Seliniasmenos
Αρρωστος Ιδεογραφίτης
Joined: 05 Sep 2006
Posts: 1280
Location: Italia
PostPosted: Mon Jan 29, 2007 11:31 pm
------------
[img]
http://www.chainides.gr/images/left_1.gif[/img]
ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑ
Τραγούδι: Μιχάλης Σταυρακάκης
Μουσική: Μιχάλης Σταυρακάκης
Στίχοι: Δημήτρης Αποστολάκης
Κοιμάται ο ήλιος στα βουνά κι η πέρδικα στα δάση
κι εσύ πανσέ και γιασεμί
κλείσε τα μάτια μιά στιγμή
ο ύπνος να σε πιάσει.
Μετάξι από τη Βενετιά και μάλαμα απ' την Προύσα
τα όνειρα σου να ντυθούν
σαν τα δικά μου μη χαθούν
που τόσο αγαπούσα.
Σ' αυτό τον τόπο οι καιροί φέρνουνε καταιγίδες
μα σώζονται όταν ξεσπούν
από καρδιές που αγαπούν
τα όνειρα κι οι ελπίδες.
Κι είναι κραυγή και προσταγή και πάθος του χωμάτου
απ' τον καρπό του άμα φας
σα μεγαλώσεις ν' αψηφάς
τα βέλη του θανάτου.
Δώσε καρδιά μου στο παιδί τον πιό γλυκό σου χτύπο
γιά να του κάνει συντροφιά
μες σε βροχή και συννεφιά
όταν εγώ θα λείπω.
Και δε με νοιάζει αν θα χαθώ αφού θα ζεις γιά μένα
είναι της φύσης ο σκοπός
κι είσαι του έρωτα καρπός
και μιάς αγάπης γέννα.
--------------------------------------------------------------
Τση γιαγιάς τα παραμύθια
τραγούδι: Δημήτρης Αποστολάκης
στίχοι - μουσική: Δημήτρης Αποστολάκης
Μιά φορά γιέ μου κι έναν καιρό
βασιλιάς καλός όριζε τόπο μακρινό...
Θυμούμαι ως τώρα τη γιαγιά
έτοιας λογής ν' αρχίζει
και σε καιρούς αλλοτινούς
ο νους τση ν' αρμενίζει.
Να μου μιλεί σιργουλευτά
γιά κείνα και γιά τ' άλλα
γιά μαγικά, γιά έρωτες,
γιά φονικά μεγάλα.
Γιά βασιλιάδες νιούς καλούς
που κάστρα επατούσαν
τσι μάισσες και τα θεριά
σκοτώναν κι ενικούσαν.
Κι όντεν ο ύπνος ο γλυκύς
δόξευγε το μυαλό μου
στον κόσμο των παραμυθιών
γύριζ' ο λογισμός μου.
Έσβησ' ο χρόνος ο κακός
μαζί με τη χαρά μου
τσι ιστορίες τση γιαγιάς
από τα όνειρά μου.
Κι έρχουντ' απ' τον παλιό καιρό
Θε μου νάταν αλήθεια
ώρες αεροφύσημα
κείνα τα παραμύθια.
Μην κλαις μικρή μου και πληγές
ανοίγεις μου στα στήθη
εμείς οι δυό θα κάνουμε
τον κόσμο παραμύθι.
---------------------------------------
Το καπηλειό
Μίλτος Πασχαλίδης
στίχοι - μουσική: Δημήτρης Αποστολάκης
Ήτανε όμορφο θαρρώ
εκείνο τον παλιό καιρό
το καπηλειό μου
γιαλός, καημός και τσικουδιά
βαρμένα μέσα στην καρδιά
με τ' όνειρό μου.
Και κάθε μέρα από βραδίς
ντουχιουντισμένος ο Βαρδής
με το λαούτο
με το κρασί του στον οντά
στον αμανέ του να κεντά
τον κόσμο τούτο.
Κι ο Σταύρος πέρα στη γωνιά
που γιά δυό χείλια βυσσινιά
τα σιγοπίνει
παίρνει νερό σαν τραγουδεί
'που το λαούτο του Βαρδή
τον πόνο σβήνει.
Κι ο Μύρος πιάνει το χορό
το χώμα μόνο έχει οχτρό
χρυσά παλάτια
σε κάποια θάλασσα πλατιά
θυμάται, κόκκινα φωτιά
τα δυό του μάτια.
Θυμούμαι κάθε χαραυγή
πού 'λεγα ο ήλιος να μη βγει
στην αγκαλιά σου
όνειρο βάρκα με πανιά
να σεριανίζω το ντουνιά
με τα φιλιά σου.
Αργό το ζάλο μου, βαρύ
ήτανε ψεύτικος μπορεί
ο έρωτάς σου
ρωτώ διαβάτες στα στενά
αν είδαν μάτια καστανά
σαν τα δικά σου.
Πως να δικάσω μιά ζωή
κι ένα αστέρι το πρωί
που τρεμοσβύνει
στο ερηπωμένο καπηλειό
ένα μου όνειρο παλιό
έχει 'πομείνει.
------------------------------------------------
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ 5:04
Τραγούδι: Αλκίνοος Ιωαννίδης
Μουσική - Στίχοι: Δημήτρης Αποστολάκης
Μέσα στο κέφι του γλεντιού και στου κρασιού τη ζάλη
ένας μικρός εμίλησε μ' αποκοτιά μεγάλη
"Ξένε ότι είχες να μας πεις όλα θαρώ μας τά 'πες
γύρισες όταν έχασες όνειρα και αγάπες".
