Ελύτης Οδυσσέας
- sottis
- Επίτιμος
- Δημοσιεύσεις: 223
- Εγγραφή: Κυρ 15 Απρ 2007, 15:29
- Irc ψευδώνυμο: sottis
- Φύλο: Άνδρας
- Τοποθεσία: Δυτικά
- Επικοινωνία:
Ελύτης Οδυσσέας
εκ μεταφοράς
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 4:53 pm
----------------
Ο ΠΡΟΠΑΤΟΡΙΚΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
Δέν σκαμπάζω γρυ από προπατορικά αμαρτήματα
και άλλα των Δυτικών εφευρήματα.
Όμως,αλήθεια,εκεί μακριά στη δροσιά των πρώτων ημερών
πριν από το καλύβι της μητέρας μας
τι ωραία πού ήταν!...
Οι άγγελοι με πειράζανε΄ πολλές φορές
συναγμένοι γύρω μου ρωτούσανε:
" " τι έστιν πόνος;" και "τι νόσος;" και διόλου δεν ήξερα.
Δεν ήξερα δεν είχα καν ποτέ μου ακούσει για
το Δέντρο απ'όπου μπήκε ο θάνατος στον κόσμο.
Λοιπόν;Ήταν αλήθεια,ο θάνατος;Όχι αυτός-ο άλλος
που θα'ρθει με το πρώτο κλάμα του νεογέννητου;Ήταν
αλήθεια το άδικο;Η μανία των εθνών;Και ο μόχθος νύχτα-μέρα;
Στην ευνή των βοτάνων βύζαινα την λουίζα
κι οι Αρχάγγελοι όλοι Μιχαήλ,Γαβριήλ,Ουριήλ,Ραφαήλ...Ακήρ...Βελουχός
Ζαβουλεών γελούσανε σαλεύοντας τις χρυσές τους κεφαλές
καθώς αραποσίτια΄
ξέροντας πως ο μόνος θάνατος,ο μόνος είναι αυτός
που έφτιαξαν με το νου τους οι άνθρωποι
και το μεγάλο ψέμα τους το Δέντρο δεν υπήρχε.
ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ "ΦΤΙΑΧΝΕΙ" ΚΑΝΕΙΣ
ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΨΕΜΑ.
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 4:53 pm
----------------
Ο ΠΡΟΠΑΤΟΡΙΚΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
Δέν σκαμπάζω γρυ από προπατορικά αμαρτήματα
και άλλα των Δυτικών εφευρήματα.
Όμως,αλήθεια,εκεί μακριά στη δροσιά των πρώτων ημερών
πριν από το καλύβι της μητέρας μας
τι ωραία πού ήταν!...
Οι άγγελοι με πειράζανε΄ πολλές φορές
συναγμένοι γύρω μου ρωτούσανε:
" " τι έστιν πόνος;" και "τι νόσος;" και διόλου δεν ήξερα.
Δεν ήξερα δεν είχα καν ποτέ μου ακούσει για
το Δέντρο απ'όπου μπήκε ο θάνατος στον κόσμο.
Λοιπόν;Ήταν αλήθεια,ο θάνατος;Όχι αυτός-ο άλλος
που θα'ρθει με το πρώτο κλάμα του νεογέννητου;Ήταν
αλήθεια το άδικο;Η μανία των εθνών;Και ο μόχθος νύχτα-μέρα;
Στην ευνή των βοτάνων βύζαινα την λουίζα
κι οι Αρχάγγελοι όλοι Μιχαήλ,Γαβριήλ,Ουριήλ,Ραφαήλ...Ακήρ...Βελουχός
Ζαβουλεών γελούσανε σαλεύοντας τις χρυσές τους κεφαλές
καθώς αραποσίτια΄
ξέροντας πως ο μόνος θάνατος,ο μόνος είναι αυτός
που έφτιαξαν με το νου τους οι άνθρωποι
και το μεγάλο ψέμα τους το Δέντρο δεν υπήρχε.
ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ "ΦΤΙΑΧΝΕΙ" ΚΑΝΕΙΣ
ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΨΕΜΑ.
ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ "ΦΤΙΑΧΝΕΙ" ΚΑΝΕΙΣ,ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΨΕΜΑ.
- sottis
- Επίτιμος
- Δημοσιεύσεις: 223
- Εγγραφή: Κυρ 15 Απρ 2007, 15:29
- Irc ψευδώνυμο: sottis
- Φύλο: Άνδρας
- Τοποθεσία: Δυτικά
- Επικοινωνία:
εκ μεταφοράς
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 4:57 pm
-------------
ΑΠΟ ΤΟ: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΑΘΕΑΤΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΑΠΟ ΜΑΚΡΙΑ ΤΗΝ ΕΙΔΑ νά'ρχεται καταπάνω μου.Φορούσε παπούτσια πάνινα και προχωρούσε αλαφρή κι ασπρόμαυρη.Ώς κι ο σκύλος πίσω της,βουτούσε ώς τα μισά στο μαύρο.
Γέρασα να περιμένω,αλήθεια.
Κι είναι τώρα πολύ αργά για να καταλάβω πως όσο εκείνη προχωρούσε,τόσο το κενό μεγάλωνε,κι ότι δεν επρόκειτο να συναντηθούμε ποτέ.
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 4:57 pm
-------------
ΑΠΟ ΤΟ: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΑΘΕΑΤΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΑΠΟ ΜΑΚΡΙΑ ΤΗΝ ΕΙΔΑ νά'ρχεται καταπάνω μου.Φορούσε παπούτσια πάνινα και προχωρούσε αλαφρή κι ασπρόμαυρη.Ώς κι ο σκύλος πίσω της,βουτούσε ώς τα μισά στο μαύρο.
