Ιατρική ορολογία του Ομήρου.
- karipis
- "Δεν παίζεται" Ιδεογραφίτης
- Δημοσιεύσεις: 3251
- Εγγραφή: Σάβ 26 Ιαν 2008, 16:15
- Φύλο: Άνδρας
- Τοποθεσία: Θεσσαλονίκη για, μεσ' τη μέση λέμε!
- Επικοινωνία:
Ιατρική ορολογία του Ομήρου.
Η ιατρική ορολογία στον Όμηρο*
Η ιατρική ορολογία του Ομήρου είναι αρκούντος πλουσία, το πλείστον δ’ αυτής μέρος διετηρήθη και εις την ιατρική του Ιπποκράτους και εις την μετέπειτα. Είναι δε απορίας άξιον, τίνι τρόπω κατώρθωσεν ο διάσημος μεν ραψωδός της αρχαιότητος, πλην όμως ουχί ιατρός, τοιαύτας ιατρικάς γνώσεις! Δείγματα της χαρακτηριστικής του ορολογίας έστωσαν τα ακόλουθα:
Αάω= μαίνωμαι, παραφρονώ.
Άβλητος= ο άτρωτος, ο απλήγωτος.
Αεικής νόσος= η αθεράπευτος, η απονείδιστος.
Ακήριος= ο άψυχος, ο νεκρός.
Ακιδνός= ο αδύνατος, ο ασθενής.
Ακέομαι= θεραπεύομαι.
Άκμηνος= ο νήστις, ο άγευστος.
Ακοή= το αυτό…
Αλαός= ο τυφλός.
Αλαωτύς= η τύφλωσις.
Αλγέω= άλγος.
Αλδαίνω= ενδυναμώνω.
Άλειφαρ= η αλοιφή.
Αλέξω= θεραπεύω, βοηθώ, αποφεύγω την νόσο.
Άλθομαι= θεραπεύομαι.
Αλλοφρονέω= αναισθητώ.
Αλοιφή= το αυτό…
Αλύω= γίνομαι αλλόφρων από τους πόνους.
Αμφιπνέω βίον= προφυλάτω την ζωή.
Αναίμων= ο αναιμικός.
Ανάπνευσις= αναπνοή.
Άναυδος= ‘αφωνος.
Αναψύχειν= δροσίζω, εδρόσισε την πληγή του Ε 795.
Ανήκεστος= αθεράπευτος, ανίατος.
Άνουσος= ο άνοσος, ο υγιής.
Ανούτατος= ο μη τραυματίας.
Απάλθομα= αποθεραπεύω.
Απαλοιάω= συντρίβω, κατασυνέτριψε τα όστεα Δ 522.
Απεμέω= (αίμα).
Άπνευστος= ο μη αναπνέων, ο άπνους, ο λιπόθυμος.
Απογυιόω= παραλύω.
Αποέργω= χωρίζω.
Αποπτύω= αποβάλλω πτύελα.
Απορριγέω= τρέμω από το ρίγος.
Αποτέμνω= το ίδιο.
Αποψύχω= λιποθυμώ, ξεψυχώ.
Αργιόδους= ο έχων λευκούς οδόντας.
Αρτίφρων= ο λογικός, ο εχέφρων.
Άσθμα= το ίδιο (δύσπνοια).
Ασκελής= ο κάτισχνος και κατάξερος.
Ασκηθής= ο αβλαβής, ο σώος ο υγιής.
Άτη= η βλάβη.
Άϋπνος= το ίδιο.
Αχλύς= η σκοτοδινία, το σκότος του θανάτου.
Άχολος= κατευναστικό φάρμακο.
Αχθομένην οδύνησι= αισθάνομαι άλγος.
Βαρύνω= βαρύνομαι γυΐα, αισθάνομαι βάρος στα μέλη, χέρια κλπ.
Βίος= η ζωή.
Βλάβεται= γόνατα τρέμουν, κλονούνται.
Βεβλημένος= ο τραυματισμένος.
Βροτόω= αιματώνω.
Βόσκο γαστέρα= γεμίζω την κοιλιά μου.
Γεύομαι= το ίδιο.
Γονή= γόνος, ο απόγονος.
Γυιόω= αδυνατίζω, παραλύω.
