ΘΡΑΚΕΣ ΚΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙΟΙ
Δημοσιεύτηκε: Τετ 24 Μαρ 2010, 01:29
ΘΡΑΚΕΣ ΚΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙΟΙ
Μετάφραση από την ΜΑΡΙΑ ΡΑΛΛΗ - ΥΔΡΑΙΟΥ, Μ.Α. Κριτικής Θεωρίας, Ιστορικό - Αρχαιολόγο Η Θρακολογία και η Μυκηνολογία είναι δυο κλάδοι των Ινδο-Ευρωπαϊκών Σπουδών ίσης αξίας για το θέμα " ενδοσχέσεις ανάμεσα στους Πρωτο-Θράκες και στους Πρώτο- Έλληνες" εφ' όσον αμφότεροι έζησαν στην ίδια γεωγραφική περιοχή. Ο καθηγητής ALEXANDER FOL ξεκίνησε μια διεθνή προσέγγιση στη Θρακολογία. Είδε ότι οι θησαυροί του θρακικού πολιτισμού δεν θα έπρεπε να περιοριστούν μόνον στις χώρες της Νότιας - Ανατολικής Ευρώπης αλλά να μοιραστούν με τα έθνη όλου του κόσμου. Σε μια σειρά από συνέδρια - το πρώτο έγινε το 1972- ο Α. FOL έκανε τη Θρακολογία ένα ζωτικό τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης. Έτσι γεννήθηκε μια μοντέρνα, διεθνής επιστήμη στο Πρώτο Διεθνές Συνέδριο Θρακολογίας στη Σόφια.
Πριν από χρόνια, όταν υπήρχαν λιγότερα γλωσσολογικά και αρχαιολογικά στοιχεία, οι ερευνητές της Αρχαίας Θράκης έβγαλαν το συμπέρασμα ότι αυτά που είδαν στην περιοχή αυτή γύρω στα μέσα της πρώτης χιλιετίας π.Χ. και λίγο αργότερα, και τα οποία τους θύμιζαν τον Μυκηναϊκό πολιτισμό, ήταν κατάλοιπα του παρελθόντος. Υπέθεσαν ότι αυτά τα κατάλοιπα ή ενθυμήματα της Μυκηναϊκής εποχής στην Ελλάδα μπορεί να ήταν το αποτέλεσμα μιας πιθανής, αν και καθυστερημένης, επίδρασης των Μυκηναϊκών κέντρων επάνω στο Βορρά. Ιδιαίτερης σημασίας είναι το γεγονός ότι ανάμεσα στην Ανατολία και στη Νοτιο-Ανατολική Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της λεκάνης του Καυκάσου-Μαύρης θάλασσας, αναδύθηκε ένας σχετικά ενοποιημένος τελετουργικός και μυθολογικός συμβολισμός, ο οποίος και αποδεικνύεται από βασικά αντικείμενα και ζωομορφικές συνταυτίσεις: ο διπλός πέλεκυς και ο σταυρός ήταν συνδεδεμένα με τη λατρεία της Μητέρας-θεάς καθώς και με τη λατρεία των νεκρών. Μερικές φορές και η γυναικεία μορφή απεικονιζόταν με το σχήμα του σταυρού. Η Θράκη διατήρησε για πολύ καιρό την αρχαία σημασιολογία των κυριοτέρων μυθολογικών συμπλεγμάτων λατρείας αυτής της περιοχής: τα πουλιά και τα ελάφια, τις γυναικείες φιγούρες, το άλογο και το άρμα, τον ταύρο, κ.ά. Μεγάλης σημασίας ήταν τα μνημεία που χρονολογούνται έως την πρώτη χιλιετία π.Χ., όπως τα μεγαλιθικά μνημεία στο πρώτο μισό της χιλιετίας και ο θόλος και οι θολωτοί τάφοι στο δεύτερο μισό. Ολόκληρος ο μεγαλιθικός πολιτισμός είναι δυνατόν να ερμηνευτεί μόνον με την έννοια της λατρείας του Ήλιου.
Η όλη αρχιτεκτονική της ταφής μπορεί να εξηγηθεί με την ιδέα της Μεγάλης Μητέρας - θεάς και του Υιού - Πρόγονού της (Βασιλιά Ιερέα - θεού). Τα μνημεία δεν μαρτυρούν μια αργοπορημένη αναγέννηση των Μυκηναϊκών παραδόσεων σε χώρες μη Μυκηναϊκές αλλά δείχνουν τον θρακικό πολιτισμό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. ο οποίος συνέχισε την άνθηση του και στην πρώτη χιλιετία π.Χ. και εν μέρει ακόμη αργότερα, στους αιώνες μ.Χ. Την εποχή που η Θράκη γνώρισε τους πρώτους Έλληνες ποιητές και συγγραφείς, ο πληθυσμός αυτών των εδαφών είχε φθάσει στην καθοριστική μορφή της θρησκευτικής του σκέψης, της θρησκευτικής του δοξασίας και της ιστορικής του συμπεριφοράς. Στους αιώνες που ακολούθησαν αυτή η πνευματική ζωή, όπως, π.χ., ο πολιτισμός σαν ένας τύπος ιστορικής συμπεριφοράς, δεν άλλαξε ουσιαστικά. Απλά προσαρμόστηκε στις υλιστικές συνθήκες ζωής που άλλαζαν κατά τη διάρκεια της εποχής του Σιδήρου. Τα επιφανειακά ή ανεπαρκώς αφομοιωμένα στοιχεία του απορρίφθηκαν. Διατηρήθηκαν, όμως, τα πιο βαθιά στρώματα σχέσεων ανάμεσα στον άνθρωπο, την κοινωνία και τη φύση. Όλα δείχνουν ότι η περίοδος ανάμεσα στο δέκατο έκτο και ενδέκατο αιώνα π.Χ. ήταν η μεγάλη εποχή της φάσης της σταθεροποίησης των συσχετισμένων στοιχείων της κοσμογονίας, της μυθολογίας και της θρησκείας στον πυρήνα της θρακικής διασποράς, ήτοι, νότια του Δούναβη, στη λεκάνη της Προποντίδας, στη βόρειο- δυτική Μικρά Ασία και σε μερικά νησιά του Αιγαίου.
Δηλαδή, αυτή ήταν η περίοδος της Μυκηναϊκής Θράκης, ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε ένδεκα χρόνια πριν για να χαρακτηρίσει τη σχετική πολιτιστική ενότητα ολόκληρης της περιοχής η οποία ήταν επίσης σύγχρονη με την Ινδό- Ιρανική Μυκηναϊκή Ελλάδα. Ο θάνατος της Μυκηναϊκής Ελλάδας ήταν η πλέον πρόσφατη αποκάλυψη της διάσπασης των εθνοπολιτιστικών κοινοτήτων στην περιοχή της Νότιας Ευρώπης διότι σήμαινε την αρχή της καθ' αυτό διαφοροποίησης των Ελλήνων. Η Ινδο-Ιρακινή "Μυκηναϊκή Θράκη" δεν χάθηκε αλλά διατήρησε τα βασικά τυπολογικά χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς της ίδιας εθνοπολιτιστικής κοινότητας και κατά τη διάρκεια της πρώτης χιλιετίας π.Χ. Και είναι τώρα δυνατό να εισάγουμε έναν πιο ακριβή όρο για να προσδιορίσουμε τη μεγάλη εποχή της "φάσης σταθεροποίησης" των συσχετισμένων στοιχείων της κοσμογονίας, της μυθολογίας και της θρησκείας στον πυρήνα των θρακικών εδαφών ενώ συγχρόνως σκιαγραφούμε τις διαφορές τους από τις Μυκήνες. Ο όρος αυτός είναι "Ορφική Θράκη" διότι ήταν ακριβώς κατά το δεύτερο μισό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., κατά τη διάρκεια της λαμπρής περιόδου της τελικής φάσης της εποχής του Ορείχαλκου, που ο θρακικός, προ-Πυθαγόρειος, προ-φιλολογικός, και προ-φιλοσοφικός μη-κλασσικιστικός Ορφισμός διαμορφώθηκε σαν ένα δόγμα της θρησκείας του Ήλιου.
Σύμφωνα με την JΕΑΝΕΤΤΕ SΤΑΚΕΝΒΟRG - ΗΟΟGΕVΕΕΝ στην εργασία της 'Ή Μυκηναϊκή Θράκη από τον πέμπτο έως τον τρίτο π.Χ. αιώνα", υπάρχουν στο θρακικό πολιτισμό της ανώτερης τάξης από τον πέμπτο ως τον τρίτο π.Χ. αιώνα ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία που προέρχονται από την Ύστερη Ορειχάλκινη εποχή ή ακόμη νωρίτερα. Ένας αριθμός σύγχρονων συγγραφέων, στηριζόμενων σε τυχαίες παρατηρήσεις, έχουν αναφερθεί σ' αυτά τα στοιχεία ως Μυκηναϊκά. Στη μελέτη αυτή ο πολιτισμός (της αριστοκρατίας) και η ιδεολογία των θρακών Οδρυσών έχουν συγκριθεί με το Μινω-Μυκηναϊκό πολιτισμό και την ιδεολογία γιατί μπορούν να θεωρηθούν ταυτόσημα μόνον εάν έχουν σχέση με τους αντίστοιχους πολιτισμούς στο σύνολο τους. Μελετήθηκαν τα κύρια σημεία του πολιτισμού των Οδρυσών καθώς και του Μυκηναϊκού: οικισμός, ιερά, ταφή και ταφικά έθιμα, θρησκεία και τα σχετικά αντικείμενα, όπως και εικονογραφία. Το ίδιο έγινε και με το Μυκηναϊκό πολιτισμό. Ένας αριθμός θολωτών τάφων έχει ανασκαφεί στη Θράκη. Ο τάφος στο Μεζέκ είναι πολύ γνωστός. Συγκρίνεται με το θησαυροφυλάκιο του Ατρέα στις Μυκήνες. Οι θόλοι στη Θράκη παρουσιάζουν ποικιλία ως προς το μέγεθος, το σχέδιο, το υλικό κτισίματος και τις μεθόδους. Όλοι, όμως, σχετίζονται με τους τάφους-κυψέλες της Ύστερης Εποχής του Ορείχαλκου και πιο πριν στη Μινω-Μυκηναϊκή εποχή. Προορίζονταν αποκλειστικά για τα υψηλότατα μέλη της κοινωνίας. Κατά πάσα πιθανότητα ήταν μια παράδοση των Οδρυσών, και ο νεώτερος που βρέθηκε χρονολογείται από τον έκτο π.Χ. αιώνα.
Οι τοιχογραφίες στον τάφο του Σεύθη, βασιλιά των Οδρυσών, επιβεβαιώνουν αυτά που οι κλασσικοί συγγραφείς μας λένε για τη θρακική ιδεολογία και τα ταφικά έθιμα. Οι απεικονίσεις στους τοίχους είχαν σκηνές από μάχες. Ο Ηρόδοτος (Ιστορία, II 67, V6) μας πληροφορεί ότι οι μάχες και οι επιδρομές ήταν η ζωή των θρακών. Το κυνήγι ήταν επίσης πολύ προσφιλές. Η κύρια σκηνή απεικονίζει τον ιερό γάμο του Σεύθη, ο οποίος φθάνει με το άρμα του, με τη γυναίκα που κάθεται δίπλα του επάνω σε θρόνο. Η θέση των χεριών τους δείχνει ακόμη ότι αυτή είναι περισσότερο σπουδαία από τον βασιλιά. Το διάζωμα κάτω από τη σκηνή αυτή διακοσμείται με κεφάλια από ταύρους, τα οποία δείχνουν ότι η γυναίκα αυτή δεν είναι άλλη από τη Μητέρα - θεά. (Ταύροι, κεφάλια από ταύρους και κέρατα είναι τα δικά της σύμβολα γονιμότητας από την Πρώιμη Μινωική Περίοδο.) Φιλολογικές πηγές αναφέρουν τον γάμο του βασιλιά των Οδρυσών Κότυ Ι και της θεάς Αθηνάς (ως μητέρα - θεά της Αθήνας). Μια άλλη απεικόνιση ιερού γάμου σε ασημένια πλάκα (από το θησαυρό της Λέτνιτσα) δείχνει τον θρακικό θεό - Έρωτα με τη Μητέρα - θεά. Η πλειονότητα των συμβόλων στη θρησκεία ήταν σημάδια της Αιγαίας - Μητέρας-θεάς ή συνδέονταν με αυτήν. Σε απεικονίσεις του θεού - Έρωτα, που βρέθηκαν παντού στη Θράκη, οι πολυάριθμες μορφές λειτουργικότητάς του εκθέτονται, μεταξύ άλλων, ως δέντρο, βωμός, γυναίκα, φίδι, άστρο, και λιοντάρι. Επιπλέον δείχνουν τη σχέση του με τη θεά η οποία μοιράστηκε μαζί του πολλές από τις δικές της μορφές λειτουργικότητας. Δεν ήταν, όμως, η ανώτατη θεότητα στη Θράκη.
Η κύρια λατρεία στη Σευθόπολη ήταν εκείνη των Μεγάλων θεών της Σαμοθράκης ή των Καβείρων, αρχιερέας των οποίων ήταν ο βασιλιάς. Στους ιστορικούς χρόνους οι Μεγάλοι θεοί ήταν πάντοτε συνδεδεμένοι με μια θεά η οποία παρουσιαζόταν ως μητέρα τους και /ή ως νύφη τους. Οι Μεγάλοι θεοί συγχωνεύτηκαν με τους Διόσκουρους οι οποίοι τον τέταρτο π.Χ. αιώνα (ή και πολύ πιο πριν) ήταν ισοδύναμοι με τον Έρωτα. Οι Διόσκουροι, όπως και ο Έρωτας, ήταν θεότητες πάνω σε άλογο, προστάτες της γονιμότητας, πολεμιστές, θεραπευτές και κυνηγοί. Συχνά έφεραν δόρατα. Οι Διόσκουροι αντιπροσώπευαν και τις δυο όψεις της θρακικής θρησκείας: τη θνησιμότητα (Διόνυσος) και την αθανασία (Έρωτας). Σύμβολο των Διόσκουρων ήταν το άστρο. Το μοιράζονταν μαζί με τον Ερμή, έναν από τους Μεγάλους θεούς, και τον αποκαλούσαν σύζυγο της Δήμητρας (=Μητέρας-Γης). Ο Ερμής ήταν η βασιλική όψη του Έρωτα. Η θρακική βασιλική οικογένεια τον θεωρούσαν ως προπάτορά τους. (Ιστορία του Ηρόδοτου, V7). Όπως φαίνεται, ο Έρωτας και ο θράκας βασιλιάς απεικονίζονται ως σύζυγοι της Μητέρας -θεάς. Οι θράκες δεν έκαναν διάκριση ανάμεσα στο θεό και στο βασιλιά. Έτσι οι σκηνές του ιερού γάμου παρουσιάζουν τον Έρωτα/ βασιλιά ως προγενήτορα των θρακών. Η σύντροφός του, η θεά, ήταν, επομένως, η μητέρα και η σύζυγος του βασιλιά. Αρχικά ήταν η ανώτερη θεότητα. Οι γυναίκες έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη χθόνια λατρεία. Στην Ύστερη, όμως. Εποχή του Ορείχαλκου ο θεός Διόνυσος έγινε κυρίαρχος εις βάρος των γυναικών. Αυτό αντανακλάται στο μύθο του Ορφέα ο οποίος εισήγαγε στη λατρεία την ηλιακή άποψη, το οποίο σήμαινε ότι μόνον οι άντρες μπορούσαν να γίνουν αθάνατοι. Η Μητέρα-θεά ήταν, όμως, πάρα πολύ σπουδαία για να μην απορριφθεί εντελώς. Γι' αυτό και ο θράκας / βασιλιάς/ Έρωτας σφετερίστηκε τον ιερό γάμο της με μια κατώτερη ανδρική θεότητα προς εξασφάλιση της γονιμότητας. Κι έγινε σύζυγος της και μαζί γιος της.
Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίστηκε η γονιμότητα και συγχρόνως νομιμοποιήθηκε η εξουσία του καθώς αυτή προερχόταν από τη θεά. Η κύρια δύναμη ήταν στα χέρια του βασιλιά, του Έρωτα. Αυτό ερμηνεύεται πολύ καλά πιθανώς από το γεγονός ότι και οι δυο απεικονίζονται σχεδόν πάντα επάνω σε άλογο. Το άλογο δεν ήταν μόνον ένα ηλιακό σύμβολο και ένα σύμβολο του Κάτω Κόσμου αλλά και ένα σημάδι πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης. Αντιπαραβάλλουμε και συγκρίνουμε τα διάφορα στοιχεία ζωής των θρακών με εκείνα των Μυκηναίων. Οι Μυκηναίοι ζούσαν σε φρούρια με χοντρά τείχη σε χαμηλούς λόφους οι οποίοι πρόσφεραν φυσική προστασία. Σ' αυτά ζούσαν μόνον ο βασιλιάς με την οικογένεια του, οι ευγενείς και οι απαραίτητοι τεχνίτες. Ο απλός λαός ζούσε έξω από το κάστρο σε οικισμούς επάνω στους γειτονικούς λόφους. Η ανώτερη τάξη ζούσε σε σπίτια κτισμένα σύμφωνα με την οικονομική τους κατάσταση. Το παλάτι, στην κορυφή του λόφου, ήταν το μεγαλύτερο οίκημα. Το προστάτευαν χοντρά τείχη ορθωμένα και εντός του κάστρου σε περίπτωση ανταρσίας και προδοσίας. Η Μυκηναϊκή ανώτερη τάξη ήταν οργανωμένη ιεραρχικά. Ο βασιλιάς, ο Άναξ, ήταν επί κεφαλής και αυτό σήμαινε ότι ήταν το πιο σημαντικό πρόσωπο. (Πίνακες της Γραμμικής Β). Ο Όμηρος, ο οποίος αναφέρεται στην Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου, περιγράφει μια κοινωνία στην οποία οι ευγενείς παίζουν τον κύριο ρόλο. Η Μυκηναϊκή κοινωνία μπορεί κάλλιστα να ονομαστεί "φεουδαρχική" γιατί ο Μυκηναίος άναξ ήταν υπεράνω όλων των βασιλέων, δηλαδή, των τοπικών αρχόντων του.
