Η CETA
Η συμφωνία CETA (Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία – Comprehensive Economic and Trade Agreement) είναι παρόμοια με την ΤΤΙΡ, αφορά τον Καναδά και την ΕΕ, ενώ προωθήθηκε έξυπνα στον Καναδά – με την έννοια πως θα ωφελούταν σε πολύ μεγάλο βαθμό από την αύξηση των εξαγωγών του στην Ευρώπη. Πρόκειται για μία τεχνική που χρησιμοποιούν οι Η.Π.Α. επίσης στην ΕΕ για την ΤΤΙΡ – με στόχο να πείσουν για τα πλεονεκτήματα της.
Περαιτέρω, φαίνεται πως οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΕΕ και του Καναδά, όσον αφορά την CETA έχουν ολοκληρωθεί, χωρίς να είναι γνωστό στους Πολίτες – παρά το ότι προβλέπονται και σε αυτήν ιδιωτικά διαιτητικά δικαστήρια, μέσω των οποίων θα παρακάμπτεται το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Σε κάθε περίπτωση, όταν επικυρωθεί η CETA, θα έχει τη δυνατότητα κάθε αμερικανικός όμιλος, ο οποίος θα διατηρεί ένα μικρό υποκατάστημα στον Καναδά, να καταθέτει αγωγή εναντίον οποιουδήποτε ευρωπαϊκού κράτους θεωρεί πως βλάπτει τα συμφέροντα του – ενώ η εκδίκαση θα διενεργείται από ένα ιδιωτικό διαιτητικό δικαστήριο.
Φυσικά επίσης κάθε καναδικός, αφού η συμφωνία αφορά τον Καναδά και την ΕΕ. Για παράδειγμα, εάν η εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός», η οποία είναι θυγατρική της καναδικής Eldorado Gold, έχει την άποψη πως η ελληνική κυβέρνηση της προξενεί ζημίες στις Σκουριές με τις αποφάσεις της, τότε θα έχει τη δυνατότητα να την καταγγείλει σε κάποιο ιδιωτικό δικαστήριο – ζητώντας αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη ή για οτιδήποτε άλλο.
Περαιτέρω, εάν η CETA επικυρωθεί, αλλά όχι η ΤΤΙΡ, οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα έχουν σχεδόν όλα τα πλεονεκτήματα της ΤΤΙΡ, χωρίς τα μειονεκτήματα της – με την έννοια ότι, θα ανταγωνίζονται μεν τις ευρωπαϊκές εταιρείες στην ΕΕ, μέσω των θυγατρικών τους στον Καναδά, χωρίς όμως να ισχύει το ίδιο στις Η.Π.Α.
Με απλά λόγια, επειδή σχεδόν όλες οι αμερικανικές πολυεθνικές έχουν κάποια θυγατρική στον Καναδά ή μπορούν να ιδρύσουν όταν το κρίνουν σκόπιμο, τότε θα δύνανται να απολαμβάνουν όλα τα προνόμια και τα δικαιώματα που θα τους προσφέρει η CETA στην Ευρώπη – καταθέτοντας αγωγές εναντίον κρατών, δήμων και πόλεων, όταν θεωρούν πως οι αποφάσεις τους τις ζημιώνουν.
Για παράδειγμα, όταν μία εταιρεία όπως η Monsanto, την οποία σχεδιάζει να εξαγοράσει η γερμανική Bayer, δεν μπορεί να προωθήσει την έγκριση ενός γενετικά μεταλλαγμένου προϊόντος της στην Ευρώπη, ή μία άλλη όπως η Kellogg δεν επιτρέπεται να πουλήσει τα δημητριακά της από γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι, τότε θα μπορεί να ζητήσει την υποχρεωτική έγκριση του προϊόντος ή την αποζημίωση της (διαφυγόντα κέρδη) από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, μέσω της θυγατρικής του Καναδά – απευθυνόμενη σε κάποιο ιδιωτικό διαιτητικό δικαστήριο, το οποίο τελικά θα αποφασίσει.
Αντίθετα, η CETA δεν επιτρέπει κάτι αντίστοιχο στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, όσον αφορά τις Η.Π.Α. – οπότε εύλογα οι αμερικανοί δεν πιέζουν υπερβολικά για την υπογραφή της ΤΤΙΡ συμβιβαζόμενοι με τις απαιτήσεις των Ευρωπαίων, αφού η CETA τους είναι πολύ πιο ωφέλιμη. Ακόμη χειρότερα, τα ιδιωτικά δικαστήρια των επενδυτών θα μπορούσαν να αποφασίσουν πως οι αμερικανικές απόψεις υπερισχύουν των ευρωπαϊκών και καναδικών – ενώ, στις περιπτώσεις που θα υπάρχει σύγκρουση, θα έχουν τη δυνατότητα να επικαλεσθούν τους περιοριστικούς κανόνες της ΤΤΙΡ, παρά το ότι δεν θα έχει υπογραφεί η συμφωνία.