Διαμπερές= το ίδιο.
Διαφύσω= διαπερώ τα έντερα.
Εκάπυσσεν= λιποθύμισε.
Εκτάμνω μηρούς= αποσπώ από τους μηρούς (το βέλος).
Έμβρυον= το ίδιο.
Εμέω= αιμ’ εμέων.
Έλιπε ψυχή= η λιποθυμία.
Έλκος= το τραύμα, η πληγή.
Ένορχος= το ίδιο.
Εξάγνυμι= υπέστη κάταγμα.
Εξακεύομαι= θεραπεύω εντελώς.
Εξαλαόω= τυφλώνω.
Εξεμέω= …...
Επιπέλεται νούσος ή θάνατος= τον καταλαμβάνει νόσος ή θάνατος.
Επίληθος= (φάρμακο)
Επιμαίομαι= ψηλαφώ.
Επιπάσσω= (φάρμακο).
Εσθίω= ……..
Εσθλά φάρμακα= τα ωφέλιμα, τα σωτήρια.
Θλάω κοτύλην= «οστέα» …….
Θυμός= έντονη αντίδραση της ψυχής, η ζωή, η ψυχή κλπ.
Θυμοφθόρος= θυμφ. Φάρμακα, τα δηλητήρια.
Ιάομαι= …….
Ιδρόω= ιδρώς.
Καρχαλέος= ο ξηρός την γλώσσα και τον φάρυγγα.
Κατάγνυμι= προκάλεσε κάταγμα (αυχένα).
Κάμνω= κοπιώ.
Κατασήπομαι= σήπομαι σε όλο το σώμα.
Κηρ απινύσσειν= η δύσκολη αναπνοή, η αναισθησία.
Κολούει= κολοβώνει, ακρωτηριάζει.
Κυλλοποδίων= (κυλός) στραβοπόδης.
Κυφός= καμπούρης.
Κυκεών= τονωτικό ρόφημα με συγκεκριμένα υλικά.
Κώμα= βαθός ύπνος.
Λαθικηδής= ο προξενών λήθη του πόνου, ο παυσίπονος.
Λοιμός= η πανδημία, λοιμική νόσος.
Λυγρά έλκεα= τα ολέθρια και θανατηφόρα. Λυγρά φάρμακα και επιβλαβή.
Λυσιμελής (ύπνος)= ο παραλύων τα μέλη.
Λύοντο τα γυία= παρέλυσαν τα μέλη.
Μαίνομαι= παραφρονώ.
Μαρμαρυγή ποδών= οι τρομώδεις των ποδών κινήσεις.
Μάρπτω= προκαλώ, καταλαμβάνω.
Μογέω άλγεα= υποφέρω από πόνους.
Ναρκάω= ναρκούμαι, μουδιάζω, παραλύω.
Νηπεθές (φάρμακο)= το καταπαύον τον πόνο, την λύπη.
Νούσος= Α 10, ε 395, ο 408.
Οδμή= Ε 59, ι 210 κ.α
Οδύνη= …
Οδυνήφατον φάρμακον= το εξαλείφον την οδύνη.
Οιδέω= φουσκώνω.
Οιζύω= πάσχω.
Οράω= Ε 120, δ 833, η 448.
Ουτάζω= πλήττω, κτυπώ, τραυματίζω (ουταμένη πληγή).
Ουλή= το αυτό.
Ούλω= υγιαίνω.
Παραβλώψ= ο αλλοίθωρος.
Παραπνέω= αναπνέω δια μικράς αναπνοής, διακεκομένης.
Πάσχω= το αυτό.
Πέσσω= ωριμάζω, χωνεύω.
Πικρόν= οδμή, δυσοσμία (πικράς ωδίνας).
Πληγή= το αυτό.
Πνέω= αναπνέω, ζω, ασθμαίνω.
Πνοή= αναπνοή.
Πολυφάρμακος= Π 28, κ 276.
Πρήθω= (ξεφυσούσε αίμα από το στόμα) Π 350.
Πρηνής= Ε58, μ 396, π 310.
Πυρετός= το αυτό.
Ριγέω= ρίγος.
Σάος και σώος= υγιής, σαφροσύνη= υγιείς φρένες.
Σκότος= σκοτοδίνη.
