Oι νέοι χρωστάνε
Δημοσιεύτηκε: Κυρ 08 Φεβ 2009, 15:15
Είναι ένα κείμενο που δημοσίευσε το "Τρωκτικό" και δε θα ήταν δυνατόν να μην το αναδημοσίευα εδώ, δεδομένου ότι το παληκάρι που το'γραψε είναι φίλος μου.
Είναι ένα άρθρο κόλαφος για τους δήθεν ανθρωπιστές προύχοντες/προνομιούχους και είναι ταυτόχρονα ένα άρθρο που αγγίζει την ψυχή όσων έχουν τσίπα και φιλότιμο, που εκφράζει αυτή την υπέροχη και αδικημένη γενιά των 700 ευρώ, που με κάνει κι εμένα να ντρέπομαι για την κατάντια στην οποία η δική μου γενιά έφερε την επόμενη, αυτή που σήμερα θα'πρεπε να σφίζει από ζωή, να χαίρεται την ανεμελιά της δικαιωματικά, να ζει την τρέλα της νιότης χωρίς οδυνηρές αναστολές, να πάλλεται μέσα της το ιδανικό, να μπορεί να το εκφράσει και να το υλοποιήσει, να μπορεί να κάνει τα άλματα που της πρέπουν σε όλα τα επίπεδα και το ξεφτιλισμένο κοινωνικο-ιδεολογικο-πολιτικο-οικονομικό γίγνεσθαι σ'ολόκληρο τον πλανήτη και δη στη χώρα μας, δεν την αφήνει!
Κωστή δε γνέφω καθόλου συγκαταβατικά. Τιμώ και υποκλίνομαι στην ευθύτητα, το τσαγανό και και την ανδρεία σου που τολμά να στηλιτεύει το σαθρό κατεστημένο και να καταγγέλλει εξοργιστικές΄καταστάσεις που ευτελίζουν τον άνθρωπο κάθε γενιάς!
ΕΝΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ-ΑΛΗΘΙΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ-ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ
"Δεν ντράπηκα. Καθόλου δεν ντράπηκα.Απλώς εκείνη τη στιγμή δεν ήθελα να με δει κανένας. Περίμενα να φύγουν όλοι από το γραφείο. Ενας φύλακας μόνο με πλησίασε καθώς απομακρυνόμουν από το κτίριο και για μια στιγμή πίστεψα ότι με κατάλαβε από τη φουσκωμένη τσάντα. Ιδέα μου ήταν. Ήθελε απλώς να με ρωτήσει κάτι. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που έκλεβα. Και, ειλικρινά, δεν ένιωθα καθόλου άσχημα γι’ αυτό. Λυπάμαι μόνο που δεν προστάτευσα τον εαυτό μου. Που δεν φρόντισα ώστε να μην έρθω σε αυτή την κατάσταση. Γιατί όταν φτάνεις στο σημείο να βουτάς κρυφά χαρτί υγείας από τη δουλειά σου, εκείνη τη στιγμή νιώθεις την αξιοπρέπειά σου να χάνεται.Αλήθεια, όμως, μπορείς να προστατεύσεις τον εαυτό σου; Πώς να βάλεις κάποια χρήματα στην άκρη για ώρα ανάγκης όταν με δυσκολία βγάζεις το μήνα σου; Εκείνη την περίοδο, τώρα πρόσφατα δηλαδή, εργαζόμουν σε ένα από τα μεγαλύτερα δημοσιογραφικά συγκροτήματα στην Ελλάδα. Σε ένα περιοδικό γνωστό για το κύρος και την ποιότητα των κειμένων του χρόνια τώρα, με υψηλές πωλήσεις και μεγάλη διαφημιστική απορρόφηση. Οι...
μισθοί κι εκεί το ίδιο:
πενιχροί. Όπως παντού, άλλωστε, στην Ελλάδα. Λίγα χρόνια πριν, μερικούς ορόφους πιο πάνω. Όταν το Μάιο του 2006 σε ένα άλλο περιοδικό που σημείωνε ρεκόρ πωλήσεων για τα ελληνικά δεδομένα και στο οποίο μου έκοβαν πότε 300, πότε 500,πότε 1.000 ευρώ από το μισθό μου –πάλι «τζάμι» είχα περάσει στη γιορτή μου, δεν λέω– και αποφάσισα να τους
καταγγείλω, κατάφερα και τα πήρα όλα πίσω. Την επόμενη μέρα, βέβαια, έχασα
τη δουλειά μου. Με απέλυσαν διότι τόλμησα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, να
διεκδικήσω τα χρήματα τα οποία είχα δουλέψει. Χαίρομαι μονάχα που μετά
από μένα αποφάσισαν κι άλλοι να ακολουθήσουν. Που αποφάσισαν να μην
κρατήσουν στάση παθητική. Ας έχασαν κι εκείνοι τη δουλειά τους. Κάθε εμπόδιο
για καλό. Παντού σιωπή Παντού χαμηλόμισθοι. Παντού σιωπή. Μια ολόκληρη νέα γενιά υποφέρει σιωπηλά. Οι χαμηλόμισθοι δεν είναι τόσο χαμηλόμισθοι για να ανοίξουν θέσεις
εργασίας, αλλά γιατί στις δικές τους πλάτες έμελλε να βασιστεί ολόκληρη
η οικονομία μιας χώρας που βρίσκεται υπό ανάπτυξη. Αλλά κανένας δεν θα μιλήσει γι’ αυτά. Κανένας δεν μιλάει για τις χαμηλές αμοιβές, για τις απαράδεκτες συνθήκες εργασίας. Όλοι θέλουν να κάνουν τους άλλους να πιστεύουν ότι βγάζουν πολλά. Και αυτό το «ταμπού των μισθών» που επικρατεί είναι,σύμφωνα με τους αναλυτές αγοράς
