Περί "Αστείου" και "Γέλιου" σκέψεις
Δημοσιεύτηκε: Δευ 22 Ιούλ 2013, 12:19
Ποιά είναι τελικά τα χαρακτηριστικά του γέλιου; Τι θεωρούμε αστείο γενικότερα; Μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί;
Συνήθως η περιγραφή μιας αστείας κατάστασης είναι κάτι του στυλ: "κοίτα τι έκανε", "άκου τι έπαθε",
"κοίτα τι έγινε", "άκου τι είπε". Και αυτό το "δεικτικό" τμήμα του αστείου ίσως είναι και το κλειδί...
Μοιάζει να γελάμε στο "λάθος" από τότε που γεννηθήκαμε και λέγοντας "λάθος" εννόω οτιδήποτε ξεφεύγει
από αυτό που ορίσαμε λογικό, κανονικό, συνηθισμένο, αποδεκτό.
Αίσθηση μου είχαν κάνει τα λόγια της φιλολόγου μου σχετικά με το γέλιο. Έλεγε ότι το αυθόρμητο γέλιο
βγαίνει όταν κάτι "πέφτει" στα μάτια σου. Ίσως αυτό που έλεγε να μην ήταν η απόλυτα ορθή και προσεγμένη
διαπίστωση, αλλά όντως, μια συντριπτική πλειοψηφία περιπτώσεων που προκαλούν γέλιο, έχουν άμεση σχέση
με τον υποβιβασμό ενός προσώπου φανταστικού ή μη, ή μιας κατάστασης ή οτιδήποτε "προσωποποιημένου".
Αρχίζοντας από τον καραγκιόζη, περνώντας στον Σαρλώ, στους Χοντρός και Λιγνός, Τρίο Στούτζες, στους κλόουν
και καταλήγοντας στο πιο πρόσφατο ανέκδοτο, ή σε καθημερινές καταστάσεις γελάμε. Και γελάμε επειδή κάποιος
έκανε γκάφα, την πάτησε, είπε κάτι χαζό, ανόητο, επειδή δεν κατάλαβε, επειδή σκόνταψε ή έκανε μορφασμό και
φάνηκε στα μάτια μας "ανόητος" ακόμα και στα ψέμματα, αφού γνωρίζαμε ότι δεν είναι και απλά προσποιείται -
"υποκρίνεται".
Ξεκαθαρίζω ότι σε καμμία περίπτωση δεν ταυτίζω το γέλιο με την κακία. Γιατί δεν υπάρχει άτομο, με το οποίο να μην
έχω γελάσει ο ίδιος, από τα πολύ κοντινά μου πρόσωπα. Είναι αναπόφευκτο. Και σε καμμία περίπτωση δεν ένιωθα κακία
προς αυτούς. Επανέρχομαι λοιπόν. Η συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων που γελάμε, είναι επειδή θεωρήσαμε
πως κάποιος έκανε κάτι χαζό, αφελές, ότι την πάτησε κτλ. Κι όσον αφορά μεμονωμένες περιπτώσεις όπου φαινομενικά
αυτό δεν ισχύει, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι και σε αυτές, αν κάποιος εμβαθύνει-αναλύσει, θα ανακαλύψει κάτι "μειωτικό"
να υποβόσκει.
Το γέλιο δεν είναι "φιλοσοφημένη" αντίδραση, όπως κάποιοι θέλουν να το θέτουν. Δεν είναι το επιτηδευμένο αποτέλεσμα
κάποιου στοχασμού. Συμβαίνει αυθόρμητα και υπάρχει από τους πρώτους μήνες της ζωής του ανθρώπου ως αντίδραση αρχικά
σε καθαρά οπτικοακουστικά ερεθίσματα και κατόπιν ως και παράγωγο σκέψης με αστείο περιεχόμενο (συμπεριλαμβάνω και
την φαντασία).
Θυμάμαι πως σαν παιδί γέλασα με κάποιον που σκόνταψε, έστω και φανταστικό πρόσωπο, πχ το Σιλβέστρο στη προσπάθειά του
να πιάσει τον Τουίτι, ή το κογιότ στη προσπάθεια να πιάσει το road runner ή με ένα πιο "αλήθινό" πρόσωπο, όπως τον Χοντρό
στη προσπάθειά του να δείρει τον Λιγνό κτλ. Και σίγουρα, δεν θα αντιδρούσα διαφορετικά αν σκόνταφτε κάποιος στο σχολείο
μου, στη προσπάθειά του να πιάσει έναν άλλο.