Σμώδιξ= ο μώλωπας.
Τέμνω βέλος= το αφαιρώ.
Τόκος= ο τοκετός.
Τρέμον γυία= έτρεμαν τα μέλη Κ 390.
Τρόμος= Γ 34, θ 452, σ88.
Τυφλός= το αυτό.
Υπολύω= παραλύω τα μέλη από βαρύ τραύμα.
Υγιής= το αυτό.
Φάρμακον= το αυτό.
Φοξός= ο οξυκέφαλος.
Φρίσσω= ριγώ.
Φυσίζοος= ζωοποιός, ζωογόνος.
Φύσις φαρμάκου= ….
Φωνή= …
Φίλον άϊον= εξέπνεα ή αισθανόμουν την καρδιά μου.
Χλωροί= χλωμοί.
Χωλεύω= χωλένω, ο χωλός.
Ωδίς-ος= ο πόνος του τοκετού.
Ωτειλή (ουτάω)= η πληγή, το τραύμα.
ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ
Αγκοίνη= ο αγκώνας.
Αγκών= μέση αγκώνα.
Αγοστόν= το κοίλο της παλάμης.
Αιδοία= το αυτό.
Αίμα= το αυτό.
Άκνηστις= η σπονδυλική στήλη.
Άκρην χείρα= το αυτό.
Ανθερεών= το πηγούνι.
Αργιόδους= ο έχων λευκά δόντια.
Αστράγαλος= ο σπόνδυλος.
Ασφάραγος= ο λάρυγγας, η τραχεία αρτηρία.
Αυχενίους τένοντας= το αυτό.
Αυχήν= το αυτό.
Βλέφαρον= το αυτό.
Βουβών= το αυτό.
Βραχίων= το αυτό.
Βρεχμός= το βρέγμα.
Γαστήρ= η κοιλιά.
Γένειον και γένυς= η σιαγώνα.
Γενειάς= ο πώγων, το μούσι.
Γλήνη= ο βολβός του οφθαλμού.
Γλουτός= το αυτό.
Γλώσσα= το αυτό.
Γναθμοί= οι οδοντοστοιχίες, οι σιαγώνες.
Γόνη και γούνα= το αυτό.
Γυίον= το μέλος του σώματος, τα άκρα.
Δειρή= ο λαιμός.
Δέμας= η σωματική κατασκευή.
Δέρμα= το αυτό.
Δέρτον= το επίπλοο, και ο δημός.
Τα έγκατα= τα σπλάχνα, τα εντόσθια.
Εγκλεφαλος= το αυτό.
Είδος= η μορφή.
Εθειραί= οι τρίχες του γενιού του ανθρώπου.
Έντερον= το αυτό.
Επιγουνίς= η επιγονατίδα.
Επινεφρίδιον= το επάνω μέρος του νεφρού.
Επισκύνιον= το δέρμα των φρυδιών.
Επομφάλιον= το μέρος κοντά, γύρω στον οφθαλμό.
Εριαύχην= μακρύς τράχηλος.
Έρκος οδόντων= ο φραγμός των δοντιών.
Ευρυμέτωπος= το αυτό.
Ήπαρ= το αυτό.
Ήτορ= η πνοή αλλά ο πνεύμονας αλλά και η καρδιά ως κέντρο συναισθήματος.
Θέμεθλα στομάχοιο= η αρχή του οισοφάγου.
Θέναρ= το κοίλο του χεριού.
Θριξ= Ν 399. 431, θ 83.
Ιγνύη= Ν212.
Ινίον= Ε 73, ξ 495.
Ιξύς= η μέση.
Ίουλος= οι πρώτες τρίχες του γενιού.
Ίς= οι τένοντες, τα νεύρα.
Ισχίον= το αυτό.
Κάρα= το αυτό.
Κενεών= κοινώς τα λαγανά.
Κεφαλή= το αυτό.
Καρπός χειρός= το αυτό.
Κηρ= η καρδιά.
Κληίς= η κλείδα.
Κνήμη= το αυτό.
Κόμη= το αυτό.
Κόρση= ο κρόταφος.
Κοτύλη= μέρος της κεφαλής.
Κραδίη και καρδίη= Β 452 (το αυτό).