Έτσι, τα Μυκηναϊκά κάστρα ήταν πολιτικά/ διοικητικά κέντρα στα οποία έμεναν ο βασιλιάς και οι Μυκηναίοι ευγενείς. Τα κάστρα και τα παλάτια στην Κρήτη ήταν και εμπορικά κέντρα. Περιείχαν αποθήκες και οι πίνακες της Γραμμικής Β δείχνουν ότι τα εμπορεύματα και τα προϊόντα διακινούνται με την εποπτεία του Μυκηναϊκού παλατιού. Ως προς τη θρησκεία, στο παλάτι της Κνωσσού είχαν εισχωρήσει θρησκευτικά στοιχεία και κυρίως στο δυτικό μισό τμήμα του. Το ίδιο συνέβη και στα παλάτια της ενδοχώρας. Υπήρχαν διάφορες αίθουσες τις οποίες χρησιμοποιούσαν σαν χώρους λατρείας καθώς και τοιχογραφίες που απεικονίζουν τις θρησκευτικές τελετές. Το "παλάτι του Νέστορος" στην Πύλο, για παράδειγμα, περιείχε ένα ναό της Πότνιας θεάς και έναν υπαίθριο βωμό. Οι Μυκηναίοι εισέβαλαν στην Κρήτη και στην Ελληνική ενδοχώρα το 1600 π.Χ. Επέβαλαν τη δύναμη τους σθεναρά και έβαλαν τη σφραγίδα τους στον αυτόχθονα πολιτισμό. Αντίστοιχα, όμως, και οι ίδιοι επηρεάστηκαν από τον Μινωικό πολιτισμό στην Κρήτη. Οι Μυκηναίοι στην Κνωσσό εξουσίαζαν την Κρήτη έως το 1400 π.Χ., όπως και την κυρίως χώρα. Μετά, όμως, την καταστροφή της Κνωσσού οι Μυκηναίοι της ενδοχώρας πήραν την εξουσία. Στα Μυκηναϊκά παλάτια, μετά το 1400, κτίστηκε σε σύνθετη μορφή η αίθουσα του θρόνου. Από τον πήλινο βωμό, τον μεγάλο και στρογγυλό, τον φτιαγμένο με ζωγραφισμένες στρώσεις από μαρμαροκονίαμα και μερικές μαρκαρισμένες με κορδόνι, στην αίθουσα του θρόνου, ο οποίος ήταν κτισμένος ακριβώς απέναντι από τον θρόνο και από τους αγωγούς, οι οποίοι ήταν κοντά στον θρόνο και τους χρησιμοποιούσαν για τις σπονδές , μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Άναξ ήταν ο ιερέας - βασιλιάς. Ο Όμηρος μαρτυρεί την ύπαρξη ιερέων- βασιλέων ανάμεσα στους Μυκηναίους. (Οδυσ. III 417- 163• 393-394).
Εκτός από το παλάτι - ναό, την οικία - χώρο λατρείας και τον υπαίθριο βωμό, οι Μυκηναίοι είχαν και κτίσματα ειδικά φτιαγμένα για θρησκευτικούς σκοπούς, όπως το κέντρο λατρείας στο δυτικό μισό τμήμα της Ακρόπολης των Μυκηνών. Οι Μυκηναϊκοί θόλοι, όπως και οι θρακικοί θολωτοί τάφοι που προέρχονται από τους Μυκηναϊκούς, είχαν κατασκευαστεί κάτω από λόφους και διέφεραν σε μέγεθος, σχέδιο, μεθόδους κτισίματος και υλικό. Οι Μυκηναίοι έκτισαν τους τάφους- κυψέλες σύμφωνα με τους Κρήτες αλλά άλλαξαν τον τρόπο χρήσης τους. Ενώ οι Κρήτες έθαβαν μια ολόκληρη οικογένεια ή γένος μέσα στον τάφο, οι Μυκηναίοι έθαβαν μόνον τους ανώτερους άρχοντες μέσα στο θολωτό τάφο, κοντά στο κάστρο και κατά προτίμηση με θέα την περιοχή ολόγυρα. Τους κοινούς θνητούς τους έθαβαν σε τάφους- δωμάτια. Πολύ λίγα γνωρίζουμε για τα ταφικά έθιμα αφού πολλοί από τους θολωτούς τάφους έχουν συληθεί. Ο Όμηρος περιγράφει την ταφή του Πάτροκλου (Ιλιάδα, XXIII, 227 FF). Αναφέρει μια επικήδεια πομπή, θυσίες προβάτων, σκύλων και αλόγων, και ταφικούς αγώνες. (Ιλιάδα, XXIII, 257 FF). Στους νικητές αυτών των αγώνων έδιναν βραβεία. Ένα μέρος των αγώνων ήταν και η αρματοδρομία. Το άρμα ήταν δίτροχο. Οι Μυκηναίοι το εισήγαγαν στην Κρήτη και στην Ελληνική ενδοχώρα. Βλέπουμε τη χρήση του στις Μυκηναϊκές εικονογραφίες, στον Όμηρο και στους πίνακες της Γραμμικής Β. Τα άρματα τα χρησιμοποιούσαν μόνον τα μέλη της ανώτερης τάξης. Ήταν ένα είδος γοήτρου και στα έργα τέχνης απεικονίζονται συχνά. (Στις τοιχογραφίες μέσα στα παλάτια, στη ζωγραφική των αγγείων με τα άλογα να καλπάζουν σαν να πετούν.)Τέσσερις μόνον τάφοι-κυψέλες βρέθηκαν άθικτοι μερικώς.
Ένας θολωτός τάφος βρέθηκε στα Δενδρά. Ο βασιλιάς που τάφηκε εκεί ήταν περιστοιχισμένος από τα όπλα του. Το κράνος του, διακοσμημένο, δείχνει ότι ήταν πολεμιστής. Αυτό δεν είναι περίεργο γιατί η αγάπη των Μυκηναίων για τον πόλεμο και το κυνήγι φαίνεται στις αναρίθμητες απεικονίσεις κυνηγίου και πολεμικών σκηνών. Ο Όμηρος αποκαλεί τους Μυρμηδόνες "πολεμοχαρείς". Η ιδεολογία του πολεμιστή φαίνεται καθαρά στην Οδύσσεια όπου ο Οδυσσέας γίνεται δεκτός από τους Μυκηναίους Φαιάκες οι οποίοι του απονέμουν τιμές ενώ αυτός τους διηγείται τα ηρωικά του κατορθώματα. Τα διάφορα κτερίσματα και οι διακοσμήσεις που βρέθηκαν μέσα στον τάφο στα Δενδρά μας οδηγούν σε μια θεότητα: αμέτρητες απεικονίσεις ταύρων, όπως και ταύρων με μια γυναικεία πιθανόν μορφή στην πλάτη τους, δυο κυρτά κέρατα ταύρου για λατρευτικό σκοπό, μια φιγούρα με οκτώ ασπίδες, λεοντάρια, τράγους και ένα δέντρο. Ιδιαίτερα οι ταύροι και τα κέρατα οδηγούν στη Μητέρα- θεά. Η θρησκεία των Μυκηναίων επηρεάστηκε από τη Μινωική σε τέτοιο βαθμό ώστε να αναφερόμαστε σ' αυτήν ως τη Μινω- Μυκηναϊκή θρησκεία. Οι Μυκηναίοι πήραν τη λατρεία της ανώτατης θεότητας των Μινώων, της Μητέρας - θεάς. Πριν το 1600 π.Χ. αυτή εξουσίαζε όλες τις μορφές ζωής και θανάτου. Σαν θεά της γονιμότητας είχε για σύμβολο της τον ταύρο. Σαν θεά των Ζώων, την απεικόνιζαν περιβαλλόμενη από δυο λεοντάρια και ιστάμενη πάνω σ'ένα υψηλό σημείο. Ήταν ακόμη η θεά των φυτών και των δέντρων, η προστάτιδα του γάμου, και, σαν θεά των φιδιών, ήταν η προστάτιδα της οικογενειακής εστίας. Οι βωμοί της ήταν κοίλοι στη μέση. Τη θεά τη λάτρευαν αρχικά σε σπήλαια και στις κορυφές των βουνών. Αργότερα και σε ιερά. Στη λατρεία της ο φυσικός βράχος έπαιξε μεγάλο ρόλο, τονίζοντας τη χθόνια όψη της. Ο Εξαγνιστήριος Νιπτήρας στο παλάτι της Κνωσσού ήταν αφιερωμένος στη θεά. Εκτός από τους ταύρους, σύμβολά της ήταν το δέντρο της ζωής, το φίδι, το άστρο, η κολώνα, το περιστέρι, το λεοντάρι, ο γρύπας, ο διπλός πέλεκυς, η τρίαινα, απεικονίσεις από τους κοίλους ή κυρτούς βωμούς της, κ.ά. Μετά το 1600 π.Χ. βρίσκουμε ακόμη τα σύμβολά της επάνω σε σφραγίδες καθώς και στην Πύλη των Λεόντων στις Μυκήνες, η οποία έγινε μετά το 1400 π.Χ. και είναι μια ακόμη απόδειξη της σπουδαιότητάς της. Το κέντρο λατρείας στη δυτική πλευρά της Ακρόπολης των Μυκηνών περιείχε ακόμη ένα "Μινωικό" ιερό αφιερωμένο σε μια θεά και ένα ιερό το οποίο παρά το Μυκηναϊκό του χαρακτήρα, πρέπει να ήταν αφιερωμένο σ' αυτήν με τη χθόνια όψη: ο φυσικός βράχος είχε ενσωματωθεί στο εσωτερικό.
Επιπλέον, βρέθηκαν σ' αυτό πήλινα φίδια κουλουριασμένα. Δυο κουλουριασμένα φίδια από μόλυβδο ανακαλύφθηκαν στη Σευθόπολη. Και όμως, το 1600 π.Χ. τα ιερά της θεάς καταστράφηκαν από τους Μυκηναίους επειδή δεν μπορούσαν να ανεχθούν μια γυναικεία ανώτατη θεότητα στην ανδροκρατούμενη κοινωνία τους. Παρ' όλα αυτά, δεν γινόταν να την εξαφανίσουν τελείως γιατί την χρειάζονταν να τους ενισχύει ιδεολογικά στην εξουσία τους απέναντι στους εξαιρετικά πολιτισμένους Μίνωες. Οι Μινωικές θεότητες, οι γυναικείες κυρίως, συνδέονταν με τις Μυκηναϊκές, τις ανδρικές περισσότερο, και ήταν επόμενο η ανώτατη Μυκηναϊκή θεότητα να συνδέεται με την ανώτατη Μινωική θεά. Αυτοστιγμεί, η θεά έγινε κατώτερη του θεού και υποβιβάστηκε. Αυτό φαίνεται στους πίνακες της Γραμμικής Β όπου η θεά αναφέρεται μετά τον Ποσειδώνα. Η πραγματική δύναμη, πολιτική, οικονομική και θρησκευτική, ήταν στα χέρια του Άνακτα ως αντιπροσώπου του Ανώτατου θεού. (Ο Όμηρος περιγράφει τη σχέση ανάμεσα στον Άνακτα και στο θεό ως πολιτική, ενώ τη σχέση Άνακτα - θεάς ως απλά προσωπική, όπως, για παράδειγμα, τη σχέση του Οδυσσέα και της θεάς Αθηνάς.) Η σύνδεση των θεοτήτων μεταξύ τους πρέπει να συνοδευόταν από αλλαγές στην ιεροτελεστία. Μετά το 1600 π.Χ. οι Μυκηναίοι έκτισαν το σύνθετο δωμάτιο του θρόνου με την "αίθουσα του θρόνου" στο δυτικό μισό τμήμα του παλατιού της Κνωσσού και αντικατέστησαν τον Εξαγνιστήριο Νιπτήρα από τον θρόνο με τη νωπογραφία - γρύπα. Η HELGA REUSCH το θεωρεί πολύ πιθανό, συγκρίνοντας, αφ' ενός, τις σφραγίδες με τη Μητέρα-θεά, περιτριγυρισμένη από δυο λεοντάρια ή γύπες στην κορυφή ενός βουνού, κι αφ' ετέρου, τον θρόνο περιβαλλόμενο από δυο γύπες με τα μπροστινά τους πόδια στον κοίλο βωμό της, το άτομο που κάθεται στο θρόνο να είναι η προσωποποίηση της θεάς. Ο JΑΝ ΒΕSΤ δηλώνει ότι η νομιμοποίηση της νέας αρχής γινόταν με το γάμο ενός Μυκηναίου άρχοντα και μιας βασίλισσας ή πριγκίπισσας των Μινώων. Αν συνδυάσουμε το γεγονός ότι ο Άναξ ήταν ο εκπρόσωπος του Μυκηναίου θεού και το γεγονός ότι οι Μίνωες πριν το 1600 π.Χ. εόρταζαν τον ιερό γάμο της Μητέρας - θεάς με ένα θεό κατώτερης τάξης για να εξασφαλιστεί η γονιμότητα, είναι πολύ δελεαστικό να φανταστούμε στην Αίθουσα του θρόνου την τελετή του ιερού γάμου του ύψιστου Μυκηναίου θεού με την Μητέρα - θεά οι οποίοι προσωποποιούνται με τον Άνακτα και τη βασιλική ιέρεια των Μινώων. Αυτή η υπόθεση υποστηρίζεται από τον μύθο του Θησέα και της Αριάδνης ("Εσύ που είσαι τόσο καθαγιασμένη").
Οι αρχαιολογικές, οι επιγραφικές και οι φιλολογικές μαρτυρίες δείχνουν ότι και οι θράκες Οδρύσες και οι Μυκηναίοι, όταν ενώθηκαν πολιτικά, είχαν "φεουδαρχική" κοινωνία με ένα φεουδάρχη και επί μέρους βασιλείς. Και στις δυο κοινωνίες ο πόλεμος και το κυνήγι ήταν τα πλέον προσφιλή, προορισμένα εκ φύσεως για τα πλούσια μέλη της ανώτερης τάξης που έπαιζαν τον κύριο ρόλο. Και στους δυο πολιτισμούς επί κεφαλής της άρχουσας τάξης ήταν ο βασιλιάς. Ζούσαν σε κάστρα με ένα ιδιαίτερα ενισχυμένο παλάτι. Αυτά τα οχυρωμένα κάστρα ήταν πολιτικά, οικονομικά και θρησκευτικά κέντρα. Και στις δυο κοινωνίες τα πιο εκλεκτά μέλη θάβονταν σε τάφους που διέφεραν από εκείνους των απλών πολιτών. Οι ταφές τους συνοδεύονταν από θυσίες και ταφικούς αγώνες. Και στους θράκες και στους Μυκηναίους η πολιτική ήταν στενά συνυφασμένη με τη θρησκεία. Ο βασιλιάς ήταν ο αρχιερέας της κύριας λατρείας καθώς το παλάτι λειτουργούσε και σαν ναός. Ήταν ο αντιπρόσωπος και η προσωποποίηση της ανώτατης αντρικής θεότητας. Η Μητέρα- θεά, αρχικά η κύρια θεότητα, υποβιβάστηκε σε θέση εξάρτησης. Και οι δυο λαοί τη χρησιμοποίησαν για να νομιμοποιήσουν την εξουσία τους σφετεριζόμενοι τον ιερό γάμο. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι Οδρύσες, από τον πέμπτο έως τον τρίτο π.Χ. αιώνα, είχαν την ίδια ιδεολογία με τους Μυκηναίους και ότι πρέπει να πήραν τις Μινω-Μυκηναϊκές εκφράσεις των κοινών τους ιδεών, είτε με το εμπόριο είτε στην Κρήτη και στην Ελλάδα, από την Ύστερη Εποχή του Ορείχαλκου: τους θολωτούς τάφους, το άρμα, τον βωμό, κι ένα αριθμό αντικειμένων. Επίσης, ο θρησκευτικός συμβολισμός και η αντίστοιχη χρήση και σημασία τους είναι ίδια όπως και των Μυκηναίων χίλια χρόνια νωρίτερα.
Ο ιδρυτής της αυτοκρατορίας των Οδρυσών, ο Τήρης, ήταν απόγονος του Τηρέα, βασιλιά των θρακών στη Φωκίδα στην Ύστερη Εποχή του Ορείχαλκου. Ο Τηρέας παντρεύτηκε την Πρόκνη, την κόρη του βασιλιά Πανδίονα της Αθήνας. Ο Σεύθης II θωρούσε ακόμη τον λαό του συγγενή με τους Αθηναίους (Ξενοφώντος Ανάβαση VII, 2, 31), κι έτσι η ανάμνηση των πρώιμων επαφών και σχέσεων ανάμεσα στους Μυκηναίους και στους θράκες ήταν ακόμη ζωντανή. (Τηρεύς, ο (Μυθ.) γιος του Άρη και της νύμφης Βιστονίδος). Μετά την πτώση των Μυκηνών, έμεινε στους θράκες να συνεχίσουν την παράδοση. Και το κατάφεραν έως αργότερα, στους ιστορικούς χρόνους.