Γέρασα να περιμένω,αλήθεια.
Κι είναι τώρα πολύ αργά για να καταλάβω πως όσο εκείνη προχωρούσε,τόσο το κενό μεγάλωνε,κι ότι δεν επρόκειτο να συναντηθούμε ποτέ.
ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ "ΦΤΙΑΧΝΕΙ" ΚΑΝΕΙΣ,ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΨΕΜΑ.
- sottis
- Επίτιμος
- Δημοσιεύσεις: 223
- Εγγραφή: Κυρ 15 Απρ 2007, 15:29
- Irc ψευδώνυμο: sottis
- Φύλο: Άνδρας
- Τοποθεσία: Δυτικά
- Επικοινωνία:
εκ μεταφοράς
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 4:57 pm
--------------
ΑΠΟ ΤΟ: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΑΘΕΑΤΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΜΑΝΑ ΠΟΥ΄ΣΑΙ να με δείς:όπως γεννήθηκα έφυγα.
Παραήμουνα λίγος-άλλωστε ποιός νογάει;-και πολλά τα σερνάμενα τέρατα με τα πλάγια,λιπαρά πόδια.
Έτσι,στο μάκρος μιάς ζωής με τόση δυσκολία στημένης δεν 'εχουνε απομείνει παρά μιά μισοκατεστραμμένη πόρτα και πολλές μεγάλες σάπιες ανεμώνες του νερού.
Κείθε περνάω και πάω -που ξέρεις;-γιά μιά κοιλιά γλυκύτερη από την πατρίδα.
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 4:57 pm
--------------
ΑΠΟ ΤΟ: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΑΘΕΑΤΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΜΑΝΑ ΠΟΥ΄ΣΑΙ να με δείς:όπως γεννήθηκα έφυγα.
Παραήμουνα λίγος-άλλωστε ποιός νογάει;-και πολλά τα σερνάμενα τέρατα με τα πλάγια,λιπαρά πόδια.
Έτσι,στο μάκρος μιάς ζωής με τόση δυσκολία στημένης δεν 'εχουνε απομείνει παρά μιά μισοκατεστραμμένη πόρτα και πολλές μεγάλες σάπιες ανεμώνες του νερού.
Κείθε περνάω και πάω -που ξέρεις;-γιά μιά κοιλιά γλυκύτερη από την πατρίδα.
ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ "ΦΤΙΑΧΝΕΙ" ΚΑΝΕΙΣ,ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΨΕΜΑ.
- sottis
- Επίτιμος
- Δημοσιεύσεις: 223
- Εγγραφή: Κυρ 15 Απρ 2007, 15:29
- Irc ψευδώνυμο: sottis
- Φύλο: Άνδρας
- Τοποθεσία: Δυτικά
- Επικοινωνία:
εκ μεταφοράς
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 4:58 pm
----------------
ΑΠΟ ΤΟ: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΑΘΕΑΤΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΥ
Σ'ΟΛΟΥΣ ΤΟ ΨΙΛΟΒΡΟΧΟ κάτι λέει.Σε μένα τίποτα.
Σφάλισα τα τζάμια κι άρχισα να καλώ αλφαβητικά:
τον Άγγελο της Αστυπαλαίας,την Βρησιίδα,τα Γαυγάμηλα,τόν δούλο του Κριναγόρα,τον Ελλήσποντο,τα Ζαγόρια,τον Ηλία τον Προφήτη,τον Θεόδωρο νεομάρτυρα Μυτιλήνης,την Ισσό,τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο,την Λαΐδα,τον Μάστρ-Αντώνη,τον Νικία,την ξέρα της Αγίας Πελαγίας,τον Όμηρο(μαζί με ολόκληρη την Ιλιάδα του),τους Πελασγούς,την Ρωξάννη,τη Σθενελαΐδα,τα Ταταύλα,τον Ίβυκο(ερωτομανέστατο),τη Φαιστό,τις Χοηφόρες,τα Ψαρά,και τον Ωριγένη.
Ξημερώθηκα έχοντας διατρέξει την ιστορία του θανάτου της Ιστορίας ή μάλλον την ιστορία της Ιστορίας του θανάτου(και αυτό δέν είναι λογοπαίγνιο).
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 4:58 pm
----------------
ΑΠΟ ΤΟ: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΑΘΕΑΤΟΥ ΑΠΡΙΛΙΟΥ
Σ'ΟΛΟΥΣ ΤΟ ΨΙΛΟΒΡΟΧΟ κάτι λέει.Σε μένα τίποτα.
Σφάλισα τα τζάμια κι άρχισα να καλώ αλφαβητικά:
τον Άγγελο της Αστυπαλαίας,την Βρησιίδα,τα Γαυγάμηλα,τόν δούλο του Κριναγόρα,τον Ελλήσποντο,τα Ζαγόρια,τον Ηλία τον Προφήτη,τον Θεόδωρο νεομάρτυρα Μυτιλήνης,την Ισσό,τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο,την Λαΐδα,τον Μάστρ-Αντώνη,τον Νικία,την ξέρα της Αγίας Πελαγίας,τον Όμηρο(μαζί με ολόκληρη την Ιλιάδα του),τους Πελασγούς,την Ρωξάννη,τη Σθενελαΐδα,τα Ταταύλα,τον Ίβυκο(ερωτομανέστατο),τη Φαιστό,τις Χοηφόρες,τα Ψαρά,και τον Ωριγένη.
Ξημερώθηκα έχοντας διατρέξει την ιστορία του θανάτου της Ιστορίας ή μάλλον την ιστορία της Ιστορίας του θανάτου(και αυτό δέν είναι λογοπαίγνιο).
ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ "ΦΤΙΑΧΝΕΙ" ΚΑΝΕΙΣ,ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΨΕΜΑ.