Κρανίον= το αυτό.
Κρόταφοι= το αυτό.
Κύστις= η ουροδόχος.
Κώληψ= η ιγνύα, η αγκύλη.
Λαιμός= το αυτό.
Λαπάρη= Γ 359, ξ 517.
Λαυκανίη= ο λαιμός.
Μαζός= ο μαστός.
Μάσταξ= το κοίλο του στόματος.
Μέλος του σώματος.
Μεταμάζιον= το μέρος μεταξύ των μαστών.
Μεταφρένον= Λ 447, π 791.
Μέτωπον= το αυτό.
Μήδεα= τα αιδοία.
Μηρός και μήρα= το αυτό.
Μυελός= το αυτό για τα οστά!!
Μυών= το αυτό.
Νείαιρα γαστήρ= Ε 539-616-465, ρ 519, π 465.
Νείατον ενθερεώνα= Ε 293.
Νεύρον= ο τένοντας,
Νώτα= Β 765-308.
Νηδύς= η κοιλιά.
Οδόντες= το αυτό.
Όμμα= ο οφθαλμός.
Ομφαλός= το αυτό.
Όνυξ το νύχι.
Οπωπή= η όραση.
Οράω= κοιτώ.
Όσσε= οι οφθαλμοί.
Οστέα= το αυτό.
Ους και ούατα= Λ 219, μ 45, η 334.
Οφθαλμός= το αυτό.
Όφρυς= το αυτό. όψις= το αυτό.
Παρειή= Δ 142, σ 172.
Πήχυς= Φ 166, ε 116.
Πίαρ= το πάχος, το λίπος.
Πλευραί= το αυτό.
Πνεύμων= το αυτό.
Πους= το αυτό (πόδι).
Πραπίδες= το διάφραγμα.
Πρόσωπον= το αυτό.
Πρότμησις= η μέση, ίσως και ο οφθαλμός.
Πτέρνη= το αυτό.
Ράχις= το αυτό.
Ρινός= το δέρμα.
Ρις= πυμάτη, το ριζιρρίνιον.
Σάρκες= το αυτό.
Σκέλος= το αυτό.
Σπλάγχνα= το αυτό.
Στέρνον= το αυτό.
Στήθος= το αυτό.
Στόμα= το αυτό.
Στόμαχος= ο οισοφάγος.
Σφονδύλιον= ο σπόνδυλος.
Σώμα= το αυτό.
Σφυρόν= Δ 518, Δ 147, ζ 117.
Ταρσός= Λ 388.
Τένων= το αυτό.
Τρίχας= το αυτό.
Υπερώη= το αυτό.
Υπώπια= το μέρος κάτω από τον οφθαλμό.
Φίλον ήτορ= τα φιλλοκάρδια.
Φάρυγξ= το αυτό.
Φλεψ= κάθε αιμοφόρο αγγείο.
Φρην= το διάφραγμα, οι φρένες.
Φυή= η φύσις.
Χειρ= το αυτό.
Χείλεα= το αυτό.
Χολάδες= τα εντόσθια, τα έντερα.
Χροιή= η επιδερμίδα, το σώμα.
Χρως= το σώμα.
Ώμοι= το αυτό.
Πηγή: http://clubs.pathfinder.gr/OMHROS
Η ιατρική ορολογία του Ομήρου είναι αρκούντος πλουσία, το πλείστον δ’ αυτής μέρος διετηρήθη και εις την ιατρική του Ιπποκράτους και εις την μετέπειτα. Είναι δε απορίας άξιον, τίνι τρόπω κατώρθωσεν ο διάσημος μεν ραψωδός της αρχαιότητος, πλην όμως ουχί ιατρός, τοιαύτας ιατρικάς γνώσεις! Δείγματα της χαρακτηριστικής του ορολογίας έστωσαν τα ακόλουθα:
Αάω= μαίνωμαι, παραφρονώ.
Άβλητος= ο άτρωτος, ο απλήγωτος.
Αεικής νόσος= η αθεράπευτος, η απονείδιστος.
Ακήριος= ο άψυχος, ο νεκρός.
Ακιδνός= ο αδύνατος, ο ασθενής.
Ακέομαι= θεραπεύομαι.
Άκμηνος= ο νήστις, ο άγευστος.