ΤΑ ΘΡΑΚΙΚΑ ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΥΣΤΕΡΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΟΥ ΟΡΕΙΧΑΛΚΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΩΪΜΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΟΥ ΣΙΔΗΡΟΥ
Τα ταφικά έθιμα των θρακών, θεωρούμενα ως έκφραση των θρησκευτικών πεποιθήσεων, σύμφωνα με τον το. GERGOVA, συζητήθηκαν από τους Βούλγαρους και ξένους επιστήμονες και συγκρίθηκαν αρχαιολογικά και μυθολογικά στοιχεία για να βρεθούν κάποιες ουσιαστικές αποδείξεις για τις θρακικές πεποιθήσεις όπως αναφέρονται στις φιλολογικές πηγές, ή για να εξηγηθούν οι στενές ομοιότητες ανάμεσα στα καλύτερα δείγματα της Μυκηναϊκής ταφικής αρχιτεκτονικής και των ανάλογων θρακικών από την περίοδο της Εποχής του Σιδήρου (ΑΛ. ΦΟΛ, Πολιτική Ιστορία στη Θράκη, Σόφια 1972, σελ. 61-64). Έχοντας υπ' όψη ότι είναι αρκετά περίπλοκο το πρόβλημα του χαρακτηρισμού των ιδιαίτερων στοιχείων των ταφικών εθίμων στη Θράκη και στην Ελλάδα και ότι στην περίπτωση του πρώτου δεν έχει ακόμη γενικοποιηθεί, αυτή η εργασία δεν σκοπεύει να ψάξει για παράλληλα πράγματα αλλά απλά να σκιαγραφήσει τις γενικές τάσεις της ανάπτυξης και μεταβολής των θρακικών ταφικών εθίμων στις περιόδους των μεγάλων εθνοπολιτισμικών, κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών. Βασίζεται στις λεπτομερείς δημοσιεύσεις για κάποιους ήδη εξερευνημένους και πολύ γνωστούς χώρους όπως και σε κάποιες σύντομες προκαταρκτικές αναφορές σε περισσότερο πρόσφατα συμπεράσματα από αρχαιολογικές ανασκαφές. Η πλήρης δημοσίευση της δεύτερης θα αλλάξει αναμφίβολα κάποιες από τις ιδέες μας, αλλά ακόμη και τώρα είναι αρκετά εμφανείς για να θεωρηθούν ως κομμάτια -κλειδιά στον γρίφο του προβλήματος των ταφικών εθίμων στη Θράκη.
Η Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου στη Θράκη είναι μια περίοδος μεταρρυθμίσεων σε όλες τις σφαίρες της θρακικής πραγματικότητας, αν και η παράδοση που φθάνει σε πιο πρώιμες περιόδους είναι ιδιαίτερα ισχυρή. Ταφές όπου το σώμα κείται κουλουριασμένο - μόνον τώρα δίχως ώχρα- καθρεφτίζουν αυτήν την παράδοση. Μερικοί από τους τάφους είναι επίπεδοι (στη ΒΑ Θράκη - στη νεκρόπολη κοντά στο χωριό V. LEVSKI Στην κοιλάδα MARICA κοντά στην πόλη NOVA ΖΑGORA βρέθηκαν δώδεκα τάφοι σε θέση Β-Ν, ΒΑ-ΝΔ, κείμενοι στη δεξιά πλευρά. Και στις δυο περιοχές είναι επίσης γνωστοί λοφοειδείς τάφοι του ίδιου τελετουργικού εθίμου (στις νεκροπόλεις κοντά στην πόλη RAZGRAD και στα χωριά KRUSEVO SOKOL: KOVASEVO και MALKA DETELINA). Όλοι οι τάφοι είναι μονοί, κτισμένοι σε ένα ή δυο επίπεδα κάτω από χωμάτινους ή πέτρινους λοφίσκους. Μόνον σε μια περίπτωση - στον λοφοειδή τάφο κοντά στη MALKA DETELINA-βρέθηκαν τρεις σκελετοί στο κέντρο του λοφίσκου. Κτερίσματα είναι πάρα πολύ σπάνια: στη ΒΑ Θράκη βρέθηκε ένα πήλινο αγγείο και στη Β. Θράκη είναι γνωστά δυο ξίφη από ορείχαλκο του τύπου ΝΑUΕ II, διασωσμένα από κατεστραμμένους λοφοειδείς τύμβους. Κατασκευές συνδεδεμένες με τη λατρεία είναι σπάνιες: ένας σωρός από πέτρες στο κέντρο του τύμβου κοντά στο χωριό SOKOL και ένας πήλινος "φούρνος", που υποτίθεται ότι συνδέεται με τη λατρεία των νεκρών στον τύμβο κοντά στο χωριό MALKA DETELINA Ένα καινούργιο φαινόμενο για τη Θράκη στην αρχή της Όψιμης Εποχής του Ορείχαλκου είναι η εμφάνιση του Πολιτισμού του επιστρωμένου είδους στις ΒΔ θρακικές περιοχές (π.χ. το πολιτισμικό σύμπλεγμα CIRNA - CIRLA ΜΑRΕ - ORSOJA Α - BALEJ).
Στο επίπεδο κοιμητήριο κοντά στο χωριό ORSOJA Α, έχουν εξερευνηθεί 258 μονοί τάφοι και δυο διπλοί, μέσα στους οποίους βρίσκεται μια μικρότερη τεφροδόχος λήκυθος επάνω σε μια μεγαλύτερη. Τα πήλινα προσωπικά αντικείμενα που ανήκουν σ' αυτόν τον πολιτισμό είναι πλούσια διακοσμημένα με ηλιακά σύμβολα και άλλα σχέδια. Τα πολυάριθμα αντικείμενα λατρείας- πήλινοι διπλοί πέλεκεις, πλοιάρια, θρόνοι, ανθρωπομορφικά γυναικεία ειδώλια με ενδύματα πλούσια κοσμημένα με μέταλλο (σε μια περίπτωση βρέθηκαν δυο ειδώλια το ένα μέσα στο άλλο) και άλλα αποκαλύπτουν την ύπαρξη κάποιων αυστηρών ταφικών εθίμων και μια πολύπλοκη ιδεολογική δοξασία για τους φορείς αυτού του πολιτισμού που υποτίθεται ότι ήρθε από την Παννονία. Μερικοί συγγραφείς συνδέουν τα πήλινα μοντέλα των αρμάτων που οδηγούνται από κύκνους ή κάποια άλλα υδρόβια πουλιά με τον μύθο του Απόλλωνα, ο οποίος συνήθιζε να πηγαίνει στο βορρά την άνοιξη και να επιστρέφει στους Δελφούς το φθινόπωρο. Η παρουσία πήλινων ειδωλίων υδρόβιων πουλιών, που βρέθηκαν μαζί με ορειχάλκινα ξίφη σε μερικούς από τους τάφους, πιθανόν μαρτυρεί την ανώτερη κοινωνική κατάσταση των νεκρών. Μια τρίτη περιοχή στη Θράκη - η Ροδόπη - προβάλλει έναν άλλο τύπο ταφών: Λίθινοι τύμβοι καλύπτουν είτε την καύση επί τόπου είτε την τεφροδόχο λήκυθο με την τέφρα (στις νεκροπόλεις κοντά στα χωριά SATOVCA και ΒΟRΙΝΟ όπως και στη νεκρόπολη που πλημμύρισε τώρα από τα νερά του φράγματος ΒΑΤΑΚ).
Αυτοί οι τάφοι είναι μονοί και σε μερικούς από αυτούς είναι διάσπαρτα κομμάτια πήλινα. Ο τύμβος κοντά στην Εξοχή, που ανήκει στην ίδια περίοδο, επιβεβαιώνει ότι είναι ο συνήθης τύπος τάφου σε αυτό το τμήμα της Θράκης. Είναι δύσκολο να εξιχνιάσουμε την προέλευση αυτού του τύπου ταφών, γιατί έως τώρα δεν έχουμε καμία πληροφορία γύρω από ταφές των πρώιμων χρόνων σε αυτή την ίδια περιοχή. Παρ' όλα αυτά, η παρουσία αποσπασμάτων πήλινων αντικειμένων χαρακτηριστικών για την Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου και τον πολιτισμό της όπως είναι γνωστά στη ΒΔ Θράκη (στο σύμπλεγμα CIRNA- CIRLA ΜΑRΕ - ORSOJA Α- ΒΑLEJ) στον τύμβο Νο.7 κοντά στη SATOVCA και στις συνεχείς επαφές του πληθυσμού της ΝΔ Θράκης με τις περιοχές βοριά του Δούναβη δείχνουν ότι αυτός ο τύπος ταφής αναπτύχθηκε κάτω από την επίδραση ή ίσως και με τη συμμετοχή εθνοπολιτισμικών στοιχείων της Βόρειας Θράκης. Ο τύμβος Νο 7 κοντά στη SΑΤΟVCΑ ανήκει σε ένα μεγάλο κοιμητήριο με περισσότερους από 100 λοφοειδείς τάφους, χρονολογούμενοι από την Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου έως και τη Ρωμαϊκή Περίοδο. Τρεις τόποι λατρείας ή ιερά ευρίσκονται στο χώρο γύρω από το κοιμητήριο, δείχνοντας ότι σε αυτό το τμήμα της Θράκης στην Όψιμη Περίοδο του Ορείχαλκου άρχισε ο σχηματισμός μερικών μεγάλων ταφικών και λατρευτικών συμπλεγμάτων τα οποία αναπτύχθηκαν περισσότερο κατά τη διάρκεια της Εποχής του Σιδήρου. Η αρχή της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου στη Θράκη χαρακτηρίζεται από κάποιες καινούργιες και αξιοσημείωτες αλλαγές στα ταφικά έθιμα.
Μαζί με τις πιο πρώιμες παραδόσεις στη ΒΔ Θράκη εμφανίζονται και οι πρώτοι τύμβοι (LESKOVEC), χρονολογούμενοι στον 11ο-9ο αιώνα π.Χ., περιλαμβάνοντας πήλινα αντικείμενα τύπων στενά συνδεδεμένων με τις μορφές και τη διακόσμηση που ήταν χαρακτηριστικά της τοπικής κουλτούρας στην προηγούμενη περίοδο. Ο ενταφιασμός των νεκρών σε κουλουριασμένη θέση συνεχίζεται στη ΒΑ Θράκη (CERΝΑ -8 τάφοι σε θέση ΒΔ-ΝΑ, Ν-Β, μερικοί περιλαμβάνοντας κτερίσματα) και μια άλλη ταφή αυτού του τύπου σε νεκρικό θάλαμο είναι γνωστή στη ΝΔ Θράκη επίσης, κοντά στο χωριό ΡΑVELSΚΟ. Στη ΒΑ Θράκη μια διπλή γυναικεία ταφή σε κουλουριασμένη θέση αποκαλύπτεται τώρα για πρώτη φορά στη νεκρόπολη κοντά στην (CERΝΑ. Ενταφιασμός νεκρών σε ύπτια θέση γίνεται γνωστός από την πόλη RAZGRAD (με ένα ξίφος από σίδερο τύπου ΝΑUΕ II) και ένας άλλος κοντά στην πόλη SΤΑRΑ ΖΑGORA (σε ένα λοφοειδή τάφο μαζί με πήλινα αντικείμενα που ανήκουν στην ομάδα PSENICEVO). Στη Ροδόπη (στις νεκροπόλεις κοντά στα χωριά KUTILA και SATOVCA, τύμβος Νο. 11) συνεχίζεται η πρακτική της καύσης σε τεφροδόχους ληκύθους. Ένα καινούργιο και σπουδαίο γεγονός είναι η εμφάνιση καύσεων σε ληκύθους στην κοιλάδα του ποταμού MARICA (σύμφωνα με τα ευρήματα από το GABAREVO και το ΜΑΝΟLΕ) -ένα γεγονός που δεν είχε καταγραφεί για την προηγούμενη περίοδο σε αυτήν την περιοχή. Η διογκωμένη λήκυθος από το GABAREVO και η δικωνική λήκυθος τύπου GAVΑ από το χωριό ΜΑΝΟLΕ μπορούν να ερμηνεύσουν την εμφάνιση ενός καινούργιου χύματος πληθυσμού που προέρχεται από την Κάρπαθο - Δουναβική Λεκάνη και που διεισδύει σ' αυτήν την περιοχή. Η επιβεβαίωση μιας τέτοιας πορείας διείσδυσης βασίζεται επάνω στα ευρήματα από τον τύμβο κοντά στο χωριό GLAVAN Εδώ έγινε καύση σε τάφο ενός μεγάλου νεκρικού θαλάμου και βρέθηκαν πήλινα υδρόβια πουλιά του τύπου που είναι γνωστός από "το άρμα του Απόλλωνα" και που αναφέρεται πιο πάνω.
Αυτά τα παραδείγματα ερμηνεύουν την εμφάνιση των φορέων δυο διαφορετικών πολιτισμικών παραδόσεων από την Κάρπαθο- Δουναβική Λεκάνη στην κοιλάδα του ποταμού ΜΑRICΑ. Ο ταχύς σχηματισμός του μεγαλιθικού πολιτισμού στη ΝΑ Θράκη αποτελεί ένα άλλο σπουδαίο ιστορικό γεγονός. Εδώ, το σχήμα του τοπικού τάφου είναι η λιθοτράπεζα (προϊστορικό μεγαλιθικό μνημείο) με ατομικούς ενταφιασμούς (σε μια περίπτωση μόνο-τριπλό ενταφιασμό), επανειλημμένα χρησιμοποιημένη, ίσως σαν οικογενειακός τάφος, μαζί με τάφους σε νεκρικούς θαλάμους ή σε σπήλαια. Η εμφάνιση ταφών αλόγων σε κάποιους λοφοειδείς τάφους της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου αποτελεί το επόμενο σημαντικό γεγονός (μια ταφή στη ΒΔ Θράκη, κοντά στο χωριό LESKOVEC 11ος -9ος αιώνας π.Χ. και μια αργότερα, από τον 8ο-7ο αιώνα π.Χ. κοντά στο χωριό SOFRONIEVO). Ίσως, όμως, το πιο μεγάλο γεγονός που αφορά ολόκληρη την περιοχή της Θράκης είναι ότι από την αρχή της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου και μετά, μπορούμε να μιλούμε για διπλή τυπολατρία ως μια τυπική πρακτική. Πρέπει να διευκρινίσουμε βέβαια ότι αυτό το φαινόμενο είναι ολοφάνερο όχι μόνον εντός της Θράκης αλλά και εντός μιας και της αυτής πολιτισμικής περιοχής, εντός ενός και του αυτού τύμβου. Παραμένει έτσι αυτό τυπικό για όλη την περίοδο της ανάπτυξης του θρακικού πολιτισμού (όπως, για παράδειγμα, στις νεκροπόλεις κοντά στα χωριά LESKOVEC και ΥΑΝΚΟVΟ, κλπ.). Επομένως, η Εποχή του Σιδήρου είναι η περίοδος εντός της οποίας οι τυπικές πλευρές των θρακικών ταφικών εθίμων αρχίζουν να διαφαίνονται η μια μετά την άλλη. Έως τον 8ο αιώνα π.Χ. συναντούμε ήδη ένα πλούσιο μωσαϊκό από ταφικά έθιμα και πρακτικές λατρείας συνδεδεμένες με τους θρακικούς λοφοειδείς τάφους.
Από τότε και μετά έχουμε πληροφορίες για την τοπική ανάπτυξη των εθίμων και των κατασκευών των τάφων, για την κοινωνική διαφοροποίηση, για τη θέση του άντρα και της γυναίκας στη θρακική κοινωνία, κλπ. Βασιζόμενοι στα διαθέσιμα αρχαιολογικά δεδομένα, μπορούμε να πούμε ότι έως την αρχή του δεύτερου μισού της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, δηλαδή, στον όγδοο αιώνα π.Χ., τονίζονται ξεκάθαρα μεμονωμένες πολιτισμικές περιοχές, μεγαλύτερες ή μικρότερες, μέσω της απλής προτίμησης για τον ένα ή άλλο τύπο ταφής ή κατασκευών τάφων. Στη ΒΔ Θράκη γίνονται κατά συνήθεια και ο ενταφιασμός και η καύση, σε μονούς- και πιθανόν επίσης σε διπλούς ή ομαδικούς - τάφους, επίπεδους ή λοφοειδείς. Η απουσία οιωνδήποτε τακτικών, εκτεταμένων ανασκαφών στην περιοχή αυτή δεν επιτρέπει να λεχθεί τίποτε περισσότερο, αν και θα έπρεπε να υπογραμμιστούν δυο σημαντικές πλευρές. Πρώτον, είναι ο μεγάλος αριθμός κτερισμάτων με ορειχάλκινη διακόσμηση, επεξεργασμένων σύμφωνα με την παράδοση της εντόπιας κουλτούρας της Όψιμης Εποχής του Ορείχαλκου. Δεύτερον, είναι ο συνδυασμός ορειχάλκινων διακοσμήσεων με πολεμικά όπλα-κεφαλές δοράτων και στομίδες χαλινών αλόγων πιθανόν - που βρέθηκαν κοντά στα χωριά PALI LULA και SOFRONIEVO Το πρώτο δείχνει ότι η παράδοση των πλούσια διακοσμημένων ενδυμάτων των γυναικείων ανθρωπομορφικών ειδωλίων της Όψιμης Εποχής του Ορείχαλκου στη ΒΔ Θράκη συνεχίζεται και στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, πιθανόν με τον ίδιο, κατ' υπόθεσιν, λατρευτικό χαρακτήρα του ενδύματος.
