Είχα αποφασίσει να παρακολουθήσω τη διάλεξη, επειδή ήθελα να ακούσω για την Όπερα, γενικά. Με εξέπληξαν όμως η συγκεκριμένη ανάλυση την οποία έκανε ο ομιλητής, σε μια απρογραμμάτιστη εστίαση στην Όπερα της πεντάρας των Μπρεχτ και Βάιλ.
Ήξερα ότι ένα έργο ασκεί επίδραση στους θεατές, κυρίως για το παίξιμό του, αλλά και εκτός από τη σκηνοθεσία, κυρίως από το νόημα που θέλει να περάσει. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, κατά τα λεγόμενα του κ. Αντωνιάδη, το κοινό έφευγε από την παράσταση και αποκόμιζε, όχι τα λόγια του κειμένου του Μπρεχτ, αλλά κυρίως τη μουσική του Βάιλ, την οποία σφύριζε ή τραγούδαγε τα λόγια που σχεδόν το είχαν υπνωτίσει για αρκετές μέρες μετά. Και εμένα όταν είχα δει τη γερμανική βερσιόν του ομώνυμου κινηματογραφικού έργου, με είχε εντυπωσιάσει η ρίμα του τραγουδιού, το οποίο άκουγα στα γερμανικά, γλώσσα που δεν την ομιλώ καλά, αλλά στηριζόμουν στους υποτίτλους για να κατανοήσω. Συγκρατούσα λοιπόν τη ρίμα του στίχου, με ένα μακρόσυρτο «ρ».
Παραθέτω το απόσπασμα της διάλεξης, όπως το συγκράτησα:
Φεύγοντας τώρα από τη συγκεκριμένη ανάλυση αυτού του έργου, ίσως θα πρέπει να αναρωτηθεί ο καθένας μας, τι επίδραση ασκεί πάνω του, ασυνείδητα ίσως, μια μουσική σύνθεση, γιατί μία σύνθεση ή ένας σκοπός μας συγκινεί ενώ ένας άλλος μας είναι αδιάφορος.… η Όπερα της Πεντάρας είναι πιθανότατα το πιο διάσημο μουσικοθεατρικό έργο του 20ου αιώνα. Είναι πιο δημοφιλές και από το West Side Story κλπ. Που είναι το μυστικό;…. … έχει ένα χαρακτηριστικό που το κάνει αδιαμφισβήτητο σουξέ. Δημοφιλές. Τι είναι αυτό. Αυτό αν θέλει κανείς να το πει απλά είναι μία έξυπνη μελωδία η οποία είναι καλά ταιριασμένη και σφιχτοδεμένη με έναν συγκεκριμένο πιασάρικο (έκφραση του Βάιλ) ρυθμό. Εάν η μελωδία είναι έτσι συνταιριασμένη, φτιαγμένη, με τέτοιο ρυθμό, ο μέσος ακροατής, δηλαδή το ευρύ κοινό, αυτομάτως συμπαρασύρεται και του αρέσει ιδιαίτερα αυτό. Το χαρακτηριστικό αυτής της ζεύξης, αυτού του χαρακτηριστικού σουξεδιάρικου στοιχείου είναι μία μελωδία η οποία συνοδεύεται από ένα ρυθμό, οποίος στην επίσημη ας πούμε μουσικολογική του διατύπωση λέγεται «μονοσήμαντη μουσική υφή». Η ιστορία αυτή τους σφιχταγκαλιάσματος μιας μελωδίας με ένα ρυθμό οποίος είναι σαφής, επαναλαμβανόμενος και έχει χορευτικό χαρακτήρα, είναι παλιά. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που δεν μπορεί κανείς να πει από πότε αρχίζει στην Όπερα, είναι η πρόποση (brindisi) στην Traviata. Από αυτό το πράγμα δεν ξεφεύγει κανείς μέσος ακροατής Ήδη αρχίζουν και ξεκαθαρίζουν κάποια πράγματα. Είναι ένας τριμερής ρυθμός. Αυτό είναι ένα αδιαμφισβήτητο σουξέ. Αν θα βασίσω την Όπερα σʼ αυτό ή το εντάξω στην Όπερα. Αυτό το στοιχείο που κάνει το σουξέ είναι και το αντικείμενο των διαφημίσεων στην τηλεόραση, όπως για το … «ντοματάκι». Και πάει παρακάτω. Και μετά έρχεται άλλο, σουξέ στοιχείο όπως είναι η Habanera της Κάρμεν που είναι επίσης της ίδιας μορφής (πρβλ. την παλιά τηλεοπτική διαφήμιση του Άζαξ Ούλτρα ). Τώρα καταλαβαίνουμε το πρόβλημα, γιατί δεν έχει σημασία τι προϊόν διαφημίζεται. Εμάς μας ενδιαφέρει το φαινόμενο.