Ακοή= το αυτό…
Αλαός= ο τυφλός.
Αλαωτύς= η τύφλωσις.
Αλγέω= άλγος.
Αλδαίνω= ενδυναμώνω.
Άλειφαρ= η αλοιφή.
Αλέξω= θεραπεύω, βοηθώ, αποφεύγω την νόσο.
Άλθομαι= θεραπεύομαι.
Αλλοφρονέω= αναισθητώ.
Αλοιφή= το αυτό…
Αλύω= γίνομαι αλλόφρων από τους πόνους.
Αμφιπνέω βίον= προφυλάτω την ζωή.
Αναίμων= ο αναιμικός.
Ανάπνευσις= αναπνοή.
Άναυδος= ‘αφωνος.
Αναψύχειν= δροσίζω, εδρόσισε την πληγή του Ε 795.
Ανήκεστος= αθεράπευτος, ανίατος.
Άνουσος= ο άνοσος, ο υγιής.
Ανούτατος= ο μη τραυματίας.
Απάλθομα= αποθεραπεύω.
Απαλοιάω= συντρίβω, κατασυνέτριψε τα όστεα Δ 522.
Απεμέω= (αίμα).
Άπνευστος= ο μη αναπνέων, ο άπνους, ο λιπόθυμος.
Απογυιόω= παραλύω.
Αποέργω= χωρίζω.
Αποπτύω= αποβάλλω πτύελα.
Απορριγέω= τρέμω από το ρίγος.
Αποτέμνω= το ίδιο.
Αποψύχω= λιποθυμώ, ξεψυχώ.
Αργιόδους= ο έχων λευκούς οδόντας.
Αρτίφρων= ο λογικός, ο εχέφρων.
Άσθμα= το ίδιο (δύσπνοια).
Ασκελής= ο κάτισχνος και κατάξερος.
Ασκηθής= ο αβλαβής, ο σώος ο υγιής.
Άτη= η βλάβη.
Άϋπνος= το ίδιο.
Αχλύς= η σκοτοδινία, το σκότος του θανάτου.
Άχολος= κατευναστικό φάρμακο.
Αχθομένην οδύνησι= αισθάνομαι άλγος.
Βαρύνω= βαρύνομαι γυΐα, αισθάνομαι βάρος στα μέλη, χέρια κλπ.
Βίος= η ζωή.
Βλάβεται= γόνατα τρέμουν, κλονούνται.
Βεβλημένος= ο τραυματισμένος.
Βροτόω= αιματώνω.
Βόσκο γαστέρα= γεμίζω την κοιλιά μου.
Γεύομαι= το ίδιο.
Γονή= γόνος, ο απόγονος.
Γυιόω= αδυνατίζω, παραλύω.
Διαμπερές= το ίδιο.
Διαφύσω= διαπερώ τα έντερα.
Εκάπυσσεν= λιποθύμισε.
Εκτάμνω μηρούς= αποσπώ από τους μηρούς (το βέλος).
Έμβρυον= το ίδιο.
Εμέω= αιμ’ εμέων.
Έλιπε ψυχή= η λιποθυμία.
Έλκος= το τραύμα, η πληγή.
Ένορχος= το ίδιο.
Εξάγνυμι= υπέστη κάταγμα.
Εξακεύομαι= θεραπεύω εντελώς.
Εξαλαόω= τυφλώνω.
Εξεμέω= …...
Επιπέλεται νούσος ή θάνατος= τον καταλαμβάνει νόσος ή θάνατος.
Επίληθος= (φάρμακο)
Επιμαίομαι= ψηλαφώ.
Επιπάσσω= (φάρμακο).
Εσθίω= ……..
Εσθλά φάρμακα= τα ωφέλιμα, τα σωτήρια.
Θλάω κοτύλην= «οστέα» …….
Θυμός= έντονη αντίδραση της ψυχής, η ζωή, η ψυχή κλπ.
Θυμοφθόρος= θυμφ. Φάρμακα, τα δηλητήρια.
Ιάομαι= …….
Ιδρόω= ιδρώς.
Καρχαλέος= ο ξηρός την γλώσσα και τον φάρυγγα.
Κατάγνυμι= προκάλεσε κάταγμα (αυχένα).