εργασίας, ο κύριος λόγος που οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι. Κανείς δεν θέλει οι εργαζόμενοι να συγκρίνουν τους μισθούς τους. Ετσι, κανείς δεν ξέρει
τι μπορεί να βρει κάπου αλλού. Ντροπή δεν είναι να βγάζεις λίγα χρήματα,
να μην αναγνωρίζεται η δουλειά σου. Ντροπή δεν είναι να μην παίρνεις αυτό
που αξίζεις. Ντροπή είναι να μην κάνεις τίποτα γι’ αυτό. Και για μένα έχω την εντύπωση πως νομίζουν ότι βγάζω πολλά. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Και αν υπάρχουν μήνες που βγάζω πραγματικά καλά χρήματα, υπάρχουν και άλλοι που τα πράγματα είναι ζόρικα. Μάλιστα, θυμάμαι, πριν από δυο χρόνια που ταξίδεψα στη Νέα Υόρκη για να πάρω μια συνέντευξη πολλοί είχαν εντυπωσιαστεί. Θεώρησαν ότι βγάζω τόσα πολλά ώστε έχω την ευχέρεια να χορηγώ τον εαυτό μου και ύστερα να πουλάω τα θέματά μου ακριβά. Δάνειο είχα πάρει. Είχα πάρει δάνειο για να καλύψω τα έξοδα της συνέντευξης. Στις 3 Οκτωβρίου του 2008 κατέβαλα την τελευταία δόση. Δόση! Δόση, δάνεια, πιστωτικές, γραμμάτια,υπερανάληψη…
Οι νέοι σήμερα χρωστάνε. Στον εαυτό τους χρωστάνε. Παλεύουν να ξεπληρώσουν το χρέος τους σε μια κοινωνία που δεν τους άφησε ποτέ να ανοίξουν τα
φτερά τους. Μέρες τώρα μάζευα αποκόμματα από εφημερίδες που μιλούσαν με αριθμούς
για τα ποσοστά των νέων που ζουν με μισθούς στα όρια της φτώχειας, που αναγκάζονται να βγάλουν πιστωτική για να αγοράσουν δυο σακούλες πράγματα από
το σούπερ μάρκετ, που ψάχνουν ακόμα να βρουν δουλειά. Ήθελα να φιλοξενήσω τα στοιχεία στο άρθρο. Δεν μπορώ να το κάνω. Δεν θέλω να τα διαβάσω ξανά, με πιάνει θλίψη. Ας το κάνει κάποιος συνάδελφος. Στο ΤΕΒΕ χρωστάω πολλά,Πάρα πολλά. Έχω χάσει πλέον το λογαριασμό. Βασικά, δεν τον έχω χάσει∙ τους κρατάω όλους. Τώρα όμως έχω αναπτύξει τις άμυνές μου: ποτέ δεν ανοίγω το φάκελο. Ετσι όπως μου τον στέλνουν, τον στέλνω κι εγώ στο συρτάρι. Την Τετάρτη περιμένω να μου φέρουν καινούργια συρταριέρα από το IKEA. JONAS, τροχήλατη, από λακαρισμένο ξύλο σημύδας. Βλέπεις, το ελληνικό κράτος πρώτα μας υποχρεώνει να κάνουμε έναρξη επαγγέλματος, να εκδώσουμε μπλοκ
παροχής υπηρεσιών προκειμένου να μπορούμε να πληρωνόμαστε και ύστερα
να καταβάλλουμε υπέρογκα για τα δικά μας δεδομένα ποσά, αφού μας θεωρεί
επιχειρηματίες! Οταν αρρωσταίνει κάποιος φίλος, φοβάμαι. Δεν ξέρω τι θα κάνω όταν έρθει και μένα η σειρά μου. Είμαι ανασφάλιστος – δεν πλήρωσα τις απαραίτητες
εισφορές και έτσι ναι μεν είμαι γραμμένος στο ΤΕΒΕ αλλά δεν δικαιούμαι ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Τα περισσότερα βράδια μένω ξύπνιος.Περιμένω να ξημερώσει και ύστερα εξαντλημένος κλείνω τα μάτια μου. Αλήθεια, είναι φορές που νιώθω ότι συμμετέχω σε ένα παιχνίδι χαμένο. Οταν όμως μου το λένε οι άλλοι, πεισμώνω. Η ανάληψη των επτά ευρώ. Ντύθηκα καλά, πήγα στην τράπεζα και
περίμενα 20 ολόκληρα λεπτά στη σειρά για να πάρω αυτά τα 7 ευρώ που είχαν
μείνει στο λογαριασμό μου. Αν έχεις έρθει κι εσύ σε αυτή τη θέση, ξέρω πολύ
καλά πώς νιώθεις. Ξέρω ότι πρώτα μπήκες για να δεις αν υπάρχει κανένας
γνωστός στην ουρά, ύστερα έκανες ότι δήθεν κοιτάς τα φυλλάδια για τις πιστωτικές και στο τέλος πήρες νούμερο για το ταμείο. Ξέρω και για την υπόσχεση
που έδωσες στον εαυτό σου όταν έβγαινες από εκεί. Σου το εύχομαι, μέσα απ’
την καρδιά μου. Εσύ δεν μασάς. Οταν δεν έχω να πληρώσω το τηλέφωνο και μου το κόβουν, στέλνω e-mail στο γραφείο και τους ενημερώνω ότι τάχα μού έκλεψαν το κινητό. Θα μπορούν τώρα να με βρίσκουν σε ένα άλλο νούμερο – καρτοκινητό. Χρησιμοποίησα
αυτή τη δικαιολογία σε πέντε περιοδικά με τα οποία συνεργάζομαι – τώρα πάει κι
αυτή η καβάτζα μου. Εγώ δεν θα είμαι αισιόδοξος Θα χαιρόμουν αν έπαιρνα μπόνους για
την καλή δουλειά που παρέδωσα, αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Σχεδόν όλοι πάνε
να με κλέψουν. Ούτε καν δώρο Χριστουγέννων και Πάσχα δεν έχω πάρει – παρόλο που όταν πάω να κλείσω μια συμφωνία τούς λέω το αντίθετο, για να ανεβάζω την αμοιβή μου.
