Ελληνικό έθος (από Fabius Maximus)
Δημοσιεύτηκε: Παρ 20 Απρ 2007, 12:15
Posted: Wed Feb 14, 2007 1:37 pm Post subject: Ελληνικό έθος
Από Fabius Maximus
Η Αίσα είναι η αρχέγονη ελληνική θεότητα, η οποία εκφράζει την ιδέα της ισότητας όλων των όντων ενώπιον του συμπαντικού νόμου που τον προσωποποιεί ο παντεπόπτης «πατήρ ανδρών τε θεών τε» Δίας. Το όνομα της, άλλωστε, προέρχεται ετυμολογικά από τη λέξη ίσος.
Η Αίσα διανέμει σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη τη φυσική της μοίρα, αλλά και τα όρια της ως πνευματικής και ηθικής παρουσίας. Κανένας δεν μπορεί να υπερβεί τα ανθρώπινα όρια, κανείς δεν μπορεί να γίνει θεός ή, να αποφύγει το θάνατο. Αυτός είναι ο ακατάλυτος συμπαντικός νόμος της ισότητας επί των ανθρωπίνων. Στην ελληνική αντίληψη, ωστόσο, αυτή η ισότητα επεκτείνεται και έναντι των ανθρωπινών νόμων. Για αυτό κάθε παράβαση, κάθε αποδοχή ανισότητας, αποτελεί παράβαση της θεάς Αίσης και της νομοτέλειας του σύμπαντος.
Ετσι από τον 8ο πχ αιώνα οι ελληνικές πόλεις αναθέτουν τη διακυβέρνηση τους στους αισυμνήτες. Η λέξη σημαίνει (μέμνηται την Αισαν), δηλαδή αυτός που κατά την άσκηση της εξουσίας λαμβάνει υπόψη του τον συμπαντικό νόμο της ισότητας και κατά συνέπεια έχουμε ίση αντιμετώπιση και μεταχείριση των κυβερνώμενων ενώπιον του νόμου. Οι Αισυμνήτες ακόμη, όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά ήταν εκλεγμένοι από τον λαό και υποχρεωμένοι να απονέμουν το δίκαιο με βάση την ισότητα και όχι με υπέρβαση ή, προνομιακή μεταχείριση. Αυτή λοιπόν είναι η αρχή της ισονομίας που μόνο οι αρχαίοι Ελληνες μπόρεσαν να τη συλλάβουν, μια και οι άλλοι λαοί ήταν υπό τον δεσπότη – βασιλέα που ο λόγος του ήταν νόμος.
Ο Ομηρος μας πληροφορεί πως ακόμη και η εξουσία των «διογενών» βασιλέων της ηρωϊκής εποχής δεν ήταν απεριόριστη, ούτε παρά τους νόμους. Οι Ελληνες βασιλείς όχι μόνο συγκαλούσαν για σημαντικά θέματα τις βουλοφόρες αγορές, αλλά ήταν και εγγυητές επί των θεσμών και των νόμων. Σε αντίθεση με τους βάρβαρους, τους Κύκλωπες, όπου ούτε συνελεύσεις γίνονταν, ούτε θεσμοθετημένοι κανόνες, αλλά ο Πολύφημος κυβερνά αγνοώντας κάθε έννοια δικαίου.
Από τα παραπάνω βλέπουμε πως η πολιτιστική υπεροχή των Ελλήνων που κηρύχθηκε ιδιαίτερα στα κλασικά χρόνια ανάγεται σε πολύ παλαιότερες εποχές. Οι Κύκλωπες αγνοούν και νόμους και δίκαιο και κοινωνική πολιτική οργάνωση. Ζουν υπό καθεστώς δεσποτικό, είναι υπήκοοι και υπακούν τυφλά στη δύναμη του βασιλιά τους, ο οποίο ς έχει εξουσία απεριόριστη. Κάτι που βλέπουμε και στους Πέρσες του 5ου αιώνα π.χ. αλλά και σε όλους τους λαούς πλην των Ελλήνων.