Δεν με προβληματίζει η πρόθεση που έχει κάποιος όταν γελάει. Μπορεί να είναι από την καλύτερη ως την χειρότερη. Αυτό είναι
θέμα χαρακτήρα. Το αληθινό γέλιο πάντως κάποιες φορές το "πνίγουμε", όταν κανόνες "ηθικής" ή "συμφέροντος" μας πιέζουν.
Γιατί; Τι το κακό έχει το γέλιο ως αντίδραση σε μια κατάσταση που ονομάζουμε "αστεία"; Κι όμως. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η
αντίδραση του άλλου δεν είναι πάντα η αποδοχή της αστειότητας μέσω φυσικά του αυτοσαρκασμού. Αν σκοντάψει πχ το αφεντικό
σου, ίσως να θέλεις τραγικά να γελάσεις αλλά κατά πάσα πιθανότητα θα προσπαθήσεις να το κρύψεις. Όταν κάποιος λοιπόν δεν έχει
αυτοσαρκασμό, είτε γενικά, είτε σε μια συγκεκριμένη περίπτωση και γελάσεις μαζί του, νιώθει ότι προσβάλλεται και συνήθως η
αντίδρασή του θα είναι άσχημη. Κι αν δεν αντιδράσει άσχημα, σίγουρα θα αισθάνεται άσχημα μέσα του. Γιατί αυτός με τον οποίο
γέλασες, αντιλαμβάνεται ακριβώς την μείωση που εμπεριέχεται στο "αστείο", ενώ πάντα υπάρχει και η χειρότερη σκέψη, ότι ασχέτως
από το αστείο, είχες ήδη την διάθεση και πρόθεση να μειώσεις ή να δεις να μειώνεται (χαιρεκακία).
Ποιός από εμάς δεν θα ερχόταν σε δυσάρεστη θέση, εάν ένα σύνολο ατόμων γελούσε μαζί του για κάτι που αθέλητα έκανε ή έπαθε;
Σε μια "σοβαρή" στιγμή. Ποιός από εσάς δε φοβάται ότι βγαίνοντας από μια τουαλέτα κάπου θα έχει κολήσει το χαρτί υγείας στο πόδι του,
ποιός δε φοβάται ότι ίσως βγήκε από το σπίτι χωρίς να φορέσει κάτι (παπούτσια κτλ), ποιός δε φοβήθηκε τις ραφές στο ρούχο που
ενδέχεται να ανοίξουν και γενικότερα ποιός δεν φοβάται μήπως γίνει "ρόμπα", όπως συνηθίσαμε να λέμε, δηλαδή να "γελοιοποιηθεί",
όχι στους γνωστούς, στους οποίους έχει "αποδείξει" το είναι του, αλλά κυρίως σε αγνώστους. Κι όμως... ποιός απο σας δε γέλασε
όταν του εξιστόρησαν κάτι από τα παραπάνω, το οποίο το έπαθε κάποιος άλλος, γνωστός ή άγνωστος;
Μήπως πρέπει πάντως να δώσουμε λίγη προσοχή στο ότι τα όρια του γέλιου είναι κάτι το τελείως ρευστο και ορίζεται κυρίως από το
υποκείμενο-θύμα της περίστασης, που το προκάλεσε; Μακάρι όλοι μας, να είχαμε ΠΑΝΤΑ αυτοσαρκασμό και για ΟΛΕΣ τις περιπτώσεις.
Ακόμα κι ο αυτοσαρκασμός όμως δεν είναι μόνιμη κατάσταση, είναι τρόπος αυτοεκτίμησης. Κι οι εκτιμήσεις αλλάζουν, αφού και οι ίδιοι
αλλάζουμε.
