
"Στο βορινότερο κόρφο του Αιγαίου, εκεί που το κύμα αφρογαλιάζει στην άκρη του πλατιού κάμπου, τα παλιά τα χρόνια, τα χρόνια του παραμυθιού, τρέχαν γελούμενες δρυάδες να παίξουν με τις νηρηΐδες και τους Τρίτωνες. Εκεί περπάτησε ο Ορφέας, έπαιξε τη λύρα του και πρωτοκήρυξε το πρωτάκουστο μήνυμα για την αέναη χωρίς τέλος ζωή".
Στον τόπο αυτό ήρθε κι' εγκαταστάθηκε ένας δερβίσης ερημίτης που συνήθιζε να ξεκουράζεται στη σκιά μιας βελανιδιάς στην άκρη του μεγάλου δάσους.
Το Δέντρο του Ερημίτη μεταφράζεται στα τούρκικα Ντεντέ Αγάτς.
Ψαράδες οι πρώτοι της κάτοικοι, εκεί γύρω στα 1850 ενώ λίγα χρόνια αργότερα άρχισαν να εργάζονται εδώ πολλοί Έλληνες υπήκοοι και να πιάνουν στο μικρό λιμανάκι της πολλά ελληνικά καράβια. Γι' αυτό και το 1868 διορίστηκε εδώ εκπρόσωπος του Έλληνα υποπρόξενου της Αίνου.
Δύο χρόνια μετά αρχίζει να στρώνεται η σιδηροδρομική γραμμή από το μικρό λιμάνι μέχρι την Αδριανούπολη.
Στο νεοσύστατο Δεδέ Αγάτζ, όπως το ονομάζει το 1874 ο Έλληνας πρόξενος στην Αδριανούπολη, φτάνουν το 1878 τα ρωσικά στρατεύματα μετά την υποχώρηση των Τούρκων κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο.
Οι αξιωματικοί του μηχανικού διέκριναν τα προτερήματα της περιοχής. Σιδηροδρομικές γραμμές καθώς και η Εγνατία οδός περνούσαν από το ψαράδικο αυτό χωριό, αυτή την μικρή πολίχνη, όπου κατέληγαν τα προϊόντα του τόπου για να εξαχθούν από το μικρό της λιμάνι. Έκαναν λοιπόν οι Ρώσοι αξιωματικοί του μηχανικού το σχέδιο της νέας πόλης στην παραθαλάσσια ζώνη. Ύστερα έφυγαν οι Ρώσοι, έμεινε όμως η ρυμοτομία που βοήθησε στην οριστική ανάπτυξη της καινούριας πόλης.
Αινίτες και Μαρωνίτες, θαλασσινοί ως επί το πλείστον, οι νέοι κάτοικοι της πόλης έκτισαν την εκκλησία του προστάτη τους του Αη Νικόλα και ίδρυσαν σχολείο για τα παιδιά τους. Βρέθηκε κι' ένας εύπορος πατριώτης, ο Λεονταρίδης, που προίκισε την νεαρή πολιτεία με το εκπαιδευτήριό της για να μορφώνονται οι έφηβοι. Είναι το Λεονταρίδειο, που για δεκάδες χρόνια στέγασε το Γυμνάσιο. Η επιγραφή του διαλαλεί και σήμερα τον προορισμό του.
ΛΕΟΝΤΑΡΙΔΕΙΟΣ ΑΣΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΡΡΕΝΩΝ
ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ 1909
Η πόλη άρχισε ν' αναπτύσσεται ραγδαία γι' αυτό και ο Μητροπολίτης της Αίνου μετάφερε εδώ την έδρα του από το 1890.
Το 1920 στις 14 Μαΐου η Αλεξανδρούπολη ενσωματώθηκε στην Ελλάδα όπως και η υπόλοιπη Δυτική Θράκη. Η επίσκεψη του βασιλιά Αλέξανδρου της Ελλάδος λίγο μετά την απελευθέρωσή της έγινε η αφορμή να πάρει το όνομά του η πόλη. Έτσι το Δεδέαγατς έγινε η σημερινή Αλεξανδρούπολη.
