stal_2008 έγραψε:Υ.Γ. ΤΕΥΤΑΜΕ, κάποια σχόλια για τα "πατήρ", "μητήρ" κλπ με βάση την παραπάνω παρέμβαση μου ;
Δεν ημέλησα καθόλου τα όσα σημαντικά έγραψες σχετικά με τις δυο αυτές λέξεις.
stal_2008 έγραψε:Οι λέξεις δεν έχουν ρίζα το "πα", "μα" και κατάληξη το -"τηρ" επειδή δεν παράγουν ... νόημα, ιδιαίτερα δε η κατάληξη -"τηρ" στην λέξη "θυγατήρ".
Αντίθετα, υποστηρίζεται ότι όλα αυτά τα ζητήματα επιλύονται μόνο με την ... ανυπαρξία της "ινδο-ευρωπαϊκής" πρωτο-ταυτότητας.
Θα ξεκινήσω με την κατάληξη
-τηρ που μπορεί μεν ως επίθημα να δηλοί το ενεργούν πρόσωπον, αλλά δεν σημαίνει ότι είναι λεξικόν τεμάχιον κενόν νοήματος. Προφανώς υπήρξεν αρχηθεν αυτόνομος λέξις, που σύμφωνα με την γραμματικοποίηση*, "εκφυλίστηκε" σε επίθημα. Απόδειξις τούτου είναι: 1) συναντάται σε όλες τις βαθμίδες μεταπτώσεως όπως οιαδήποτε άλλη λέξις (-
τωρ,-τορ,-τηρ,-τερ,-τρ, -τρα), οιον εις τις λέξεις (ο) ρή-
τωρ, (ω) ρή-
τορ, ασ-
τήρ, ασ-
τέρ-ων, ασ-
τρά-σι(ν)), 2) σύμφωνα με την γραμματικοποίηση, που προείπαμε, η άλλοτε αυτόνομη λέξις -τΦρ (Φ=φωνήεν) "εκφυλίστηκε" σε δεσμευμένο γραμματικά μόρφημα, εν προκειμένωι επίθημα (επιτίθεται εις το θέμα). Ανάλογες περιπτώσεις έχουμε και σε άλλα επιθήματα οιον το
-μα(τ) στην λέξιν
μνή-μα (γεν.
μνή-μα-τ-ος) προερχόμενον εκ του ρήματος
μένω (ρ.
μν/Φ** (εκ του
μεν-ω) εξελιχθέν εις
μαν ή
μα). Στα δε λατινικά το -μα(τ) είναι -mentum με ανάπτυγμα -ment(ελλ. μα(τ)-). Μνήμα είναι λοιπόν αυτό που μένει (μα-) στην μνήμη ή αντιστοίχως εις την λατινικήν monu-mentum (mon- εκ του μεν-) . Πόσες αδελφές γλώσσες είναι αυτές οι δυο, ουδεμίαν έχουσες σχέσιν με ΙΕ, που τις θελει σαν μία από τις πολλές διασπασθείσες εκ της Πρωτογλώσσης γλώσσες. Στα λατινικά λ.χ έχουμε το επίθημα -
fer οιον εις την λέξιν
calori-fer (το σημερινό καλοριφέρ), όπερ φέρει την θερμότητα (calor).
Αναλώσαμε λίγο χρόνο σ' αυτό, αλλά νομίζω πως είχε την σημασίαν του. Ας περάσουμε, λοιπόν, στο
πατήρ και στο
μήτηρ. Εκ πρώτης όψεως η ανάλυση είναι πα + τήρ / μή(α)- τηρ. Το θέμα δεν είναι ότι το "πα" και το "μα" δεν έχουν σημασία, αλλά ο χωρισμός θέματος και επιθήματος δεν ικανοποιεί έτσι. Ανήκει στην χορεία των τριτοκλίτων ονομάτων οιον το
θυγάτ-ηρ, αν-ήρ, γαστ-ήρ κοκ. Ακολουθώντας αυτών την μορφολογική ανάλυση καλούμεθα και εδώ να πράξουμε το ίδιο. Και τα αποτελέσματα έιναι πιο ενθαρρυντικά γιατί έτσι το πα- και το μα- γίνεται πατ- και ματ- με το επίθημα -ηρ. Η δική μου πρόταση, λοιπόν, είναι ότι στο μεν
πατ-ήρ το θέμα πατ- είναι συμβατό με το ρήμα
πατέομαι (λατ. pa-sc-o) = αποκτώ, εξασφαλίζω.
Έτσι, εννοιολογικά ο
πατήρ έχει και γλωσσικά επωμιστεί τον ρόλο του θηρευτού που εξασφαλίζει στην οικογένεια τα πρός το ζην. Αντίθετα, η
μήτηρ, που αρχαιόθεν είχε μια τιμητική θεση στην κοινωνία στα πλαίσια του μητριαρχικού συστήματος, είναι αυτή που είναι σε θέση να επινοεί, να σκέφτεται οικο-νομικά (νέμω τον οικον). Έτσι, η λέξις που κρύπτεται όπισθεν είναι η λέξις
μήτις (μητ-ις = επινόηση) (βλ. και
μηδος, μήδομαι κοκ.). Η διαφορά στην θεση του τόνου στις δυο λέξεις ίσως να οφείλεται στο αρχικό ακριβώς πρότυπο (πατέομαι -πατήρ//μήτις - μήτηρ).
* Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον A. Meillet (1912) για να δηλώσει τη σταδιακή απόδοση γραμματικού χαρακτήρα σε μια μέχρι πρότινος αυτόνομη λέξη . Στη σύγχρονη βιβλιογραφία χρησιμοποιείται ευρύτερα και για το ήδη γραμματικό στοιχείο που εξελίσσεται σε γραμματικότερο.
** το λεγόεμενον φωνηεντικό έρρινο.Τα φωνηεντικά υγρά και έρρινα r̥, l̥, m̥, n̥ της πρωτοϊνδοευρωπαϊκής έχουν τραπεί μάλλον ήδη στην πρωτοελληνική κυρίως σε -α και αντιστοιχούν σε φωνήματα αρ/ρα, αλ/λα, α/αν/να, α/αμ/μα, π.χ. ΠΙΕ *patr̥si>ελλ. πατράσι, ΠΙΕ*kr̥d>ελλ. καρδία. To τετραγωνάκι εδω είναι ενα κυκλάκι κάτω από το έρρινο.