Θα ήθελα εδώ να αναφέρω και το πόσο ρευστή είναι η αιτία του γέλιου. Ακούς ένα ανέκδοτο και γελάς μέχρι δακρύων. Το ακούς
δεύτερη φορά, σε σύντομο χρονικό διάστημα και γελάς αλλά πλέον λιγότερο. Την τρίτη φορά χαμογελάς απλά, ενώ την τέταρτη
μπορεί και να το βαρέθηκες ήδη και ν' αρχίζει να σε ενοχλεί. Το ίδιο και με μια αστεία σκηνή κάποιας ταινίας. Αν τη δεις 20 φορές
μέσα σε μια ώρα, το πιθανότερο είναι πως κάθε φορά θα γελάς όλο και λιγότερο από την κορύφωση, που συνήθως (και για λόγο
που δεν αντιλαμβάνομαι), είναι στην αρχή (αν φυσικά έχεις αντιληφθεί το αστείο). Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι με την επανάληψη
επέρχεται ένας κορεσμός στην αστειότητα μιας συγκεκριμένης κίνησης/κατάστασης. Άρα όταν κάτι είναι πρωτόγνωρο φαίνεται πιο
αστείο, ενώ όσο περισσότερο το συναντάς εξελίσσεται σε όλο και λιγότερο αστείο. Περίεργο, αλλά έτσι λειτουργεί.
Και κάτι επίσης περίεργο. Το γέλιο είναι κολητικό, όπως είναι και το χασμουρητό και το καθάρισμα του λαιμού. Βλέπεις λοιπόν κάποιον
να ξεκαρδίζεται στα γέλια κι αν εκείνη τη στιγμή δεν είσαι αρνητικός, για τους δικούς σου προσωπικούς λόγους, γελάς κι εσύ χωρίς
να ξέρεις καν γιατί ή στη χειρότερη χαμογελάς. Κάτι ακόμα πιο "περίεργο" είναι το λεγόμενο "νευρικό" γέλιο, ως αποτέλεσμα μιας
κατάστασης η οποία δεν είναι ακριβώς "υγιής". Εκεί διακρίνεις οτι η "αστεια" σκηνή, όποια κι αν ήταν, ήταν απλώς μια αφορμή
και συνήθως κάθε άλλο παρά αστεία υπό κανονικές συνθήκες θα την έβρισκε κάποιος (κι εσύ ο ίδιος) ή όχι τόσο αστεία, ενώ αυτό που
πραγματικά προκάλεσε το νευρικό αυτό γέλιο, μοιάζει περισσότερο να έχει να κάνει με την φυσιολογία-νευρολογία του συγκεκριμένου
ανθρώπου και όχι με την ψυχολογία του, τη λογική κτλ.
Αναρωτιέμαι λοιπόν... "τελικά γιατί γελάμε"; Κι όταν η απάντηση είναι "γιατί βρίσκουμε κάτι αστείο", ουσιαστικά η ερώτηση μεταφέρεται
στο "ωραία... και τι είναι το αστείο; και γιατί είναι αστείο; και γιατί παύει να είναι αστείο ή γίνεται λιγότερο αστείο; Και γιατί δεν μας
φαίνεται καν αστείο υπό άλλες συνθήκες;". Δεν αποτελεί δηλαδή απάντηση, όπως δε θα ήταν απάντηση το να λες "ξέρω τι με θλίβει.
κάτι το οποίο είναι ή θεωρώ θλιβερό". Χαίρω πολύ...
Η ουσία τελικά της ερώτησής μου είναι: Γιατί έχει ορίσει η ανθρώπινη φύση, όταν βλέπεις μια συγκεκριμένη κίνηση, κατάσταση, εικόνα,
να αρχίσεις να έχεις σπασμούς στην κοιλιακή χώρα και να βγάζεις τον ήχο που ονομάζουμε γέλιο, νιώθωντας ταυτόχρονα ευχάριστα;
Έχω ακούσει κάποιους στο παρελθόν να λένε ότι το γέλιο είναι η φυσική εκδήλωση μιας ψυχικής διάθεσης. Διαφωνώ. Δεν είναι εκδήλωση
ψυχικής διάθεσης αλλά άμεση και σχεδόν ασυγκράτητη αντίδραση σε εξωτερικό ή εσωτερικό (δια σκέψης) ερέθισμα, που μάλιστα συνήθως
είναι πρωτόγνωρο. Η ψυχική διάθεση απλώς παίζει έναν δικό της ρόλο αλλοιώνοντας την απήχηση που θα έχει το ερέθισμα αυτό επάνω μας.