Στις 24 Ιανουαρίου γίνομαι είκοσι τεσσάρων. Κλείνω 7 χρόνια σχεδόν ως δημοσιογράφος. Και, πραγματικά, άλλα θυμάμαι ότι σκεφτόμουν όταν είχα το κεφάλι μου κολλημένο στο τζάμι της αμαξοστοιχίας και ταξίδευα από τη Θεσσαλονίκη για να έρθω στην Αθήνα.
Εγώ δεν θα είμαι τόσο αισιόδοξος όσο η δημοσιογράφος συγγραφέας
του βιβλίου «…για πενταροδεκάρες». Μπάρμπαρα Ερενράιχ («…κάποια μέρα
όλοι αυτοί θα απαυδήσουν για τη μη αναγνώριση της προσφοράς τους και
θα απαιτήσουν να πληρωθούν όσο αξίζουν. Θα εκδηλωθεί ένας θυμός που θα
οδηγήσει σε απεργίες και αναστάτωση. Αλλά δεν θα είναι το τέλος του κόσμου,
και στην ουσία μετά όλοι θα ζήσουμε καλύτερα»), θα πω μόνο ότι θα χαρώ
πολύ εκείνη την ημέρα να είμαι εκεί κι εγώ. Από τους πρώτους.
ΥΓ.: Στη φίλη μου τη Σάσα, που μετά από 17 χρόνια επιτυχημένης επαγγελματικής πορείας αναγκάζεται τώρα να δουλέψει ξανά σερβιτόρα, στο νέο φίλο μου Αργύρη, που
νιώθει ότι πνίγεται στο πατρικό του και θέλει να φύγει, να μείνει μόνος, αλλά δεν τα
καταφέρνει, στην Αθηνά, που γράφει 15ωρα στο αεροδρόμιο και το κορίτσι πάλι δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, στον εαυτό μου σε σένα που γνέφεις τώρα συγκαταβατικά…"
Καλή τύχη.
Κώστας Καρασαββίδης
kkarasavvidis@gmail.com
http://troktiko.blogspot.com/2008/12/blog-post_742.html
και :
Καταγγελία ντροπή από δημοσιογράφο για την εφημερίδα της Γιάννας, τον "Ελεύθερο Τύπο"
"Όταν πριν από μερικές εβδομάδες, στις 7 Δεκεμβρίου του 2008, ο Ελεύθερος Τύπος δημοσίευε το άρθρο μου με τίτλο «Οι νέοι χρωστάνε», στο οποίο περιέγραφα τις απαράδεκτες τακτικές της πλειονότητας των εκδοτικών συγκροτημάτων και τη δυσκολία των νέων – δημοσιογράφων και μη – να τα βγάλουν πέρα, δεν περίμενα με τίποτα ότι η εφημερίδα που δέχτηκε να φιλοξενήσει ένα τέτοιο κείμενο θα μου φέρονταν με τον ίδιο – και ακόμη πιο αισχρό – τρόπο.
Η συμφωνία που είχα με τον Διευθυντή Σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου και την συντονίστρια έκδοσης του ΕΤ2 ήταν να παραδίδω δύο κείμενα το μήνα και να αμείβομαι με το ποσό των 600 ευρώ, ανεξαρτήτως ημερομηνίας δημοσίευσης. Δυστυχώς, δεν προλάβαμε καλά-καλά να κλείσουμε μήνα και...
προς μεγάλη μου έκπληξη, λίγο πριν κατατεθεί η αμοιβή στον λογαριασμό μου επικοινώνησαν μαζί μου από το γραφείο του Διευθυντή του Ελεύθερου Τύπου και ζήτησαν να επαναδιαπραγματευτούμε το ποσό αφού «τα χρήματα αυτά είναι πάρα πολλά και τόσα χρήματα δεν παίρνουν δημοσιογράφοι με 30 χρόνια προϋπηρεσία». «Με όλο το θάρρος και το σεβασμό» ήταν η απάντηση που τους έδωσα, «εμείς αυτή τη συμφωνία έχουμε κάνει. Και έχω ήδη παραδώσει το έργο που συμφωνήσαμε». Αφού μεσολάβησαν αρκετά τηλεφωνήματα και αφού με διαβεβαίωσαν ότι η εφημερίδα δεν πρόκειται να εκτεθεί και θα πάρω ό, τι είχαμε συμφωνήσει, αντιθέτως Χριστουγεννιάτικα βρισκόμουν πάλι στην ίδια κατάσταση: να διεκδικώ τα χρήματα τα οποία είχα δουλέψει… Σε επόμενη τηλεφωνική επικοινωνία μού ανακοίνωσαν ότι τελικά δεν θα πάρω όσα είχαμε συμφωνήσει, αλλά θα πληρωθώ 458 ευρώ – δηλαδή 141 ευρώ λιγότερα. Αφού εκφράζω με έντονο τρόπο τη δυσαρέσκειά μου και αρνούμαι να πληρωθώ ευρώ λιγότερο από αυτό που έχουμε συμφωνήσει, παραμονή Πρωτοχρονιάς το ποσό ανεβαίνει στα 534 ευρώ – δηλαδή τελικώς πληρώθηκα 66 ευρώ λιγότερα…
Έκτοτε, επί 2 σχεδόν εβδομάδες, προσπαθούσα να έρθω σε επικοινωνία με τη Διεύθυνση του Ελεύθερου Τύπου – δίχως αποτέλεσμα. Ήθελα, τώρα που έβλεπα τα πράγματα πιο ψύχραιμα και πιο αποστασιοποιημένα, να μάθω γιατί έγινε όλο αυτό. Γιατί ενώ ήμουν συνεπής σε αυτό που είχαμε συμφωνήσει, η εφημερίδα δεν τίμησε τη συμφωνία μας. Μήπως απλώς είχε γίνει κάποιο λάθος; Γιατί συμβαίνουν λάθη στις μεγάλες εταιρείες. Και, σκόπευε η εφημερίδα να επανορθώσει; Δυστυχώς όλες οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες.