Είναι ένας τετραμερής ρυθμός, που ο δεύτερος χρόνος του αποτελείται όχι από ένα τέταρτο αλλά από δύο όγδοα. Όλο το μυστικό της επιτυχίας της Όπερας του Μεσοπολέμου βασίζεται σʼ αυτό το πραγματάκι. [ Wilkommen, Bienvenue, Welcome=Wilkommen (1/4), Bienvenue (1/8 +1/8 ), Wel(1/4) + come(2/4)].
Επίσης το ταγκό ήταν επίσης πολύ ισχυρό στο Μεσοπόλεμο. Το ταγκό επηρέασε επίσης σε μεγάλο βαθμό τις όπερες για τις οποίες συζητάμε. Τέτοια είδους ταγκό υπάρχουν και στην Όπερα της Πεντάρας. Και φυσικά υπάρχουν και στο Mahagony και σε άλλες όπερες του Μεσοπολέμου, και φυσικά και στο μιούζικαλ. Πως είναι τώρα το ρυθμο-μελωδικό ζήτημα στο ταγκό; Υπάρχουν tangos δύο ειδών: Το tango που ξέρουμε είναι σε 4 κινήσεις: Είναι τα γνωστά 4/4 που είπαμε προηγουμένως. Αλλά λέει η θεωρία «δεν υπάρχει πραγματικό tango που να μην είναι τονισμένο στη θέση ή την άρση της 4ης κίνησης, δηλαδή στη θέση ή στην άρση του τέταρτου τετάρτου». Που σημαίνει ότι αν το τελευταίο τέταρτο είναι αναλυμένο σε 2 όγδοα, η άρση της 4ης κίνησης είναι το τελευταίο τέταρτο του μέτρου. Έτσι έχουμε δύο είδη tango που το ένα είναι τονισμένο στη θέση της 4ης κίνησης, ενώ το άλλο είναι τονισμένο στην άρση της 4ης κίνησης. πρβλ, Το πιο όμορφο ταγκό, το ταγκό, το ταγκό, το ταγκό της Αθήνας. Αυτό είναι σε κανονικά 4/4. Ενώ υπάρχει άλλο, το tango με συνκοπή, όπως τα tangos του Astor Piazzola. Που σημαίνει ότι στο πρώτο μισό του μέτρου είναι με συγκοπή, Με τονισμένη τη θέση του τετάρτου τετάρτου δηλαδή της 4ης κίνησης είναι Εκεί βασίζεται η επιτυχία της Όπερας της Πεντάρας. Syncopated δηλαδή το tango που έχει την συγκοπή, είναι με τονισμό στη θέση του τέταρτου τετάρτου. Και με τονισμό στην άρση της 4ης κίνησης, δηλαδή με τονισμό στο τελευταίο όγδοο του τελευταίου μέρους, Αυτό είναι ένα tango.
Ίσως αν γενικεύσουμε θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε ότι πολλές συνθέσεις, τραγούδια, εμβατήρια, λαϊκά άσματα, κάνουν επίκληση στην ψυχή μας, ξέροντας ότι θα τη συγκινήσουν περισσότερο από το περιεχόμενο, ή τη λογική (ή την έλλειψη λογικής σε φασιστικά εμβατήρια, γνωστά στην ιστορία).