Αν δηλαδή είμαστε ιδιαίτερα στενοχωρημένοι, ίσως δεν γελάσουμε με κάτι που σε άλλη περίπτωση θα μας έκανε να ξεκαρδιστούμε.
Σκέφτομαι ένα μωρό στη κούνια, λίγων μόλις μηνών. Δε θα γελάσει απαραίτητα με χαχανητά, αν δεν έχει αναπτύξει ακόμη τη συγκεκριμένη
δυνατότητα. Ωστόσο θα γελάσει με το δικό του τρόπο, όταν θα του κάνεις μια γκριμάτσα. Απαραίτητη μερικές φορές προϋπόθεση αυτής της
αντίδρασης προς το "αστείο", στη περίπτωση του μωρού, θα είναι να νιώθει ασφαλές και με όλες τις κύριες ανάγκες ικανοποιημένες. Άρα τόσο
η οργανική όσο και η ψυχολογική κατάσταση ασκούν επιρροή στο τι μας φαίνεται αστείο, πόσο αστείο, αλλά και πως ακριβώς θα γελάσουμε
(έντονα ή μη).
Σαφώς δέχομαι και την υποκειμενικότητα του "αστείου". Ο προβληματισμός που παραθέτω είναι ότι πίσω από κάθε τι αστείο, υπάρχει ένα "σφάλμα",
ένα "πάθημα", ένα δείγμα "ανοησίας", μια "αδυναμία", είτε σωματική, είτε εγκεφαλική, κάτι περίεργο, που συνήθως ανήκει στις "γκάφες".
Γιατί κοινό σημείο σε κάθε κατηγορία αστείου να είναι κάτι έστω ασήμαντα ή ψεύτικα (υποκριτικά) αρνητικό; Τι μας οδηγεί σε μια ευχάριστη
οργανική αντίδραση όπως αυτή του γέλιου, όταν ακούμε ή βλέπουμε ουσιαστικά κάτι τέτοιο, κατι που μπορεί να αφορά από συνάνθρωπο ή
φανταστικό πρόσωπο, μέχρι και κατάσταση ή φυσικό φαινόμενο;
Πριν λίγα χρόνια που κάποιος συνάνθρωπός μας στην Ελλάδα χτυπήθηκε από κεραυνό καθώς έψηνε φαγητό, αν θυμάμαι καλά, έξω από το
εξοχικό του. Κάποιοι γέλασαν λίγες μέρες μετά, ακούγοντας το εξής φανταστικό σενάριο... Να μιλούσε ο άνθρωπος στο κινητό και να έλεγε
"Γυναίκα είμαι στη δουλειά...να πέσει κεραυνός να με κάψει αν σου λέω ψέμματα".
Τι ακριβώς ήταν αυτό που ένα βαθύτατα θλιβερό συμβάν (για κάποιους) μπορεί να γίνει αφορμή γέλιου, έστω και σε μια φανταστική μεταφορά του,
για κάποιους άλλους; Πρόκειται για κυνισμό; Δεν το πιστεύω αυτό. Αγένεια; Δεν συμφωνώ. Και ναι, οι συγγενείς και φίλοι του πιθανότατα δεν θα
γελούσαν με το "αστείο". Όχι όμως επειδή θα απεχθάνονταν γενικότερα αυτό που αποκαλούμε "μπλακ χιούμορ". Επιμένω. Κάθε τι "αστείο" μοιάζει
να συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με πάθημα, με αδυναμία, με κάτι που μειώνεται και η μείωση αυτή να είναι ουσιαστικά και η "ψυχή" της αστειότητάς του,
ακόμα κι όταν αυτό δεν είναι εμφανές. Όσον αφορά την επιτηδευμένη πρόκληση του γέλιου, την εκούσια μείωση δηλαδή ενός προσώπου ή μιας κατάστασης,
υπάρχουν ένα σύνολο από λέξεις, που καθεμία εκφράζει μια διαφορετική μορφή "μείωσης". Λέξεις όπως "αστειεύομαι", "ειρωνεύομαι", "σαρκάζω", "περιγελώ",
"σατιρίζω", "εμπαίζω", "κοροϊδεύω", "χλευάζω", "καγχάζω" κ.α.