- sottis
- Επίτιμος
- Δημοσιεύσεις: 223
- Εγγραφή: Κυρ 15 Απρ 2007, 15:29
- Irc ψευδώνυμο: sottis
- Φύλο: Άνδρας
- Τοποθεσία: Δυτικά
- Επικοινωνία:
εκ μεταφοράς
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 5:09 pm
----------------
ΤΟ ΜΑΓΙΣΣΑΚΙ
Από τους χρόνους τους παλιούς το 'χω βαθύ μεράκι
να βγω στις πέρα θάλασσες να βρω το Μαγισσάκι
Τ' άπιαστο σαν αερικό στην εμορφιά του Μάης
που αν κάνεις να τον μυριστείς αλίμονό σου - εκάης
Έβγα έβγα Μαγισσάκι χτύπα χτύπα το ραβδάκι
Ντο και ρε και μι και φα μες στα ροζ τα σύννεφα
Τι ζουμπούλια και τι κρίνα Τι κι ετούτα τι κι εκείνα
Ντο και ρε και φα και μι φούχτα μου και δύναμη
Ποιος θα μου δώκει δύναμη κι ένα μακρύ καμάκι
να βγω στις πέρα θάλασσες να βρω το Μαγισσάκι
Που 'ναι σπηλιά του ο ουρανός άγγελος η μαμά του
κι αφρός το φουστανάκι του στην άκρια του κυμάτου
Χτύπα χτύπα το ραβδάκι χύνε το νερό στ' αυλάκι
Φα και ρε και μι και ντο μες στο μπλε το ξάγναντο
Τα παπιά και τα βαπόρια παν μαζί και πάνε χώρια
Έξι τέσσερα κι οχτώ γούρι μου και φυλαχτό
Ανοίξτε πύλες κι εκκλησιές ν' ανάψω ένα κεράκι
να κάνει θαύμα στα κρυφά για με το Μαγισσάκι
Που να κοιμάμαι ξυπνητός να τρέχω ξαπλωμένος
και να με λεν χωρίς καρδιά μα να 'μ' ερωτευμένος.
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 5:09 pm
----------------
ΤΟ ΜΑΓΙΣΣΑΚΙ
Από τους χρόνους τους παλιούς το 'χω βαθύ μεράκι
να βγω στις πέρα θάλασσες να βρω το Μαγισσάκι
Τ' άπιαστο σαν αερικό στην εμορφιά του Μάης
που αν κάνεις να τον μυριστείς αλίμονό σου - εκάης
Έβγα έβγα Μαγισσάκι χτύπα χτύπα το ραβδάκι
Ντο και ρε και μι και φα μες στα ροζ τα σύννεφα
Τι ζουμπούλια και τι κρίνα Τι κι ετούτα τι κι εκείνα
Ντο και ρε και φα και μι φούχτα μου και δύναμη
Ποιος θα μου δώκει δύναμη κι ένα μακρύ καμάκι
να βγω στις πέρα θάλασσες να βρω το Μαγισσάκι
Που 'ναι σπηλιά του ο ουρανός άγγελος η μαμά του
κι αφρός το φουστανάκι του στην άκρια του κυμάτου
Χτύπα χτύπα το ραβδάκι χύνε το νερό στ' αυλάκι
Φα και ρε και μι και ντο μες στο μπλε το ξάγναντο
Τα παπιά και τα βαπόρια παν μαζί και πάνε χώρια
Έξι τέσσερα κι οχτώ γούρι μου και φυλαχτό
Ανοίξτε πύλες κι εκκλησιές ν' ανάψω ένα κεράκι
να κάνει θαύμα στα κρυφά για με το Μαγισσάκι
Που να κοιμάμαι ξυπνητός να τρέχω ξαπλωμένος
και να με λεν χωρίς καρδιά μα να 'μ' ερωτευμένος.
ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ "ΦΤΙΑΧΝΕΙ" ΚΑΝΕΙΣ,ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΨΕΜΑ.
- sottis
- Επίτιμος
- Δημοσιεύσεις: 223
- Εγγραφή: Κυρ 15 Απρ 2007, 15:29
- Irc ψευδώνυμο: sottis
- Φύλο: Άνδρας
- Τοποθεσία: Δυτικά
- Επικοινωνία:
εκ μεταφοράς
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 5:18 pm
----------------
ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΙΜΑΤΑ
Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν
και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε
Οξειδώθηκα μες στη νοτιά
των ανθρώπων
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
Στ' ανοιχτά του πέλαγου με καρτέρεσαν
Με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε
Αμαρτία μου να 'χα κι εγώ μιάν αγάπη
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
Το Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε
Τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου
Την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
Κι από τότε γύρισαν καταπάνω μου
Των αιώνων όργητες ξεφωνίζοντας
"Οπου σ' είδε, το αίμα να ζει
και στην πέτρα"
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
Της πατρίδας μου πάλι ομοιώθηκα
Μες στις πέτρες άνθισα και μεγάλωσα
Των φονιάδων το αίμα με φως
ξεπληρώνω
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
PostPosted: Thu Feb 08, 2007 5:18 pm
----------------
ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΙΜΑΤΑ
Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν
και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε
Οξειδώθηκα μες στη νοτιά
των ανθρώπων
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
Στ' ανοιχτά του πέλαγου με καρτέρεσαν
Με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε
Αμαρτία μου να 'χα κι εγώ μιάν αγάπη
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
Το Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε
Τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου
Την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
Κι από τότε γύρισαν καταπάνω μου
Των αιώνων όργητες ξεφωνίζοντας
"Οπου σ' είδε, το αίμα να ζει
και στην πέτρα"
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
Της πατρίδας μου πάλι ομοιώθηκα
Μες στις πέτρες άνθισα και μεγάλωσα
Των φονιάδων το αίμα με φως
ξεπληρώνω
Μακρινή Μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο
ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ "ΦΤΙΑΧΝΕΙ" ΚΑΝΕΙΣ,ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΨΕΜΑ.