Δύο χρόνια μετά, η Μικρασιατική καταστροφή ξέβρασε εδώ χιλιάδες πρόσφυγες που έφταναν με κάθε μέσον σ' αυτό το σταυροδρόμι. Οι περισσότεροι προωθήθηκαν στο εσωτερικό της χώρας έμειναν όμως αρκετοί, κυρίως από την Ανατολική Θράκη και πλούτισαν το ανθρώπινο δυναμικό της.
Αλεξανδρούπολη
Σταυροδρόμι είναι και σήμερα η Αλεξανδρούπολη, με σύγχρονο αεροδρόμιο, μεγάλο λιμάνι, σπουδαίο διαμετακομιστικό κέντρο, μεγάλη εμπορική δραστηριότητα, με τελωνείο, πετρελαιαγωγό υπό κατασκευή, αγωγό φυσικού αερίου, με την Εγνατία Οδό, με Ιατρική Σχολή, Παιδαγωγική Ακαδημία, με Στρατό και Μεραρχία, με δημοσίους υπαλλήλους και ξενοδοχειακές υποδομές.
Χιλιάδες είναι οι ανθρώπινες ψυχές που περνούν καθημερινά απ' αυτήν.
Χιλιάδες είναι και οι ελιές που υποδέχονται τον ταξιδιώτη απ΄ τον παλιό το δρόμο καθώς κατηφορίζεις πατημένος από Κομοτηνή από το καρα-νιχντερέ, αντικρίζεις την Μάκρη και κατευθύνεσαι προς την πόλη.
Ο ελαιώνας αυτός έχει ηλικία πολλών αιώνων μια και τον αναφέρει και ο Εβλιγιά Τσελεμπή και είναι μια ξεκούραση και απόλαυση για το μάτι. Κύματα-κύματα ξεκινούν οι ελιές απ' τους μικρούς λόφους για να καταλήξουν στη θάλασσα. Άσπρες πινελιές ανάμεσα στα δέντρα, με κόκκινες σκεπές τα εκατοντάδες εξοχικά με τους μεγάλους λαχανόκηπους και τους πολύχρωμους ανθώνες διακόπτουν την πράσινη απεραντοσύνη.
Όλα τούτα προσδίδουν ποικιλία κι' ερασμιότητα σ' αυτή την διαδρομή μέχρι τη Νέα Χιλή, το χαρακτηριστικό προάστιο της Αλεξανδρούπολης και η μικρογραφία της. Λίγο πιο πέρα δεξιά προς τη θάλασσα η Σάντα Ρόζα με τις μουσμουλιές να θυμίζουν τους εφηβικούς έρωτες
Από την Νέα Χιλή ως την πόλη όλος ο τόπος είναι κατοικημένος. Δεν μοιάζει καθόλου πια με την παλιά του εικόνα όπως την είδε ο Ίων Δραγούμης την άνοιξη του 1906.
"Φως ανοιξιάτικου δειλινού φώτιζε τ' ακρογιάλι, την πολιτεία πέρα και τα χωράφια, αλλού κατακόκκινα και οργωμένα, αλλού καταπράσινα με βαλανιδιές σκόρπιες εδώ κι' εκεί...".
Άλλαξε πια μορφή ο τόπος. Ξεφύτρωσαν παντού εξοχικά σπίτια, ξενοδοχεία και κέντρα διασκέδασης. Εδώ βρίσκεται και η όμορφη τουριστική ακτή, κράχτης των παραθεριστών. Εδώ είναι το μεγάλο κάμπιγκ με τις οχτακόσιες θέσεις στη σκιά των δέντρων. Με τις λεύκες και τις μεγάλες αρμυρήθρες να καλύπτουν όλο το χώρο και τις φαρδιές λεωφόρους που θυμίζουν μια καλά ρυμοτομημένη πολιτεία όπου τα σπίτια αντικαταστάθηκαν με τροχοβίλες και όπου κυριαρχεί η γαλήνη και ο φυσικός τρόπος ζωής.