Κάμνω= κοπιώ.
Κατασήπομαι= σήπομαι σε όλο το σώμα.
Κηρ απινύσσειν= η δύσκολη αναπνοή, η αναισθησία.
Κολούει= κολοβώνει, ακρωτηριάζει.
Κυλλοποδίων= (κυλός) στραβοπόδης.
Κυφός= καμπούρης.
Κυκεών= τονωτικό ρόφημα με συγκεκριμένα υλικά.
Κώμα= βαθός ύπνος.
Λαθικηδής= ο προξενών λήθη του πόνου, ο παυσίπονος.
Λοιμός= η πανδημία, λοιμική νόσος.
Λυγρά έλκεα= τα ολέθρια και θανατηφόρα. Λυγρά φάρμακα και επιβλαβή.
Λυσιμελής (ύπνος)= ο παραλύων τα μέλη.
Λύοντο τα γυία= παρέλυσαν τα μέλη.
Μαίνομαι= παραφρονώ.
Μαρμαρυγή ποδών= οι τρομώδεις των ποδών κινήσεις.
Μάρπτω= προκαλώ, καταλαμβάνω.
Μογέω άλγεα= υποφέρω από πόνους.
Ναρκάω= ναρκούμαι, μουδιάζω, παραλύω.
Νηπεθές (φάρμακο)= το καταπαύον τον πόνο, την λύπη.
Νούσος= Α 10, ε 395, ο 408.
Οδμή= Ε 59, ι 210 κ.α
Οδύνη= …
Οδυνήφατον φάρμακον= το εξαλείφον την οδύνη.
Οιδέω= φουσκώνω.
Οιζύω= πάσχω.
Οράω= Ε 120, δ 833, η 448.
Ουτάζω= πλήττω, κτυπώ, τραυματίζω (ουταμένη πληγή).
Ουλή= το αυτό.
Ούλω= υγιαίνω.
Παραβλώψ= ο αλλοίθωρος.
Παραπνέω= αναπνέω δια μικράς αναπνοής, διακεκομένης.
Πάσχω= το αυτό.
Πέσσω= ωριμάζω, χωνεύω.
Πικρόν= οδμή, δυσοσμία (πικράς ωδίνας).
Πληγή= το αυτό.
Πνέω= αναπνέω, ζω, ασθμαίνω.
Πνοή= αναπνοή.
Πολυφάρμακος= Π 28, κ 276.
Πρήθω= (ξεφυσούσε αίμα από το στόμα) Π 350.
Πρηνής= Ε58, μ 396, π 310.
Πυρετός= το αυτό.
Ριγέω= ρίγος.
Σάος και σώος= υγιής, σαφροσύνη= υγιείς φρένες.
Σκότος= σκοτοδίνη.
Σμώδιξ= ο μώλωπας.
Τέμνω βέλος= το αφαιρώ.
Τόκος= ο τοκετός.
Τρέμον γυία= έτρεμαν τα μέλη Κ 390.
Τρόμος= Γ 34, θ 452, σ88.
Τυφλός= το αυτό.
Υπολύω= παραλύω τα μέλη από βαρύ τραύμα.
Υγιής= το αυτό.
Φάρμακον= το αυτό.
Φοξός= ο οξυκέφαλος.
Φρίσσω= ριγώ.
Φυσίζοος= ζωοποιός, ζωογόνος.
Φύσις φαρμάκου= ….
Φωνή= …
Φίλον άϊον= εξέπνεα ή αισθανόμουν την καρδιά μου.
Χλωροί= χλωμοί.
Χωλεύω= χωλένω, ο χωλός.
Ωδίς-ος= ο πόνος του τοκετού.
Ωτειλή (ουτάω)= η πληγή, το τραύμα.
ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ
Αγκοίνη= ο αγκώνας.
Αγκών= μέση αγκώνα.
Αγοστόν= το κοίλο της παλάμης.
Αιδοία= το αυτό.
Αίμα= το αυτό.
Άκνηστις= η σπονδυλική στήλη.
Άκρην χείρα= το αυτό.
Ανθερεών= το πηγούνι.
Αργιόδους= ο έχων λευκά δόντια.
Αστράγαλος= ο σπόνδυλος.