Το δεύτερο θέτει το θέμα της αρχαιολογικής έκφρασης της κοινωνικής διαφοροποίησης στη ΒΔ Θράκη και την κατάσταση της γυναίκας σ' αυτή. Υπάρχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για τη ΒΔ Θράκη, όπως, για παράδειγμα, λοφοειδείς τάφοι με έναν μόνο λατρευτικό χαρακτήρα. Μπορεί να αποδειχθεί ως ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα για όλη τη Θράκη. Όμως, έως σήμερα, έχουν καταγραφεί μόνον σε λοφοειδείς τάφους που βρίσκονται στην περιοχή ανάμεσα στις πόλεις GABROVO και LOVEC Κοσμήματα από ορείχαλκο έχουν βρεθεί εδώ σε τάφους που δεν περιέχουν ενταφιασμό: σε ένα "άδειο" τάφο κοντά στο χωριό Μ. BRESTNICA - τρία βραχιόλια επάνω σε μια πέτρινη πλάκα: σε ένα άλλο κοντά στο χωριό GUMOSNIC μια ζώνη κεντημένη και επτά βραχιόλια σε μια δερμάτινη ζώνη: σε ένα τρίτο κοντά στο χωριό STOLAT - τριάντα βραχιόλια. Αυτό αποδεικνύει ότι οι τύμβοι στη Θράκη ήταν συνδεδεμένοι όχι μόνον με ταφές, αλλά και με κάποια γνήσια θρησκευτική πρακτική. Στη ΒΑ Θράκη παρουσιάζεται έντονη προτίμηση για καύση σε ληκύθους τοποθετημένες σε λάκκους ή σε πέτρινα 'κασόνια' και καλυμμένα από ένα μικρό τύμβο - εμφανώς ένα τυπικό φαινόμενο για τις φυλές GETAE (όπως είναι η περίπτωση των νεκροπόλεων κοντά στα χωριά DOBRINA; RAVΝΑ, CERΝΑ και KRAGULEVO), αν και τη διπλή τυπολατρία την ασκούσαν ακόμη και κάτω από τύμβους. Έχουν επίσης καταγραφεί και δευτερεύουσες ταφές με σκελετούς σε κάποιους λοφοειδείς τάφους της Πρώιμης Εποχής του Ορείχαλκου. (CAREVBROD, BELOGRADEC). Τα πέτρινα 'κασόνια' χρησιμοποιούνται σαν οικογενειακοί τάφοι και συνήθως περιέχουν 2-4 τεφροδόχους ληκύθους. Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι ο τάφος Νο. 15 στη νεκρόπολη κοντά στη DOBRINA, διότι αποτελεί σπάνιο παράδειγμα ταυτόχρονης οικογενειακής ταφής.
Εδώ, το άκαυτο κρανίο της γυναίκας είναι τοποθετημένο στη λήκυθο του άντρα. Η κοινωνική διαφοροποίηση αποδεικνύεται αρχαιολογικά όχι μόνον με την ύπαρξη τάφων ίδιας τελετουργίας οι οποίοι περιέχουν λίγο ή πολύ αναρίθμητα και ποικίλα αντικείμενα (ο τάφος Νο. 12 από τη νεκρόπολη της DOBRINA περιέχει ένα διπλό πέλεκυ από σίδηρο, ένα μεσομφάλιο ασπίδας, μια κεφαλή δόρατος, κ.ά.), αλλά επίσης και με την εμφάνιση χρυσών κτερισμάτων σε ορισμένους τάφους στις νεκροπόλεις κοντά στο CAREVBROD και στο BELOGRADEC Αυτές οι ταφές ανήκουν χρονολογικά στον επονομαζόμενο Θρακο-Κιμμεριανό ορίζοντα, αλλά εθνικά, είναι αναμφίβολα θρακικές. Η ερμηνεία του χαρακτήρα αυτών των κτερισμάτων μας κάνει να πιστεύουμε ότι η προτίμηση του ενταφιασμού από την καύση οφείλεται όχι τόσο σε αλλαγή πληθυσμού που προκλήθηκε από εισβολή, αλλά μάλλον σε κάποιες θρησκευτικές και ιδεολογικές διαφορές στην καρδιά της κοινωνίας των GETAE, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος. (V, 7-8: Λατρεύουν μόνον τους θεούς Άρη, Διόνυσο και Άρτεμη ενώ οι βασιλείς, ξέχωρα από τον υπόλοιπο λαό, λατρεύουν κυρίως τον Ερμή. Ορκίζονται στο όνομά του και ισχυρίζονται ότι είναι απόγονοι του.) Ή, με άλλα λόγια, η αριστοκρατία των GETAE είχε ενταφιασθεί και ο λοιπός λαός είχε αποτεφρωθεί. Είναι δύσκολο να πούμε, εντούτοις, βασιζόμενοι στα διαθέσιμα δεδομένα, πως τους σχετικά πλούσιους τάφους θα πρέπει να τους χρησιμοποιούσαν για αποτέφρωση - σαν μεταβατικό τύπο ταφής ή σαν μαρτυρία της ύπαρξης μιας τρίτης κοινωνικής ομάδας εντός αυτής της κοινωνίας.
Στη ΝΔ. Θράκη, τα επίπεδα κοιμητήρια με τάφους σε νεκρικούς θαλάμους κοντά στο KUSTENDIL και τους μεγάλους ωοειδείς τύμβους στην κοιλάδα του ποταμού STRUMESNICA συνδέουν την κοιλάδα του STRUMA με την κοιλάδα του ποταμού VARDAR (Βαρδάρη), όπου παρόμοιοι τύποι τάφων είναι επίσης γνωστοί. Τα υλικά από την υπόλοιπη νότια Θράκη αποκαλύπτουν την πιο περίπλοκη εικόνα ταφικών εθίμων και λατρευτικών πράξεων. Σε σύγκριση με την Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου, η ποικιλία τύπων από τάφους αυξήθηκε υπερβολικά. Χρησιμοποιούσαν ταυτόχρονα λάκκους, νεκρικούς θαλάμους, τάφους με πέτρινους περιβόλους, πέτρινους εξώστες και άλλους κάτω από πέτρινους τύμβους. Η διπλή τυπολατρία απλώθηκε και εδώ. Ο τύμβος υψωνόταν είτε πάνω από την κύρια πυρά, είτε πάνω από τη λήκυθο που περιείχε την τέφρα. Ο ενταφιασμός χαρακτηρίζεται από ένα μεγάλο αριθμό παραλλαγών. Έχουν βρεθεί μονοί, διπλοί και ομαδικοί τάφοι. Σε μερικούς από αυτούς θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή. Η κοινωνική διαφοροποίηση αντανακλάται σε ένα λοφοειδή τάφο κοντά στο χωριό SATOVCA: στο κέντρο του τύμβου Νο. 4 ήταν θαμμένη μια γυναίκα που φορούσε ένα χρυσόχρουν περιλαίμιο καθώς και ένα φαρδύ ορειχάλκινο βραχιόλι στον ένα βραχίονα. Πάνω από αυτήν είχαν κάνει δυο αντρικές ταφές και μια γυναικεία επανεκταφή. Το τελευταίο στάδιο της ύψωσης του τύμβου συναντάται μέσα στον πρώτο αιώνα π.Χ. Έτσι, η συνεχής συσσώρευση του λοφοειδούς τάφου πάνω από τον αρχικό ενταφιασμό, η ποσότητα των προσφορών διασκορπισμένων στον τύμβο όπως και η τελική ημερομηνία της ολοκλήρωσης του- όλες αυτές οι παρατηρήσεις μας δίνουν ερείσματα για να θεωρήσουμε αυτόν τον τύμβο ως μια από τις πρώτες περιπτώσεις για την εξέλιξη ενός τύμβου σε ηρώον.
Η κατάσταση αυτού και μερικών άλλων τάφων στη λοφοειδή νεκρόπολη κοντά στο χωριό SATOVCA (εξερευνήθηκαν επτά τύμβοι που τοποθετούνται χρονολογικά στην Πρώϊμη Εποχή του Σιδήρου) αποκαλύπτει μερικές σπουδαίες όψεις των Θρακικών ταφικών εθίμων. Σε πέντε από αυτούς τους λοφοειδείς τάφους, η κεντρική ταφή είναι εκείνη μιας γυναίκας, αν και ο τάφος κάτω από τον τύμβο Νο. 8 ήταν διακοσμημένος με ορειχάλκινα στολίδια και σιδερένιες κεφαλές δόρατος. Είναι αξιοσημείωτο ότι μόνον σε μια περίπτωση η φωτιά κατείχε το κέντρο του λοφίσκου. Αυτό επαναθέτει το θέμα γύρω από τη θέση της γυναίκας στη θρακική κοινωνία. Δίχως να θέλουμε να υπερεκτιμήσουμε τη σημασία του, μπορούμε μόνον να υποδείξουμε ότι παρόμοιες εικόνες γυναικείων τάφων με όπλα βρίσκονται ανάλογες σε ένα άλλο μεγάλο βαρβαρικό λαό τους Σκύθες. Ένα άλλο ενδιαφέρον γνώρισμα των ταφικών εθίμων στη νότια Θράκη είναι οι διπλοί γυναικείοι τάφοι (στις νεκροπόλεις κοντά στα χωριά DOLNO SAHRANE, ΚΟCΑΝ- τύμβος Νο.2, και PROGLED). Έχει καταγραφεί και ένας διπλός γυναικείος τάφος στη ΒΑ Θράκη (στη νεκρόπολη κοντά στην CERNA): είναι αρκετά πιθανό να ερμηνεύσουμε αυτά ως ανθρωποθυσίες, συνδεόμενες με κάποιες θρησκευτικές πεποιθήσεις των αρχαίων θρακών.
Ίσως και να έχουν κάποια ιδεολογική σχέση με τα ταφικά έθιμα της Ύστερης Εποχής του Ορείχαλκου στη ΒΔ Θράκη, όπως αναφέρθηκε ήδη, και ιδιαίτερα με τα ανθρωπομορφικά ειδώλια, τοποθετημένα το ένα μέσα στο άλλο, από την ORSOJA και τους διπλούς της τάφους. Ταυτόχρονα οι διπλοί γυναικείοι τάφοι μας θυμίζουν τα μυθικά Υπερβόρεια ζευγάρια των παρθένων - Άργη και Ώπιδα, Υπερόχη και Λαοδίκη- οι οποίες στάλθηκαν με αφιερώματα στο ιερό της Δήλου, αλλά και οι οποίες ποτέ δεν επέστρεψαν πίσω. ( Ηρόδοτος, IV, 33-35). Μπορούν να θεωρηθούν ως ο ίδιος τύπος "αγγελιαφόρων" που οι ιερείς των GETAE συνήθιζαν να στέλνουν στον ανώτατο θεό τους, τον Ζάλμοξη; Αρκετές περιπτώσεις αποκαλύπτουν άλλες πλευρές της στάσης των θρακών προς τους νεκρούς. Πολλοί από τους τάφους στη Δυτική Ροδόπη δίνουν μαρτυρίες για επανεκταφή των νεκρών (νεκρόπολη της SATOVCA, τύμβος Νο.4)• για πλουσιότερους τάφους στους οποίους τα οστά αντικαθίστανται από λίθους (SATOVCA, τύμβος Νο.4)• για επί μέρους ταφές- ένα σώμα και δυο κρανία ( SATOVCA, τύμβος Νο.3) κ.ά. Οι τελευταίες αρχαιολογικές ανασκαφές στην περιοχή του LOVEC φανέρωσαν ένα τύμβο χρονολογούμενο από τον τέταρτο αιώνα π.Χ. στον οποίο το σώμα του νεκρού έχει "διαμελισθεί" σε τέσσερα μέρη και έχει ταφεί σε τέσσερα διαφορετικά σημεία. Αυτό το γεγονός απλά αποδεικνύει ότι μια τέτοια συνήθεια τόσο καλά τεκμηριωμένη στη νότια Θράκη δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ως τοπικό διακριτικό γνώρισμα-θα μπορούσε να ήταν τυπικό και για άλλα μέρη της Θράκης. Μας θυμίζει τον μύθο γύρω από τον θάνατο του Ορφέα: ξεσχισμένο σε κομμάτια, με το κεφάλι του θαμμένο αργότερα κάτω από ένα σήμα γύρω από το οποίο αναπτύχθηκε μετέπειτα ένα ηρώον (Κόνων 45, 6).
Όλα αυτά τα γεγονότα αποδεικνύουν την ύπαρξη ορισμένων θρακικών εθίμων αρχαιολογικά αποδεδειγμένων καλά τα οποία είναι, ίσως, σχετικά με την Ορφική δοξασία. Τα περίπλοκα ταφικά έθιμα στη νότια Θράκη συνοδεύονται από διάφορους τύπους λίθινων κατασκευών λατρευτικού χαρακτήρα ολοφάνερα κάτω από το λοφίσκο - όπως κύκλους, ψευδο-νεκροθαλάμους με τάφους, ορθογώνιους λίθινους εξώστες μιμούμενοι την επένδυση ενός τάφου νεκροθαλάμου, κ.ά. Αυτοί οι κενοί τύμβοι δίχως κανένα ίχνος ταφών σε αυτούς δεν είναι μικρότερου ενδιαφέροντος. Πίσω από την ύπαρξη αυτών των αποκαλούμενων ψευδο-ταφικών κατασκευών, τοποθετημένων ολόγυρα ή δίπλα στο γνήσιο τάφο, είναι βέβαιο ότι υπάρχει κάποια ακόμη ανερμήνευτη ιδέα των θρακικών εθίμων και πεποιθήσεων. Αυτή η ίδια ιδέα αποκαλύπτεται περισσότερο καθαρά σε μια πιο ύστερη περίοδο. Για παράδειγμα, γύρω από τον γνωστό τάφο κοντά στο χωριό SVESTARI (χρονολογούμενο από τον τέταρτο αιώνα π.Χ.), έχουν πρόσφατα εξερευνηθεί τρεις κενοί τύμβοι, αναμφίβολα του ψευδοταφικού τύπου. Οι διάφορες TRISNAE η μεγάλη συσσώρευση κάποιων από τους λοφίσκους, οι κατασκευές λατρείας είναι κάποιες από τις αρχαιολογικές μαρτυρίες για την πραγματική και πολύ ισχυρή παρουσία της λατρείας των νεκρών στη Θράκη και οι οποίες έχουν τελικά αποκρυσταλλωθεί για την περίοδο στα μέσα της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Οι τύμβοι της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου στη νεκρόπολη κοντά στη SATOVCA αποκαλύπτουν ποικίλες στιγμές στο ταφικό έθιμο όταν είχαν ανάψει τη φωτιά και έκαιγε: στο κέντρο του τύμβου (SATOVCA, τύμβος Νο.7), κοντά στον κεντρικό τάφο (τύμβοι Νο. 2, 10), πάνω από τον κεντρικό τάφο (τύμβος Νο. 8). Η φωτιά έκαιγε πριν την τοποθέτηση του νεκρού• αφού έβγαζαν τα οστά από τον τάφο (τύμβος Νο.4) στην κορυφή των λοφίσκων. Αυτό σημαίνει ότι συνήθιζαν να αρχίζουν και να τελειώνουν την ιεροτελεστία της ταφής με φωτιά.
Γίνεται φανερό από τα προηγούμενα ότι η διαμόρφωση των θρακικών ταφικών εθίμων άρχισε στην Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου και ολοκληρώθηκε έως τα μέσα της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Ήταν μια περίπλοκη διαδικασία στην οποία αναμίχθηκαν διάφορες πολιτισμικές παραδόσεις και ιδεολογικές τάσεις υπάρχουσες σε ξέχωρες πολιτισμικές περιοχές σαν αποτέλεσμα αμοιβαίας διείσδυσης και επαφών ανάμεσα στις διάφορες πολιτισμικές ομάδες. Από ένας απλός τόπος για την εναπόθεση των νεκρών κατά τη διάρκεια της Όψιμης Εποχής του Ορείχαλκου σε μερικές περιοχές, ο λοφοειδής τάφος έγινε στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου ένα ταφικό μνημείο κοινό για ολόκληρο τον θρακικό κόσμο. Τα ταφικά έθιμα έγιναν πολύ "ευαίσθητα" σε όλες τις πλευρές των κοινωνικών σχέσεων, της κοινωνικής θέσης και των θρησκευτικών πεποιθήσεων - και έτσι, ο θρακικός τύμβος έγινε από μόνος του μια ουσιαστική έκφραση των προηγούμενων. Και εξελίχθηκε περαιτέρω όχι μόνον σαν ταφικό μνημείο, αλλά και σαν ηρώον και σαν τόπος που εξυπηρετεί άλλους θρησκευτικούς σκοπούς. Τα ταφικά έθιμα στη Θράκη δεν ήταν παγκόσμια - ούτε και ήταν, εν προκειμένω, στην αρχαία Ελλάδα. (το. KURZ και J.ΒΟΑRDΜΑΝ, Ελληνικά Ταφικά Έθιμα, Λονδίνο 1971). Όμως, ακόμη και έτσι, είναι προφανές ότι τα ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά συνυφασμένα με κάποια σημεία τυπικά ολόκληρου του θρακικού κόσμου φαίνονται να έχουν ενοποιηθεί ιδεολογικά σαν αλληλουχία της διαδικασίας του συγκρητισμού που καταγράφηκε στην αρχή της Πρώϊμης Εποχής του Σιδήρου. Η ιδεολογία που υποστηρίζει αυτά τα ταφικά έθιμα φαίvεται vα έχει υποστεί τροποποίηση, μικρή βέβαια, στο υπόλοιπο μέρος της πρώτης χιλιετίας π.Χ., αv και η ουσιώδης έκφρασή της άλλαξε πραγματικά.
(Από το βιβλίο "ΤΗRΑCΙΑΝS ΑΝD ΜΥCΕΝΑΕΑΝS" του Ε.J. ΒRΙLL, ΚΟLΝ, 1989) (σελίδες 5, 7, 11-13, 181-189, 231-240) ΑΠΟΔΟΣΗ: ΜΑΡΙΑ ΡΑΛΛΗ - ΥΔΡΑΙΟΥ
Πηγή: Περιοδική έκδοση Θρακικά, τόμ. 12ος 1934.