Πλάι ακριβώς βρίσκεται η ακτή του ΕΟΤ με τα όμορφα δέντρα, το γρασίδι, ο χώρος της γιορτής του κρασιού που γίνονταν παλιά, όπου τα πόδια ξεσήκωναν όλο το κορμί για να πηδήξουν στους ήχους του παραδοσιακού θρακιώτικου σκοπού.
Σ' αυτό τ' αλώνι το φαρδύ τρανός χουρός που γένιτι.
Και όλ' αυτά πλάι στη θάλασσα. Που το καλοκαίρι σφύζει από ζωή και παραθεριστές, ενώ το χειμώνα είναι μια πρόκληση, ένα κάλεσμα στην υγρή αγκαλιά της για κάποιους απόμακρους.
Στη θάλασσα πλάι είναι και τα μεγάλα σύγχρονα ξενοδοχεία χαμένα μέσα στον πευκώνα.
Ξάφνιασμα η πόλη. Ευχάριστο και δυσάρεστο μαζί. Ευχάριστο γιατί ανήκει στις πόλεις με την ωραιότερη ρυμοτομία και για τη μεγάλη άπλα της παραλιακής της λεωφόρου. Φαρδύς δρόμος, ωραίοι πεζόδρομοι, με την ύπαρξη του φάρου, αυτού του καλοκάγαθου, σοβαρού ανοιχτόχρωμου γίγαντα, που παρά τα εκατό χρόνια του, στέκεται αγέρωχος, σήμα κατατεθέν της πόλης, φλερτάροντας με μια απέραντη θάλασσα με το γαλάζιο όραμα της Σαμοθράκης απέναντι.
Είναι και οι ίσιοι δρόμοι που κάποτε ήταν πλατιοί, όταν τα σπίτια στα πλαϊνά τους ήταν μονώροφα και διώροφα, μα τώρα δυστυχώς έγιναν άχρωμες πολυκατοικίες προς δόξα της αντιπαροχής. Χάθηκαν τα παλιά κλασσικά κτίρια, το Πασαλίκι που απόμεινε ανάμνηση στις φωτογραφίες και στους ζωγραφικούς πίνακες, η στρατιωτική λέσχη, το ξύλινο μέγαρο της μεραρχίας κι' άλλα. Τα έφαγε η "αξιοποίηση". Έμειναν, ευτυχώς, το παλιό Γυμνάσιο, το Λεονταρίδειο, που μαζί με το τρίτο Σχολείο, το Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου και το Εκκλησιαστικό Μουσείο που αποτελούν μια πολιτιστική όαση στο κέντρο της πόλης.
Ναυτικοί ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της Αλεξανδρούπολης πριν από έναν αιώνα και ήταν επόμενο η πρώτη εκκλησία που έκτισαν να είναι αφιερωμένη στον προστάτη τους Άγιο τον Άγιο Νικόλαο.
Στα χαρακτηριστικά κτίρια που έμειναν συγκαταλέγεται κι' αυτό της Παιδαγωγικής Ακαδημίας. Κάποτε δέσποζε στον ορίζοντα της πόλης. Τώρα χάθηκε ανάμεσα στις ψηλότερες πολυκατοικίες. Η Ακαδημία είναι το αρχαιότερο ανώτερο πνευματικό ίδρυμα του Θρακικού χώρου. Διδασκαλείο στην αρχή, αμέσως μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, περιμάζεψε τις σπουδάστριες του διδασκαλείου Επιβατών της Ανατολικής Θράκης και στη συνέχεια μόρφωσε χιλιάδες ελληνόπουλα.
