ΣΑΡΛ ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ
Δημοσιεύτηκε: Παρ 23 Μάιος 2014, 18:39
Σαρλ Μπωντλαίρ
«Δάντης μιας παρηκμασμένης εποχής»
Ο Σαρλ Μπωντλαίρ γεννήθηκε το 1821, έκανε σπουδές στα λαμπρά κολέγια της Λυών και του Παρισιού, έφαγε τη πατρική του περιουσία, μπάρκαρε για τις Ινδίες και επέστρεψε λίγους μήνες μετά για να αφοσιωθεί στη ποίηση και να ζήσει μια αντισυμβατική ζωή απολαμβάνοντας κάθε είδους ηδονές και υποφέροντας από κάθε είδους εμμονές.
Στις επαναστάσεις του 1848 βρέθηκε για λίγο στα οδοφράγματα, αλλά έπληξε γρήγορα στο ρόλο του επαναστάτη.
Ως κριτικός πολέμησε την εκζήτηση του ρομαντισμού και αναζήτησε την αυθεντική ομορφιά τοποθετώντας την έξω από ηθικά, ιδεολογικά και αισθητικά κριτήρια. Δεν σταμάτησε να λέει πως ο Πόε ήταν εκείνος που του έμαθε να σκέφτεται. Πέθανε στο Βέλγιο, το οποίο θεωρούσε κάτι σαν γελοιογραφία της βολταιρικής Γαλλίας. Ήταν μόνο 46 ετών.
Κατά την διάρκεια της ζωής του, ο Μποντλαίρ υπέστη δριμεία κριτική για τις συγγραφές του και την θεματική του.
Ελάχιστοι από τους σύγχρονούς του τον κατανόησαν. Η εφημερίδα Φιγκαρό της 5ης Ιουλίου 1857 έγραψε τα εξής σχετικά με την πρόσφατη εμφάνιση των Ανθέων του Κακού: «Σε ορισμένα σημεία αμφιβάλλουμε για την πνευματική υγεία του Κου Μποντλαίρ. Όμως ορισμένα άλλα δεν μας επιτρέπουν περαιτέρω αμφιβολίες. Κυριαρχεί, ως επί το πλείστον, η μονότονη και επιτηδευμένη επανάληψη των ίδιων πραγμάτων, των ίδιων σκέψεων. Η αηδία πνίγει την αχρειότητα—για να την καταπολεμήσει σμίγει με το μόλυσμα».
“Στις 25 Ιουλίου του 1857 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά η συλλογή «Άνθη του κακού» του Σαρλ Μπωνταίρ σε 1.100 μόλις αντίτυπα αφήνοντας άναυδους του μεγάλους συγγραφείς της εποχής . Με τα εγκώμια όμως των Φλομπέρ, του Γκωτιέ, του Ουγκώ δεν συμφωνήσαν όλοι.
Η εφημερίδα «Φιγκαρό» υποδέχτηκε την έκδοση με τον λίβελο του Γκυστάβ Μπουρντέν ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο διανοητικά διασαλευμένος ποιητής έστησε με τη συλλογή του «ένα νοσοκομείο για κάθε παραφροσύνη του πνεύματος».
Λίγο καιρό αργότερα δικαστήριο των Παρισίων καταδίκασε τους εκδότες και τον ποιητή με χρηματικά πρόστιμα διατάζοντας παράλληλα την απόσυρση έξι ποιημάτων της συλλογής για προσβολή δημοσίας αιδούς. Φυσικά επρόκειτο για μερικά από τα ωραιότερα ποιήματα που κατείχαν μια κρίσιμη θέση σε μια σύνθεση η οποία όχι μόνο ενσωμάτωνε αλλά και ανανέωνε ολόκληρη την ευρωπαϊκή παράδοση καθιστώντας τον Μπωντλαίρ μια για πάντα «προφήτη της νεωτερικότητας». Η απαγόρευση πλήγωσε βαθιά για τον ποιητή, τον κριτικό, τον μεταφραστή του Πόε, τον μεγάλο θαυμαστή του Βάγκνερ, τον φίλο των σημαντικών ρομαντικών ζωγράφων.”