Μία επιστολή μόνο έλαβα από την εφημερίδα, στις 12 Ιανουαρίου, στην οποία μου ανακοίνωναν πως η επίσημη απάντηση από το Διοικητικό Συμβούλιο ήταν ότι δεν μπορούμε να συνεργαζόμαστε με τις αμοιβές που είχαμε αρχικώς συμφωνήσει και με καλούσαν να συνεχίσουμε τη συνεργασία με επαναπροσδιορισμό της αμοιβής μου. Κανένας λόγος για τα χρήματα που μου έφαγαν…
Να συνεχίσουμε τη συνεργασία!
Δεν θα με πείραζε αν άλλαζαν τη συμφωνία – έστω και μετά από ένα μόλις μήνα. Ή μάλλον θα με δυσαρεστούσε. Αλλά θα το σεβόμουν. Όχι όμως αφού έχω παραδώσει το έργο που έχουμε συμφωνήσει εκ των υστέρων να αλλάζει μονομερώς η συμφωνία και να μου τρώνε χρήματα. Δεν είναι τόσο το ποσό, αλλά η ενέργεια αυτή καθεαυτή. Πόσο μάλλον όταν γίνεται από μία εφημερίδα που δημοσίευε άρθρο μου στο οποίο κατήγγειλα αντίστοιχες ενέργειες που γίνονται εις βάρος δημοσιογράφων. Ε, αυτό είναι ακόμα πιο αισχρό.
Γνωρίζω πολύ καλά ότι τώρα, πια, θα είναι δύσκολο να με προσλάβει κάποιο συγκρότημα για να αρθρογραφώ στα έντυπά του. Και, σίγουρα, θα μου ήταν πιο βολικό να έκανα κι εγώ το κορόιδο, να έσκυβα το κεφάλι και παρόλ’ αυτά να συνέχιζα τη συνεργασία μου με την εφημερίδα από το να εργάζομαι ως σερβιτόρος – όπως τώρα. Δεν ξέρω αν θα ακουστεί αλαζονικό, αλλά καμαρώνω για τη στάση μου. Κάνω αυτήν την καταγγελία γιατί το οφείλω πρώτα στον εαυτό μου και ύστερα στους αναγνώστες. Ίσως να είναι αυστηρό και άδικο αυτό που θα πω, αλλά έτσι νιώθω: πάντα θα τα βάζω με τους συναδέλφους που επιτρέπουν με την παθητικότητά τους αυτές τις ανήθικες συμπεριφορές και ύστερα με την εργοδοσία. Αν όλοι εμείς ανεχόμαστε τέτοιες χυδαίες πρακτικές, τότε μας αξίζουν – και ακόμα χειρότερες.
Κάποιοι φίλοι μού λένε να είμαι πιο διαλλακτικός. Είμαι. Ή τουλάχιστον σήμερα, πια, δεν θυμίζω σε τίποτα εκείνο το απόλυτο αγόρι που όταν πρωτοξεκινούσε ως δημοσιογράφος δεν έβαζε καθόλου νερό στο κρασί του. Αυτή η εικόνα μού φαίνεται πολύ μακρινή και θαρρώ πως οφείλονταν στην ανωριμότητά μου. Αλλά είναι άλλο πράγμα να είσαι διαλλακτικός κι είναι τελείως διαφορετικό να σκύβεις το κεφάλι. Σωστά;
Δεν είμαι χαζός, ξέρω ότι είναι δύσκολοι καιροί. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας: πάντα έτσι δεν λέγαμε; Και σε καιρούς καλούς αυτό δεν ήταν πάντα το άλλοθί μας; Και γιατί όλα αυτά; Για να αγοράσουν 4-5 εκδότες άλλη μία Mercedes ο καθένας ή να χτίσουν από ένα εξοχικό ακόμα. Δε λέω, να τη χτίσουν τη βίλα. Αλλά να πάρουμε κι εμείς το μερίδιο που μας αναλογεί. Γιατί οι εκδοτικοί οργανισμοί δεν έγιναν εκδοτικοί οργανισμοί από μόνοι τους∙ ο καθένας από εμάς έχει συμβάλλει με τον δικό του τρόπο – άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο – στη δημιουργία και επιτυχία τους.
Θέλω ειλικρινά να ευχαριστήσω όλους τους αναγνώστες για τα δεκάδες e-mails που έλαβα και τους συναδέλφους για το ενδιαφέρον που έδειξαν. Και ακόμη περισσότερο θέλω να ευχαριστήσω τον Ελεύθερο Τύπο για ένα ακόμα μάθημα που πήρα".