Ο χώρος απέναντι από την Ακαδημία ήταν οι φυλακές, τόπος του πάθους και των στεναγμών. Ανοιχτός τώρα ο χώρος, με δέντρα και παιδικές χαρές. Το Πρωτοδικείο στην παραλιακή, υπέροχο νεοκλασικό κτίριο με μεγάλα παράθυρα, να φεύγει ο νους και να χάνεται στο απέραντο γαλάζιο απέναντι, εν ώρα θλιβερών αντιδικιών.

Χάθηκε και το Αγροκήπιο της Ακαδημίας. Κάποτε ήταν στην άκρη της πόλης και αποτελούσε μιαν όαση καλαίσθητου πράσινου με τις κληματαριές και τα καλλιεργημένα παρτέρια. Το αγροκήπιο έφυγε, μα οι χώροι του έγιναν αθλητικές εγκαταστάσεις, κλειστό γυμναστήριο και κολυμβητήριο και γήπεδα τέννις και βόλεϊ. Δεν ξέρεις αν πρέπει να λυπηθείς για εκείνο που έφυγε ή να χαρείς γι' αυτό που είναι τώρα.
Στο παρελθόν της Αλεξανδρούπολης αναφέρονται δυο ταξιδιωτικά κείμενα. Μας δείχνουν το τότε για να συγκριθεί με το τώρα. Το ένα είναι του γνωστού λογοτέχνη και δοκιμιογράφου Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, που πέρασε από δω το καλοκαίρι του 1937.
"Η Αλεξανδρούπολη είναι μια πολιτεία ολόφρεσκη, ήσυχη και κατακάθαρη. Απλώνεται σε μεγάλο διάστημα, δυσανάλογο προς το μικρό αριθμό των κατοίκων της. Έχει δρόμους ολόισιους και καλοστρωμένους, κάποια βλάστηση, που μέρα τη μέρα παίρνει περισσότερο απάνω της, και κόσμο, που δεν δοκιμάζει τον πυρετό της ανήσυχης ζωής. Δεν έχεις τίποτε ιδιαίτερο να προσέξεις στην περιπλάνηση σου ανάμεσά της. Μπορεί να σε σταματήσουν μερικά ξύλινα πολυώροφα σπίτια, παλαιϊκά, που σου φέρνουν στο νου τις γερμανικές λιθογραφίες του περασμένου αιώνα. Μπορεί ακόμη να σε σταματήσουν μερικές λαϊκές γειτονιές, που αναδίνουν κάποια συμπαθητική γραφικότητα. Μα το σύνολο το βλέπεις σα μια μικρογραφία νεότερης πολιτείας, τεχνουργημένης απάνω σ' ένα ολόισιο κομμάτι κοκκινωπού πηλού, σε μια ολόστρωτη πιατέλα. Κ' εκείνο που σου κάνει περισσότερη εντύπωση είναι η άνεση που δίνει το διάστημα, η φρεσκάδα του περιβάλλοντος... Εδώ πέρα δεν υπάρχουν περασμένα... Ο ταξιδιώτης απολησμονιέται και δεν ξέρει αν βρίσκεται σ' ένα μακρινό λιμάνι της Δυτικής Θράκης, σε κάποιαν απόσταση από τη χερσόνησο της Καλλίπολης και τα Δαρδανέλλια, ή σε κάποια ειρηνική παραλία της μεσημβρινής Ελλάδας, εκεί όπου ο καθημερινός μόχθος δεν κομματιάζεται από τον πάταγο και την ταραχή των συχνών απροόπτων...".
Τριάντα ένα χρόνια μετά, την Άνοιξη του 1968, επισκέπτεται την Αλεξανδρούπολη ο διαπρεπής χρονογράφος στο "Βήμα", ο Παύλος Παλαιολόγος. Οι διαπιστώσεις του βρίσκονται τυπωμένες στο περιοδικό "Ταχυδρόμος" της 10 Μαΐου του 1968:
"Ωραίο ξάφνιασμα η Αλεξανδρούπολη. Από τις πόλεις με την ωραιότερη ρυμοτομία...