Συνήθως η περιγραφή μιας αστείας κατάστασης είναι κάτι του στυλ: "κοίτα τι έκανε", "άκου τι έπαθε",
"κοίτα τι έγινε", "άκου τι είπε". Και αυτό το "δεικτικό" τμήμα του αστείου ίσως είναι και το κλειδί...
Μοιάζει να γελάμε στο "λάθος" από τότε που γεννηθήκαμε και λέγοντας "λάθος" εννόω οτιδήποτε ξεφεύγει
από αυτό που ορίσαμε λογικό, κανονικό, συνηθισμένο, αποδεκτό.
Αίσθηση μου είχαν κάνει τα λόγια της φιλολόγου μου σχετικά με το γέλιο. Έλεγε ότι το αυθόρμητο γέλιο
βγαίνει όταν κάτι "πέφτει" στα μάτια σου. Ίσως αυτό που έλεγε να μην ήταν η απόλυτα ορθή και προσεγμένη
διαπίστωση, αλλά όντως, μια συντριπτική πλειοψηφία περιπτώσεων που προκαλούν γέλιο, έχουν άμεση σχέση
με τον υποβιβασμό ενός προσώπου φανταστικού ή μη, ή μιας κατάστασης ή οτιδήποτε "προσωποποιημένου".
Αρχίζοντας από τον καραγκιόζη, περνώντας στον Σαρλώ, στους Χοντρός και Λιγνός, Τρίο Στούτζες, στους κλόουν
και καταλήγοντας στο πιο πρόσφατο ανέκδοτο, ή σε καθημερινές καταστάσεις γελάμε. Και γελάμε επειδή κάποιος
έκανε γκάφα, την πάτησε, είπε κάτι χαζό, ανόητο, επειδή δεν κατάλαβε, επειδή σκόνταψε ή έκανε μορφασμό και
φάνηκε στα μάτια μας "ανόητος" ακόμα και στα ψέμματα, αφού γνωρίζαμε ότι δεν είναι και απλά προσποιείται -
"υποκρίνεται".
Ξεκαθαρίζω ότι σε καμμία περίπτωση δεν ταυτίζω το γέλιο με την κακία. Γιατί δεν υπάρχει άτομο, με το οποίο να μην
έχω γελάσει ο ίδιος, από τα πολύ κοντινά μου πρόσωπα. Είναι αναπόφευκτο. Και σε καμμία περίπτωση δεν ένιωθα κακία
προς αυτούς. Επανέρχομαι λοιπόν. Η συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων που γελάμε, είναι επειδή θεωρήσαμε
πως κάποιος έκανε κάτι χαζό, αφελές, ότι την πάτησε κτλ. Κι όσον αφορά μεμονωμένες περιπτώσεις όπου φαινομενικά
αυτό δεν ισχύει, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι και σε αυτές, αν κάποιος εμβαθύνει-αναλύσει, θα ανακαλύψει κάτι "μειωτικό"
να υποβόσκει.
Το γέλιο δεν είναι "φιλοσοφημένη" αντίδραση, όπως κάποιοι θέλουν να το θέτουν. Δεν είναι το επιτηδευμένο αποτέλεσμα
κάποιου στοχασμού. Συμβαίνει αυθόρμητα και υπάρχει από τους πρώτους μήνες της ζωής του ανθρώπου ως αντίδραση αρχικά
σε καθαρά οπτικοακουστικά ερεθίσματα και κατόπιν ως και παράγωγο σκέψης με αστείο περιεχόμενο (συμπεριλαμβάνω και
την φαντασία).
Θυμάμαι πως σαν παιδί γέλασα με κάποιον που σκόνταψε, έστω και φανταστικό πρόσωπο, πχ το Σιλβέστρο στη προσπάθειά του
να πιάσει τον Τουίτι, ή το κογιότ στη προσπάθεια να πιάσει το road runner ή με ένα πιο "αλήθινό" πρόσωπο, όπως τον Χοντρό
στη προσπάθειά του να δείρει τον Λιγνό κτλ. Και σίγουρα, δεν θα αντιδρούσα διαφορετικά αν σκόνταφτε κάποιος στο σχολείο
μου, στη προσπάθειά του να πιάσει έναν άλλο.
