για ένα κίνημα που θα αγωνίζεται με την πολιτική των καταλοίπων του γερμανικού ατομικισμού και της ιδιαιτερότητας, το οποίο θα επιλέγει στην καλλιτεχνική του έκφραση μια μορφή που συνδυάζει την πειθαρχία και την τάξη, καθώς και την απλή λειτουργικότητα και την αντικειμενική διαύγεια... Ο νέος χαρακτήρας του κτίσματος εκδηλώνεται στην απόπειρα του να συνδυάσει αρμονικά τη νορδική αντίληψη της φυλής με την Ιδέα της Ελλάδας».
ΤΙ ΗΤΑΝ ΤΕΛΙΚΑ Ο ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ;
Ο εθνικοσοσιαλισμός ως πολιτικό, κοινωνικό και ιδεολογικό κίνημα επικράτησε το 1933 στη Γερμανία και κατέρρευσε 12 έτη αργότερα, υπό το βάρος μιας παγκόσμιας πολεμικής αναμέτρησης με τα πλέον ισχυρά κράτη του κόσμου, τις ΗΠΑ, τη Βρετανική αυτοκρατορία και τη Σοβιετική Ένωση. Ως ιστορικό φαινόμενο εντάσσεται στην ευρύτερη άνοδο των ολοκληρωτικών κινημάτων κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου (1919-1939).
Μια συγκριτική αντιπαραβολή των τριών ολοκληρωτικών κινημάτων καταδεικνύει ενδιαφέροντα στοιχεία για τη φύση, τα αίτια της επικράτησής τους και το πολιτικό τους περιεχόμενο. Ο κομμουνισμός ήταν ένα περιθωριακό κίνημα, που επικράτησε χάρη στην ήττα του Ρωσικού Στρατού στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, τη βοήθεια από το Β' Ράιχ και, κυρίως, τις μεθόδους μαζικής τρομοκρατίας που χρησιμοποίησε κατά την περίοδο 1918-1921. Στην Ιταλία ο φασισμός είχε ευρύτερη λαϊκή βάση, όμως ουσιαστικά εξεβίασε την άνοδό του, επιτυγχάνοντας, με την απειλή πραξικοπήματος, την παραχώρηση της εξουσίας τον Οκτώβριο του 1922. Ωστόσο, πριν από το 1933 ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν ένα μαζικό λαϊκό κίνημα στην ιστορία της Γερμανίας. Ποτέ πριν ποτέ μετά δεν υπήρξε ένα τόσο ευρύ κίνημα, χωρίς χρηματοδότηση από το εξωτερικό (όπως οι κομμουνιστές) και χωρίς τα ερείσματα του κράτους (όπως οι σοσιαλδημοκράτες και οι φασίστες). Είναι το μόνο ολοκληρωτικό κίνημα που ανήλθε στην εξουσία με απόλυτα νόμιμες διαδικασίες, χωρίς δηλαδή πολιτικό πραξικόπημα, όπως οι κομμουνιστές, ή πολιτικό εκβιασμό, όπως οι φασίστες. Ο φασισμός ασκούσε μερικό έλεγχο, γι' αυτό τελικά ανατράπηκε το 1943 από την πολιτική αριστοκρατία και τον βασιλιά. Επίσης, δεν διέθετε γνήσια λαϊκά ερείσματα, παρά μόνο την υποστήριξη μιας μειοψηφίας στον Βορρά, η οποία συγκρότησε την Κοινωνική Δημοκρατία του Σαλό (1943-45), ένα σαφώς πιο ενδιαφέρον πείραμα από την 20ετή προγενέστερη πορεία του φασισμού. Ο εθνικοσοσιαλισμός ασκούσε εντονότερο, αλλά όχι πλήρη έλεγχο. Ακόμη και το 1935 οι εθνικοσοσιαλιστές υπουργοί ήταν μόνο πέντε σε σύνολο 12...
«Αυτοί που έχουν μελετήσει καλά την περίοδο του Μεσοπολέμου είναι πεπεισμένοι ότι ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν μια σημαντική και αυθεντική επανάσταση...
Η πρακτική του να «κατηγοριοποιούμε» και άρα να απορρίπτουμε τον ναζισμό (εθνικοσοσιαλισμό) πρέπει να σταματήσει, γιατί αυτό στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύει μια φροϋδική απώθηση από την πλευρά των διανοούμενων, οι οποίοι αρνούνται να αναγνωρίσουν το τι ήταν. Άλλοι «βάζουν στο ίδιο τσουβάλι» τον ναζισμό, τη δικτατορία, τις σφαγές, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, και την τρέλλα του Χίτλερ. Αυτά περίπου καλύπτουν το θέμα. Ο ναζισμός ήταν μια μεγάλη επανάσταση εναντίον της γραφειοκρατίας, εναντίον της άνοιας, για χάρη της νεολαίας, εναντίον των περιχαρακωμένων ιεραρχιών, εναντίον του καπιταλισμού, εναντίον της μικροαστικής νοοτροπίας, εναντίον της άνεσης και της ασφάλειας, εναντίον της καταναλωτικής κοινωνίας, εναντίον της παραδοσιακής ηθικής.
Ο εθνικοσοσιαλισμός αποσκοπούσε στη δημιουργία ενός νέου είδους ανθρώπου, με διαφορετική ηθική και ιδεολογική αντίληψη.
(...)Ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν ουσιαστικά ένας νέος μύθος, η πιο ακραία ιδεολογική και πολιτιστική επανάσταση του 20ού αιώνα. Ο ίδιος ο Χίτλερ δήλωνε ότι «αυτοί που στον εθνικοσοσιαλισμό βλέπουν μόνο ένα πολιτικό κίνημα, δεν ξέρουν τίποτα γι' αυτόν. Είναι κάτι περισσότερο και από θρησκεία, θα δημιουργήσει έναν καινούργιο άνθρωπο».
Ζακ Ελλύλ (Jacques Ellul)