- Melwdia_Ths_Parakmhs
- Φρεσκαδούρα
- Δημοσιεύσεις: 26
- Εγγραφή: Παρ 20 Απρ 2007, 19:38
- Melwdia_Ths_Parakmhs
- Φρεσκαδούρα
- Δημοσιεύσεις: 26
- Εγγραφή: Παρ 20 Απρ 2007, 19:38
Re: Ελύτης Οδυσσέας (από sottis)
ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ
Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές
Τής παλάμης,η Μοίρα,σάν κλειδούχος
Μιά στιγμή θά συγκατατεθεί ο Καιρός
Πώς αλλιώς,αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
Θά παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Καί θά χτυπήσει τόν κόσμο η αθωότητα
Μέ τό δριμύ του μαύρου του θανάτου.
ΙΙ.
Πενθώ τόν ήλιο καί πενθώ τά χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς καί τραγουδώ τ’άλλα πού πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια
Μιλημένα τά σώματα καί οί βάρκες πού έκρουζαν γλυκά
Οί κιθάρες πού αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τά "πίστεψέ με" και τα "μή"
Μιά στόν αέρα μιά στή μουσική
Τα δυό μικρά ζώα,τά χέρια μας
Πού γύρευαν ν’ανέβουνε κρυφά τό ένα στό άλλο
Η γλάστρα μέ τό δροσαχί στίς ανοιχτές αυλόπορτες
Καί τά κομμάτια οί θάλασσες πού ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ’τίς ξερολιθιές,πίσω άπ’τούς φράχτες
Τήν ανεμώνα πού κάθισε στό χέρι σού
Κι έτρεμες τρείς φορές τό μώβ τρείς μέρες πάνω από
τούς καταρράχτες
Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Τό ξύλινο δοκάρι καί τό τετράγωνο φαντό
Στόν τοίχο μέ τή Γοργόνα μέ τά ξέπλεκα μαλλιά
Τή γάτα πού μάς κοίταξε μέσα στά σκοτεινά
Παιδί μέ τό λιβάνι καί μέ τόν κόκκινο σταυρό
Τήν ώρα πού βραδιάζει στών βράχων τό απλησίαστο
Πενθώ τό ρούχο πού άγγιξα καί μού ήρθε ο κόσμος.
ΙΙΙ.
Έτσι μιλώ γιά σένα καί γιά μένα
Επειδή σ’αγαπώ καί στήν αγάπη ξέρω
Νά μπαίνω σάν Πανσέληνος
Από παντού,γιά τό μικρό τό πόδι σού μές στ’αχανή
σεντόνια
Νά μαδάω γιασεμιά κι έχω τή δύναμη
Αποκοιμισμένη,νά φυσώ νά σέ πηγαίνω
Μές από φεγγαρά περάσματα καί κρυφές τής θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα μέ αράχνες πού ασημίζουμε
Ακουστά σ’έχουν τά κύματα
Πώς χαιδεύεις,πώς φιλάς
Πώς λές ψιθυριστά τό "τί" καί τό "έ"
Τριγύρω στό λαιμό στόν όρμο
Πάντα εμείς τό φώς κι η σκιά
Πάντα εσύ τ’αστεράκι καί πάντα εγώ τό σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ τό λιμάνι κι εγώ τό φανάρι τό δεξιά
Τό βρεγμένο μουράγιο καί η λάμψη επάνω στά κουπιά
Ψηλά στό σπίτι μέ τίς κληματίδες
Τά δετά τριαντάφυλλα,καί τό νερό πού κρυώνει
Πάντα εσύ τό πέτρινο άγαλμα καί πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει
Τό γερτό παντζούρι εσύ,ο αέρας πού τό ανοίγει εγώ
Επειδή σ’αγαπώ καί σ’αγαπώ
Πάντα Εσύ τό νόμισμα καί εγώ η λατρεία πού τό
Εξαργυρώνει:
Τόσο η νύχτα,τόσο η βοή στόν άνεμο
Τόσο η στάλα στόν αέρα,τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ουρανού με τ’άστρα
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή
Πού πιά δέν έχω τίποτε άλλο
Μές στούς τέσσερις τοίχους,τό ταβάνι,τό πάτωμα
Νά φωνάζω από σένα καί νά μέ χτυπά η φωνή μου
Νά μυρίζω από σένα καί ν’αγριεύουν οί άνθρωποι
Επειδή τό αδοκίμαστο καί τό απ’αλλού φερμένο
Δέν τ’αντέχουν οί άνθρωποι κι είναι νωρίς,μ’ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ γιά σένα καί γιά μένα.
ΙV.
Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν,μ’ακούς
Δέν έχουν εξημερωθεί τά τέρατα μ’ακούς
Τό χαμένο μου τό αίμα καί τό μυτερό,μ’ακούς
Μαχαίρι
Σάν κριάρι πού τρέχει μές στούς ουρανούς
Καί τών άστρων τούς κλώνους τσακίζει,μ’ακούς
Είμ’εγώ,μ’ακούς
Σ’αγαπώ,μ’ακούς
Σέ κρατώ καί σέ πάω καί σού φορώ
Τό λευκό νυφικό τής Οφηλίας,μ’ακούς
Πού μ’αφήνεις,πού πάς καί ποιός,μ’ακούς
Σού κρατεί τό χέρι πάνω απ’τούς κατακλυσμούς
Οί πελώριες λιάνες καί τών ηφαιστείων οί λάβες
Θά’ρθει μέρα,μ’ακούς
Νά μάς θάψουν κι οί χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θά μάς κάνουν περώματα,μ’ακούς
Νά γυαλίσει επάνω τούς η απονιά,ν’ακούς
Τών ανθρώπων
Καί χιλιάδες κομμάτια νά μάς ρίξει
Στά νερά ένα-- ένα , μ’ακούς
Τά πικρά μου βότσαλα μετρώ,μ’ακούς
Κι είναι ο χρόνος μιά μεγάλη εκκλησία,μ’ακούς
Όπου κάποτε οί φιγούρες Τών Αγίων
βγάζουν δάκρυ αληθινό,μ’ακούς
Οί καμπάνες ανοίγουν αψηλά,μ’ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ νά περάσω
Περιμένουν οί άγγελοι μέ κεριά καί νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δέν πάω ,μ’ακους
Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί,μ’ακούς
Τό λουλούδι αυτό τής καταιγίδας καί μ’ακούς
Τής αγάπης
Μιά γιά πάντα τό κόψαμε
Καί δέν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς,μ’ακούς
Σ’άλλη γή,σ’άλλο αστέρι,μ’ακούς
Δέν υπάρχει τό χώμα δέν υπάρχει ο αέρας
Πού αγγίξαμε,ο ίδιος,μ’ακούς
Καί κανείς κηπουρός δέν ευτύχησε σ’άλλους καιρούς
Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες,μ’ακούς
Νά τινάξει λουλούδι,μόνο εμείς,μ’ακούς
Μές στή μέση τής θάλασσας
Από τό μόνο θέλημα τής αγάπης,μ’ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί,μ’ακούς
Μέ σπηλιές καί μέ κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
Άκου,άκου
Ποιός μιλεί στά νερά καί ποιός κλαίει -- ακούς;
Είμ’εγώ πού φωνάζω κι είμ’εγώ πού κλαίω,μ’ακούς
Σ’αγαπώ,σ’αγαπώ,μ’ακούς.
V.
Γιά σένα έχω μιλήσει σέ καιρούς παλιούς
Μέ σοφές παραμάνες καί μ’αντάρτες απόμαχους
Από τί νά’ναι πού έχεις τή θλίψη του αγριμιού
Τήν ανταύγεια στό μέτωπο του νερού του τρεμάμενου
Καί γιατί,λέει,νά μέλει κοντά σου νά’ρθω
Πού δέν θέλω αγάπη αλλά θέλω τόν άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τόν καλπασμό
Καί γιά σένα κανείς δέν είχε ακούσει
Γιά σένα ούτε τό δίκταμο ούτε τό μανιτάρι
Στά μέρη τ’αψηλά της Κρήτης τίποτα
Γιά σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός νά μου οδηγεί τό χέρι
Πιό δω,πιό κεί,προσεχτικά σ’όλα τό γύρο
Του γιαλού του προσώπου,τούς κόλπους,τά μαλλιά
Στό λόφο κυματίζοντας αριστερά
Τό σώμα σου στή στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνειας καί του διάφανου
Βυθού,μέσα στό σπίτι μέ τό σκρίνιο τό παλιό
Τίς κίτρινες νταντέλες καί τό κυπαρισσόξυλο
Μόνος νά περιμένω που θά πρωτοφανείς
Ψηλά στό δώμα ή πίσω στίς πλάκες της αυλής
Μέ τ’άλογο του Αγίου καί τό αυγό της Ανάστασης
Σάν από μιά τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σέ θέλησε η μικρή ζωή
Νά χωράς στό κεράκι τή στεντόρεια λάμψη τήν ηφαιστειακή
Πού κανείς νά μήν έχει δεί καί ακούσει
Τίποτα μές στίς ερημιές τά ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στόν αυλόγυρο
Γιά σένα,ούτε η γερόντισσα ν’όλα της τά βοτάνια
Γιά σένα μόνο εγώ,μπορεί,καί η μουσική
Πού διώχνω μέσα μου αλλ’αυτή γυρίζει δυνατότερη
Γιά σένα τό ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Τό στραμμένο στό μέλλον με τόν κρατήρα κόκκινο
Γιά σένα σάν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Πού βρίσκει μές στό σώμα καί πού τρυπάει τή θύμηση
Καί νά τό χώμα,νά τά περιστέρια,νά η αρχαία μας γή.
VI.
Έχω δεί πολλά καί η γή μές’απ’τό νού μου φαίνεται ωραιότερη
Ώραιότερη μές στούς χρυσούς ατμούς
Η πέτρα η κοφτερή,ωραιότερα
Τά μπλάβα των ισθμών καί οί στέγες μές στά κύματα
Ωραιότερες οί αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς
Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τά βουνά
τής θάλασσας
Έτσι σ’έχω κοιτάξει πού μου αρκεί
Νά’χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μές στό αυλάκι που τό πέρασμα σου αφήνει
Σάν δελφίνι πρωτόπειρο ν’ακολουθεί
Καί νά παίζει μέ τ’άσπρο καί τό κυανό η ψυχή μου !
Νίκη,νίκη όπου έχω νικηθεί
Πρίν από τήν αγάπη καί μαζί
Γιά τή ρολογιά καί τό γκιούλ-μπιρσίμι
Πήγαινε,πήγαινε καί ας έχω εγώ χαθεί
Μόνος καί άς είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί
νεογέννητο
Μόνος,καί ας είμ’εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα νά σου κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος,ο αέρας δυνατός καί μόνος τ’ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στό βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στούς καιρούς τόν Παράδεισο !
VII.
Στόν Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στή θάλασσα
Μέ κρεβάτι μεγάλο καί πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μές στ’άπατα μιάν ηχώ
Νά κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Νά σέ βλέπω μισή να περνάς στό νερό
και μισή να σε κλαίω μές στόν Παράδειο.
Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές
Τής παλάμης,η Μοίρα,σάν κλειδούχος
Μιά στιγμή θά συγκατατεθεί ο Καιρός
Πώς αλλιώς,αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
Θά παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Καί θά χτυπήσει τόν κόσμο η αθωότητα
Μέ τό δριμύ του μαύρου του θανάτου.
ΙΙ.
Πενθώ τόν ήλιο καί πενθώ τά χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς καί τραγουδώ τ’άλλα πού πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια
Μιλημένα τά σώματα καί οί βάρκες πού έκρουζαν γλυκά
Οί κιθάρες πού αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τά "πίστεψέ με" και τα "μή"
Μιά στόν αέρα μιά στή μουσική
Τα δυό μικρά ζώα,τά χέρια μας
Πού γύρευαν ν’ανέβουνε κρυφά τό ένα στό άλλο
Η γλάστρα μέ τό δροσαχί στίς ανοιχτές αυλόπορτες
Καί τά κομμάτια οί θάλασσες πού ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ’τίς ξερολιθιές,πίσω άπ’τούς φράχτες
Τήν ανεμώνα πού κάθισε στό χέρι σού
Κι έτρεμες τρείς φορές τό μώβ τρείς μέρες πάνω από
τούς καταρράχτες
Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Τό ξύλινο δοκάρι καί τό τετράγωνο φαντό
Στόν τοίχο μέ τή Γοργόνα μέ τά ξέπλεκα μαλλιά
Τή γάτα πού μάς κοίταξε μέσα στά σκοτεινά
Παιδί μέ τό λιβάνι καί μέ τόν κόκκινο σταυρό
Τήν ώρα πού βραδιάζει στών βράχων τό απλησίαστο
Πενθώ τό ρούχο πού άγγιξα καί μού ήρθε ο κόσμος.
ΙΙΙ.
Έτσι μιλώ γιά σένα καί γιά μένα
Επειδή σ’αγαπώ καί στήν αγάπη ξέρω
Νά μπαίνω σάν Πανσέληνος
Από παντού,γιά τό μικρό τό πόδι σού μές στ’αχανή
σεντόνια
Νά μαδάω γιασεμιά κι έχω τή δύναμη
Αποκοιμισμένη,νά φυσώ νά σέ πηγαίνω
Μές από φεγγαρά περάσματα καί κρυφές τής θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα μέ αράχνες πού ασημίζουμε
Ακουστά σ’έχουν τά κύματα
Πώς χαιδεύεις,πώς φιλάς
Πώς λές ψιθυριστά τό "τί" καί τό "έ"
Τριγύρω στό λαιμό στόν όρμο
Πάντα εμείς τό φώς κι η σκιά
Πάντα εσύ τ’αστεράκι καί πάντα εγώ τό σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ τό λιμάνι κι εγώ τό φανάρι τό δεξιά
Τό βρεγμένο μουράγιο καί η λάμψη επάνω στά κουπιά
Ψηλά στό σπίτι μέ τίς κληματίδες
Τά δετά τριαντάφυλλα,καί τό νερό πού κρυώνει
Πάντα εσύ τό πέτρινο άγαλμα καί πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει
Τό γερτό παντζούρι εσύ,ο αέρας πού τό ανοίγει εγώ
Επειδή σ’αγαπώ καί σ’αγαπώ
Πάντα Εσύ τό νόμισμα καί εγώ η λατρεία πού τό
Εξαργυρώνει:
Τόσο η νύχτα,τόσο η βοή στόν άνεμο
Τόσο η στάλα στόν αέρα,τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ουρανού με τ’άστρα
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή
Πού πιά δέν έχω τίποτε άλλο
Μές στούς τέσσερις τοίχους,τό ταβάνι,τό πάτωμα
Νά φωνάζω από σένα καί νά μέ χτυπά η φωνή μου
Νά μυρίζω από σένα καί ν’αγριεύουν οί άνθρωποι
Επειδή τό αδοκίμαστο καί τό απ’αλλού φερμένο
Δέν τ’αντέχουν οί άνθρωποι κι είναι νωρίς,μ’ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ γιά σένα καί γιά μένα.
ΙV.
Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν,μ’ακούς
Δέν έχουν εξημερωθεί τά τέρατα μ’ακούς
Τό χαμένο μου τό αίμα καί τό μυτερό,μ’ακούς
Μαχαίρι
Σάν κριάρι πού τρέχει μές στούς ουρανούς
Καί τών άστρων τούς κλώνους τσακίζει,μ’ακούς
Είμ’εγώ,μ’ακούς
Σ’αγαπώ,μ’ακούς
Σέ κρατώ καί σέ πάω καί σού φορώ
Τό λευκό νυφικό τής Οφηλίας,μ’ακούς
Πού μ’αφήνεις,πού πάς καί ποιός,μ’ακούς
Σού κρατεί τό χέρι πάνω απ’τούς κατακλυσμούς
Οί πελώριες λιάνες καί τών ηφαιστείων οί λάβες
Θά’ρθει μέρα,μ’ακούς
Νά μάς θάψουν κι οί χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θά μάς κάνουν περώματα,μ’ακούς
Νά γυαλίσει επάνω τούς η απονιά,ν’ακούς
Τών ανθρώπων
Καί χιλιάδες κομμάτια νά μάς ρίξει
Στά νερά ένα-- ένα , μ’ακούς
Τά πικρά μου βότσαλα μετρώ,μ’ακούς
Κι είναι ο χρόνος μιά μεγάλη εκκλησία,μ’ακούς
Όπου κάποτε οί φιγούρες Τών Αγίων
βγάζουν δάκρυ αληθινό,μ’ακούς
Οί καμπάνες ανοίγουν αψηλά,μ’ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ νά περάσω
Περιμένουν οί άγγελοι μέ κεριά καί νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δέν πάω ,μ’ακους
Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί,μ’ακούς
Τό λουλούδι αυτό τής καταιγίδας καί μ’ακούς
Τής αγάπης
Μιά γιά πάντα τό κόψαμε
Καί δέν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς,μ’ακούς
Σ’άλλη γή,σ’άλλο αστέρι,μ’ακούς
Δέν υπάρχει τό χώμα δέν υπάρχει ο αέρας
Πού αγγίξαμε,ο ίδιος,μ’ακούς
Καί κανείς κηπουρός δέν ευτύχησε σ’άλλους καιρούς
Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες,μ’ακούς
Νά τινάξει λουλούδι,μόνο εμείς,μ’ακούς
Μές στή μέση τής θάλασσας
Από τό μόνο θέλημα τής αγάπης,μ’ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί,μ’ακούς
Μέ σπηλιές καί μέ κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
Άκου,άκου
Ποιός μιλεί στά νερά καί ποιός κλαίει -- ακούς;
Είμ’εγώ πού φωνάζω κι είμ’εγώ πού κλαίω,μ’ακούς
Σ’αγαπώ,σ’αγαπώ,μ’ακούς.