Ασφάραγος= ο λάρυγγας, η τραχεία αρτηρία.
Αυχενίους τένοντας= το αυτό.
Αυχήν= το αυτό.
Βλέφαρον= το αυτό.
Βουβών= το αυτό.
Βραχίων= το αυτό.
Βρεχμός= το βρέγμα.
Γαστήρ= η κοιλιά.
Γένειον και γένυς= η σιαγώνα.
Γενειάς= ο πώγων, το μούσι.
Γλήνη= ο βολβός του οφθαλμού.
Γλουτός= το αυτό.
Γλώσσα= το αυτό.
Γναθμοί= οι οδοντοστοιχίες, οι σιαγώνες.
Γόνη και γούνα= το αυτό.
Γυίον= το μέλος του σώματος, τα άκρα.
Δειρή= ο λαιμός.
Δέμας= η σωματική κατασκευή.
Δέρμα= το αυτό.
Δέρτον= το επίπλοο, και ο δημός.
Τα έγκατα= τα σπλάχνα, τα εντόσθια.
Εγκλεφαλος= το αυτό.
Είδος= η μορφή.
Εθειραί= οι τρίχες του γενιού του ανθρώπου.
Έντερον= το αυτό.
Επιγουνίς= η επιγονατίδα.
Επινεφρίδιον= το επάνω μέρος του νεφρού.
Επισκύνιον= το δέρμα των φρυδιών.
Επομφάλιον= το μέρος κοντά, γύρω στον οφθαλμό.
Εριαύχην= μακρύς τράχηλος.
Έρκος οδόντων= ο φραγμός των δοντιών.
Ευρυμέτωπος= το αυτό.
Ήπαρ= το αυτό.
Ήτορ= η πνοή αλλά ο πνεύμονας αλλά και η καρδιά ως κέντρο συναισθήματος.
Θέμεθλα στομάχοιο= η αρχή του οισοφάγου.
Θέναρ= το κοίλο του χεριού.
Θριξ= Ν 399. 431, θ 83.
Ιγνύη= Ν212.
Ινίον= Ε 73, ξ 495.
Ιξύς= η μέση.
Ίουλος= οι πρώτες τρίχες του γενιού.
Ίς= οι τένοντες, τα νεύρα.
Ισχίον= το αυτό.
Κάρα= το αυτό.
Κενεών= κοινώς τα λαγανά.
Κεφαλή= το αυτό.
Καρπός χειρός= το αυτό.
Κηρ= η καρδιά.
Κληίς= η κλείδα.
Κνήμη= το αυτό.
Κόμη= το αυτό.
Κόρση= ο κρόταφος.
Κοτύλη= μέρος της κεφαλής.
Κραδίη και καρδίη= Β 452 (το αυτό).
Κρανίον= το αυτό.
Κρόταφοι= το αυτό.
Κύστις= η ουροδόχος.
Κώληψ= η ιγνύα, η αγκύλη.
Λαιμός= το αυτό.
Λαπάρη= Γ 359, ξ 517.
Λαυκανίη= ο λαιμός.
Μαζός= ο μαστός.
Μάσταξ= το κοίλο του στόματος.
Μέλος του σώματος.
Μεταμάζιον= το μέρος μεταξύ των μαστών.
Μεταφρένον= Λ 447, π 791.
Μέτωπον= το αυτό.
Μήδεα= τα αιδοία.
Μηρός και μήρα= το αυτό.
Μυελός= το αυτό για τα οστά!!
Μυών= το αυτό.
Νείαιρα γαστήρ= Ε 539-616-465, ρ 519, π 465.
Νείατον ενθερεώνα= Ε 293.
Νεύρον= ο τένοντας,
Νώτα= Β 765-308.
Νηδύς= η κοιλιά.
Οδόντες= το αυτό.
Όμμα= ο οφθαλμός.
Ομφαλός= το αυτό.
Όνυξ το νύχι.
Οπωπή= η όραση.
Οράω= κοιτώ.
Όσσε= οι οφθαλμοί.
Οστέα= το αυτό.
Ους και ούατα= Λ 219, μ 45, η 334.
Οφθαλμός= το αυτό.
Όφρυς= το αυτό. όψις= το αυτό.
Παρειή= Δ 142, σ 172.