Οι Ελληνες άρχοντες ασκούν την εξουσία τους με περιορισμούς «τα των Ελλήνων νόμιμα», στις αγορές εκφράζουν τη γνώμη τους συναποφασίζουν για διάφορα θέματα και επιλύουν τις διαφορές τους σύμφωνα με τους νόμους. Υπάρχουν οι θεμιστοπόλοι, οι οποίοι φροντίζουν να γίνονται όλα κατά την «πάτριος πολιτεία» και ο βασιλιάς είναι ο εγγυητής της διατηρήσεως της τάξεως. Η αθηναϊκή δημοκρατία, λοιπόν, δεν εμφανίζεται ξαφνικά στο προσκήνιο, αλλά έχει τις ρίζες βαθιά στο χρόνο.
Αυτή η διαφοροποίηση των Ελλήνων προς τον τρόπο της πολιτικής, πολιτιστικής και κοινωνικής τους οργάνωσης τους έδωσε το αίσθημα υπεροχής έναντι των άλλων λαών και όχι για φυλετικούς λόγους. Ετσι βλέπουμε την αντίθεση των Ελλήνων σε σχέση με άλλους λαούς που προβάλουν κάποια φανταστική φυλετική ανωτερότητα, είτε τη δήθεν επιλογή τους από το θεό ως περιούσιοι.
Ο Παναγής Λεκατσάς στην εισαγωγή που κάνει στα Πολιτικά του Αριστοτέλη γράφει: «Η αντίθεσις προς τους βαρβάρους ερείδεται επί τη βάσει της πολιτικής των Ελλήνων προς τούτους, τους φορείς της απολύτου δεσποτικής εξουσίας. Ειδικότερον δια τους Ελληνας τα κύρια χαρακτηριστικά του βαρβάρου λαού είναι τα εξής:
Α) Ασύνακτος εις κράτος – πόλιν λαός νομαδικός ή είς έκτασιν γην εγκατεστημένος.
Β) Δεσποτική εξουσία θεωρούμενη υπό των δεσποζομένων ως φυσική, δίκαια και νόμιμος. Κατά τον Αριστοτέλη οι βάρβαροι είναι φύσει ανελεύθεροι και προωρισμένοι εις ταπεινόν και δουλικόν βίον».
Χαρακτηριστικός είναι ο στίχος του Ευριπίδη στην Ιφιγένεια εν Αυλίδι. «Βαρβάρων δ’ Ελληνας αρχείν εικός, αλλ’ ου βάρβαρους μήτερ, Ελλήνων * το μεν γαρ δούλον, οι δ’ ελεύθεροι».
Ο μεγάλος τραγικός υποτυπώνει με σαφήνεια το κυρίαρχο στοιχείο της έννοιας της ελληνικότητας που είναι η ελευθερία. Ελευθερία πολιτική, κοινωνική, σκέψεως, εκφράσεως, μακριά από δόγματα (θρησκευτικά, φιλοσοφικά, κοινωνικά). Το ανώτατο αγαθό για τους Ελληνες δεν είναι η δύναμη, ο πλούτος, η ευγενική καταγωγή, αλλά η ελευθερία. Και αυτή είναι η μοναδική και αναντικατάστατη προϋπόθεση για μια ευτυχισμένη ζωή. «Ευδαίμον το ελεύθερον», όπως έγραψε ο Θουκυδίδης.
Η ελευθερία, όμως, δεν είναι δωρεά, ούτε κληρονομιά, είναι κατάκτηση αγώνων και πάντα στο βίο μας ενεδρεύουν οι Σκύλλες και οι Σειρήνες. Μπορούμε, όμως, να αντεπεξέλθουμε, αρκεί να ακολουθήσουμε την πανάρχαια ελληνική πρόταση, το μεγάλο δίδαγμα της ελληνικής παιδείας, «βίος εν αρετή».