Χωρίς συντριπτικό βάρος ιστορίας...
Εντελώς διαφορετική από τις πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης, θα την ονόμαζα νοικοκυρούπολη. Τίποτα που να χτυπά στα μάτια. Η κτιριακή ευπρέπεια. Τον ρυθμό της αρχιτεκτονικής κοσμιότητας ακολούθησαν στις οικοδομές τους οι τράπεζες και τα άλλα ιδρύματα. Ξύλινα πολλά απ' τα κτίσματα, θυμίζουν τα σπίτια των προαστίων της Πόλης και αφηγούνται ιστορίες νοικοκυρισμού, μεσότητας, οικιακής τάξεως. Λιμάνι χωρίς πλοία είναι το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Όταν τα πλοία πηγαινοέρχονταν, δεν υπήρχε λιμάνι. Τώρα που έγινε λιμάνι χάθηκαν τα καράβια. Αραιότατη η κίνηση... Που να δεις κατάρτι;
Αίθουσα υποδοχής χωρίς επισκέπτες. Κανείς όμως δεν ξέρει τι γίνεται στο μέλλον...".
Το μέλλον βλέπει το λιμάνι να αναπτύσσεται. Δεν υπάρχει βέβαια η επιβατική κίνηση μια που το αυτοκίνητο και το αεροπλάνο υποσκέλισαν τα άλλα μέσα συγκοινωνίας. Όμως ο παραγωγικός πλούτος της καρπερής περιοχής του 'Εβρου και της Ροδόπης βρίσκει εδώ την πόρτα της εξαγωγής του. Καράβια πολλά φορτώνουν σιτηρά, ηλιόσπορο, βαμβακόπιττα και μελάσσα. Όλες τις εποχές του χρόνου το λιμάνι αντηχεί ζωή και ο ήχος του μπλέκεται με τα σφυρίγματα των τραίνων που έρχονται και φεύγουν από το διπλανό επιβατικό σταθμό. Και ο αγωγός πετρελαίου από τη Ρωσία. Και τώρα τι κάνουμε;
Στο παλιό λιμάνι λικνίζονται πολύχρωμες βαρκούλες, ενώ οι τράτες και τα ψαράδικα έχουν το δικό τους αγκυροβόλιο δίπλα στην ιχθυόσκαλα, που τροφοδοτεί με άφθονο ψάρι την περιοχή. Τέσσερις – πέντε μέρες τη βδομάδα φρέσκο ψάρι, γι' αυτό τα μυαλά μας τετρακόσια. Ξύπνιοι εμείς οι Θράκες, οι λάτρες της φύσης, οι απόγονοι του Ορφέα, οι απόμακροι.
Αντίκρυ απ' το λιμάνι ανοίγεται η απέραντη θάλασσα. Ξεκούραση για το μάτι του επισκέπτη που σεργιανίζει στην παραλιακή λεωφόρο. Στο Νότο υψώνεται η γαλάζια καμπούρα της Σαμοθράκης, το νησί των Καβειρίων Μυστηρίων, που οι κάτοικοι του πρώτοι αποίκισαν τούτες τις ακρογιαλιές και τις αφιέρωσαν στους μεγάλους θεούς του νησιού. Καβείρια μυστήρια. Η ρίζα της λαχτάρας μας για αναζήτηση, η μυστικιστική μας διάθεση.
Πίσω απ' τη Σαμοθράκη και αριστερά διακρίνονται ανοιχτογάλαζες κορφές που ξεμυτίζουν απ' την πελαγίσια άχνα, η Ίμβρος και η χερσόνησος της Καλλίπολης. Αριστερότερα προς την Ανατολή και πλησιέστερα, φαίνεται το βουνό της Αίνου. Στα πόδια του πλάι στη θάλασσα βρίσκεται η ομώνυμη πολιτεία. Τα απογέματα με καθαρό καιρό οι Αινίτες της Αλεξανδρούπολης βλέπουν την πόλη τους ν' ασπρίζει στη ρίζα των λόφων.