Με εκτίμηση,
Κώστας Καρασαββίδης
troktiko:
Ότι ξέρει να γράφει είναι δεδομένο. Ότι ξέρει να είναι ασυμβίβαστος είναι και αυτό δεδομένο. Πάρτε τον κάποιο συγκρότημα. Ντροπή να έχει κάνει δύο καταγγελίες για συγκροτήματα και για αμοιβές που είναι αστείες. Και όσοι μέσα από τον Ε.Τ μας κάνατε επίθεση τι έχετε να πείτε για αυτή την αλήθεια; Θα απαντηθεί; Και ξέρετε ποιο είναι το ρίσκο για κάποιον που βάζει το όνομα του χωρίς να έχει πλάτες και να είναι όνομα.
http://troktiko.blogspot.com/2009/01/bl ... _6123.html
Είναι ένα άρθρο κόλαφος για τους δήθεν ανθρωπιστές προύχοντες/προνομιούχους και είναι ταυτόχρονα ένα άρθρο που αγγίζει την ψυχή όσων έχουν τσίπα και φιλότιμο, που εκφράζει αυτή την υπέροχη και αδικημένη γενιά των 700 ευρώ, που με κάνει κι εμένα να ντρέπομαι για την κατάντια στην οποία η δική μου γενιά έφερε την επόμενη, αυτή που σήμερα θα'πρεπε να σφίζει από ζωή, να χαίρεται την ανεμελιά της δικαιωματικά, να ζει την τρέλα της νιότης χωρίς οδυνηρές αναστολές, να πάλλεται μέσα της το ιδανικό, να μπορεί να το εκφράσει και να το υλοποιήσει, να μπορεί να κάνει τα άλματα που της πρέπουν σε όλα τα επίπεδα και το ξεφτιλισμένο κοινωνικο-ιδεολογικο-πολιτικο-οικονομικό γίγνεσθαι σ'ολόκληρο τον πλανήτη και δη στη χώρα μας, δεν την αφήνει!
Κωστή δε γνέφω καθόλου συγκαταβατικά. Τιμώ και υποκλίνομαι στην ευθύτητα, το τσαγανό και και την ανδρεία σου που τολμά να στηλιτεύει το σαθρό κατεστημένο και να καταγγέλλει εξοργιστικές΄καταστάσεις που ευτελίζουν τον άνθρωπο κάθε γενιάς!
ΕΝΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ-ΑΛΗΘΙΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ-ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ
"Δεν ντράπηκα. Καθόλου δεν ντράπηκα.Απλώς εκείνη τη στιγμή δεν ήθελα να με δει κανένας. Περίμενα να φύγουν όλοι από το γραφείο. Ενας φύλακας μόνο με πλησίασε καθώς απομακρυνόμουν από το κτίριο και για μια στιγμή πίστεψα ότι με κατάλαβε από τη φουσκωμένη τσάντα. Ιδέα μου ήταν. Ήθελε απλώς να με ρωτήσει κάτι. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που έκλεβα. Και, ειλικρινά, δεν ένιωθα καθόλου άσχημα γι’ αυτό. Λυπάμαι μόνο που δεν προστάτευσα τον εαυτό μου. Που δεν φρόντισα ώστε να μην έρθω σε αυτή την κατάσταση. Γιατί όταν φτάνεις στο σημείο να βουτάς κρυφά χαρτί υγείας από τη δουλειά σου, εκείνη τη στιγμή νιώθεις την αξιοπρέπειά σου να χάνεται.Αλήθεια, όμως, μπορείς να προστατεύσεις τον εαυτό σου; Πώς να βάλεις κάποια χρήματα στην άκρη για ώρα ανάγκης όταν με δυσκολία βγάζεις το μήνα σου; Εκείνη την περίοδο, τώρα πρόσφατα δηλαδή, εργαζόμουν σε ένα από τα μεγαλύτερα δημοσιογραφικά συγκροτήματα στην Ελλάδα. Σε ένα περιοδικό γνωστό για το κύρος και την ποιότητα των κειμένων του χρόνια τώρα, με υψηλές πωλήσεις και μεγάλη διαφημιστική απορρόφηση. Οι...
μισθοί κι εκεί το ίδιο:
πενιχροί. Όπως παντού, άλλωστε, στην Ελλάδα. Λίγα χρόνια πριν, μερικούς ορόφους πιο πάνω. Όταν το Μάιο του 2006 σε ένα άλλο περιοδικό που σημείωνε ρεκόρ πωλήσεων για τα ελληνικά δεδομένα και στο οποίο μου έκοβαν πότε 300, πότε 500,πότε 1.000 ευρώ από το μισθό μου –πάλι «τζάμι» είχα περάσει στη γιορτή μου, δεν λέω– και αποφάσισα να τους
καταγγείλω, κατάφερα και τα πήρα όλα πίσω. Την επόμενη μέρα, βέβαια, έχασα
τη δουλειά μου. Με απέλυσαν διότι τόλμησα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, να
διεκδικήσω τα χρήματα τα οποία είχα δουλέψει. Χαίρομαι μονάχα που μετά
από μένα αποφάσισαν κι άλλοι να ακολουθήσουν. Που αποφάσισαν να μην
κρατήσουν στάση παθητική. Ας έχασαν κι εκείνοι τη δουλειά τους. Κάθε εμπόδιο
για καλό. Παντού σιωπή Παντού χαμηλόμισθοι. Παντού σιωπή. Μια ολόκληρη νέα γενιά υποφέρει σιωπηλά. Οι χαμηλόμισθοι δεν είναι τόσο χαμηλόμισθοι για να ανοίξουν θέσεις
εργασίας, αλλά γιατί στις δικές τους πλάτες έμελλε να βασιστεί ολόκληρη
η οικονομία μιας χώρας που βρίσκεται υπό ανάπτυξη. Αλλά κανένας δεν θα μιλήσει γι’ αυτά. Κανένας δεν μιλάει για τις χαμηλές αμοιβές, για τις απαράδεκτες συνθήκες εργασίας. Όλοι θέλουν να κάνουν τους άλλους να πιστεύουν ότι βγάζουν πολλά. Και αυτό το «ταμπού των μισθών» που επικρατεί είναι,σύμφωνα με τους αναλυτές αγοράς