Η εσωτερική ανάγκη αναζήτησης ρυθμού, ίσως παραγνωρίζει πολλές φορές πολλά αντιφατικά στοιχεία στη σύνθεση τραγουδιών ή ύμνων.
Οι δοκιμασμένες και πετυχημένες λοιπόν τεχνικές της σύνθεσης της μουσικής ή απλά του τραγουδιού, που επαναλαμβάνονται από την ανάγκη να περάσουν ορισμένα μηνύματα ή να προκληθεί με κάθε θυσία η ένταση, η κορύφωση, η λύση και η συγκίνηση, δείχνουν τη μεγάλη σχέση που έχει με τη Μουσική η Ψυχολογία. Δείχνουν επίσης και την αλληλεπίδραση που έχουν διάφορες αυτές επιστήμες μεταξύ τους, έστω και αν σήμερα διδάσκονται χωριστά, ενώ στην Αρχαία Ελλάδα, με τη μέθοδο της τετρακτίδος, διδάσκονταν μαζί, με στόχο την επίτευξη αρμονικών δημιουργημάτων.Από το βιβλίο της Καίτης Ρωμανού «Έντεχνη Ελληνική Μουσική στους Νεότερους Χρόνους» σελ. 229.
Τραγούδια της Αντίστασης…. Η επιλογή ορισμένων μελωδιών ήταν αρκετά άστοχη, όπως αυτής του γνωστού γερμανικού χριστουγεννιάτικου τραγουδιού «Ω έλαττο, ώ έλαττο» για το αντιστασιακό «Η Σημαία», το οποίου το τραγικό περιεχόμενο αναφέρεται στη σημαία που καλύπτει τους προδομένους νεκρούς αγωνιστές.
Έστω λοιπόν και αν ο Μεταξάς, με την ευκαιρία της δημιουργίας του πρώτου ραδιοφωνικού σταθμού προσπάθησε να μεταφυτεύσει ξαφνικά στην ελληνική κοινωνία μια γερμανική μουσική παράδοση με παράξενες για την εποχή εκείνη δημοσκοπήσεις προτιμήσεων των ακροατών σε «κλασσική μουσική» ή «σοβαρά μουσική», οι προτιμήσεις του λαού έμειναν στα λαϊκά πρότυπα και παραδόσεις μένοντας μάλλον έξω από το επίσημο πολιτιστικό γίγνεσθαι της χώρας. Και πώς να γίνει αλλιώς αφού όλη η μουσική παράδοση της Ελλάδας από το 19ο αιώνα μέχρι το βʼ παγκόσμιο πόλεμο ήταν ένας αγώνας επικράτησης του Καλομοίρη κατά των Επτανησίων, με στόχο να αποδειχθούν οι μεν γνήσιοι εκφραστές της κλασσικής παράδοσης, ενώ ο λαός γνώριζε μόνο τα δημοτικά τραγούδια, τη βυζαντινή μουσική, και πολύ αργότερα τα ρεμπέτικα.
Αλλά με αυτό ίσως θα πρέπει να καταπιαστούμε αργότερα.Από το βιβλίο της Καίτης Ρωμανού «Έντεχνη Ελληνική Μουσική στους Νεότερους Χρόνους» σελ. 234.
Η «μουσική πρωτοπορία» θα εισαχθεί στην Αθήνα με εκδηλώσεις που εγκαινίασε η Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ (USIS) το 1952 και με την αυξανόμενη συμμετοχή στη μουσική ζωή ξένων οργανισμών και ινστιτούτων…. Κάποιοι που διευκολύνονται να σπουδάσουν ή και να εργαστούν στη Δύση, γίνονται οι ίδιοι πρωτοπόροι της παγκόσμιας τέχνης… σε χώρες όπως η Ελλάδα, χωρίς βαθειές ρίζες στην παράδοση αυτή, η πρωτοπορία γίνεται πολύ πιο ανώδυνα δεκτή…