Η Αίνος, η πανάρχαιη θρακική μνήμη, η αρχαία, η βυζαντινή, η Αίνος της τουρκοκρατίας και των θαλασσόλυκων αγωνιστών του '21. Την άφησαν ομαδικά οι Αινίτες το 1922 και ήρθαν εδώ στην Αλεξανδρούπολη όπου ξανάσαναν και ρίζωσαν.
Η προτομή της Δόμνας Βισβίζη, της Αινίτισσας καπετάνισσας του '21, που το καράβι της έγινε πυρπολικό, βρίσκεται σήμερα στο ηρώο της πόλης για να θυμίζει τη σχέση της με την Αίνο. Σε μικρή απόσταση από το ηρώο με φόντο το πράσινο, επάνω σ' ένα επιβλητικό βάθρο, η Δόμνα Βισβίζη στέκεται περήφανη στην πλώρη του καραβιού. Στα πόδια της ο άντρας της, ο καπετάνιος, ο Χατζηαντώνης Βισβίζης, γέρνει λαβωμένος κατάστηθα επάνω σε ένα μικρό κανόνι. Κι' αυτή με σηκωμένο χέρι, δείχνει το ανοιχτό πέλαγος.
Το ανοιχτό θρακικό πέλαγος.
Όπως σε όλη την Ελλάδα, που όπου και να σκάψεις θα πεταχτούν μέσα από το χώμα τα κατάλοιπα του παρελθόντος, πέτρες, τάφοι, αγάλματα, αγγεία κ.ά., έτσι και στην Αλεξανδρούπολη. Η παραλιακή της ζώνη φαίνεται πως έχει κτιστεί επάνω στα κατάλοιπα κάποιου αρχαίου οικισμού.
Ο ιστορικός της Θράκης και ιατροφιλόσοφος Αχιλλέας Σαμοθράκης, που γεννήθηκε στην Αίνο και έζησε στην Αλεξανδρούπολη, στο έργο του "Λεξικόν ιστορικόν και γεωγραφικόν της Θράκης", αναφέρει ότι το 1897 βρέθηκε κοντά στο φάρο της πόλης και σε βάθος ενός μέτρου, πλάκα με την επιγραφή: ΟΡΟΣ ΧΩΡΑΣ ΙΕΡΑΣ ΘΕΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ, δηλαδή όριο της χώρας των θεών της Σαμοθράκης.
Επειδή την περιοχή αυτή ο ιστορικός Ηρόδοτος την αναφέρει Σαμοθρηίκια τείχεα με τις πόλεις κατά σειρά, Σάλη, μετά τη Ζώνη και τελευταία την Μεσημβρία, ο ιστορικός βγάζει το συμπέρασμα ότι εδώ που βρέθηκε η πλάκα καθορισμού των ορίων ήταν η Σάλη. Η υπόθεση του αυτή ενισχύεται από το ότι η Σάλη αναφέρεται και στο οδοιπορικό της Ιερουσαλήμ ως τόπος στάθμευσης ή αλλαγής αλόγων που απέχει από την Τραϊανούπολη εφτά μίλια, δηλαδή έντεκα περίπου χιλιόμετρα, όση είναι πραγματικά η απόσταση Αλεξανδρούπολης - Λουτρών Τραϊανούπολης.
Μικρή πολιτεία θα ήταν η Σάλη, που οι κάτοικοι της θ' αποζούσαν από τη θάλασσα και από την καλλιέργεια της γης γύρω από την πόλη τους, της γης που και τώρα εξακολουθεί να είναι γόνιμη. Από την παλιά αυτή πόλη ξεπηδούν κάποτε-κάποτε στο φως θεμέλια σπιτιών και άλλα ευρήματα, αλλά τίποτε που να δείχνει την ταυτότητα της.