(Συντάκτης: Εύη Καρκίτη)
Ο Μποντλαίρ σήμερα αναγνωρίζεται ως μέγας ποιητής της γαλλικής και της παγκόσμιας Λογοτεχνίας και συγκαταλέγεται μεταξύ των κλασικών. Χαρακτηριστικά, ο Μπαρμπέ ντ' Ορεβιγί τον αποκάλεσε «Δάντη μιας παρηκμασμένης εποχής».
Σε ολόκληρο το έργο του, ο Μποντλαίρ προσπάθησε να ενυφάνει την Ομορφιά με την Κακία, την βία με την ηδονή (Une martyre), καθώς και να καταδείξει την σχέση μεταξύ τους.
Παράλληλα με την συγγραφή ποιημάτων σοβαρών (Semper Eadem) και σκανδαλιστικών για την εποχή (Delphine et Hippolyte), κατόρθωσε επίσης να εκφράσει την μελαγχολία (Mœsta et errabunda) και την νοσταλγία (L' Invitation au voyage).
Τα άνθη του κακού- Απαγορευμένα Ποιήματα
Η επιρροή που άσκησαν «Τα άνθη του κακού» σε κάθε γωνιά της Ευρώπης μπορεί να συγκριθεί μόνο με έργα όπως το «Μια εποχή στη Κόλαση» του Ρεμπώ. Η ρομαντικής εμπνεύσεως επιθυμία του Μπωντλαίρ να συνομιλήσει με το απόλυτο ποτίζεται από ένα αίσθημα βαθιάς μελαγχολίας όπου η αναζήτηση του ωραίου αποκτά μια διττή μορφή καθώς στόχος του ήταν να αναδείξει τη γοητεία που μπορεί να κρύβει το κακό, το σατανικό και το φρικώδες.
Ο Έλιοτ εκτίμησε το έργο αυτό «ως το μέγιστο παράδειγμα νεωτερικής ποίησης όλων των γλωσσών». Στα έξι ποιήματα που κάποτε προκάλεσαν τον αποτροπιασμό του δικαστηρίου ανιχνεύονται όλα τα μοτίβα του ποιητή: δαιμονολογία, ερωτευμένες γυναίκες, καταραμένοι έρωτες, θανατοφιλία, λήθη πόνος, σαδισμός.
Η ποίηση του Μπωντλαίρ παρά την εντυπωσιακή ρευστότητα της ως προς την απόδοση των συναισθημάτων και τις αλλεπάλληλες δονήσεις της ξεχωρίζει με την συγκεκριμένη αρχιτεκτονική της δομής της και την αυστηρότητα της φόρμα της. Τα έξι αυτά ποιήματα είναι τα «Λέσβος», «Κολασμένες γυναίκες», « η λήθη», «σε κάποια πολύ πρόσχαρη», «τα κοσμήματα», «οι μεταμορφώσεις της Λάμιας».
Το δύσκολο έργο της μετάφρασης ανέλαβε ο Ερρίκος Σοφράς, μεταφραστής, μεταξύ άλλων και της Έμιλυ Ντίκινσον, επέτρεψε να εισχωρήσει μέσα στην ελληνική γλώσσα η απαράμιλλη μπωντλαιρική σαγήνη. Οι εκδόσεις Μεταίχμιο παρουσιάζουν τα θρυλικά αυτά ποιήματα σε μια φροντισμένη δίγλωσση έκδοση στην οποία σημαντική θέση κατέχει η εικονογράφηση του ολλανδού ζωγράφου Πατ Αντρέα. Από τους βασικούς εκπροσώπους την νεοπαραστατικής σχολής και του μαγικού ρεαλισμού ο Πατ Αντρεά επιχειρήσει να αποδώσει το σκοτεινό, ταραγμένο, τρομαγμένο αλλά και αισθησιακό κόσμο του Μπωντλαίρ.
Τα «Άνθη του κακού» ανήκουν σε εκείνες τις συλλογές που κάθε γενιά τις διαβάζει με το δικό της τρόπο.