Πηγή 2: http://www.e-istoria.com
Μετάφραση από την ΜΑΡΙΑ ΡΑΛΛΗ - ΥΔΡΑΙΟΥ, Μ.Α. Κριτικής Θεωρίας, Ιστορικό - Αρχαιολόγο Η Θρακολογία και η Μυκηνολογία είναι δυο κλάδοι των Ινδο-Ευρωπαϊκών Σπουδών ίσης αξίας για το θέμα " ενδοσχέσεις ανάμεσα στους Πρωτο-Θράκες και στους Πρώτο- Έλληνες" εφ' όσον αμφότεροι έζησαν στην ίδια γεωγραφική περιοχή. Ο καθηγητής ALEXANDER FOL ξεκίνησε μια διεθνή προσέγγιση στη Θρακολογία. Είδε ότι οι θησαυροί του θρακικού πολιτισμού δεν θα έπρεπε να περιοριστούν μόνον στις χώρες της Νότιας - Ανατολικής Ευρώπης αλλά να μοιραστούν με τα έθνη όλου του κόσμου. Σε μια σειρά από συνέδρια - το πρώτο έγινε το 1972- ο Α. FOL έκανε τη Θρακολογία ένα ζωτικό τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης. Έτσι γεννήθηκε μια μοντέρνα, διεθνής επιστήμη στο Πρώτο Διεθνές Συνέδριο Θρακολογίας στη Σόφια.
Πριν από χρόνια, όταν υπήρχαν λιγότερα γλωσσολογικά και αρχαιολογικά στοιχεία, οι ερευνητές της Αρχαίας Θράκης έβγαλαν το συμπέρασμα ότι αυτά που είδαν στην περιοχή αυτή γύρω στα μέσα της πρώτης χιλιετίας π.Χ. και λίγο αργότερα, και τα οποία τους θύμιζαν τον Μυκηναϊκό πολιτισμό, ήταν κατάλοιπα του παρελθόντος. Υπέθεσαν ότι αυτά τα κατάλοιπα ή ενθυμήματα της Μυκηναϊκής εποχής στην Ελλάδα μπορεί να ήταν το αποτέλεσμα μιας πιθανής, αν και καθυστερημένης, επίδρασης των Μυκηναϊκών κέντρων επάνω στο Βορρά. Ιδιαίτερης σημασίας είναι το γεγονός ότι ανάμεσα στην Ανατολία και στη Νοτιο-Ανατολική Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της λεκάνης του Καυκάσου-Μαύρης θάλασσας, αναδύθηκε ένας σχετικά ενοποιημένος τελετουργικός και μυθολογικός συμβολισμός, ο οποίος και αποδεικνύεται από βασικά αντικείμενα και ζωομορφικές συνταυτίσεις: ο διπλός πέλεκυς και ο σταυρός ήταν συνδεδεμένα με τη λατρεία της Μητέρας-θεάς καθώς και με τη λατρεία των νεκρών. Μερικές φορές και η γυναικεία μορφή απεικονιζόταν με το σχήμα του σταυρού. Η Θράκη διατήρησε για πολύ καιρό την αρχαία σημασιολογία των κυριοτέρων μυθολογικών συμπλεγμάτων λατρείας αυτής της περιοχής: τα πουλιά και τα ελάφια, τις γυναικείες φιγούρες, το άλογο και το άρμα, τον ταύρο, κ.ά. Μεγάλης σημασίας ήταν τα μνημεία που χρονολογούνται έως την πρώτη χιλιετία π.Χ., όπως τα μεγαλιθικά μνημεία στο πρώτο μισό της χιλιετίας και ο θόλος και οι θολωτοί τάφοι στο δεύτερο μισό. Ολόκληρος ο μεγαλιθικός πολιτισμός είναι δυνατόν να ερμηνευτεί μόνον με την έννοια της λατρείας του Ήλιου.
Η όλη αρχιτεκτονική της ταφής μπορεί να εξηγηθεί με την ιδέα της Μεγάλης Μητέρας - θεάς και του Υιού - Πρόγονού της (Βασιλιά Ιερέα - θεού). Τα μνημεία δεν μαρτυρούν μια αργοπορημένη αναγέννηση των Μυκηναϊκών παραδόσεων σε χώρες μη Μυκηναϊκές αλλά δείχνουν τον θρακικό πολιτισμό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. ο οποίος συνέχισε την άνθηση του και στην πρώτη χιλιετία π.Χ. και εν μέρει ακόμη αργότερα, στους αιώνες μ.Χ. Την εποχή που η Θράκη γνώρισε τους πρώτους Έλληνες ποιητές και συγγραφείς, ο πληθυσμός αυτών των εδαφών είχε φθάσει στην καθοριστική μορφή της θρησκευτικής του σκέψης, της θρησκευτικής του δοξασίας και της ιστορικής του συμπεριφοράς. Στους αιώνες που ακολούθησαν αυτή η πνευματική ζωή, όπως, π.χ., ο πολιτισμός σαν ένας τύπος ιστορικής συμπεριφοράς, δεν άλλαξε ουσιαστικά. Απλά προσαρμόστηκε στις υλιστικές συνθήκες ζωής που άλλαζαν κατά τη διάρκεια της εποχής του Σιδήρου. Τα επιφανειακά ή ανεπαρκώς αφομοιωμένα στοιχεία του απορρίφθηκαν. Διατηρήθηκαν, όμως, τα πιο βαθιά στρώματα σχέσεων ανάμεσα στον άνθρωπο, την κοινωνία και τη φύση. Όλα δείχνουν ότι η περίοδος ανάμεσα στο δέκατο έκτο και ενδέκατο αιώνα π.Χ. ήταν η μεγάλη εποχή της φάσης της σταθεροποίησης των συσχετισμένων στοιχείων της κοσμογονίας, της μυθολογίας και της θρησκείας στον πυρήνα της θρακικής διασποράς, ήτοι, νότια του Δούναβη, στη λεκάνη της Προποντίδας, στη βόρειο- δυτική Μικρά Ασία και σε μερικά νησιά του Αιγαίου.
Δηλαδή, αυτή ήταν η περίοδος της Μυκηναϊκής Θράκης, ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε ένδεκα χρόνια πριν για να χαρακτηρίσει τη σχετική πολιτιστική ενότητα ολόκληρης της περιοχής η οποία ήταν επίσης σύγχρονη με την Ινδό- Ιρανική Μυκηναϊκή Ελλάδα. Ο θάνατος της Μυκηναϊκής Ελλάδας ήταν η πλέον πρόσφατη αποκάλυψη της διάσπασης των εθνοπολιτιστικών κοινοτήτων στην περιοχή της Νότιας Ευρώπης διότι σήμαινε την αρχή της καθ' αυτό διαφοροποίησης των Ελλήνων. Η Ινδο-Ιρακινή "Μυκηναϊκή Θράκη" δεν χάθηκε αλλά διατήρησε τα βασικά τυπολογικά χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς της ίδιας εθνοπολιτιστικής κοινότητας και κατά τη διάρκεια της πρώτης χιλιετίας π.Χ. Και είναι τώρα δυνατό να εισάγουμε έναν πιο ακριβή όρο για να προσδιορίσουμε τη μεγάλη εποχή της "φάσης σταθεροποίησης" των συσχετισμένων στοιχείων της κοσμογονίας, της μυθολογίας και της θρησκείας στον πυρήνα των θρακικών εδαφών ενώ συγχρόνως σκιαγραφούμε τις διαφορές τους από τις Μυκήνες. Ο όρος αυτός είναι "Ορφική Θράκη" διότι ήταν ακριβώς κατά το δεύτερο μισό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., κατά τη διάρκεια της λαμπρής περιόδου της τελικής φάσης της εποχής του Ορείχαλκου, που ο θρακικός, προ-Πυθαγόρειος, προ-φιλολογικός, και προ-φιλοσοφικός μη-κλασσικιστικός Ορφισμός διαμορφώθηκε σαν ένα δόγμα της θρησκείας του Ήλιου.
Σύμφωνα με την JΕΑΝΕΤΤΕ SΤΑΚΕΝΒΟRG - ΗΟΟGΕVΕΕΝ στην εργασία της 'Ή Μυκηναϊκή Θράκη από τον πέμπτο έως τον τρίτο π.Χ. αιώνα", υπάρχουν στο θρακικό πολιτισμό της ανώτερης τάξης από τον πέμπτο ως τον τρίτο π.Χ. αιώνα ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία που προέρχονται από την Ύστερη Ορειχάλκινη εποχή ή ακόμη νωρίτερα. Ένας αριθμός σύγχρονων συγγραφέων, στηριζόμενων σε τυχαίες παρατηρήσεις, έχουν αναφερθεί σ' αυτά τα στοιχεία ως Μυκηναϊκά. Στη μελέτη αυτή ο πολιτισμός (της αριστοκρατίας) και η ιδεολογία των θρακών Οδρυσών έχουν συγκριθεί με το Μινω-Μυκηναϊκό πολιτισμό και την ιδεολογία γιατί μπορούν να θεωρηθούν ταυτόσημα μόνον εάν έχουν σχέση με τους αντίστοιχους πολιτισμούς στο σύνολο τους. Μελετήθηκαν τα κύρια σημεία του πολιτισμού των Οδρυσών καθώς και του Μυκηναϊκού: οικισμός, ιερά, ταφή και ταφικά έθιμα, θρησκεία και τα σχετικά αντικείμενα, όπως και εικονογραφία. Το ίδιο έγινε και με το Μυκηναϊκό πολιτισμό. Ένας αριθμός θολωτών τάφων έχει ανασκαφεί στη Θράκη. Ο τάφος στο Μεζέκ είναι πολύ γνωστός. Συγκρίνεται με το θησαυροφυλάκιο του Ατρέα στις Μυκήνες. Οι θόλοι στη Θράκη παρουσιάζουν ποικιλία ως προς το μέγεθος, το σχέδιο, το υλικό κτισίματος και τις μεθόδους. Όλοι, όμως, σχετίζονται με τους τάφους-κυψέλες της Ύστερης Εποχής του Ορείχαλκου και πιο πριν στη Μινω-Μυκηναϊκή εποχή. Προορίζονταν αποκλειστικά για τα υψηλότατα μέλη της κοινωνίας. Κατά πάσα πιθανότητα ήταν μια παράδοση των Οδρυσών, και ο νεώτερος που βρέθηκε χρονολογείται από τον έκτο π.Χ. αιώνα.
Οι τοιχογραφίες στον τάφο του Σεύθη, βασιλιά των Οδρυσών, επιβεβαιώνουν αυτά που οι κλασσικοί συγγραφείς μας λένε για τη θρακική ιδεολογία και τα ταφικά έθιμα. Οι απεικονίσεις στους τοίχους είχαν σκηνές από μάχες. Ο Ηρόδοτος (Ιστορία, II 67, V6) μας πληροφορεί ότι οι μάχες και οι επιδρομές ήταν η ζωή των θρακών. Το κυνήγι ήταν επίσης πολύ προσφιλές. Η κύρια σκηνή απεικονίζει τον ιερό γάμο του Σεύθη, ο οποίος φθάνει με το άρμα του, με τη γυναίκα που κάθεται δίπλα του επάνω σε θρόνο. Η θέση των χεριών τους δείχνει ακόμη ότι αυτή είναι περισσότερο σπουδαία από τον βασιλιά. Το διάζωμα κάτω από τη σκηνή αυτή διακοσμείται με κεφάλια από ταύρους, τα οποία δείχνουν ότι η γυναίκα αυτή δεν είναι άλλη από τη Μητέρα - θεά. (Ταύροι, κεφάλια από ταύρους και κέρατα είναι τα δικά της σύμβολα γονιμότητας από την Πρώιμη Μινωική Περίοδο.) Φιλολογικές πηγές αναφέρουν τον γάμο του βασιλιά των Οδρυσών Κότυ Ι και της θεάς Αθηνάς (ως μητέρα - θεά της Αθήνας). Μια άλλη απεικόνιση ιερού γάμου σε ασημένια πλάκα (από το θησαυρό της Λέτνιτσα) δείχνει τον θρακικό θεό - Έρωτα με τη Μητέρα - θεά. Η πλειονότητα των συμβόλων στη θρησκεία ήταν σημάδια της Αιγαίας - Μητέρας-θεάς ή συνδέονταν με αυτήν. Σε απεικονίσεις του θεού - Έρωτα, που βρέθηκαν παντού στη Θράκη, οι πολυάριθμες μορφές λειτουργικότητάς του εκθέτονται, μεταξύ άλλων, ως δέντρο, βωμός, γυναίκα, φίδι, άστρο, και λιοντάρι. Επιπλέον δείχνουν τη σχέση του με τη θεά η οποία μοιράστηκε μαζί του πολλές από τις δικές της μορφές λειτουργικότητας. Δεν ήταν, όμως, η ανώτατη θεότητα στη Θράκη.
Η κύρια λατρεία στη Σευθόπολη ήταν εκείνη των Μεγάλων θεών της Σαμοθράκης ή των Καβείρων, αρχιερέας των οποίων ήταν ο βασιλιάς. Στους ιστορικούς χρόνους οι Μεγάλοι θεοί ήταν πάντοτε συνδεδεμένοι με μια θεά η οποία παρουσιαζόταν ως μητέρα τους και /ή ως νύφη τους. Οι Μεγάλοι θεοί συγχωνεύτηκαν με τους Διόσκουρους οι οποίοι τον τέταρτο π.Χ. αιώνα (ή και πολύ πιο πριν) ήταν ισοδύναμοι με τον Έρωτα. Οι Διόσκουροι, όπως και ο Έρωτας, ήταν θεότητες πάνω σε άλογο, προστάτες της γονιμότητας, πολεμιστές, θεραπευτές και κυνηγοί. Συχνά έφεραν δόρατα. Οι Διόσκουροι αντιπροσώπευαν και τις δυο όψεις της θρακικής θρησκείας: τη θνησιμότητα (Διόνυσος) και την αθανασία (Έρωτας). Σύμβολο των Διόσκουρων ήταν το άστρο. Το μοιράζονταν μαζί με τον Ερμή, έναν από τους Μεγάλους θεούς, και τον αποκαλούσαν σύζυγο της Δήμητρας (=Μητέρας-Γης). Ο Ερμής ήταν η βασιλική όψη του Έρωτα. Η θρακική βασιλική οικογένεια τον θεωρούσαν ως προπάτορά τους. (Ιστορία του Ηρόδοτου, V7). Όπως φαίνεται, ο Έρωτας και ο θράκας βασιλιάς απεικονίζονται ως σύζυγοι της Μητέρας -θεάς. Οι θράκες δεν έκαναν διάκριση ανάμεσα στο θεό και στο βασιλιά. Έτσι οι σκηνές του ιερού γάμου παρουσιάζουν τον Έρωτα/ βασιλιά ως προγενήτορα των θρακών. Η σύντροφός του, η θεά, ήταν, επομένως, η μητέρα και η σύζυγος του βασιλιά. Αρχικά ήταν η ανώτερη θεότητα. Οι γυναίκες έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη χθόνια λατρεία. Στην Ύστερη, όμως. Εποχή του Ορείχαλκου ο θεός Διόνυσος έγινε κυρίαρχος εις βάρος των γυναικών. Αυτό αντανακλάται στο μύθο του Ορφέα ο οποίος εισήγαγε στη λατρεία την ηλιακή άποψη, το οποίο σήμαινε ότι μόνον οι άντρες μπορούσαν να γίνουν αθάνατοι. Η Μητέρα-θεά ήταν, όμως, πάρα πολύ σπουδαία για να μην απορριφθεί εντελώς. Γι' αυτό και ο θράκας / βασιλιάς/ Έρωτας σφετερίστηκε τον ιερό γάμο της με μια κατώτερη ανδρική θεότητα προς εξασφάλιση της γονιμότητας. Κι έγινε σύζυγος της και μαζί γιος της.
Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίστηκε η γονιμότητα και συγχρόνως νομιμοποιήθηκε η εξουσία του καθώς αυτή προερχόταν από τη θεά. Η κύρια δύναμη ήταν στα χέρια του βασιλιά, του Έρωτα. Αυτό ερμηνεύεται πολύ καλά πιθανώς από το γεγονός ότι και οι δυο απεικονίζονται σχεδόν πάντα επάνω σε άλογο. Το άλογο δεν ήταν μόνον ένα ηλιακό σύμβολο και ένα σύμβολο του Κάτω Κόσμου αλλά και ένα σημάδι πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης. Αντιπαραβάλλουμε και συγκρίνουμε τα διάφορα στοιχεία ζωής των θρακών με εκείνα των Μυκηναίων. Οι Μυκηναίοι ζούσαν σε φρούρια με χοντρά τείχη σε χαμηλούς λόφους οι οποίοι πρόσφεραν φυσική προστασία. Σ' αυτά ζούσαν μόνον ο βασιλιάς με την οικογένεια του, οι ευγενείς και οι απαραίτητοι τεχνίτες. Ο απλός λαός ζούσε έξω από το κάστρο σε οικισμούς επάνω στους γειτονικούς λόφους. Η ανώτερη τάξη ζούσε σε σπίτια κτισμένα σύμφωνα με την οικονομική τους κατάσταση. Το παλάτι, στην κορυφή του λόφου, ήταν το μεγαλύτερο οίκημα. Το προστάτευαν χοντρά τείχη ορθωμένα και εντός του κάστρου σε περίπτωση ανταρσίας και προδοσίας. Η Μυκηναϊκή ανώτερη τάξη ήταν οργανωμένη ιεραρχικά. Ο βασιλιάς, ο Άναξ, ήταν επί κεφαλής και αυτό σήμαινε ότι ήταν το πιο σημαντικό πρόσωπο. (Πίνακες της Γραμμικής Β). Ο Όμηρος, ο οποίος αναφέρεται στην Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου, περιγράφει μια κοινωνία στην οποία οι ευγενείς παίζουν τον κύριο ρόλο. Η Μυκηναϊκή κοινωνία μπορεί κάλλιστα να ονομαστεί "φεουδαρχική" γιατί ο Μυκηναίος άναξ ήταν υπεράνω όλων των βασιλέων, δηλαδή, των τοπικών αρχόντων του.