Από Fabius Maximus
Η Αίσα είναι η αρχέγονη ελληνική θεότητα, η οποία εκφράζει την ιδέα της ισότητας όλων των όντων ενώπιον του συμπαντικού νόμου που τον προσωποποιεί ο παντεπόπτης «πατήρ ανδρών τε θεών τε» Δίας. Το όνομα της, άλλωστε, προέρχεται ετυμολογικά από τη λέξη ίσος.
Η Αίσα διανέμει σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη τη φυσική της μοίρα, αλλά και τα όρια της ως πνευματικής και ηθικής παρουσίας. Κανένας δεν μπορεί να υπερβεί τα ανθρώπινα όρια, κανείς δεν μπορεί να γίνει θεός ή, να αποφύγει το θάνατο. Αυτός είναι ο ακατάλυτος συμπαντικός νόμος της ισότητας επί των ανθρωπίνων. Στην ελληνική αντίληψη, ωστόσο, αυτή η ισότητα επεκτείνεται και έναντι των ανθρωπινών νόμων. Για αυτό κάθε παράβαση, κάθε αποδοχή ανισότητας, αποτελεί παράβαση της θεάς Αίσης και της νομοτέλειας του σύμπαντος.
Ετσι από τον 8ο πχ αιώνα οι ελληνικές πόλεις αναθέτουν τη διακυβέρνηση τους στους αισυμνήτες. Η λέξη σημαίνει (μέμνηται την Αισαν), δηλαδή αυτός που κατά την άσκηση της εξουσίας λαμβάνει υπόψη του τον συμπαντικό νόμο της ισότητας και κατά συνέπεια έχουμε ίση αντιμετώπιση και μεταχείριση των κυβερνώμενων ενώπιον του νόμου. Οι Αισυμνήτες ακόμη, όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά ήταν εκλεγμένοι από τον λαό και υποχρεωμένοι να απονέμουν το δίκαιο με βάση την ισότητα και όχι με υπέρβαση ή, προνομιακή μεταχείριση. Αυτή λοιπόν είναι η αρχή της ισονομίας που μόνο οι αρχαίοι Ελληνες μπόρεσαν να τη συλλάβουν, μια και οι άλλοι λαοί ήταν υπό τον δεσπότη – βασιλέα που ο λόγος του ήταν νόμος.
Ο Ομηρος μας πληροφορεί πως ακόμη και η εξουσία των «διογενών» βασιλέων της ηρωϊκής εποχής δεν ήταν απεριόριστη, ούτε παρά τους νόμους. Οι Ελληνες βασιλείς όχι μόνο συγκαλούσαν για σημαντικά θέματα τις βουλοφόρες αγορές, αλλά ήταν και εγγυητές επί των θεσμών και των νόμων. Σε αντίθεση με τους βάρβαρους, τους Κύκλωπες, όπου ούτε συνελεύσεις γίνονταν, ούτε θεσμοθετημένοι κανόνες, αλλά ο Πολύφημος κυβερνά αγνοώντας κάθε έννοια δικαίου.
Από τα παραπάνω βλέπουμε πως η πολιτιστική υπεροχή των Ελλήνων που κηρύχθηκε ιδιαίτερα στα κλασικά χρόνια ανάγεται σε πολύ παλαιότερες εποχές. Οι Κύκλωπες αγνοούν και νόμους και δίκαιο και κοινωνική πολιτική οργάνωση. Ζουν υπό καθεστώς δεσποτικό, είναι υπήκοοι και υπακούν τυφλά στη δύναμη του βασιλιά τους, ο οποίο ς έχει εξουσία απεριόριστη. Κάτι που βλέπουμε και στους Πέρσες του 5ου αιώνα π.χ. αλλά και σε όλους τους λαούς πλην των Ελλήνων.