Τα ευρήματα της περιοχής βρίσκονται στο μεγαλύτερο μέρος τους στο αρχαιολογικό μουσείο της Κομοτηνής. Ελάχιστα απ' αυτά είναι συγκεντρωμένα στην αρχαιολογική Συλλογή της Αλεξανδρούπολης και ασφυκτιούν σε χαμηλοτάβανη αίθουσα του παλιού Δημαρχείου της. Υπάρχουν εδώ επιτύμβια ανάγλυφα, μέλη αγαλμάτων, επιγραφές από τις περιοχές Μεσημβρίας, Μάκρης και Σουφλίου, ανάμεσα στα οποία και το χαρακτηριστικό ανάγλυφο με το θράκα ιππέα που με το κοντάρι του καρφώνει ένα πελώριο φίδι, ένας πρόγονος του Αη-Γιώργη.
Εντυπωσιακά πλακίδια, αφιερώματα πιστών που απεικονίζουν μορφές ανθρώπων ή μέλη του σώματος από τη Μεσημβρία, είναι συγκεντρωμένα σε μια βιτρίνα της Συλλογής μαζί με νομίσματα θρακικών πόλεων, Μαρώνειας, Σαμοθράκης, Αβδήρων και Αδριανούπολης.
Εντυπωσιάζει ένα νόμισμα της τελευταίας με το Ρωμαίο αυτοκράτορα Κόμμοδο και ελληνική επιγραφή καθώς κι' ένα πελώριο νόμισμα του Ιουστινιανού το τεσσαρακοντανούμιον.
Σε μια άλλη βιτρίνα εκτίθεται υλικό που βρέθηκε στη Μάκρη, όπως λυχνάρια, χερούλια και σφοντύλια από αδράχτια καθώς και λίθινα εργαλεία της Νεολιθικής εποχής, μικρά τσεκούρια από γκριζόμαυρη πέτρα και μαχαιράκια από πυριτόλιθο. Είναι τεκμήρια για την ύπαρξη οργανωμένης ζωής στην περιοχή αυτή από την αυγή του πολιτισμού ως τις μέρες μας.
Οι Ρώσοι που έφτασαν εδώ το 1878 και συνέταξαν το ρυμοτομικό σχέδιο της παραλιακής ζώνης, άφησαν το μνημείο των νεκρών στρατιωτών τους, ένα απλό οβελίσκο χαμένο σήμερα μέσα στο μάζωμα των σπιτιών να υψώνει τη λευκή του παρουσία στην πρασινάδα μιας αυλής.
Απομεινάρια από τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, είναι τα "Μνηματάκια", οι τάφοι των νεκρών Αγγλογάλλων στο Συμμαχικό νεκροταφείο. Μέσα στο γρασίδι ξεπροβάλλουν οι πέτρες με τα ονόματα των πεσόντων. Κάτω από έναν απέριττο σταυρό μια πλάκα στο βόρειο τοίχο του κοιμητηρίου αναγράφει την επιγραφή: THEIR NAMES LIVETH FOR EVERYMORE. Οι χαρούμενες φωνές των παιδιών της γειτονιάς είναι οι καλύτεροι ύμνοι για την ειρήνη και η καλύτερη μουσική που συνοδεύει τον ύπνο των νεαρών μαχητών του 1914-18.
Πολυεθνικό κράμα και με ποικιλία θρησκευμάτων υπήρξε η Αλεξανδρούπολη στα νεανικά της χρόνια. Αν οι πρώτοι Έλληνες θαλασσινοί ύψωσαν εδώ το ναό του προστάτη τους Αη-Νικόλα, οι μουσουλμάνοι έστησαν το τέμενος του Προφήτη, χτίστηκε η Αρμένικη εκκλησία και η Συναγωγή των Εβραίων και οι Λεβαντίνοι της εταιρίας των Ανατολικών σιδηροδρόμων θεμελίωσαν κι' εγκαινίασαν κι' αυτοί την καθολική εκκλησία του Αγίου Ιωσήφ.