Δεν με προβληματίζει η πρόθεση που έχει κάποιος όταν γελάει. Μπορεί να είναι από την καλύτερη ως την χειρότερη. Αυτό είναι
θέμα χαρακτήρα. Το αληθινό γέλιο πάντως κάποιες φορές το "πνίγουμε", όταν κανόνες "ηθικής" ή "συμφέροντος" μας πιέζουν.
Γιατί; Τι το κακό έχει το γέλιο ως αντίδραση σε μια κατάσταση που ονομάζουμε "αστεία"; Κι όμως. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η
αντίδραση του άλλου δεν είναι πάντα η αποδοχή της αστειότητας μέσω φυσικά του αυτοσαρκασμού. Αν σκοντάψει πχ το αφεντικό
σου, ίσως να θέλεις τραγικά να γελάσεις αλλά κατά πάσα πιθανότητα θα προσπαθήσεις να το κρύψεις. Όταν κάποιος λοιπόν δεν έχει
αυτοσαρκασμό, είτε γενικά, είτε σε μια συγκεκριμένη περίπτωση και γελάσεις μαζί του, νιώθει ότι προσβάλλεται και συνήθως η
αντίδρασή του θα είναι άσχημη. Κι αν δεν αντιδράσει άσχημα, σίγουρα θα αισθάνεται άσχημα μέσα του. Γιατί αυτός με τον οποίο
γέλασες, αντιλαμβάνεται ακριβώς την μείωση που εμπεριέχεται στο "αστείο", ενώ πάντα υπάρχει και η χειρότερη σκέψη, ότι ασχέτως
από το αστείο, είχες ήδη την διάθεση και πρόθεση να μειώσεις ή να δεις να μειώνεται (χαιρεκακία).
Ποιός από εμάς δεν θα ερχόταν σε δυσάρεστη θέση, εάν ένα σύνολο ατόμων γελούσε μαζί του για κάτι που αθέλητα έκανε ή έπαθε;
Σε μια "σοβαρή" στιγμή. Ποιός από εσάς δε φοβάται ότι βγαίνοντας από μια τουαλέτα κάπου θα έχει κολήσει το χαρτί υγείας στο πόδι του,
ποιός δε φοβάται ότι ίσως βγήκε από το σπίτι χωρίς να φορέσει κάτι (παπούτσια κτλ), ποιός δε φοβήθηκε τις ραφές στο ρούχο που
ενδέχεται να ανοίξουν και γενικότερα ποιός δεν φοβάται μήπως γίνει "ρόμπα", όπως συνηθίσαμε να λέμε, δηλαδή να "γελοιοποιηθεί",
όχι στους γνωστούς, στους οποίους έχει "αποδείξει" το είναι του, αλλά κυρίως σε αγνώστους. Κι όμως... ποιός απο σας δε γέλασε
όταν του εξιστόρησαν κάτι από τα παραπάνω, το οποίο το έπαθε κάποιος άλλος, γνωστός ή άγνωστος;
Μήπως πρέπει πάντως να δώσουμε λίγη προσοχή στο ότι τα όρια του γέλιου είναι κάτι το τελείως ρευστο και ορίζεται κυρίως από το
υποκείμενο-θύμα της περίστασης, που το προκάλεσε; Μακάρι όλοι μας, να είχαμε ΠΑΝΤΑ αυτοσαρκασμό και για ΟΛΕΣ τις περιπτώσεις.
Ακόμα κι ο αυτοσαρκασμός όμως δεν είναι μόνιμη κατάσταση, είναι τρόπος αυτοεκτίμησης. Κι οι εκτιμήσεις αλλάζουν, αφού και οι ίδιοι
αλλάζουμε.