Σαρλ Μπωντλαίρ – Τα Άνθη του Κακού” (Les Fleurs du Mal)
Η ηλιθιότητα, το λάθος, το αμάρτημα, η τσιγγουνιά,
Απασχολούν το πνεύμά μας και βασανίζουν τα σώματά μας,
Και τροφοδοτούμε τις αγαπημένες μας τύψεις,
Όπως οι ζητιάνοι τρέφουν τα παράσιτά τους.
Τα αμαρτήματά μας είναι πεισματάρικα, οι μεταμέλειές μας χαλαρές,
Τα πληρώνουμε βαριά με τις εξομολογήσεις μας,
Και επιστρέφουμε χαρούμενοι πίσω στο βουρκώδη δρόμο,
Πιστεύοντας ότι τα ευτελή δάκρυα ξεπλένουν όλους τους λεκέδές μας.
Πάνω στο μαξιλάρι του κακού είναι ο Τρισμέγιστος Σατανάς
Που νανουρίζει μακρόσυρτα το μαγεμένο πνεύμα μας,
Και το σκληρό μέταλλο της θέλησής μας
Εξατμίζεται ολόκληρο από αυτόν τον λόγιο χημικό.
Είναι ο Διάβολος που βαστά τα σκοινιά τα οποία μας κινούν!
Για απεχθή αντικείμενα βρίσκουμε τα θέλγητρα.
Κάθε μέρα κατεβαίνουμε προς την Κόλαση μ’ένα βηματισμό,
Χωρίς τρόμο, διασχίζοντας το σκότος με την βρώμικη οσμή.
Όπως μια φτωχή ακολασία που φιλά και τρώει
Το βασανισμένο στήθος μιάς αρχαίας πόρνης,
Ξεκλέβουμε προχωρώντας μια παράνομη ευχαρίστηση
Η οποία μας πιέζει πολύ δυνατά όπως ένα ώριμο πορτοκάλι.
Σφίγγοντας, μυρμηγιάζοντας, σαν ένα εκατομμύριο ελμίνθες²,
Μέσα στο ξεφάντωμα του μυαλού μας ένα πλήθος από Δαίμονες,
Και, όταν αναπνέουμε, ο Θάνατος μέσα στα πνευμόνια μας
Κατέρχεται, αόρατο ποτάμι, με υπόκωφους στεναγμούς.
Αν ο βιασμός, το δηλητήριο, το στιλέτο, η φωτιά,
Δεν έχουν ακόμα υφανθεί από τα ευχάριστα σχέδια τους
Ο κοινότυπος καμβάς της ελεεινής μοίρας μας,
Είναι γιατί η ψυχή μας, δυστυχώς! δεν είναι ακόμα αρκετά τολμηρή.
Αλλά ανάμεσα στα τσακάλια, τους πάνθηρες, τις σκύλες,
Τους πιθήκους, τους σκορπιούς, τα όρνεα, τα ερπετά,
Στα θηρία που σκούζουν, ουρλιάζουν, κράζουν, σέρνονται,
Μέσα στο ελεεινό θηριοτροφείο των παθών μας,
Εκεί βρίσκεται ένα πιό άσχημο, πιο μοχθηρό, πιο βρώμικο!
Αν και δεν σπρώχνει ούτε σε μεγάλες χειρονομίες, ούτε σε μεγάλες κραυγές,
Ευχαρίστως θα έκανε τη γη θρύψαλα
Και μέσα σ’ένα χασμουρητό θα κατάπινε τον κόσμο.
Είναι η πλήξη/ανία! – το μάτι φορτωμένο από ένα αθέλητο δάκρυ,
Ονειρεύεται το ικρίωμα καπνίζοντας τον αργιλέ του.
Το ξέρεις, αναγνώστη, το ντελικάτο τέρας,
- Υποκριτή αναγνώστη, – όμοιε μου, – αδελφέ μου!
¹ Το ποίημα είναι η εισαγωγή της ποιητικής συλλογής του C. Baudelaire με τίτλο “Τα Άνθη του Κακού” (Les Fleurs du Mal).