Έτσι, τα Μυκηναϊκά κάστρα ήταν πολιτικά/ διοικητικά κέντρα στα οποία έμεναν ο βασιλιάς και οι Μυκηναίοι ευγενείς. Τα κάστρα και τα παλάτια στην Κρήτη ήταν και εμπορικά κέντρα. Περιείχαν αποθήκες και οι πίνακες της Γραμμικής Β δείχνουν ότι τα εμπορεύματα και τα προϊόντα διακινούνται με την εποπτεία του Μυκηναϊκού παλατιού. Ως προς τη θρησκεία, στο παλάτι της Κνωσσού είχαν εισχωρήσει θρησκευτικά στοιχεία και κυρίως στο δυτικό μισό τμήμα του. Το ίδιο συνέβη και στα παλάτια της ενδοχώρας. Υπήρχαν διάφορες αίθουσες τις οποίες χρησιμοποιούσαν σαν χώρους λατρείας καθώς και τοιχογραφίες που απεικονίζουν τις θρησκευτικές τελετές. Το "παλάτι του Νέστορος" στην Πύλο, για παράδειγμα, περιείχε ένα ναό της Πότνιας θεάς και έναν υπαίθριο βωμό. Οι Μυκηναίοι εισέβαλαν στην Κρήτη και στην Ελληνική ενδοχώρα το 1600 π.Χ. Επέβαλαν τη δύναμη τους σθεναρά και έβαλαν τη σφραγίδα τους στον αυτόχθονα πολιτισμό. Αντίστοιχα, όμως, και οι ίδιοι επηρεάστηκαν από τον Μινωικό πολιτισμό στην Κρήτη. Οι Μυκηναίοι στην Κνωσσό εξουσίαζαν την Κρήτη έως το 1400 π.Χ., όπως και την κυρίως χώρα. Μετά, όμως, την καταστροφή της Κνωσσού οι Μυκηναίοι της ενδοχώρας πήραν την εξουσία. Στα Μυκηναϊκά παλάτια, μετά το 1400, κτίστηκε σε σύνθετη μορφή η αίθουσα του θρόνου. Από τον πήλινο βωμό, τον μεγάλο και στρογγυλό, τον φτιαγμένο με ζωγραφισμένες στρώσεις από μαρμαροκονίαμα και μερικές μαρκαρισμένες με κορδόνι, στην αίθουσα του θρόνου, ο οποίος ήταν κτισμένος ακριβώς απέναντι από τον θρόνο και από τους αγωγούς, οι οποίοι ήταν κοντά στον θρόνο και τους χρησιμοποιούσαν για τις σπονδές , μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Άναξ ήταν ο ιερέας - βασιλιάς. Ο Όμηρος μαρτυρεί την ύπαρξη ιερέων- βασιλέων ανάμεσα στους Μυκηναίους. (Οδυσ. III 417- 163• 393-394).
Εκτός από το παλάτι - ναό, την οικία - χώρο λατρείας και τον υπαίθριο βωμό, οι Μυκηναίοι είχαν και κτίσματα ειδικά φτιαγμένα για θρησκευτικούς σκοπούς, όπως το κέντρο λατρείας στο δυτικό μισό τμήμα της Ακρόπολης των Μυκηνών. Οι Μυκηναϊκοί θόλοι, όπως και οι θρακικοί θολωτοί τάφοι που προέρχονται από τους Μυκηναϊκούς, είχαν κατασκευαστεί κάτω από λόφους και διέφεραν σε μέγεθος, σχέδιο, μεθόδους κτισίματος και υλικό. Οι Μυκηναίοι έκτισαν τους τάφους- κυψέλες σύμφωνα με τους Κρήτες αλλά άλλαξαν τον τρόπο χρήσης τους. Ενώ οι Κρήτες έθαβαν μια ολόκληρη οικογένεια ή γένος μέσα στον τάφο, οι Μυκηναίοι έθαβαν μόνον τους ανώτερους άρχοντες μέσα στο θολωτό τάφο, κοντά στο κάστρο και κατά προτίμηση με θέα την περιοχή ολόγυρα. Τους κοινούς θνητούς τους έθαβαν σε τάφους- δωμάτια. Πολύ λίγα γνωρίζουμε για τα ταφικά έθιμα αφού πολλοί από τους θολωτούς τάφους έχουν συληθεί. Ο Όμηρος περιγράφει την ταφή του Πάτροκλου (Ιλιάδα, XXIII, 227 FF). Αναφέρει μια επικήδεια πομπή, θυσίες προβάτων, σκύλων και αλόγων, και ταφικούς αγώνες. (Ιλιάδα, XXIII, 257 FF). Στους νικητές αυτών των αγώνων έδιναν βραβεία. Ένα μέρος των αγώνων ήταν και η αρματοδρομία. Το άρμα ήταν δίτροχο. Οι Μυκηναίοι το εισήγαγαν στην Κρήτη και στην Ελληνική ενδοχώρα. Βλέπουμε τη χρήση του στις Μυκηναϊκές εικονογραφίες, στον Όμηρο και στους πίνακες της Γραμμικής Β. Τα άρματα τα χρησιμοποιούσαν μόνον τα μέλη της ανώτερης τάξης. Ήταν ένα είδος γοήτρου και στα έργα τέχνης απεικονίζονται συχνά. (Στις τοιχογραφίες μέσα στα παλάτια, στη ζωγραφική των αγγείων με τα άλογα να καλπάζουν σαν να πετούν.)Τέσσερις μόνον τάφοι-κυψέλες βρέθηκαν άθικτοι μερικώς.
Ένας θολωτός τάφος βρέθηκε στα Δενδρά. Ο βασιλιάς που τάφηκε εκεί ήταν περιστοιχισμένος από τα όπλα του. Το κράνος του, διακοσμημένο, δείχνει ότι ήταν πολεμιστής. Αυτό δεν είναι περίεργο γιατί η αγάπη των Μυκηναίων για τον πόλεμο και το κυνήγι φαίνεται στις αναρίθμητες απεικονίσεις κυνηγίου και πολεμικών σκηνών. Ο Όμηρος αποκαλεί τους Μυρμηδόνες "πολεμοχαρείς". Η ιδεολογία του πολεμιστή φαίνεται καθαρά στην Οδύσσεια όπου ο Οδυσσέας γίνεται δεκτός από τους Μυκηναίους Φαιάκες οι οποίοι του απονέμουν τιμές ενώ αυτός τους διηγείται τα ηρωικά του κατορθώματα. Τα διάφορα κτερίσματα και οι διακοσμήσεις που βρέθηκαν μέσα στον τάφο στα Δενδρά μας οδηγούν σε μια θεότητα: αμέτρητες απεικονίσεις ταύρων, όπως και ταύρων με μια γυναικεία πιθανόν μορφή στην πλάτη τους, δυο κυρτά κέρατα ταύρου για λατρευτικό σκοπό, μια φιγούρα με οκτώ ασπίδες, λεοντάρια, τράγους και ένα δέντρο. Ιδιαίτερα οι ταύροι και τα κέρατα οδηγούν στη Μητέρα- θεά. Η θρησκεία των Μυκηναίων επηρεάστηκε από τη Μινωική σε τέτοιο βαθμό ώστε να αναφερόμαστε σ' αυτήν ως τη Μινω- Μυκηναϊκή θρησκεία. Οι Μυκηναίοι πήραν τη λατρεία της ανώτατης θεότητας των Μινώων, της Μητέρας - θεάς. Πριν το 1600 π.Χ. αυτή εξουσίαζε όλες τις μορφές ζωής και θανάτου. Σαν θεά της γονιμότητας είχε για σύμβολο της τον ταύρο. Σαν θεά των Ζώων, την απεικόνιζαν περιβαλλόμενη από δυο λεοντάρια και ιστάμενη πάνω σ'ένα υψηλό σημείο. Ήταν ακόμη η θεά των φυτών και των δέντρων, η προστάτιδα του γάμου, και, σαν θεά των φιδιών, ήταν η προστάτιδα της οικογενειακής εστίας. Οι βωμοί της ήταν κοίλοι στη μέση. Τη θεά τη λάτρευαν αρχικά σε σπήλαια και στις κορυφές των βουνών. Αργότερα και σε ιερά. Στη λατρεία της ο φυσικός βράχος έπαιξε μεγάλο ρόλο, τονίζοντας τη χθόνια όψη της. Ο Εξαγνιστήριος Νιπτήρας στο παλάτι της Κνωσσού ήταν αφιερωμένος στη θεά. Εκτός από τους ταύρους, σύμβολά της ήταν το δέντρο της ζωής, το φίδι, το άστρο, η κολώνα, το περιστέρι, το λεοντάρι, ο γρύπας, ο διπλός πέλεκυς, η τρίαινα, απεικονίσεις από τους κοίλους ή κυρτούς βωμούς της, κ.ά. Μετά το 1600 π.Χ. βρίσκουμε ακόμη τα σύμβολά της επάνω σε σφραγίδες καθώς και στην Πύλη των Λεόντων στις Μυκήνες, η οποία έγινε μετά το 1400 π.Χ. και είναι μια ακόμη απόδειξη της σπουδαιότητάς της. Το κέντρο λατρείας στη δυτική πλευρά της Ακρόπολης των Μυκηνών περιείχε ακόμη ένα "Μινωικό" ιερό αφιερωμένο σε μια θεά και ένα ιερό το οποίο παρά το Μυκηναϊκό του χαρακτήρα, πρέπει να ήταν αφιερωμένο σ' αυτήν με τη χθόνια όψη: ο φυσικός βράχος είχε ενσωματωθεί στο εσωτερικό.
Επιπλέον, βρέθηκαν σ' αυτό πήλινα φίδια κουλουριασμένα. Δυο κουλουριασμένα φίδια από μόλυβδο ανακαλύφθηκαν στη Σευθόπολη. Και όμως, το 1600 π.Χ. τα ιερά της θεάς καταστράφηκαν από τους Μυκηναίους επειδή δεν μπορούσαν να ανεχθούν μια γυναικεία ανώτατη θεότητα στην ανδροκρατούμενη κοινωνία τους. Παρ' όλα αυτά, δεν γινόταν να την εξαφανίσουν τελείως γιατί την χρειάζονταν να τους ενισχύει ιδεολογικά στην εξουσία τους απέναντι στους εξαιρετικά πολιτισμένους Μίνωες. Οι Μινωικές θεότητες, οι γυναικείες κυρίως, συνδέονταν με τις Μυκηναϊκές, τις ανδρικές περισσότερο, και ήταν επόμενο η ανώτατη Μυκηναϊκή θεότητα να συνδέεται με την ανώτατη Μινωική θεά. Αυτοστιγμεί, η θεά έγινε κατώτερη του θεού και υποβιβάστηκε. Αυτό φαίνεται στους πίνακες της Γραμμικής Β όπου η θεά αναφέρεται μετά τον Ποσειδώνα. Η πραγματική δύναμη, πολιτική, οικονομική και θρησκευτική, ήταν στα χέρια του Άνακτα ως αντιπροσώπου του Ανώτατου θεού. (Ο Όμηρος περιγράφει τη σχέση ανάμεσα στον Άνακτα και στο θεό ως πολιτική, ενώ τη σχέση Άνακτα - θεάς ως απλά προσωπική, όπως, για παράδειγμα, τη σχέση του Οδυσσέα και της θεάς Αθηνάς.) Η σύνδεση των θεοτήτων μεταξύ τους πρέπει να συνοδευόταν από αλλαγές στην ιεροτελεστία. Μετά το 1600 π.Χ. οι Μυκηναίοι έκτισαν το σύνθετο δωμάτιο του θρόνου με την "αίθουσα του θρόνου" στο δυτικό μισό τμήμα του παλατιού της Κνωσσού και αντικατέστησαν τον Εξαγνιστήριο Νιπτήρα από τον θρόνο με τη νωπογραφία - γρύπα. Η HELGA REUSCH το θεωρεί πολύ πιθανό, συγκρίνοντας, αφ' ενός, τις σφραγίδες με τη Μητέρα-θεά, περιτριγυρισμένη από δυο λεοντάρια ή γύπες στην κορυφή ενός βουνού, κι αφ' ετέρου, τον θρόνο περιβαλλόμενο από δυο γύπες με τα μπροστινά τους πόδια στον κοίλο βωμό της, το άτομο που κάθεται στο θρόνο να είναι η προσωποποίηση της θεάς. Ο JΑΝ ΒΕSΤ δηλώνει ότι η νομιμοποίηση της νέας αρχής γινόταν με το γάμο ενός Μυκηναίου άρχοντα και μιας βασίλισσας ή πριγκίπισσας των Μινώων. Αν συνδυάσουμε το γεγονός ότι ο Άναξ ήταν ο εκπρόσωπος του Μυκηναίου θεού και το γεγονός ότι οι Μίνωες πριν το 1600 π.Χ. εόρταζαν τον ιερό γάμο της Μητέρας - θεάς με ένα θεό κατώτερης τάξης για να εξασφαλιστεί η γονιμότητα, είναι πολύ δελεαστικό να φανταστούμε στην Αίθουσα του θρόνου την τελετή του ιερού γάμου του ύψιστου Μυκηναίου θεού με την Μητέρα - θεά οι οποίοι προσωποποιούνται με τον Άνακτα και τη βασιλική ιέρεια των Μινώων. Αυτή η υπόθεση υποστηρίζεται από τον μύθο του Θησέα και της Αριάδνης ("Εσύ που είσαι τόσο καθαγιασμένη").
Οι αρχαιολογικές, οι επιγραφικές και οι φιλολογικές μαρτυρίες δείχνουν ότι και οι θράκες Οδρύσες και οι Μυκηναίοι, όταν ενώθηκαν πολιτικά, είχαν "φεουδαρχική" κοινωνία με ένα φεουδάρχη και επί μέρους βασιλείς. Και στις δυο κοινωνίες ο πόλεμος και το κυνήγι ήταν τα πλέον προσφιλή, προορισμένα εκ φύσεως για τα πλούσια μέλη της ανώτερης τάξης που έπαιζαν τον κύριο ρόλο. Και στους δυο πολιτισμούς επί κεφαλής της άρχουσας τάξης ήταν ο βασιλιάς. Ζούσαν σε κάστρα με ένα ιδιαίτερα ενισχυμένο παλάτι. Αυτά τα οχυρωμένα κάστρα ήταν πολιτικά, οικονομικά και θρησκευτικά κέντρα. Και στις δυο κοινωνίες τα πιο εκλεκτά μέλη θάβονταν σε τάφους που διέφεραν από εκείνους των απλών πολιτών. Οι ταφές τους συνοδεύονταν από θυσίες και ταφικούς αγώνες. Και στους θράκες και στους Μυκηναίους η πολιτική ήταν στενά συνυφασμένη με τη θρησκεία. Ο βασιλιάς ήταν ο αρχιερέας της κύριας λατρείας καθώς το παλάτι λειτουργούσε και σαν ναός. Ήταν ο αντιπρόσωπος και η προσωποποίηση της ανώτατης αντρικής θεότητας. Η Μητέρα- θεά, αρχικά η κύρια θεότητα, υποβιβάστηκε σε θέση εξάρτησης. Και οι δυο λαοί τη χρησιμοποίησαν για να νομιμοποιήσουν την εξουσία τους σφετεριζόμενοι τον ιερό γάμο. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι Οδρύσες, από τον πέμπτο έως τον τρίτο π.Χ. αιώνα, είχαν την ίδια ιδεολογία με τους Μυκηναίους και ότι πρέπει να πήραν τις Μινω-Μυκηναϊκές εκφράσεις των κοινών τους ιδεών, είτε με το εμπόριο είτε στην Κρήτη και στην Ελλάδα, από την Ύστερη Εποχή του Ορείχαλκου: τους θολωτούς τάφους, το άρμα, τον βωμό, κι ένα αριθμό αντικειμένων. Επίσης, ο θρησκευτικός συμβολισμός και η αντίστοιχη χρήση και σημασία τους είναι ίδια όπως και των Μυκηναίων χίλια χρόνια νωρίτερα.
Ο ιδρυτής της αυτοκρατορίας των Οδρυσών, ο Τήρης, ήταν απόγονος του Τηρέα, βασιλιά των θρακών στη Φωκίδα στην Ύστερη Εποχή του Ορείχαλκου. Ο Τηρέας παντρεύτηκε την Πρόκνη, την κόρη του βασιλιά Πανδίονα της Αθήνας. Ο Σεύθης II θωρούσε ακόμη τον λαό του συγγενή με τους Αθηναίους (Ξενοφώντος Ανάβαση VII, 2, 31), κι έτσι η ανάμνηση των πρώιμων επαφών και σχέσεων ανάμεσα στους Μυκηναίους και στους θράκες ήταν ακόμη ζωντανή. (Τηρεύς, ο (Μυθ.) γιος του Άρη και της νύμφης Βιστονίδος). Μετά την πτώση των Μυκηνών, έμεινε στους θράκες να συνεχίσουν την παράδοση. Και το κατάφεραν έως αργότερα, στους ιστορικούς χρόνους.