Οι Ελληνες άρχοντες ασκούν την εξουσία τους με περιορισμούς «τα των Ελλήνων νόμιμα», στις αγορές εκφράζουν τη γνώμη τους συναποφασίζουν για διάφορα θέματα και επιλύουν τις διαφορές τους σύμφωνα με τους νόμους. Υπάρχουν οι θεμιστοπόλοι, οι οποίοι φροντίζουν να γίνονται όλα κατά την «πάτριος πολιτεία» και ο βασιλιάς είναι ο εγγυητής της διατηρήσεως της τάξεως. Η αθηναϊκή δημοκρατία, λοιπόν, δεν εμφανίζεται ξαφνικά στο προσκήνιο, αλλά έχει τις ρίζες βαθιά στο χρόνο.
Αυτή η διαφοροποίηση των Ελλήνων προς τον τρόπο της πολιτικής, πολιτιστικής και κοινωνικής τους οργάνωσης τους έδωσε το αίσθημα υπεροχής έναντι των άλλων λαών και όχι για φυλετικούς λόγους. Ετσι βλέπουμε την αντίθεση των Ελλήνων σε σχέση με άλλους λαούς που προβάλουν κάποια φανταστική φυλετική ανωτερότητα, είτε τη δήθεν επιλογή τους από το θεό ως περιούσιοι.
Ο Παναγής Λεκατσάς στην εισαγωγή που κάνει στα Πολιτικά του Αριστοτέλη γράφει: «Η αντίθεσις προς τους βαρβάρους ερείδεται επί τη βάσει της πολιτικής των Ελλήνων προς τούτους, τους φορείς της απολύτου δεσποτικής εξουσίας. Ειδικότερον δια τους Ελληνας τα κύρια χαρακτηριστικά του βαρβάρου λαού είναι τα εξής:
Α) Ασύνακτος εις κράτος – πόλιν λαός νομαδικός ή είς έκτασιν γην εγκατεστημένος.
Β) Δεσποτική εξουσία θεωρούμενη υπό των δεσποζομένων ως φυσική, δίκαια και νόμιμος. Κατά τον Αριστοτέλη οι βάρβαροι είναι φύσει ανελεύθεροι και προωρισμένοι εις ταπεινόν και δουλικόν βίον».
Χαρακτηριστικός είναι ο στίχος του Ευριπίδη στην Ιφιγένεια εν Αυλίδι. «Βαρβάρων δ’ Ελληνας αρχείν εικός, αλλ’ ου βάρβαρους μήτερ, Ελλήνων * το μεν γαρ δούλον, οι δ’ ελεύθεροι».
Ο μεγάλος τραγικός υποτυπώνει με σαφήνεια το κυρίαρχο στοιχείο της έννοιας της ελληνικότητας που είναι η ελευθερία. Ελευθερία πολιτική, κοινωνική, σκέψεως, εκφράσεως, μακριά από δόγματα (θρησκευτικά, φιλοσοφικά, κοινωνικά). Το ανώτατο αγαθό για τους Ελληνες δεν είναι η δύναμη, ο πλούτος, η ευγενική καταγωγή, αλλά η ελευθερία. Και αυτή είναι η μοναδική και αναντικατάστατη προϋπόθεση για μια ευτυχισμένη ζωή. «Ευδαίμον το ελεύθερον», όπως έγραψε ο Θουκυδίδης.
Η ελευθερία, όμως, δεν είναι δωρεά, ούτε κληρονομιά, είναι κατάκτηση αγώνων και πάντα στο βίο μας ενεδρεύουν οι Σκύλλες και οι Σειρήνες. Μπορούμε, όμως, να αντεπεξέλθουμε, αρκεί να ακολουθήσουμε την πανάρχαια ελληνική πρόταση, το μεγάλο δίδαγμα της ελληνικής παιδείας, «βίος εν αρετή».