V.
Γιά σένα έχω μιλήσει σέ καιρούς παλιούς
Μέ σοφές παραμάνες καί μ’αντάρτες απόμαχους
Από τί νά’ναι πού έχεις τή θλίψη του αγριμιού
Τήν ανταύγεια στό μέτωπο του νερού του τρεμάμενου
Καί γιατί,λέει,νά μέλει κοντά σου νά’ρθω
Πού δέν θέλω αγάπη αλλά θέλω τόν άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τόν καλπασμό
Καί γιά σένα κανείς δέν είχε ακούσει
Γιά σένα ούτε τό δίκταμο ούτε τό μανιτάρι
Στά μέρη τ’αψηλά της Κρήτης τίποτα
Γιά σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός νά μου οδηγεί τό χέρι
Πιό δω,πιό κεί,προσεχτικά σ’όλα τό γύρο
Του γιαλού του προσώπου,τούς κόλπους,τά μαλλιά
Στό λόφο κυματίζοντας αριστερά
Τό σώμα σου στή στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνειας καί του διάφανου
Βυθού,μέσα στό σπίτι μέ τό σκρίνιο τό παλιό
Τίς κίτρινες νταντέλες καί τό κυπαρισσόξυλο
Μόνος νά περιμένω που θά πρωτοφανείς
Ψηλά στό δώμα ή πίσω στίς πλάκες της αυλής
Μέ τ’άλογο του Αγίου καί τό αυγό της Ανάστασης
Σάν από μιά τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σέ θέλησε η μικρή ζωή
Νά χωράς στό κεράκι τή στεντόρεια λάμψη τήν ηφαιστειακή
Πού κανείς νά μήν έχει δεί καί ακούσει
Τίποτα μές στίς ερημιές τά ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στόν αυλόγυρο
Γιά σένα,ούτε η γερόντισσα ν’όλα της τά βοτάνια
Γιά σένα μόνο εγώ,μπορεί,καί η μουσική
Πού διώχνω μέσα μου αλλ’αυτή γυρίζει δυνατότερη
Γιά σένα τό ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Τό στραμμένο στό μέλλον με τόν κρατήρα κόκκινο
Γιά σένα σάν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Πού βρίσκει μές στό σώμα καί πού τρυπάει τή θύμηση
Καί νά τό χώμα,νά τά περιστέρια,νά η αρχαία μας γή.
VI.
Έχω δεί πολλά καί η γή μές’απ’τό νού μου φαίνεται ωραιότερη
Ώραιότερη μές στούς χρυσούς ατμούς
Η πέτρα η κοφτερή,ωραιότερα
Τά μπλάβα των ισθμών καί οί στέγες μές στά κύματα
Ωραιότερες οί αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς
Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τά βουνά
τής θάλασσας
Έτσι σ’έχω κοιτάξει πού μου αρκεί
Νά’χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μές στό αυλάκι που τό πέρασμα σου αφήνει
Σάν δελφίνι πρωτόπειρο ν’ακολουθεί
Καί νά παίζει μέ τ’άσπρο καί τό κυανό η ψυχή μου !
Νίκη,νίκη όπου έχω νικηθεί
Πρίν από τήν αγάπη καί μαζί
Γιά τή ρολογιά καί τό γκιούλ-μπιρσίμι
Πήγαινε,πήγαινε καί ας έχω εγώ χαθεί
Μόνος καί άς είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί
νεογέννητο
Μόνος,καί ας είμ’εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα νά σου κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος,ο αέρας δυνατός καί μόνος τ’ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στό βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στούς καιρούς τόν Παράδεισο !
VII.
Στόν Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στή θάλασσα
Μέ κρεβάτι μεγάλο καί πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μές στ’άπατα μιάν ηχώ
Νά κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Νά σέ βλέπω μισή να περνάς στό νερό
και μισή να σε κλαίω μές στόν Παράδειο.
- chill
- Σούπερ Ιδεογραφίτης
- Δημοσιεύσεις: 1385
- Εγγραφή: Πέμ 03 Μάιος 2007, 01:41
- Φύλο: Άνδρας
- Έλαβε Likes: 1 φορά
Re: Oδυσσέας Ελύτης << Μονόγραμμα >> το απόλυτο ταξίδι
dude r u a goth or smthg?
“Humanity has advanced, when it has advanced, not because it has been sober, responsible, and cautious, but because it has been playful, rebellious, and immature.”