ΤΑ ΘΡΑΚΙΚΑ ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΥΣΤΕΡΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΟΥ ΟΡΕΙΧΑΛΚΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΩΪΜΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΟΥ ΣΙΔΗΡΟΥ
Τα ταφικά έθιμα των θρακών, θεωρούμενα ως έκφραση των θρησκευτικών πεποιθήσεων, σύμφωνα με τον το. GERGOVA, συζητήθηκαν από τους Βούλγαρους και ξένους επιστήμονες και συγκρίθηκαν αρχαιολογικά και μυθολογικά στοιχεία για να βρεθούν κάποιες ουσιαστικές αποδείξεις για τις θρακικές πεποιθήσεις όπως αναφέρονται στις φιλολογικές πηγές, ή για να εξηγηθούν οι στενές ομοιότητες ανάμεσα στα καλύτερα δείγματα της Μυκηναϊκής ταφικής αρχιτεκτονικής και των ανάλογων θρακικών από την περίοδο της Εποχής του Σιδήρου (ΑΛ. ΦΟΛ, Πολιτική Ιστορία στη Θράκη, Σόφια 1972, σελ. 61-64). Έχοντας υπ' όψη ότι είναι αρκετά περίπλοκο το πρόβλημα του χαρακτηρισμού των ιδιαίτερων στοιχείων των ταφικών εθίμων στη Θράκη και στην Ελλάδα και ότι στην περίπτωση του πρώτου δεν έχει ακόμη γενικοποιηθεί, αυτή η εργασία δεν σκοπεύει να ψάξει για παράλληλα πράγματα αλλά απλά να σκιαγραφήσει τις γενικές τάσεις της ανάπτυξης και μεταβολής των θρακικών ταφικών εθίμων στις περιόδους των μεγάλων εθνοπολιτισμικών, κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών. Βασίζεται στις λεπτομερείς δημοσιεύσεις για κάποιους ήδη εξερευνημένους και πολύ γνωστούς χώρους όπως και σε κάποιες σύντομες προκαταρκτικές αναφορές σε περισσότερο πρόσφατα συμπεράσματα από αρχαιολογικές ανασκαφές. Η πλήρης δημοσίευση της δεύτερης θα αλλάξει αναμφίβολα κάποιες από τις ιδέες μας, αλλά ακόμη και τώρα είναι αρκετά εμφανείς για να θεωρηθούν ως κομμάτια -κλειδιά στον γρίφο του προβλήματος των ταφικών εθίμων στη Θράκη.
Η Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου στη Θράκη είναι μια περίοδος μεταρρυθμίσεων σε όλες τις σφαίρες της θρακικής πραγματικότητας, αν και η παράδοση που φθάνει σε πιο πρώιμες περιόδους είναι ιδιαίτερα ισχυρή. Ταφές όπου το σώμα κείται κουλουριασμένο - μόνον τώρα δίχως ώχρα- καθρεφτίζουν αυτήν την παράδοση. Μερικοί από τους τάφους είναι επίπεδοι (στη ΒΑ Θράκη - στη νεκρόπολη κοντά στο χωριό V. LEVSKI Στην κοιλάδα MARICA κοντά στην πόλη NOVA ΖΑGORA βρέθηκαν δώδεκα τάφοι σε θέση Β-Ν, ΒΑ-ΝΔ, κείμενοι στη δεξιά πλευρά. Και στις δυο περιοχές είναι επίσης γνωστοί λοφοειδείς τάφοι του ίδιου τελετουργικού εθίμου (στις νεκροπόλεις κοντά στην πόλη RAZGRAD και στα χωριά KRUSEVO SOKOL: KOVASEVO και MALKA DETELINA). Όλοι οι τάφοι είναι μονοί, κτισμένοι σε ένα ή δυο επίπεδα κάτω από χωμάτινους ή πέτρινους λοφίσκους. Μόνον σε μια περίπτωση - στον λοφοειδή τάφο κοντά στη MALKA DETELINA-βρέθηκαν τρεις σκελετοί στο κέντρο του λοφίσκου. Κτερίσματα είναι πάρα πολύ σπάνια: στη ΒΑ Θράκη βρέθηκε ένα πήλινο αγγείο και στη Β. Θράκη είναι γνωστά δυο ξίφη από ορείχαλκο του τύπου ΝΑUΕ II, διασωσμένα από κατεστραμμένους λοφοειδείς τύμβους. Κατασκευές συνδεδεμένες με τη λατρεία είναι σπάνιες: ένας σωρός από πέτρες στο κέντρο του τύμβου κοντά στο χωριό SOKOL και ένας πήλινος "φούρνος", που υποτίθεται ότι συνδέεται με τη λατρεία των νεκρών στον τύμβο κοντά στο χωριό MALKA DETELINA Ένα καινούργιο φαινόμενο για τη Θράκη στην αρχή της Όψιμης Εποχής του Ορείχαλκου είναι η εμφάνιση του Πολιτισμού του επιστρωμένου είδους στις ΒΔ θρακικές περιοχές (π.χ. το πολιτισμικό σύμπλεγμα CIRNA - CIRLA ΜΑRΕ - ORSOJA Α - BALEJ).
Στο επίπεδο κοιμητήριο κοντά στο χωριό ORSOJA Α, έχουν εξερευνηθεί 258 μονοί τάφοι και δυο διπλοί, μέσα στους οποίους βρίσκεται μια μικρότερη τεφροδόχος λήκυθος επάνω σε μια μεγαλύτερη. Τα πήλινα προσωπικά αντικείμενα που ανήκουν σ' αυτόν τον πολιτισμό είναι πλούσια διακοσμημένα με ηλιακά σύμβολα και άλλα σχέδια. Τα πολυάριθμα αντικείμενα λατρείας- πήλινοι διπλοί πέλεκεις, πλοιάρια, θρόνοι, ανθρωπομορφικά γυναικεία ειδώλια με ενδύματα πλούσια κοσμημένα με μέταλλο (σε μια περίπτωση βρέθηκαν δυο ειδώλια το ένα μέσα στο άλλο) και άλλα αποκαλύπτουν την ύπαρξη κάποιων αυστηρών ταφικών εθίμων και μια πολύπλοκη ιδεολογική δοξασία για τους φορείς αυτού του πολιτισμού που υποτίθεται ότι ήρθε από την Παννονία. Μερικοί συγγραφείς συνδέουν τα πήλινα μοντέλα των αρμάτων που οδηγούνται από κύκνους ή κάποια άλλα υδρόβια πουλιά με τον μύθο του Απόλλωνα, ο οποίος συνήθιζε να πηγαίνει στο βορρά την άνοιξη και να επιστρέφει στους Δελφούς το φθινόπωρο. Η παρουσία πήλινων ειδωλίων υδρόβιων πουλιών, που βρέθηκαν μαζί με ορειχάλκινα ξίφη σε μερικούς από τους τάφους, πιθανόν μαρτυρεί την ανώτερη κοινωνική κατάσταση των νεκρών. Μια τρίτη περιοχή στη Θράκη - η Ροδόπη - προβάλλει έναν άλλο τύπο ταφών: Λίθινοι τύμβοι καλύπτουν είτε την καύση επί τόπου είτε την τεφροδόχο λήκυθο με την τέφρα (στις νεκροπόλεις κοντά στα χωριά SATOVCA και ΒΟRΙΝΟ όπως και στη νεκρόπολη που πλημμύρισε τώρα από τα νερά του φράγματος ΒΑΤΑΚ).
Αυτοί οι τάφοι είναι μονοί και σε μερικούς από αυτούς είναι διάσπαρτα κομμάτια πήλινα. Ο τύμβος κοντά στην Εξοχή, που ανήκει στην ίδια περίοδο, επιβεβαιώνει ότι είναι ο συνήθης τύπος τάφου σε αυτό το τμήμα της Θράκης. Είναι δύσκολο να εξιχνιάσουμε την προέλευση αυτού του τύπου ταφών, γιατί έως τώρα δεν έχουμε καμία πληροφορία γύρω από ταφές των πρώιμων χρόνων σε αυτή την ίδια περιοχή. Παρ' όλα αυτά, η παρουσία αποσπασμάτων πήλινων αντικειμένων χαρακτηριστικών για την Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου και τον πολιτισμό της όπως είναι γνωστά στη ΒΔ Θράκη (στο σύμπλεγμα CIRNA- CIRLA ΜΑRΕ - ORSOJA Α- ΒΑLEJ) στον τύμβο Νο.7 κοντά στη SATOVCA και στις συνεχείς επαφές του πληθυσμού της ΝΔ Θράκης με τις περιοχές βοριά του Δούναβη δείχνουν ότι αυτός ο τύπος ταφής αναπτύχθηκε κάτω από την επίδραση ή ίσως και με τη συμμετοχή εθνοπολιτισμικών στοιχείων της Βόρειας Θράκης. Ο τύμβος Νο 7 κοντά στη SΑΤΟVCΑ ανήκει σε ένα μεγάλο κοιμητήριο με περισσότερους από 100 λοφοειδείς τάφους, χρονολογούμενοι από την Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου έως και τη Ρωμαϊκή Περίοδο. Τρεις τόποι λατρείας ή ιερά ευρίσκονται στο χώρο γύρω από το κοιμητήριο, δείχνοντας ότι σε αυτό το τμήμα της Θράκης στην Όψιμη Περίοδο του Ορείχαλκου άρχισε ο σχηματισμός μερικών μεγάλων ταφικών και λατρευτικών συμπλεγμάτων τα οποία αναπτύχθηκαν περισσότερο κατά τη διάρκεια της Εποχής του Σιδήρου. Η αρχή της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου στη Θράκη χαρακτηρίζεται από κάποιες καινούργιες και αξιοσημείωτες αλλαγές στα ταφικά έθιμα.
Μαζί με τις πιο πρώιμες παραδόσεις στη ΒΔ Θράκη εμφανίζονται και οι πρώτοι τύμβοι (LESKOVEC), χρονολογούμενοι στον 11ο-9ο αιώνα π.Χ., περιλαμβάνοντας πήλινα αντικείμενα τύπων στενά συνδεδεμένων με τις μορφές και τη διακόσμηση που ήταν χαρακτηριστικά της τοπικής κουλτούρας στην προηγούμενη περίοδο. Ο ενταφιασμός των νεκρών σε κουλουριασμένη θέση συνεχίζεται στη ΒΑ Θράκη (CERΝΑ -8 τάφοι σε θέση ΒΔ-ΝΑ, Ν-Β, μερικοί περιλαμβάνοντας κτερίσματα) και μια άλλη ταφή αυτού του τύπου σε νεκρικό θάλαμο είναι γνωστή στη ΝΔ Θράκη επίσης, κοντά στο χωριό ΡΑVELSΚΟ. Στη ΒΑ Θράκη μια διπλή γυναικεία ταφή σε κουλουριασμένη θέση αποκαλύπτεται τώρα για πρώτη φορά στη νεκρόπολη κοντά στην (CERΝΑ. Ενταφιασμός νεκρών σε ύπτια θέση γίνεται γνωστός από την πόλη RAZGRAD (με ένα ξίφος από σίδερο τύπου ΝΑUΕ II) και ένας άλλος κοντά στην πόλη SΤΑRΑ ΖΑGORA (σε ένα λοφοειδή τάφο μαζί με πήλινα αντικείμενα που ανήκουν στην ομάδα PSENICEVO). Στη Ροδόπη (στις νεκροπόλεις κοντά στα χωριά KUTILA και SATOVCA, τύμβος Νο. 11) συνεχίζεται η πρακτική της καύσης σε τεφροδόχους ληκύθους. Ένα καινούργιο και σπουδαίο γεγονός είναι η εμφάνιση καύσεων σε ληκύθους στην κοιλάδα του ποταμού MARICA (σύμφωνα με τα ευρήματα από το GABAREVO και το ΜΑΝΟLΕ) -ένα γεγονός που δεν είχε καταγραφεί για την προηγούμενη περίοδο σε αυτήν την περιοχή. Η διογκωμένη λήκυθος από το GABAREVO και η δικωνική λήκυθος τύπου GAVΑ από το χωριό ΜΑΝΟLΕ μπορούν να ερμηνεύσουν την εμφάνιση ενός καινούργιου χύματος πληθυσμού που προέρχεται από την Κάρπαθο - Δουναβική Λεκάνη και που διεισδύει σ' αυτήν την περιοχή. Η επιβεβαίωση μιας τέτοιας πορείας διείσδυσης βασίζεται επάνω στα ευρήματα από τον τύμβο κοντά στο χωριό GLAVAN Εδώ έγινε καύση σε τάφο ενός μεγάλου νεκρικού θαλάμου και βρέθηκαν πήλινα υδρόβια πουλιά του τύπου που είναι γνωστός από "το άρμα του Απόλλωνα" και που αναφέρεται πιο πάνω.
Αυτά τα παραδείγματα ερμηνεύουν την εμφάνιση των φορέων δυο διαφορετικών πολιτισμικών παραδόσεων από την Κάρπαθο- Δουναβική Λεκάνη στην κοιλάδα του ποταμού ΜΑRICΑ. Ο ταχύς σχηματισμός του μεγαλιθικού πολιτισμού στη ΝΑ Θράκη αποτελεί ένα άλλο σπουδαίο ιστορικό γεγονός. Εδώ, το σχήμα του τοπικού τάφου είναι η λιθοτράπεζα (προϊστορικό μεγαλιθικό μνημείο) με ατομικούς ενταφιασμούς (σε μια περίπτωση μόνο-τριπλό ενταφιασμό), επανειλημμένα χρησιμοποιημένη, ίσως σαν οικογενειακός τάφος, μαζί με τάφους σε νεκρικούς θαλάμους ή σε σπήλαια. Η εμφάνιση ταφών αλόγων σε κάποιους λοφοειδείς τάφους της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου αποτελεί το επόμενο σημαντικό γεγονός (μια ταφή στη ΒΔ Θράκη, κοντά στο χωριό LESKOVEC 11ος -9ος αιώνας π.Χ. και μια αργότερα, από τον 8ο-7ο αιώνα π.Χ. κοντά στο χωριό SOFRONIEVO). Ίσως, όμως, το πιο μεγάλο γεγονός που αφορά ολόκληρη την περιοχή της Θράκης είναι ότι από την αρχή της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου και μετά, μπορούμε να μιλούμε για διπλή τυπολατρία ως μια τυπική πρακτική. Πρέπει να διευκρινίσουμε βέβαια ότι αυτό το φαινόμενο είναι ολοφάνερο όχι μόνον εντός της Θράκης αλλά και εντός μιας και της αυτής πολιτισμικής περιοχής, εντός ενός και του αυτού τύμβου. Παραμένει έτσι αυτό τυπικό για όλη την περίοδο της ανάπτυξης του θρακικού πολιτισμού (όπως, για παράδειγμα, στις νεκροπόλεις κοντά στα χωριά LESKOVEC και ΥΑΝΚΟVΟ, κλπ.). Επομένως, η Εποχή του Σιδήρου είναι η περίοδος εντός της οποίας οι τυπικές πλευρές των θρακικών ταφικών εθίμων αρχίζουν να διαφαίνονται η μια μετά την άλλη. Έως τον 8ο αιώνα π.Χ. συναντούμε ήδη ένα πλούσιο μωσαϊκό από ταφικά έθιμα και πρακτικές λατρείας συνδεδεμένες με τους θρακικούς λοφοειδείς τάφους.
Από τότε και μετά έχουμε πληροφορίες για την τοπική ανάπτυξη των εθίμων και των κατασκευών των τάφων, για την κοινωνική διαφοροποίηση, για τη θέση του άντρα και της γυναίκας στη θρακική κοινωνία, κλπ. Βασιζόμενοι στα διαθέσιμα αρχαιολογικά δεδομένα, μπορούμε να πούμε ότι έως την αρχή του δεύτερου μισού της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, δηλαδή, στον όγδοο αιώνα π.Χ., τονίζονται ξεκάθαρα μεμονωμένες πολιτισμικές περιοχές, μεγαλύτερες ή μικρότερες, μέσω της απλής προτίμησης για τον ένα ή άλλο τύπο ταφής ή κατασκευών τάφων. Στη ΒΔ Θράκη γίνονται κατά συνήθεια και ο ενταφιασμός και η καύση, σε μονούς- και πιθανόν επίσης σε διπλούς ή ομαδικούς - τάφους, επίπεδους ή λοφοειδείς. Η απουσία οιωνδήποτε τακτικών, εκτεταμένων ανασκαφών στην περιοχή αυτή δεν επιτρέπει να λεχθεί τίποτε περισσότερο, αν και θα έπρεπε να υπογραμμιστούν δυο σημαντικές πλευρές. Πρώτον, είναι ο μεγάλος αριθμός κτερισμάτων με ορειχάλκινη διακόσμηση, επεξεργασμένων σύμφωνα με την παράδοση της εντόπιας κουλτούρας της Όψιμης Εποχής του Ορείχαλκου. Δεύτερον, είναι ο συνδυασμός ορειχάλκινων διακοσμήσεων με πολεμικά όπλα-κεφαλές δοράτων και στομίδες χαλινών αλόγων πιθανόν - που βρέθηκαν κοντά στα χωριά PALI LULA και SOFRONIEVO Το πρώτο δείχνει ότι η παράδοση των πλούσια διακοσμημένων ενδυμάτων των γυναικείων ανθρωπομορφικών ειδωλίων της Όψιμης Εποχής του Ορείχαλκου στη ΒΔ Θράκη συνεχίζεται και στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, πιθανόν με τον ίδιο, κατ' υπόθεσιν, λατρευτικό χαρακτήρα του ενδύματος.