Θα ήθελα εδώ να αναφέρω και το πόσο ρευστή είναι η αιτία του γέλιου. Ακούς ένα ανέκδοτο και γελάς μέχρι δακρύων. Το ακούς
δεύτερη φορά, σε σύντομο χρονικό διάστημα και γελάς αλλά πλέον λιγότερο. Την τρίτη φορά χαμογελάς απλά, ενώ την τέταρτη
μπορεί και να το βαρέθηκες ήδη και ν' αρχίζει να σε ενοχλεί. Το ίδιο και με μια αστεία σκηνή κάποιας ταινίας. Αν τη δεις 20 φορές
μέσα σε μια ώρα, το πιθανότερο είναι πως κάθε φορά θα γελάς όλο και λιγότερο από την κορύφωση, που συνήθως (και για λόγο
που δεν αντιλαμβάνομαι), είναι στην αρχή (αν φυσικά έχεις αντιληφθεί το αστείο). Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι με την επανάληψη
επέρχεται ένας κορεσμός στην αστειότητα μιας συγκεκριμένης κίνησης/κατάστασης. Άρα όταν κάτι είναι πρωτόγνωρο φαίνεται πιο
αστείο, ενώ όσο περισσότερο το συναντάς εξελίσσεται σε όλο και λιγότερο αστείο. Περίεργο, αλλά έτσι λειτουργεί.
Και κάτι επίσης περίεργο. Το γέλιο είναι κολητικό, όπως είναι και το χασμουρητό και το καθάρισμα του λαιμού. Βλέπεις λοιπόν κάποιον
να ξεκαρδίζεται στα γέλια κι αν εκείνη τη στιγμή δεν είσαι αρνητικός, για τους δικούς σου προσωπικούς λόγους, γελάς κι εσύ χωρίς
να ξέρεις καν γιατί ή στη χειρότερη χαμογελάς. Κάτι ακόμα πιο "περίεργο" είναι το λεγόμενο "νευρικό" γέλιο, ως αποτέλεσμα μιας
κατάστασης η οποία δεν είναι ακριβώς "υγιής". Εκεί διακρίνεις οτι η "αστεια" σκηνή, όποια κι αν ήταν, ήταν απλώς μια αφορμή
και συνήθως κάθε άλλο παρά αστεία υπό κανονικές συνθήκες θα την έβρισκε κάποιος (κι εσύ ο ίδιος) ή όχι τόσο αστεία, ενώ αυτό που
πραγματικά προκάλεσε το νευρικό αυτό γέλιο, μοιάζει περισσότερο να έχει να κάνει με την φυσιολογία-νευρολογία του συγκεκριμένου
ανθρώπου και όχι με την ψυχολογία του, τη λογική κτλ.
Αναρωτιέμαι λοιπόν... "τελικά γιατί γελάμε"; Κι όταν η απάντηση είναι "γιατί βρίσκουμε κάτι αστείο", ουσιαστικά η ερώτηση μεταφέρεται
στο "ωραία... και τι είναι το αστείο; και γιατί είναι αστείο; και γιατί παύει να είναι αστείο ή γίνεται λιγότερο αστείο; Και γιατί δεν μας
φαίνεται καν αστείο υπό άλλες συνθήκες;". Δεν αποτελεί δηλαδή απάντηση, όπως δε θα ήταν απάντηση το να λες "ξέρω τι με θλίβει.
κάτι το οποίο είναι ή θεωρώ θλιβερό". Χαίρω πολύ...
Η ουσία τελικά της ερώτησής μου είναι: Γιατί έχει ορίσει η ανθρώπινη φύση, όταν βλέπεις μια συγκεκριμένη κίνηση, κατάσταση, εικόνα,
να αρχίσεις να έχεις σπασμούς στην κοιλιακή χώρα και να βγάζεις τον ήχο που ονομάζουμε γέλιο, νιώθωντας ταυτόχρονα ευχάριστα;
Έχω ακούσει κάποιους στο παρελθόν να λένε ότι το γέλιο είναι η φυσική εκδήλωση μιας ψυχικής διάθεσης. Διαφωνώ. Δεν είναι εκδήλωση
ψυχικής διάθεσης αλλά άμεση και σχεδόν ασυγκράτητη αντίδραση σε εξωτερικό ή εσωτερικό (δια σκέψης) ερέθισμα, που μάλιστα συνήθως
είναι πρωτόγνωρο. Η ψυχική διάθεση απλώς παίζει έναν δικό της ρόλο αλλοιώνοντας την απήχηση που θα έχει το ερέθισμα αυτό επάνω μας.