Πήχυς= Φ 166, ε 116.
Πίαρ= το πάχος, το λίπος.
Πλευραί= το αυτό.
Πνεύμων= το αυτό.
Πους= το αυτό (πόδι).
Πραπίδες= το διάφραγμα.
Πρόσωπον= το αυτό.
Πρότμησις= η μέση, ίσως και ο οφθαλμός.
Πτέρνη= το αυτό.
Ράχις= το αυτό.
Ρινός= το δέρμα.
Ρις= πυμάτη, το ριζιρρίνιον.
Σάρκες= το αυτό.
Σκέλος= το αυτό.
Σπλάγχνα= το αυτό.
Στέρνον= το αυτό.
Στήθος= το αυτό.
Στόμα= το αυτό.
Στόμαχος= ο οισοφάγος.
Σφονδύλιον= ο σπόνδυλος.
Σώμα= το αυτό.
Σφυρόν= Δ 518, Δ 147, ζ 117.
Ταρσός= Λ 388.
Τένων= το αυτό.
Τρίχας= το αυτό.
Υπερώη= το αυτό.
Υπώπια= το μέρος κάτω από τον οφθαλμό.
Φίλον ήτορ= τα φιλλοκάρδια.
Φάρυγξ= το αυτό.
Φλεψ= κάθε αιμοφόρο αγγείο.
Φρην= το διάφραγμα, οι φρένες.
Φυή= η φύσις.
Χειρ= το αυτό.
Χείλεα= το αυτό.
Χολάδες= τα εντόσθια, τα έντερα.
Χροιή= η επιδερμίδα, το σώμα.
Χρως= το σώμα.
Ώμοι= το αυτό.
Πηγή: http://clubs.pathfinder.gr/OMHROS
- ArELa
- Founder-Administrator
- Δημοσιεύσεις: 66942
- Εγγραφή: Κυρ 15 Απρ 2007, 01:29
- Irc ψευδώνυμο: ArELa
- Φύλο: Γυναίκα
- Έδωσε Likes: 1879 φορές
- Έλαβε Likes: 2770 φορές
Re: Ιατρική ορολογία του Ομήρου.
Τασούλη μου, πολύ ενδιαφέρον και σ'ευχαριστώ που εμπλουτίζεις τις ενότητες του "Πολιτισμού"
Αυτό το συγκεκριμένο σου το μετέφερα εδώ από τη "Μυθολογία" που το είχες.
Νομίζω ότι αρμόζει καλύτερα. Αν δεν συμφωνείς πες μου πού θέλεις να το βάλω ή αν θες να το επαναφέρω στη "Μυθολογία".


Αυτό το συγκεκριμένο σου το μετέφερα εδώ από τη "Μυθολογία" που το είχες.
Νομίζω ότι αρμόζει καλύτερα. Αν δεν συμφωνείς πες μου πού θέλεις να το βάλω ή αν θες να το επαναφέρω στη "Μυθολογία".
.
Δεν περιμένω τίποτα, δεν ελπίζω σε τίποτα,
δεν καταλαβαίνω τίποτα, είμαι ξανθιά κι ελεύθερη...
τα κανάλια μου /my channels:
στο vasoula2908 και στο vasoula2908asteria
στο Βrighteon,
στο Bitchute
στο Rumble
Δεν περιμένω τίποτα, δεν ελπίζω σε τίποτα,
δεν καταλαβαίνω τίποτα, είμαι ξανθιά κι ελεύθερη...
τα κανάλια μου /my channels:
στο vasoula2908 και στο vasoula2908asteria
στο Βrighteon,
στο Bitchute
στο Rumble
- karipis
- "Δεν παίζεται" Ιδεογραφίτης
- Δημοσιεύσεις: 3251
- Εγγραφή: Σάβ 26 Ιαν 2008, 16:15
- Φύλο: Άνδρας
- Τοποθεσία: Θεσσαλονίκη για, μεσ' τη μέση λέμε!
- Επικοινωνία:
Re: Ιατρική ορολογία του Ομήρου.
Το έβαλα εκεί γιατί μυλούσε για θέματα μυθολογίας ο Όμηρος αλλά μάλλον έχεις δίκαιο καλό μου.
τα φιλιά μου τα πολλά.