εργασίας, ο κύριος λόγος που οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι. Κανείς δεν θέλει οι εργαζόμενοι να συγκρίνουν τους μισθούς τους. Ετσι, κανείς δεν ξέρει
τι μπορεί να βρει κάπου αλλού. Ντροπή δεν είναι να βγάζεις λίγα χρήματα,
να μην αναγνωρίζεται η δουλειά σου. Ντροπή δεν είναι να μην παίρνεις αυτό
που αξίζεις. Ντροπή είναι να μην κάνεις τίποτα γι’ αυτό. Και για μένα έχω την εντύπωση πως νομίζουν ότι βγάζω πολλά. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Και αν υπάρχουν μήνες που βγάζω πραγματικά καλά χρήματα, υπάρχουν και άλλοι που τα πράγματα είναι ζόρικα. Μάλιστα, θυμάμαι, πριν από δυο χρόνια που ταξίδεψα στη Νέα Υόρκη για να πάρω μια συνέντευξη πολλοί είχαν εντυπωσιαστεί. Θεώρησαν ότι βγάζω τόσα πολλά ώστε έχω την ευχέρεια να χορηγώ τον εαυτό μου και ύστερα να πουλάω τα θέματά μου ακριβά. Δάνειο είχα πάρει. Είχα πάρει δάνειο για να καλύψω τα έξοδα της συνέντευξης. Στις 3 Οκτωβρίου του 2008 κατέβαλα την τελευταία δόση. Δόση! Δόση, δάνεια, πιστωτικές, γραμμάτια,υπερανάληψη…
Οι νέοι σήμερα χρωστάνε. Στον εαυτό τους χρωστάνε. Παλεύουν να ξεπληρώσουν το χρέος τους σε μια κοινωνία που δεν τους άφησε ποτέ να ανοίξουν τα
φτερά τους. Μέρες τώρα μάζευα αποκόμματα από εφημερίδες που μιλούσαν με αριθμούς
για τα ποσοστά των νέων που ζουν με μισθούς στα όρια της φτώχειας, που αναγκάζονται να βγάλουν πιστωτική για να αγοράσουν δυο σακούλες πράγματα από
το σούπερ μάρκετ, που ψάχνουν ακόμα να βρουν δουλειά. Ήθελα να φιλοξενήσω τα στοιχεία στο άρθρο. Δεν μπορώ να το κάνω. Δεν θέλω να τα διαβάσω ξανά, με πιάνει θλίψη. Ας το κάνει κάποιος συνάδελφος. Στο ΤΕΒΕ χρωστάω πολλά,Πάρα πολλά. Έχω χάσει πλέον το λογαριασμό. Βασικά, δεν τον έχω χάσει∙ τους κρατάω όλους. Τώρα όμως έχω αναπτύξει τις άμυνές μου: ποτέ δεν ανοίγω το φάκελο. Ετσι όπως μου τον στέλνουν, τον στέλνω κι εγώ στο συρτάρι. Την Τετάρτη περιμένω να μου φέρουν καινούργια συρταριέρα από το IKEA. JONAS, τροχήλατη, από λακαρισμένο ξύλο σημύδας. Βλέπεις, το ελληνικό κράτος πρώτα μας υποχρεώνει να κάνουμε έναρξη επαγγέλματος, να εκδώσουμε μπλοκ
παροχής υπηρεσιών προκειμένου να μπορούμε να πληρωνόμαστε και ύστερα
να καταβάλλουμε υπέρογκα για τα δικά μας δεδομένα ποσά, αφού μας θεωρεί
επιχειρηματίες! Οταν αρρωσταίνει κάποιος φίλος, φοβάμαι. Δεν ξέρω τι θα κάνω όταν έρθει και μένα η σειρά μου. Είμαι ανασφάλιστος – δεν πλήρωσα τις απαραίτητες
εισφορές και έτσι ναι μεν είμαι γραμμένος στο ΤΕΒΕ αλλά δεν δικαιούμαι ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Τα περισσότερα βράδια μένω ξύπνιος.Περιμένω να ξημερώσει και ύστερα εξαντλημένος κλείνω τα μάτια μου. Αλήθεια, είναι φορές που νιώθω ότι συμμετέχω σε ένα παιχνίδι χαμένο. Οταν όμως μου το λένε οι άλλοι, πεισμώνω. Η ανάληψη των επτά ευρώ. Ντύθηκα καλά, πήγα στην τράπεζα και
περίμενα 20 ολόκληρα λεπτά στη σειρά για να πάρω αυτά τα 7 ευρώ που είχαν
μείνει στο λογαριασμό μου. Αν έχεις έρθει κι εσύ σε αυτή τη θέση, ξέρω πολύ
καλά πώς νιώθεις. Ξέρω ότι πρώτα μπήκες για να δεις αν υπάρχει κανένας
γνωστός στην ουρά, ύστερα έκανες ότι δήθεν κοιτάς τα φυλλάδια για τις πιστωτικές και στο τέλος πήρες νούμερο για το ταμείο. Ξέρω και για την υπόσχεση
που έδωσες στον εαυτό σου όταν έβγαινες από εκεί. Σου το εύχομαι, μέσα απ’
την καρδιά μου. Εσύ δεν μασάς. Οταν δεν έχω να πληρώσω το τηλέφωνο και μου το κόβουν, στέλνω e-mail στο γραφείο και τους ενημερώνω ότι τάχα μού έκλεψαν το κινητό. Θα μπορούν τώρα να με βρίσκουν σε ένα άλλο νούμερο – καρτοκινητό. Χρησιμοποίησα
αυτή τη δικαιολογία σε πέντε περιοδικά με τα οποία συνεργάζομαι – τώρα πάει κι
αυτή η καβάτζα μου. Εγώ δεν θα είμαι αισιόδοξος Θα χαιρόμουν αν έπαιρνα μπόνους για
την καλή δουλειά που παρέδωσα, αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Σχεδόν όλοι πάνε
να με κλέψουν. Ούτε καν δώρο Χριστουγέννων και Πάσχα δεν έχω πάρει – παρόλο που όταν πάω να κλείσω μια συμφωνία τούς λέω το αντίθετο, για να ανεβάζω την αμοιβή μου.