Αν δηλαδή είμαστε ιδιαίτερα στενοχωρημένοι, ίσως δεν γελάσουμε με κάτι που σε άλλη περίπτωση θα μας έκανε να ξεκαρδιστούμε.
Σκέφτομαι ένα μωρό στη κούνια, λίγων μόλις μηνών. Δε θα γελάσει απαραίτητα με χαχανητά, αν δεν έχει αναπτύξει ακόμη τη συγκεκριμένη
δυνατότητα. Ωστόσο θα γελάσει με το δικό του τρόπο, όταν θα του κάνεις μια γκριμάτσα. Απαραίτητη μερικές φορές προϋπόθεση αυτής της
αντίδρασης προς το "αστείο", στη περίπτωση του μωρού, θα είναι να νιώθει ασφαλές και με όλες τις κύριες ανάγκες ικανοποιημένες. Άρα τόσο
η οργανική όσο και η ψυχολογική κατάσταση ασκούν επιρροή στο τι μας φαίνεται αστείο, πόσο αστείο, αλλά και πως ακριβώς θα γελάσουμε
(έντονα ή μη).
Σαφώς δέχομαι και την υποκειμενικότητα του "αστείου". Ο προβληματισμός που παραθέτω είναι ότι πίσω από κάθε τι αστείο, υπάρχει ένα "σφάλμα",
ένα "πάθημα", ένα δείγμα "ανοησίας", μια "αδυναμία", είτε σωματική, είτε εγκεφαλική, κάτι περίεργο, που συνήθως ανήκει στις "γκάφες".
Γιατί κοινό σημείο σε κάθε κατηγορία αστείου να είναι κάτι έστω ασήμαντα ή ψεύτικα (υποκριτικά) αρνητικό; Τι μας οδηγεί σε μια ευχάριστη
οργανική αντίδραση όπως αυτή του γέλιου, όταν ακούμε ή βλέπουμε ουσιαστικά κάτι τέτοιο, κατι που μπορεί να αφορά από συνάνθρωπο ή
φανταστικό πρόσωπο, μέχρι και κατάσταση ή φυσικό φαινόμενο;
Πριν λίγα χρόνια που κάποιος συνάνθρωπός μας στην Ελλάδα χτυπήθηκε από κεραυνό καθώς έψηνε φαγητό, αν θυμάμαι καλά, έξω από το
εξοχικό του. Κάποιοι γέλασαν λίγες μέρες μετά, ακούγοντας το εξής φανταστικό σενάριο... Να μιλούσε ο άνθρωπος στο κινητό και να έλεγε
"Γυναίκα είμαι στη δουλειά...να πέσει κεραυνός να με κάψει αν σου λέω ψέμματα".
Τι ακριβώς ήταν αυτό που ένα βαθύτατα θλιβερό συμβάν (για κάποιους) μπορεί να γίνει αφορμή γέλιου, έστω και σε μια φανταστική μεταφορά του,
για κάποιους άλλους; Πρόκειται για κυνισμό; Δεν το πιστεύω αυτό. Αγένεια; Δεν συμφωνώ. Και ναι, οι συγγενείς και φίλοι του πιθανότατα δεν θα
γελούσαν με το "αστείο". Όχι όμως επειδή θα απεχθάνονταν γενικότερα αυτό που αποκαλούμε "μπλακ χιούμορ". Επιμένω. Κάθε τι "αστείο" μοιάζει
να συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με πάθημα, με αδυναμία, με κάτι που μειώνεται και η μείωση αυτή να είναι ουσιαστικά και η "ψυχή" της αστειότητάς του,
ακόμα κι όταν αυτό δεν είναι εμφανές. Όσον αφορά την επιτηδευμένη πρόκληση του γέλιου, την εκούσια μείωση δηλαδή ενός προσώπου ή μιας κατάστασης,
υπάρχουν ένα σύνολο από λέξεις, που καθεμία εκφράζει μια διαφορετική μορφή "μείωσης". Λέξεις όπως "αστειεύομαι", "ειρωνεύομαι", "σαρκάζω", "περιγελώ",
"σατιρίζω", "εμπαίζω", "κοροϊδεύω", "χλευάζω", "καγχάζω" κ.α.