Ως εκ τούτου, η υπογραφή της CETA από την ΕΕ και τον Καναδά χωρίς την ΤΤΙΡ της ΕΕ με τις Η.Π.Α. θα ήταν καταστροφική – γεγονός που επεξηγεί την αγωνία των ευρωπαϊκών πολυεθνικών, όσον αφορά την επίτευξη ή μη της συμφωνίας ΤΤΙΡ. Λογικά λοιπόν θεωρείται πως η ΤΤΙΡ δεν είναι τίποτα άλλο, από ένας Δούρειος Ίππος των Η.Π.Α., με στόχο να επικεντρώσει όλες τις αντιδράσεις των Ευρωπαίων Πολιτών και τελικά να μην ψηφιστεί – όταν στο παρασκήνιο θα υπογράφεται η CETA με τον Καναδά, η οποία θα τους εξασφαλίζει τεράστια πλεονεκτήματα, χωρίς κανένα μειονέκτημα. Έτσι θα έχουν πετύχει μία διπλή νίκη, ενοχοποιώντας για την αποτυχία υπογραφής της ΤΤΙΡ τους Ευρωπαίους Πολίτες – οι οποίοι θα έχουν αυτοπαγιδευθεί, χωρίς καν να το γνωρίζουν.
.
H TISA
Η TiSA (Trade in Services Agreement), είναι μία συμφωνία που διαπραγματεύεται σήμερα μεταξύ των Η.Π.Α., των 28 χωρών της ΕΕ, καθώς επίσης 21 άλλων κρατών – όπως το Μεξικό, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, το Ισραήλ, η Ελβετία και η Τουρκία. Ο βασικός κρυφός σκοπός της είναι να υποχρεωθούν τα κράτη να ιδιωτικοποιήσουν όλες τις επιχειρήσεις κοινωνικής ωφελείας – μεταξύ των οποίων την ύδρευση, την ηλεκτρική ενέργεια, την Υγεία, την Παιδεία, την ασφάλεια και το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Οι διαπραγματεύσεις έχουν ήδη ξεκινήσει από το 2012, χωρίς να ενημερώνεται η κοινή γνώμη. Εάν δε ευοδωθούν, θα έχει πραγματοποιηθεί ο χωρισμός της παγκόσμιας κοινωνίας σε δύο τάξεις – η κυρίαρχη των οποίων, η διεθνής ελίτ, θα εδραιωθεί, χωρίς πλέον να κινδυνεύει να χάσει τα ηγεμονικά της προνόμια.
Περαιτέρω, η TISA σχεδιάζεται να υιοθετηθεί από πενήντα χώρες, συμπεριλαμβάνοντας τη διασυνοριακή ανταλλαγή υπηρεσιών. Τα κράτη δε που συμμετέχουν στις μυστικές συζητήσεις επιδιώκουν μία ευρεία «απορρύθμιση» του τομέα των υπηρεσιών – γεγονός που θα επέτρεπε μεταξύ άλλων στους πολυεθνικούς ομίλους, να εμπορεύονται παγκοσμίως με νοικιασμένους ή «δανεικούς» εργαζομένους.
Οι πενήντα αυτές χώρες αντιπροσωπεύουν το 65% περίπου του παγκοσμίου εμπορίου στον τομέα των υπηρεσιών – με πρώτο στόχο της συμφωνίας να αποτελεί η ιδιωτικοποίηση του νερού. Στα πλαίσια αυτά, η αναφορά (Petition) εναντίον της ιδιωτικοποίησης της ύδρευσης, η οποία κατατέθηκε στις Βρυξέλλες από την πρωτοβουλία «right 2 water», απορρίφθηκε από την Κομισιόν – με την αιτιολογία πως δεν είναι αρμόδια για το θέμα.