Πιότερο τον επίκρανε κι απ' τη ντροπή του νόστου
που ο μικρός δε γνώρισε πως ήταν αδερφός του.
Σαν τέλειωσε η ξεφάντωση πήγε στην κάμαρά του
πού 'χανε βάψει οι τοίχοι της από τα όνειρά του.
Κι όπως εξετυλίγονταν τα όνειρα τα πρώτα
ο αδερφός του χτύπησε της κάμαρας την πόρτα
και τού 'πε πως από καιρό τον τυρρανά η σκέψη
μα απόψε τ' αποφάσισε αλάργο να μισέψει.
Επόνεσε όπως πονεί παλιά πληγή π' ανοίγει
και του διπλοπαράγγελνε τι πρέπει ν' αποφύγει
"Εκεί στα ξένα που θα πας, μην πιείς νερό αδερφέ μου
τση λησμονιάς και μαραθείς, ανθέ και καντιφέ μου.
Κάμε σαΐτα την καρδιά να σκίσει τον αέρα
να φτάσεις όπου έφτασα κι ακόμη παραπέρα.
Και το στερνό που θα σου πω πριν από τη φυγή σου
πρόσεξε στο ταξίδι σου μη χάσεις την ψυχή σου".
Μέσα στη νύχτα μείνανε γιά ώρα αγκαλιασμένοι
και νοιώθαν πως μ' αόρατο σκοινί ήτανε δεμένοι.
Κι όπως τον συναπόβγανε και μάκραινε η σκιά του
έπεσε στο προσκέφαλο κι έκλαψ' απ' την καρδιά του.
-----------------------------------------------
Η ΤΙΓΡΗ 3:26
Τραγούδι: Ψαραντώνης
Μουσική - Στίχοι: Δημήτρης Αποστολάκης
Έχω μιά τίγρη μέσα μου, άγρια λιμασμένη
που όλο με περιμένει
κι όλο την καρτερώ
τηνε μισώ και με μισεί θέλει να με σκοτώσει
μα ελπίζω να φιλιώσει
καιρό με τον καιρό.
Έχει τα δόντια στην καρδιά, τα νύχια στο μυαλό μου
κι εγώ γιά το καλό μου
γιά κείνη πολεμώ
κι όλου του κόσμου τα καλά με κάνει να μισήσω
γιά να της τραγουδήσω
τον πιό βαρύ καημό.
Όρη, λαγκάδια και γκρεμούς με σπρώχνει να περάσω
γιά να την αγκαλιάσω
στον πιό τρελό χορό
κι όταν τις κρύες τις βραδιές θυμάται τα κλουβιά της
μου δίνει την προβιά της
γιά να τηνε φορώ.
Καμιά φορά απ' το πιοτό πέφτομε μεθυσμένοι
σχεδόν αγαπημένοι
καθείς να κοιμηθεί
και μοιάζει τούτη η σιωπή με λίγο πριν τη μπόρα
σαν τη στερνή την ώρα
που θα επιτεθεί.
-------------------------------------------
Ο ΦΟΝΙΑΣ 8:47
Τραγούδι: Δημήτρης Αποστολάκης
Μουσική - Στίχοι: Δημήτρης Αποστολάκης
Εκατομύρια χρόνια πίσω, η πρώτη ανατολή έσκασε σα ρόδι και σπόροι
κόκκινοι γεμάτοι φως κούρνιασαν σαν αγριοπερίστερα λίγο πριν τη μπόρα,
ένας σε κάθε ψυχή.
Είμαι οι κύκλοι του κορμού του προαιώνιου δέντρου.
Το τεράστιο ερπετό που βγήκε από τη λίμνη, με τα λέπια και τη διχαλωτή
γλώσσα, έχει μαγικά μάτια.
Στη διχάλα της γλώσσας του μπεκροπίνουν ο Θεός με το ατανά αδιαφορώντας.
Η κρύα του γλώσσα πάνω στο κορμί μου, ο πιό γλυκός θάνατος.
Η εγγονή του Βαιθουήλ είναι στείρα.
Σκέφτηκα να δώσω τα δυό σακούλια μου με το σπέρμα στην ιερή πόρνη να τα
κάμει σκουλαρίκια.
Τ' αυτιά της θά 'ναι σα δροσοσταλίδες έτοιμες να πέσουν.
Μ' αρέσουνε τα όρη του Καυκάσου.
Λένε πως έχουνε όρνια που σε ξαναγεννούνε.
Μόνο αν πιάσω τα κέρατα του ταύρου θα πετάξω.
Η καινούρια διοίκηση είναι δίκαιη.
Έρχονται στην ώρα τους τα συσσίτια των σκλάβων.
Άκουσα να λένε πως ο φονιάς δε θ' αργήσει κι ότι θα μας μοιράσει ζωές.
Ελπίζω ν' ανταμωθούμε ...
Ποιός είδε κείνο το φονιά π' αλύπητα σκοτώνει
και που γελά σαν το παιδί μαχαίρι όταν ματώνει.
Εγώ τον είδα το φονιά στην άσπρη του φοράδα
και τέτοιο βλέμα μαγικό στον κόσμο δεν ξανάδα.
Θέ μου να μ' έπαιρνε κι εμέ σε ταραχή και μάχη
να μ' εύρει θάνατος γλυκός στ' αλόγου μου τη ράχη.