«Δάντης μιας παρηκμασμένης εποχής»
Ο Σαρλ Μπωντλαίρ γεννήθηκε το 1821, έκανε σπουδές στα λαμπρά κολέγια της Λυών και του Παρισιού, έφαγε τη πατρική του περιουσία, μπάρκαρε για τις Ινδίες και επέστρεψε λίγους μήνες μετά για να αφοσιωθεί στη ποίηση και να ζήσει μια αντισυμβατική ζωή απολαμβάνοντας κάθε είδους ηδονές και υποφέροντας από κάθε είδους εμμονές.
Στις επαναστάσεις του 1848 βρέθηκε για λίγο στα οδοφράγματα, αλλά έπληξε γρήγορα στο ρόλο του επαναστάτη.
Ως κριτικός πολέμησε την εκζήτηση του ρομαντισμού και αναζήτησε την αυθεντική ομορφιά τοποθετώντας την έξω από ηθικά, ιδεολογικά και αισθητικά κριτήρια. Δεν σταμάτησε να λέει πως ο Πόε ήταν εκείνος που του έμαθε να σκέφτεται. Πέθανε στο Βέλγιο, το οποίο θεωρούσε κάτι σαν γελοιογραφία της βολταιρικής Γαλλίας. Ήταν μόνο 46 ετών.
Κατά την διάρκεια της ζωής του, ο Μποντλαίρ υπέστη δριμεία κριτική για τις συγγραφές του και την θεματική του.
Ελάχιστοι από τους σύγχρονούς του τον κατανόησαν. Η εφημερίδα Φιγκαρό της 5ης Ιουλίου 1857 έγραψε τα εξής σχετικά με την πρόσφατη εμφάνιση των Ανθέων του Κακού: «Σε ορισμένα σημεία αμφιβάλλουμε για την πνευματική υγεία του Κου Μποντλαίρ. Όμως ορισμένα άλλα δεν μας επιτρέπουν περαιτέρω αμφιβολίες. Κυριαρχεί, ως επί το πλείστον, η μονότονη και επιτηδευμένη επανάληψη των ίδιων πραγμάτων, των ίδιων σκέψεων. Η αηδία πνίγει την αχρειότητα—για να την καταπολεμήσει σμίγει με το μόλυσμα».
“Στις 25 Ιουλίου του 1857 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά η συλλογή «Άνθη του κακού» του Σαρλ Μπωνταίρ σε 1.100 μόλις αντίτυπα αφήνοντας άναυδους του μεγάλους συγγραφείς της εποχής . Με τα εγκώμια όμως των Φλομπέρ, του Γκωτιέ, του Ουγκώ δεν συμφωνήσαν όλοι.
Η εφημερίδα «Φιγκαρό» υποδέχτηκε την έκδοση με τον λίβελο του Γκυστάβ Μπουρντέν ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο διανοητικά διασαλευμένος ποιητής έστησε με τη συλλογή του «ένα νοσοκομείο για κάθε παραφροσύνη του πνεύματος».
Λίγο καιρό αργότερα δικαστήριο των Παρισίων καταδίκασε τους εκδότες και τον ποιητή με χρηματικά πρόστιμα διατάζοντας παράλληλα την απόσυρση έξι ποιημάτων της συλλογής για προσβολή δημοσίας αιδούς. Φυσικά επρόκειτο για μερικά από τα ωραιότερα ποιήματα που κατείχαν μια κρίσιμη θέση σε μια σύνθεση η οποία όχι μόνο ενσωμάτωνε αλλά και ανανέωνε ολόκληρη την ευρωπαϊκή παράδοση καθιστώντας τον Μπωντλαίρ μια για πάντα «προφήτη της νεωτερικότητας». Η απαγόρευση πλήγωσε βαθιά για τον ποιητή, τον κριτικό, τον μεταφραστή του Πόε, τον μεγάλο θαυμαστή του Βάγκνερ, τον φίλο των σημαντικών ρομαντικών ζωγράφων.”