Προφανώς η Κομισιόν γνώριζε πως διενεργούνται διαπραγματεύσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, οι οποίες αφορούν και το νερό – οπότε απέφυγε να απαντήσει. Ειδικά όσον αφορά το θέμα αυτό, το ντοκιμαντέρ για τις περιπέτειες του νερού στην Ελλάδα (ΣΤαγώνες – πηγή εδώ), είναι από τα καλύτερα στο είδος του – ενώ οι Έλληνες δύσκολα μπορούν να αμυνθούν, λόγω της υπερχρέωσης της χώρας και της υπαγωγής της σε ένα νέο καθεστώς διεθνούς οικονομικού ελέγχου.
Περαιτέρω, η συμφωνία μπορεί να επεκταθεί και σε άλλους τομείς – όπως στην κατάργηση των απαγορεύσεων που προέβλεπε η GATS (η διεθνής συμφωνία για το εμπόριο και τις υπηρεσίες του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου), σχετικά με τις επιχειρήσεις δημοσίου ενδιαφέροντος. Ειδικότερα, γίνεται προσπάθεια μέσω αυτής να εδραιωθούν οι ιδιωτικοποιήσεις που διενεργούνται από ορισμένες χώρες, επίσης στα πλαίσια των μέτρων που επιβάλλει το ΔΝΤ – έτσι ώστε να είναι αδύνατη η επανεθνικοποίηση τους.
Για παράδειγμα, η πόλη του Παρισιού πούλησε το 1985 τη δημόσια επιχείρηση ύδρευσης στους ομίλους GDF Suez και Veolia – με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι τιμές του νερού περισσότερο από 100%, καθώς επίσης να μειωθεί η ποιότητα του, λόγω της ελλιπούς συντήρησης του δικτύου, για εξοικονόμηση δαπανών.
Έτσι λοιπόν αποφάσισε η πόλη το 2010 να αγοράσει ξανά τη δημόσια επιχείρηση – κάτι που δεν θα είναι στο μέλλον δυνατόν, εάν υπογραφεί η παραπάνω συμφωνία (TiSA). Κάτι ανάλογο συνέβη και στο Αμβούργο, όταν το κρατίδιο αποφάσισε να εθνικοποιήσει την εταιρεία ηλεκτρικής ενέργειας – η οποία είχε αυξήσει σημαντικά τις τιμές, επιβαρύνοντας δυσανάλογα τα νοικοκυριά.
Όσον αφορά τώρα την απασχόληση, οι ιδιωτικοποιήσεις αυξάνουν σημαντικά την ανεργία – γεγονός που τεκμηριώνεται από τις Η.Π.Α., στις οποίες οι αποκρατικοποιήσεις της ύδρευσης και των παράλληλων κλάδων, οδήγησαν στην απώλεια του 1/3 των θέσεων εργασίας. Συμπερασματικά λοιπόν οι πολυεθνικοί όμιλοι προετοιμάζονται «θεσμικά», με στόχο την λεηλασία της δημόσιας περιουσίας πολλών κρατών, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα αντίδρασης εκ μέρους τους.
Παράλληλα, επιδιώκουν τη λεηλασία των εργαζομένων, με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, με την επιβολή χαμηλών μισθών σε ορισμένους τομείς, καθώς επίσης με τη διεύρυνση της «δανεικής εργασίας» – της ενοικίασης των εργαζομένων δηλαδή από ανάλογες εταιρείες, για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να μην απαιτούνται απολύσεις, αποζημιώσεις κοκ.
Η συντριπτική πλειοψηφία πάντως των βουλευτών της ΕΕ υποστήριξε στις 03.02.2106 ένα ψήφισμα που καθορίζει τις συστάσεις τους προς την Επιτροπή, για τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις που αφορούν την TiSA. Το τελικό κείμενο έχει υιοθετηθεί με 532 ψήφους υπέρ, 131 κατά και 36 αποχές (πηγή). Υπέρ του κειμένου τοποθετήθηκαν οι Χριστιανοδημοκράτες, οι Σοσιαλιστές, οι Συντηρητικοί και οι Φιλελεύθεροι. Οι Πράσινοι, η Αριστερά και οι Εθνικιστές βουλευτές αντιτάχθηκαν, ενώ το βρετανικό UKIP επείχε. Σε επί μέρους άρθρα της συμφωνίας υπήρχαν όμως διαφορές – όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί.
Τέλος, οι διαπραγματεύσεις που αφορούν την παραπάνω συμφωνία, όπως και όλες τις υπόλοιπες, είναι κρυφές, κυρίως επειδή το απαίτησαν οι Η.Π.Α. – οι οποίες ζήτησαν να κρατηθούν μυστικά όλα όσα συμφωνηθούν, τουλάχιστον για πέντε έτη μετά την τελική υπογραφή τους.