Στις 24 Ιανουαρίου γίνομαι είκοσι τεσσάρων. Κλείνω 7 χρόνια σχεδόν ως δημοσιογράφος. Και, πραγματικά, άλλα θυμάμαι ότι σκεφτόμουν όταν είχα το κεφάλι μου κολλημένο στο τζάμι της αμαξοστοιχίας και ταξίδευα από τη Θεσσαλονίκη για να έρθω στην Αθήνα.
Εγώ δεν θα είμαι τόσο αισιόδοξος όσο η δημοσιογράφος συγγραφέας
του βιβλίου «…για πενταροδεκάρες». Μπάρμπαρα Ερενράιχ («…κάποια μέρα
όλοι αυτοί θα απαυδήσουν για τη μη αναγνώριση της προσφοράς τους και
θα απαιτήσουν να πληρωθούν όσο αξίζουν. Θα εκδηλωθεί ένας θυμός που θα
οδηγήσει σε απεργίες και αναστάτωση. Αλλά δεν θα είναι το τέλος του κόσμου,
και στην ουσία μετά όλοι θα ζήσουμε καλύτερα»), θα πω μόνο ότι θα χαρώ
πολύ εκείνη την ημέρα να είμαι εκεί κι εγώ. Από τους πρώτους.
ΥΓ.: Στη φίλη μου τη Σάσα, που μετά από 17 χρόνια επιτυχημένης επαγγελματικής πορείας αναγκάζεται τώρα να δουλέψει ξανά σερβιτόρα, στο νέο φίλο μου Αργύρη, που
νιώθει ότι πνίγεται στο πατρικό του και θέλει να φύγει, να μείνει μόνος, αλλά δεν τα
καταφέρνει, στην Αθηνά, που γράφει 15ωρα στο αεροδρόμιο και το κορίτσι πάλι δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, στον εαυτό μου σε σένα που γνέφεις τώρα συγκαταβατικά…"
Καλή τύχη.
Κώστας Καρασαββίδης
kkarasavvidis@gmail.com
http://troktiko.blogspot.com/2008/12/blog-post_742.html
και :
Καταγγελία ντροπή από δημοσιογράφο για την εφημερίδα της Γιάννας, τον "Ελεύθερο Τύπο"
"Όταν πριν από μερικές εβδομάδες, στις 7 Δεκεμβρίου του 2008, ο Ελεύθερος Τύπος δημοσίευε το άρθρο μου με τίτλο «Οι νέοι χρωστάνε», στο οποίο περιέγραφα τις απαράδεκτες τακτικές της πλειονότητας των εκδοτικών συγκροτημάτων και τη δυσκολία των νέων – δημοσιογράφων και μη – να τα βγάλουν πέρα, δεν περίμενα με τίποτα ότι η εφημερίδα που δέχτηκε να φιλοξενήσει ένα τέτοιο κείμενο θα μου φέρονταν με τον ίδιο – και ακόμη πιο αισχρό – τρόπο.
Η συμφωνία που είχα με τον Διευθυντή Σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου και την συντονίστρια έκδοσης του ΕΤ2 ήταν να παραδίδω δύο κείμενα το μήνα και να αμείβομαι με το ποσό των 600 ευρώ, ανεξαρτήτως ημερομηνίας δημοσίευσης. Δυστυχώς, δεν προλάβαμε καλά-καλά να κλείσουμε μήνα και...
προς μεγάλη μου έκπληξη, λίγο πριν κατατεθεί η αμοιβή στον λογαριασμό μου επικοινώνησαν μαζί μου από το γραφείο του Διευθυντή του Ελεύθερου Τύπου και ζήτησαν να επαναδιαπραγματευτούμε το ποσό αφού «τα χρήματα αυτά είναι πάρα πολλά και τόσα χρήματα δεν παίρνουν δημοσιογράφοι με 30 χρόνια προϋπηρεσία». «Με όλο το θάρρος και το σεβασμό» ήταν η απάντηση που τους έδωσα, «εμείς αυτή τη συμφωνία έχουμε κάνει. Και έχω ήδη παραδώσει το έργο που συμφωνήσαμε». Αφού μεσολάβησαν αρκετά τηλεφωνήματα και αφού με διαβεβαίωσαν ότι η εφημερίδα δεν πρόκειται να εκτεθεί και θα πάρω ό, τι είχαμε συμφωνήσει, αντιθέτως Χριστουγεννιάτικα βρισκόμουν πάλι στην ίδια κατάσταση: να διεκδικώ τα χρήματα τα οποία είχα δουλέψει… Σε επόμενη τηλεφωνική επικοινωνία μού ανακοίνωσαν ότι τελικά δεν θα πάρω όσα είχαμε συμφωνήσει, αλλά θα πληρωθώ 458 ευρώ – δηλαδή 141 ευρώ λιγότερα. Αφού εκφράζω με έντονο τρόπο τη δυσαρέσκειά μου και αρνούμαι να πληρωθώ ευρώ λιγότερο από αυτό που έχουμε συμφωνήσει, παραμονή Πρωτοχρονιάς το ποσό ανεβαίνει στα 534 ευρώ – δηλαδή τελικώς πληρώθηκα 66 ευρώ λιγότερα…
Έκτοτε, επί 2 σχεδόν εβδομάδες, προσπαθούσα να έρθω σε επικοινωνία με τη Διεύθυνση του Ελεύθερου Τύπου – δίχως αποτέλεσμα. Ήθελα, τώρα που έβλεπα τα πράγματα πιο ψύχραιμα και πιο αποστασιοποιημένα, να μάθω γιατί έγινε όλο αυτό. Γιατί ενώ ήμουν συνεπής σε αυτό που είχαμε συμφωνήσει, η εφημερίδα δεν τίμησε τη συμφωνία μας. Μήπως απλώς είχε γίνει κάποιο λάθος; Γιατί συμβαίνουν λάθη στις μεγάλες εταιρείες. Και, σκόπευε η εφημερίδα να επανορθώσει; Δυστυχώς όλες οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες.