Το δεύτερο θέτει το θέμα της αρχαιολογικής έκφρασης της κοινωνικής διαφοροποίησης στη ΒΔ Θράκη και την κατάσταση της γυναίκας σ' αυτή. Υπάρχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για τη ΒΔ Θράκη, όπως, για παράδειγμα, λοφοειδείς τάφοι με έναν μόνο λατρευτικό χαρακτήρα. Μπορεί να αποδειχθεί ως ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα για όλη τη Θράκη. Όμως, έως σήμερα, έχουν καταγραφεί μόνον σε λοφοειδείς τάφους που βρίσκονται στην περιοχή ανάμεσα στις πόλεις GABROVO και LOVEC Κοσμήματα από ορείχαλκο έχουν βρεθεί εδώ σε τάφους που δεν περιέχουν ενταφιασμό: σε ένα "άδειο" τάφο κοντά στο χωριό Μ. BRESTNICA - τρία βραχιόλια επάνω σε μια πέτρινη πλάκα: σε ένα άλλο κοντά στο χωριό GUMOSNIC μια ζώνη κεντημένη και επτά βραχιόλια σε μια δερμάτινη ζώνη: σε ένα τρίτο κοντά στο χωριό STOLAT - τριάντα βραχιόλια. Αυτό αποδεικνύει ότι οι τύμβοι στη Θράκη ήταν συνδεδεμένοι όχι μόνον με ταφές, αλλά και με κάποια γνήσια θρησκευτική πρακτική. Στη ΒΑ Θράκη παρουσιάζεται έντονη προτίμηση για καύση σε ληκύθους τοποθετημένες σε λάκκους ή σε πέτρινα 'κασόνια' και καλυμμένα από ένα μικρό τύμβο - εμφανώς ένα τυπικό φαινόμενο για τις φυλές GETAE (όπως είναι η περίπτωση των νεκροπόλεων κοντά στα χωριά DOBRINA; RAVΝΑ, CERΝΑ και KRAGULEVO), αν και τη διπλή τυπολατρία την ασκούσαν ακόμη και κάτω από τύμβους. Έχουν επίσης καταγραφεί και δευτερεύουσες ταφές με σκελετούς σε κάποιους λοφοειδείς τάφους της Πρώιμης Εποχής του Ορείχαλκου. (CAREVBROD, BELOGRADEC). Τα πέτρινα 'κασόνια' χρησιμοποιούνται σαν οικογενειακοί τάφοι και συνήθως περιέχουν 2-4 τεφροδόχους ληκύθους. Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι ο τάφος Νο. 15 στη νεκρόπολη κοντά στη DOBRINA, διότι αποτελεί σπάνιο παράδειγμα ταυτόχρονης οικογενειακής ταφής.
Εδώ, το άκαυτο κρανίο της γυναίκας είναι τοποθετημένο στη λήκυθο του άντρα. Η κοινωνική διαφοροποίηση αποδεικνύεται αρχαιολογικά όχι μόνον με την ύπαρξη τάφων ίδιας τελετουργίας οι οποίοι περιέχουν λίγο ή πολύ αναρίθμητα και ποικίλα αντικείμενα (ο τάφος Νο. 12 από τη νεκρόπολη της DOBRINA περιέχει ένα διπλό πέλεκυ από σίδηρο, ένα μεσομφάλιο ασπίδας, μια κεφαλή δόρατος, κ.ά.), αλλά επίσης και με την εμφάνιση χρυσών κτερισμάτων σε ορισμένους τάφους στις νεκροπόλεις κοντά στο CAREVBROD και στο BELOGRADEC Αυτές οι ταφές ανήκουν χρονολογικά στον επονομαζόμενο Θρακο-Κιμμεριανό ορίζοντα, αλλά εθνικά, είναι αναμφίβολα θρακικές. Η ερμηνεία του χαρακτήρα αυτών των κτερισμάτων μας κάνει να πιστεύουμε ότι η προτίμηση του ενταφιασμού από την καύση οφείλεται όχι τόσο σε αλλαγή πληθυσμού που προκλήθηκε από εισβολή, αλλά μάλλον σε κάποιες θρησκευτικές και ιδεολογικές διαφορές στην καρδιά της κοινωνίας των GETAE, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος. (V, 7-8: Λατρεύουν μόνον τους θεούς Άρη, Διόνυσο και Άρτεμη ενώ οι βασιλείς, ξέχωρα από τον υπόλοιπο λαό, λατρεύουν κυρίως τον Ερμή. Ορκίζονται στο όνομά του και ισχυρίζονται ότι είναι απόγονοι του.) Ή, με άλλα λόγια, η αριστοκρατία των GETAE είχε ενταφιασθεί και ο λοιπός λαός είχε αποτεφρωθεί. Είναι δύσκολο να πούμε, εντούτοις, βασιζόμενοι στα διαθέσιμα δεδομένα, πως τους σχετικά πλούσιους τάφους θα πρέπει να τους χρησιμοποιούσαν για αποτέφρωση - σαν μεταβατικό τύπο ταφής ή σαν μαρτυρία της ύπαρξης μιας τρίτης κοινωνικής ομάδας εντός αυτής της κοινωνίας.
Στη ΝΔ. Θράκη, τα επίπεδα κοιμητήρια με τάφους σε νεκρικούς θαλάμους κοντά στο KUSTENDIL και τους μεγάλους ωοειδείς τύμβους στην κοιλάδα του ποταμού STRUMESNICA συνδέουν την κοιλάδα του STRUMA με την κοιλάδα του ποταμού VARDAR (Βαρδάρη), όπου παρόμοιοι τύποι τάφων είναι επίσης γνωστοί. Τα υλικά από την υπόλοιπη νότια Θράκη αποκαλύπτουν την πιο περίπλοκη εικόνα ταφικών εθίμων και λατρευτικών πράξεων. Σε σύγκριση με την Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου, η ποικιλία τύπων από τάφους αυξήθηκε υπερβολικά. Χρησιμοποιούσαν ταυτόχρονα λάκκους, νεκρικούς θαλάμους, τάφους με πέτρινους περιβόλους, πέτρινους εξώστες και άλλους κάτω από πέτρινους τύμβους. Η διπλή τυπολατρία απλώθηκε και εδώ. Ο τύμβος υψωνόταν είτε πάνω από την κύρια πυρά, είτε πάνω από τη λήκυθο που περιείχε την τέφρα. Ο ενταφιασμός χαρακτηρίζεται από ένα μεγάλο αριθμό παραλλαγών. Έχουν βρεθεί μονοί, διπλοί και ομαδικοί τάφοι. Σε μερικούς από αυτούς θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή. Η κοινωνική διαφοροποίηση αντανακλάται σε ένα λοφοειδή τάφο κοντά στο χωριό SATOVCA: στο κέντρο του τύμβου Νο. 4 ήταν θαμμένη μια γυναίκα που φορούσε ένα χρυσόχρουν περιλαίμιο καθώς και ένα φαρδύ ορειχάλκινο βραχιόλι στον ένα βραχίονα. Πάνω από αυτήν είχαν κάνει δυο αντρικές ταφές και μια γυναικεία επανεκταφή. Το τελευταίο στάδιο της ύψωσης του τύμβου συναντάται μέσα στον πρώτο αιώνα π.Χ. Έτσι, η συνεχής συσσώρευση του λοφοειδούς τάφου πάνω από τον αρχικό ενταφιασμό, η ποσότητα των προσφορών διασκορπισμένων στον τύμβο όπως και η τελική ημερομηνία της ολοκλήρωσης του- όλες αυτές οι παρατηρήσεις μας δίνουν ερείσματα για να θεωρήσουμε αυτόν τον τύμβο ως μια από τις πρώτες περιπτώσεις για την εξέλιξη ενός τύμβου σε ηρώον.
Η κατάσταση αυτού και μερικών άλλων τάφων στη λοφοειδή νεκρόπολη κοντά στο χωριό SATOVCA (εξερευνήθηκαν επτά τύμβοι που τοποθετούνται χρονολογικά στην Πρώϊμη Εποχή του Σιδήρου) αποκαλύπτει μερικές σπουδαίες όψεις των Θρακικών ταφικών εθίμων. Σε πέντε από αυτούς τους λοφοειδείς τάφους, η κεντρική ταφή είναι εκείνη μιας γυναίκας, αν και ο τάφος κάτω από τον τύμβο Νο. 8 ήταν διακοσμημένος με ορειχάλκινα στολίδια και σιδερένιες κεφαλές δόρατος. Είναι αξιοσημείωτο ότι μόνον σε μια περίπτωση η φωτιά κατείχε το κέντρο του λοφίσκου. Αυτό επαναθέτει το θέμα γύρω από τη θέση της γυναίκας στη θρακική κοινωνία. Δίχως να θέλουμε να υπερεκτιμήσουμε τη σημασία του, μπορούμε μόνον να υποδείξουμε ότι παρόμοιες εικόνες γυναικείων τάφων με όπλα βρίσκονται ανάλογες σε ένα άλλο μεγάλο βαρβαρικό λαό τους Σκύθες. Ένα άλλο ενδιαφέρον γνώρισμα των ταφικών εθίμων στη νότια Θράκη είναι οι διπλοί γυναικείοι τάφοι (στις νεκροπόλεις κοντά στα χωριά DOLNO SAHRANE, ΚΟCΑΝ- τύμβος Νο.2, και PROGLED). Έχει καταγραφεί και ένας διπλός γυναικείος τάφος στη ΒΑ Θράκη (στη νεκρόπολη κοντά στην CERNA): είναι αρκετά πιθανό να ερμηνεύσουμε αυτά ως ανθρωποθυσίες, συνδεόμενες με κάποιες θρησκευτικές πεποιθήσεις των αρχαίων θρακών.
Ίσως και να έχουν κάποια ιδεολογική σχέση με τα ταφικά έθιμα της Ύστερης Εποχής του Ορείχαλκου στη ΒΔ Θράκη, όπως αναφέρθηκε ήδη, και ιδιαίτερα με τα ανθρωπομορφικά ειδώλια, τοποθετημένα το ένα μέσα στο άλλο, από την ORSOJA και τους διπλούς της τάφους. Ταυτόχρονα οι διπλοί γυναικείοι τάφοι μας θυμίζουν τα μυθικά Υπερβόρεια ζευγάρια των παρθένων - Άργη και Ώπιδα, Υπερόχη και Λαοδίκη- οι οποίες στάλθηκαν με αφιερώματα στο ιερό της Δήλου, αλλά και οι οποίες ποτέ δεν επέστρεψαν πίσω. ( Ηρόδοτος, IV, 33-35). Μπορούν να θεωρηθούν ως ο ίδιος τύπος "αγγελιαφόρων" που οι ιερείς των GETAE συνήθιζαν να στέλνουν στον ανώτατο θεό τους, τον Ζάλμοξη; Αρκετές περιπτώσεις αποκαλύπτουν άλλες πλευρές της στάσης των θρακών προς τους νεκρούς. Πολλοί από τους τάφους στη Δυτική Ροδόπη δίνουν μαρτυρίες για επανεκταφή των νεκρών (νεκρόπολη της SATOVCA, τύμβος Νο.4)• για πλουσιότερους τάφους στους οποίους τα οστά αντικαθίστανται από λίθους (SATOVCA, τύμβος Νο.4)• για επί μέρους ταφές- ένα σώμα και δυο κρανία ( SATOVCA, τύμβος Νο.3) κ.ά. Οι τελευταίες αρχαιολογικές ανασκαφές στην περιοχή του LOVEC φανέρωσαν ένα τύμβο χρονολογούμενο από τον τέταρτο αιώνα π.Χ. στον οποίο το σώμα του νεκρού έχει "διαμελισθεί" σε τέσσερα μέρη και έχει ταφεί σε τέσσερα διαφορετικά σημεία. Αυτό το γεγονός απλά αποδεικνύει ότι μια τέτοια συνήθεια τόσο καλά τεκμηριωμένη στη νότια Θράκη δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ως τοπικό διακριτικό γνώρισμα-θα μπορούσε να ήταν τυπικό και για άλλα μέρη της Θράκης. Μας θυμίζει τον μύθο γύρω από τον θάνατο του Ορφέα: ξεσχισμένο σε κομμάτια, με το κεφάλι του θαμμένο αργότερα κάτω από ένα σήμα γύρω από το οποίο αναπτύχθηκε μετέπειτα ένα ηρώον (Κόνων 45, 6).
Όλα αυτά τα γεγονότα αποδεικνύουν την ύπαρξη ορισμένων θρακικών εθίμων αρχαιολογικά αποδεδειγμένων καλά τα οποία είναι, ίσως, σχετικά με την Ορφική δοξασία. Τα περίπλοκα ταφικά έθιμα στη νότια Θράκη συνοδεύονται από διάφορους τύπους λίθινων κατασκευών λατρευτικού χαρακτήρα ολοφάνερα κάτω από το λοφίσκο - όπως κύκλους, ψευδο-νεκροθαλάμους με τάφους, ορθογώνιους λίθινους εξώστες μιμούμενοι την επένδυση ενός τάφου νεκροθαλάμου, κ.ά. Αυτοί οι κενοί τύμβοι δίχως κανένα ίχνος ταφών σε αυτούς δεν είναι μικρότερου ενδιαφέροντος. Πίσω από την ύπαρξη αυτών των αποκαλούμενων ψευδο-ταφικών κατασκευών, τοποθετημένων ολόγυρα ή δίπλα στο γνήσιο τάφο, είναι βέβαιο ότι υπάρχει κάποια ακόμη ανερμήνευτη ιδέα των θρακικών εθίμων και πεποιθήσεων. Αυτή η ίδια ιδέα αποκαλύπτεται περισσότερο καθαρά σε μια πιο ύστερη περίοδο. Για παράδειγμα, γύρω από τον γνωστό τάφο κοντά στο χωριό SVESTARI (χρονολογούμενο από τον τέταρτο αιώνα π.Χ.), έχουν πρόσφατα εξερευνηθεί τρεις κενοί τύμβοι, αναμφίβολα του ψευδοταφικού τύπου. Οι διάφορες TRISNAE η μεγάλη συσσώρευση κάποιων από τους λοφίσκους, οι κατασκευές λατρείας είναι κάποιες από τις αρχαιολογικές μαρτυρίες για την πραγματική και πολύ ισχυρή παρουσία της λατρείας των νεκρών στη Θράκη και οι οποίες έχουν τελικά αποκρυσταλλωθεί για την περίοδο στα μέσα της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Οι τύμβοι της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου στη νεκρόπολη κοντά στη SATOVCA αποκαλύπτουν ποικίλες στιγμές στο ταφικό έθιμο όταν είχαν ανάψει τη φωτιά και έκαιγε: στο κέντρο του τύμβου (SATOVCA, τύμβος Νο.7), κοντά στον κεντρικό τάφο (τύμβοι Νο. 2, 10), πάνω από τον κεντρικό τάφο (τύμβος Νο. 8). Η φωτιά έκαιγε πριν την τοποθέτηση του νεκρού• αφού έβγαζαν τα οστά από τον τάφο (τύμβος Νο.4) στην κορυφή των λοφίσκων. Αυτό σημαίνει ότι συνήθιζαν να αρχίζουν και να τελειώνουν την ιεροτελεστία της ταφής με φωτιά.
Γίνεται φανερό από τα προηγούμενα ότι η διαμόρφωση των θρακικών ταφικών εθίμων άρχισε στην Όψιμη Εποχή του Ορείχαλκου και ολοκληρώθηκε έως τα μέσα της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Ήταν μια περίπλοκη διαδικασία στην οποία αναμίχθηκαν διάφορες πολιτισμικές παραδόσεις και ιδεολογικές τάσεις υπάρχουσες σε ξέχωρες πολιτισμικές περιοχές σαν αποτέλεσμα αμοιβαίας διείσδυσης και επαφών ανάμεσα στις διάφορες πολιτισμικές ομάδες. Από ένας απλός τόπος για την εναπόθεση των νεκρών κατά τη διάρκεια της Όψιμης Εποχής του Ορείχαλκου σε μερικές περιοχές, ο λοφοειδής τάφος έγινε στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου ένα ταφικό μνημείο κοινό για ολόκληρο τον θρακικό κόσμο. Τα ταφικά έθιμα έγιναν πολύ "ευαίσθητα" σε όλες τις πλευρές των κοινωνικών σχέσεων, της κοινωνικής θέσης και των θρησκευτικών πεποιθήσεων - και έτσι, ο θρακικός τύμβος έγινε από μόνος του μια ουσιαστική έκφραση των προηγούμενων. Και εξελίχθηκε περαιτέρω όχι μόνον σαν ταφικό μνημείο, αλλά και σαν ηρώον και σαν τόπος που εξυπηρετεί άλλους θρησκευτικούς σκοπούς. Τα ταφικά έθιμα στη Θράκη δεν ήταν παγκόσμια - ούτε και ήταν, εν προκειμένω, στην αρχαία Ελλάδα. (το. KURZ και J.ΒΟΑRDΜΑΝ, Ελληνικά Ταφικά Έθιμα, Λονδίνο 1971). Όμως, ακόμη και έτσι, είναι προφανές ότι τα ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά συνυφασμένα με κάποια σημεία τυπικά ολόκληρου του θρακικού κόσμου φαίνονται να έχουν ενοποιηθεί ιδεολογικά σαν αλληλουχία της διαδικασίας του συγκρητισμού που καταγράφηκε στην αρχή της Πρώϊμης Εποχής του Σιδήρου. Η ιδεολογία που υποστηρίζει αυτά τα ταφικά έθιμα φαίvεται vα έχει υποστεί τροποποίηση, μικρή βέβαια, στο υπόλοιπο μέρος της πρώτης χιλιετίας π.Χ., αv και η ουσιώδης έκφρασή της άλλαξε πραγματικά.
(Από το βιβλίο "ΤΗRΑCΙΑΝS ΑΝD ΜΥCΕΝΑΕΑΝS" του Ε.J. ΒRΙLL, ΚΟLΝ, 1989) (σελίδες 5, 7, 11-13, 181-189, 231-240) ΑΠΟΔΟΣΗ: ΜΑΡΙΑ ΡΑΛΛΗ - ΥΔΡΑΙΟΥ
Πηγή: Περιοδική έκδοση Θρακικά, τόμ. 12ος 1934.
Πηγή 2: http://www.e-istoria.com