Πέρασαν όμως τα χρόνια, άλλαξαν οι κάτοικοι.
Εξαφανίστηκε μαζί με τους Εβραίους και η Συναγωγή τους. Έμειναν το τζαμί και οι εκκλησίες των Αρμενίων και των καθολικών. Αλειτούργητες πια εξακολουθούν να υπάρχουν κυκλωμένες από τις πολυκατοικίες υπολείμματα ενός παρελθόντος που ο πόλεμος και η μετανάστευση δεν του επέτρεψαν να γίνει και παρόν.
Για το παρελθόν και την ιστορία του τόπου ο φίλος της μάθησης μπορεί να βρει πηγές στη βιβλιοθήκη του Θρακικού Κέντρου που διαθέτει και δανειστικό τμήμα. Εκεί μπορείς να βρεις σειρές από περιοδικές εκδόσεις που αφορούν το θρακικό χώρο καθώς και ανάτυπα από μονογραφίες των εκδόσεων τους.
Βιβλιοθήκη καλά οργανωμένη διαθέτει και το Πνευματικό κέντρο του Δήμου που στεγάζεται στο δημαρχείο, που εκτός από διοικητικό κέντρο είναι και μια αξιόλογη πολιτιστική κυψέλη.
Λίγα χιλιόμετρα ανατολικά της Αλεξανδρούπολης βρίσκεται το Δέλτα του Έβρου. Με τη μεγάλη ποικιλία της φτερωτής πανίδας, που έρχεται εδώ από τη βόρεια Ευρώπη να ξεχειμωνιάσει.
Γκρίζοι και κόκκινοι ερωδιοί, σαρσέλες και πάπιες όλων των ποικιλιών και εμφανίσεων, βουβόκυκνοι με καστανόλευκο φτέρωμα και εντυπωσιακά φοινικόπτερα, τα φλαμίνγκος με ψηλά πόδια και κυρτά ράμφη. Αβοκέτες που σπαθίζουν το νερό με τα κυρτά προς τα πάνω ράμφη τους, καλαμοκανάδες με ψηλά πόδια και οι περίφημες αλκυονίδες. Και άλλα κι' άλλα φτερωτά πλάσματα του θεού που θαμπώνουν το μάτι με την ομορφιά τους.
Βορειότερα υπάρχει το μεγάλο δάσος της Δαδιάς, καταφύγιο των τελευταίων σπάνιων αρπακτικών. Από το Παρατηρητήριο μπορείς να δεις αετούς και γεράκια σε θέση εφόρμησης ενώ μέσα στα φυλλώματα κρύβονται κουκουβάγιες και μπούφοι, δρυοκολάπτες, τσαλαπετεινοί, κούκκοι, κίσσες, όμορφες πετροπέρδικες και μαύροι πελαργοί καθώς κι' ένα πλήθος από τετράποδα, λύκοι, αλεπούδες, τσακάλια και νυφίτσες. Ο φτερωτός και ο τετράποδος κόσμος του μεγάλου δάσους της Δαδιάς.
Αλεξανδρούπολη – τελευταία στάση πριν την Ανατολή.
Μπορείς επίσης να βρεις εδώ και έναν Απόμακρο να σε ξεναγήσει και να σε φιλοξενήσει.
Πηγές:
Σοφία Κλήμη-Παναγιωτοπούλου, Χρονικό της Θρακιώτισσας συγγραφέα
Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, δοκιμιογράφος
Παύλος Παλαιολόγος, χρονογράφος της εφημερίδας "Βήμα"
Αχιλλέας Σαμοθράκης, Ιατροφιλόσοφος
Φωτογραφικό υλικό Μιχάλη Μπολιάκη
(Βιώματα και αναμνήσεις του Απόμακρου)

Τα σχόλιά σας στο ομώνυμο τόπικ εδώ http://ideografhmata.gr/forum/viewtopic ... 629#p40629