Μία επιστολή μόνο έλαβα από την εφημερίδα, στις 12 Ιανουαρίου, στην οποία μου ανακοίνωναν πως η επίσημη απάντηση από το Διοικητικό Συμβούλιο ήταν ότι δεν μπορούμε να συνεργαζόμαστε με τις αμοιβές που είχαμε αρχικώς συμφωνήσει και με καλούσαν να συνεχίσουμε τη συνεργασία με επαναπροσδιορισμό της αμοιβής μου. Κανένας λόγος για τα χρήματα που μου έφαγαν…
Να συνεχίσουμε τη συνεργασία!
Δεν θα με πείραζε αν άλλαζαν τη συμφωνία – έστω και μετά από ένα μόλις μήνα. Ή μάλλον θα με δυσαρεστούσε. Αλλά θα το σεβόμουν. Όχι όμως αφού έχω παραδώσει το έργο που έχουμε συμφωνήσει εκ των υστέρων να αλλάζει μονομερώς η συμφωνία και να μου τρώνε χρήματα. Δεν είναι τόσο το ποσό, αλλά η ενέργεια αυτή καθεαυτή. Πόσο μάλλον όταν γίνεται από μία εφημερίδα που δημοσίευε άρθρο μου στο οποίο κατήγγειλα αντίστοιχες ενέργειες που γίνονται εις βάρος δημοσιογράφων. Ε, αυτό είναι ακόμα πιο αισχρό.
Γνωρίζω πολύ καλά ότι τώρα, πια, θα είναι δύσκολο να με προσλάβει κάποιο συγκρότημα για να αρθρογραφώ στα έντυπά του. Και, σίγουρα, θα μου ήταν πιο βολικό να έκανα κι εγώ το κορόιδο, να έσκυβα το κεφάλι και παρόλ’ αυτά να συνέχιζα τη συνεργασία μου με την εφημερίδα από το να εργάζομαι ως σερβιτόρος – όπως τώρα. Δεν ξέρω αν θα ακουστεί αλαζονικό, αλλά καμαρώνω για τη στάση μου. Κάνω αυτήν την καταγγελία γιατί το οφείλω πρώτα στον εαυτό μου και ύστερα στους αναγνώστες. Ίσως να είναι αυστηρό και άδικο αυτό που θα πω, αλλά έτσι νιώθω: πάντα θα τα βάζω με τους συναδέλφους που επιτρέπουν με την παθητικότητά τους αυτές τις ανήθικες συμπεριφορές και ύστερα με την εργοδοσία. Αν όλοι εμείς ανεχόμαστε τέτοιες χυδαίες πρακτικές, τότε μας αξίζουν – και ακόμα χειρότερες.
Κάποιοι φίλοι μού λένε να είμαι πιο διαλλακτικός. Είμαι. Ή τουλάχιστον σήμερα, πια, δεν θυμίζω σε τίποτα εκείνο το απόλυτο αγόρι που όταν πρωτοξεκινούσε ως δημοσιογράφος δεν έβαζε καθόλου νερό στο κρασί του. Αυτή η εικόνα μού φαίνεται πολύ μακρινή και θαρρώ πως οφείλονταν στην ανωριμότητά μου. Αλλά είναι άλλο πράγμα να είσαι διαλλακτικός κι είναι τελείως διαφορετικό να σκύβεις το κεφάλι. Σωστά;
Δεν είμαι χαζός, ξέρω ότι είναι δύσκολοι καιροί. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας: πάντα έτσι δεν λέγαμε; Και σε καιρούς καλούς αυτό δεν ήταν πάντα το άλλοθί μας; Και γιατί όλα αυτά; Για να αγοράσουν 4-5 εκδότες άλλη μία Mercedes ο καθένας ή να χτίσουν από ένα εξοχικό ακόμα. Δε λέω, να τη χτίσουν τη βίλα. Αλλά να πάρουμε κι εμείς το μερίδιο που μας αναλογεί. Γιατί οι εκδοτικοί οργανισμοί δεν έγιναν εκδοτικοί οργανισμοί από μόνοι τους∙ ο καθένας από εμάς έχει συμβάλλει με τον δικό του τρόπο – άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο – στη δημιουργία και επιτυχία τους.
Θέλω ειλικρινά να ευχαριστήσω όλους τους αναγνώστες για τα δεκάδες e-mails που έλαβα και τους συναδέλφους για το ενδιαφέρον που έδειξαν. Και ακόμη περισσότερο θέλω να ευχαριστήσω τον Ελεύθερο Τύπο για ένα ακόμα μάθημα που πήρα".
Με εκτίμηση,
Κώστας Καρασαββίδης
troktiko:
Ότι ξέρει να γράφει είναι δεδομένο. Ότι ξέρει να είναι ασυμβίβαστος είναι και αυτό δεδομένο. Πάρτε τον κάποιο συγκρότημα. Ντροπή να έχει κάνει δύο καταγγελίες για συγκροτήματα και για αμοιβές που είναι αστείες. Και όσοι μέσα από τον Ε.Τ μας κάνατε επίθεση τι έχετε να πείτε για αυτή την αλήθεια; Θα απαντηθεί; Και ξέρετε ποιο είναι το ρίσκο για κάποιον που βάζει το όνομα του χωρίς να έχει πλάτες και να είναι όνομα.
http://troktiko.blogspot.com/2009/01/bl ... _6123.html