(Συντάκτης: Εύη Καρκίτη)
Ο Μποντλαίρ σήμερα αναγνωρίζεται ως μέγας ποιητής της γαλλικής και της παγκόσμιας Λογοτεχνίας και συγκαταλέγεται μεταξύ των κλασικών. Χαρακτηριστικά, ο Μπαρμπέ ντ' Ορεβιγί τον αποκάλεσε «Δάντη μιας παρηκμασμένης εποχής».
Σε ολόκληρο το έργο του, ο Μποντλαίρ προσπάθησε να ενυφάνει την Ομορφιά με την Κακία, την βία με την ηδονή (Une martyre), καθώς και να καταδείξει την σχέση μεταξύ τους.
Παράλληλα με την συγγραφή ποιημάτων σοβαρών (Semper Eadem) και σκανδαλιστικών για την εποχή (Delphine et Hippolyte), κατόρθωσε επίσης να εκφράσει την μελαγχολία (Mœsta et errabunda) και την νοσταλγία (L' Invitation au voyage).
Τα άνθη του κακού- Απαγορευμένα Ποιήματα
Η επιρροή που άσκησαν «Τα άνθη του κακού» σε κάθε γωνιά της Ευρώπης μπορεί να συγκριθεί μόνο με έργα όπως το «Μια εποχή στη Κόλαση» του Ρεμπώ. Η ρομαντικής εμπνεύσεως επιθυμία του Μπωντλαίρ να συνομιλήσει με το απόλυτο ποτίζεται από ένα αίσθημα βαθιάς μελαγχολίας όπου η αναζήτηση του ωραίου αποκτά μια διττή μορφή καθώς στόχος του ήταν να αναδείξει τη γοητεία που μπορεί να κρύβει το κακό, το σατανικό και το φρικώδες.
Ο Έλιοτ εκτίμησε το έργο αυτό «ως το μέγιστο παράδειγμα νεωτερικής ποίησης όλων των γλωσσών». Στα έξι ποιήματα που κάποτε προκάλεσαν τον αποτροπιασμό του δικαστηρίου ανιχνεύονται όλα τα μοτίβα του ποιητή: δαιμονολογία, ερωτευμένες γυναίκες, καταραμένοι έρωτες, θανατοφιλία, λήθη πόνος, σαδισμός.
Η ποίηση του Μπωντλαίρ παρά την εντυπωσιακή ρευστότητα της ως προς την απόδοση των συναισθημάτων και τις αλλεπάλληλες δονήσεις της ξεχωρίζει με την συγκεκριμένη αρχιτεκτονική της δομής της και την αυστηρότητα της φόρμα της. Τα έξι αυτά ποιήματα είναι τα «Λέσβος», «Κολασμένες γυναίκες», « η λήθη», «σε κάποια πολύ πρόσχαρη», «τα κοσμήματα», «οι μεταμορφώσεις της Λάμιας».
Το δύσκολο έργο της μετάφρασης ανέλαβε ο Ερρίκος Σοφράς, μεταφραστής, μεταξύ άλλων και της Έμιλυ Ντίκινσον, επέτρεψε να εισχωρήσει μέσα στην ελληνική γλώσσα η απαράμιλλη μπωντλαιρική σαγήνη. Οι εκδόσεις Μεταίχμιο παρουσιάζουν τα θρυλικά αυτά ποιήματα σε μια φροντισμένη δίγλωσση έκδοση στην οποία σημαντική θέση κατέχει η εικονογράφηση του ολλανδού ζωγράφου Πατ Αντρέα. Από τους βασικούς εκπροσώπους την νεοπαραστατικής σχολής και του μαγικού ρεαλισμού ο Πατ Αντρεά επιχειρήσει να αποδώσει το σκοτεινό, ταραγμένο, τρομαγμένο αλλά και αισθησιακό κόσμο του Μπωντλαίρ.
Τα «Άνθη του κακού» ανήκουν σε εκείνες τις συλλογές που κάθε γενιά τις διαβάζει με το δικό της τρόπο.