- Spirit oF Fire
- Ιδεογραφίτης Υψηλών Ταχυτήτων
- Δημοσιεύσεις: 2366
- Εγγραφή: Δευ 21 Μάιος 2007, 17:45
- Irc ψευδώνυμο: Spirit_Of_Fire
- Φύλο: Γυναίκα
Re: Oδυσσέας Ελύτης << Μονόγραμμα >> το απόλυτο ταξίδι
Πραγματικά ευχαριστώ για το υπέροχο ποίημα που έβαλες. Κι εγώ όταν το διαβάζω με κάνει να ταξιδεύω =).
Ο αληθινός πολεμιστής διατηρεί την ανθρωπιά του ακόμη και στη μάχη. Κερδίζοντας έναν βάρβαρο θρίαμβο εξακολουθείς να διακυβεύεις την ψυχή σου. Αυτοί που πολεμούν τον δράκο μπορούν να γίνουν ο δράκος.
Η φωτιά δεν καταστρέφει μόνο, μπορεί και να καθαρίζει τις ψυχές μας.
Η φωτιά δεν καταστρέφει μόνο, μπορεί και να καθαρίζει τις ψυχές μας.
- litsa''never''
- Πορωμένος Ιδεογραφίτης
- Δημοσιεύσεις: 654
- Εγγραφή: Τετ 27 Φεβ 2008, 21:09
- Irc ψευδώνυμο: Litsa Never
- Φύλο: Γυναίκα
- Τοποθεσία: Βολος
Re: Ελύτης Οδυσσέας
Απλα υπεροχο!!Σ'ευχαριστω που μου εδωσες την ευκαιρια να το διαβασω!!
Ποιητικές Συλλογές
* 1940 "Προσανατολισμοί"
* 1943 "Ηλιος ο Πρώτος"
* 1945 "Ασμα Ηρωικό και Πένθιμο για το Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας"
* 1947 " Η καλοσύνη στις λυκοποριές"
* 1959 " Αξιον Εστί"( Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ / Ενα το χελιδόνι)
* 1960 " Εξι και μια τύψεις για τον Ουρανό"
* 1971 " Το φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά"
* 1971 " Ο Ηλιος ο Ηλιάτορας"
* 1971 " Θάνατος και Ανάστασις Κωνσταντίνου Παλαιολόγου"
* 1971 " Το μονόγραμμα"
* 1972 " Τα ρω του έρωτα" ( Το θαλασσινό τριφύλλι / Δελφινοκόριτσο / Του μικρού βοριά / Στη ξύλινη παράγκα )
* 1973 " Ο Φυλλομάντης"
* 1974 " Τα Ετεροθαλή"
* 1978 " Μαρία Νεφέλη"
* 1979 " Εκλογή 1935-1977"
* 1982 " Τρία ποιήματα ΄με σημαία ευκαιρίας΄"
* 1984 " Ωδή στη Σαντορίνη"
* 1984 " Το ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου"
* 1985 " Ο Μικρός Ναυτίλος"
* 1990 " Ιδιωτική οδός"
* 1995 " Δυτικά της Λύπης"
* 1995 " Ο κήπος με τις αυταπάτες"
Ποιητικές Συλλογές
* 1940 "Προσανατολισμοί"
* 1943 "Ηλιος ο Πρώτος"
* 1945 "Ασμα Ηρωικό και Πένθιμο για το Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας"
* 1947 " Η καλοσύνη στις λυκοποριές"
* 1959 " Αξιον Εστί"( Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ / Ενα το χελιδόνι)
* 1960 " Εξι και μια τύψεις για τον Ουρανό"
* 1971 " Το φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά"
* 1971 " Ο Ηλιος ο Ηλιάτορας"
* 1971 " Θάνατος και Ανάστασις Κωνσταντίνου Παλαιολόγου"
* 1971 " Το μονόγραμμα"
* 1972 " Τα ρω του έρωτα" ( Το θαλασσινό τριφύλλι / Δελφινοκόριτσο / Του μικρού βοριά / Στη ξύλινη παράγκα )
* 1973 " Ο Φυλλομάντης"
* 1974 " Τα Ετεροθαλή"
* 1978 " Μαρία Νεφέλη"
* 1979 " Εκλογή 1935-1977"
* 1982 " Τρία ποιήματα ΄με σημαία ευκαιρίας΄"
* 1984 " Ωδή στη Σαντορίνη"
* 1984 " Το ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου"
* 1985 " Ο Μικρός Ναυτίλος"
* 1990 " Ιδιωτική οδός"
* 1995 " Δυτικά της Λύπης"
* 1995 " Ο κήπος με τις αυταπάτες"
Τελευταία επεξεργασία από το μέλος litsa''never'' την Πέμ 19 Ιουν 2008, 17:55, έχει επεξεργασθεί 1 φορά συνολικά.
- Diagalaksiaki
- Σούπερ Ιδεογραφίτης
- Δημοσιεύσεις: 1260
- Εγγραφή: Παρ 22 Ιουν 2007, 14:19
- Irc ψευδώνυμο: diagalaksiaki
- Φύλο: Γυναίκα
- Τοποθεσία: Στον πλανήτη Γη
- Επικοινωνία:
Re: Ελύτης Οδυσσέας
Το Μονόγραμμα και η Μαρίνα των Βράχων είναι τα αγαπημένα μου.
ΣΥ ΘΑΡΣΟΣ ΔΟΣ ΜΑΚΑΡ ΕΙΡΗΝΗΣ ΤΕ ΜΕΝΕΙΝ ΕΝ ΑΠΗΜΟΣΙ ΘΕΣΜΟΙΣ ΔΥΣΜΕΝΕΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΟΝΤΑ ΜΟΘΟΝ ΚΗΡΑΣ ΤΕ ΒΙΑΙΑΣ