Σαρλ Μπωντλαίρ – Τα Άνθη του Κακού” (Les Fleurs du Mal)
Η ηλιθιότητα, το λάθος, το αμάρτημα, η τσιγγουνιά,
Απασχολούν το πνεύμά μας και βασανίζουν τα σώματά μας,
Και τροφοδοτούμε τις αγαπημένες μας τύψεις,
Όπως οι ζητιάνοι τρέφουν τα παράσιτά τους.
Τα αμαρτήματά μας είναι πεισματάρικα, οι μεταμέλειές μας χαλαρές,
Τα πληρώνουμε βαριά με τις εξομολογήσεις μας,
Και επιστρέφουμε χαρούμενοι πίσω στο βουρκώδη δρόμο,
Πιστεύοντας ότι τα ευτελή δάκρυα ξεπλένουν όλους τους λεκέδές μας.
Πάνω στο μαξιλάρι του κακού είναι ο Τρισμέγιστος Σατανάς
Που νανουρίζει μακρόσυρτα το μαγεμένο πνεύμα μας,
Και το σκληρό μέταλλο της θέλησής μας
Εξατμίζεται ολόκληρο από αυτόν τον λόγιο χημικό.
Είναι ο Διάβολος που βαστά τα σκοινιά τα οποία μας κινούν!
Για απεχθή αντικείμενα βρίσκουμε τα θέλγητρα.
Κάθε μέρα κατεβαίνουμε προς την Κόλαση μ’ένα βηματισμό,
Χωρίς τρόμο, διασχίζοντας το σκότος με την βρώμικη οσμή.
Όπως μια φτωχή ακολασία που φιλά και τρώει
Το βασανισμένο στήθος μιάς αρχαίας πόρνης,
Ξεκλέβουμε προχωρώντας μια παράνομη ευχαρίστηση
Η οποία μας πιέζει πολύ δυνατά όπως ένα ώριμο πορτοκάλι.
Σφίγγοντας, μυρμηγιάζοντας, σαν ένα εκατομμύριο ελμίνθες²,
Μέσα στο ξεφάντωμα του μυαλού μας ένα πλήθος από Δαίμονες,
Και, όταν αναπνέουμε, ο Θάνατος μέσα στα πνευμόνια μας
Κατέρχεται, αόρατο ποτάμι, με υπόκωφους στεναγμούς.
Αν ο βιασμός, το δηλητήριο, το στιλέτο, η φωτιά,
Δεν έχουν ακόμα υφανθεί από τα ευχάριστα σχέδια τους
Ο κοινότυπος καμβάς της ελεεινής μοίρας μας,
Είναι γιατί η ψυχή μας, δυστυχώς! δεν είναι ακόμα αρκετά τολμηρή.
Αλλά ανάμεσα στα τσακάλια, τους πάνθηρες, τις σκύλες,
Τους πιθήκους, τους σκορπιούς, τα όρνεα, τα ερπετά,
Στα θηρία που σκούζουν, ουρλιάζουν, κράζουν, σέρνονται,
Μέσα στο ελεεινό θηριοτροφείο των παθών μας,
Εκεί βρίσκεται ένα πιό άσχημο, πιο μοχθηρό, πιο βρώμικο!
Αν και δεν σπρώχνει ούτε σε μεγάλες χειρονομίες, ούτε σε μεγάλες κραυγές,
Ευχαρίστως θα έκανε τη γη θρύψαλα
Και μέσα σ’ένα χασμουρητό θα κατάπινε τον κόσμο.
Είναι η πλήξη/ανία! – το μάτι φορτωμένο από ένα αθέλητο δάκρυ,
Ονειρεύεται το ικρίωμα καπνίζοντας τον αργιλέ του.
Το ξέρεις, αναγνώστη, το ντελικάτο τέρας,
- Υποκριτή αναγνώστη, – όμοιε μου, – αδελφέ μου!
¹ Το ποίημα είναι η εισαγωγή της ποιητικής συλλογής του C. Baudelaire με τίτλο “Τα Άνθη του Κακού” (Les Fleurs du Mal).