ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΠΕΛΑΣΓΩΝ, ΘΡΑιΚΩΝ και "ΕΛΛΗΝΩΝ"
Κατά βεβαιώσεις ιστορικάς, επικυρουμένας και από αρχαιολογικά τεκμήρια, συνέβησαν μεγάλαι μεταναστεύσεις των Πελασγών, των Θρακών και των Ελληνικών φυλών εις διάφορα μέρη της Θράκης, της Ελλάδος και της Μικράς Ασίας, από των υπωρειών του Καυκάσου (Κολχίδος) μέχρι των νοτίων παραλίων της Λυκίας.Γενικώς δε αί μετακινήσεις αύται, οφειλόμεναι μάλλον εις αυθόρμητον ιστορικόν νόμον, έγιναν εις παναρχαίαν εποχήν, ήρχισαν από το 40003000 π. Χ. και διήρκεσαν μέχρι του 1060 π. Χ. περίπου. Ήρχισαν δηλαδή από τάς αρχάς της νεολιθικής εποχής —άγνωστον τί συνέβη κατά την καλουμένην παλαιολιθικήν εποχήν—και εξηκολούθησαν κατά διαλείμματα μέχρι του Τρωικού πολέμου, άλλαι δε και μετ' αυτόν.Αί τελευταίαι αύται μετακινήσεις τών Ελληνικών προ πάντων φυλών είναι αί μεταγενέστεροι και γνωσταί υπό το όνομα της καθόδου των Δωριέων.Προ της καθόδου εις την Ελλάδα των Ελληνικών φυλών, των Αχαιών και των Αιολέων (οί Αιολείς ήσαν Αχαίκόν έθνος) κατά το 2000 περίπου π.Χ. υπήρχον εις αυτήν οί Προελληνικοί λαοί, φέροντες γενικώς το όνομα Πελασγοί και έχοντες εις πολλά μέρη συνοίκους τους Θράκας, Καράς, Λέλεγας κτλ.Εις την Ελλάδα ως πρωτοέλληνες ήλθον περί τα 2000 π. Χ. από τον Καύκασον οί Αχαιοί. Ούτοι ανεμίγησαν με τα ευρισκόμενα εις αυτήν Πελασγικά και άλλα έθνη και εκ της αναμίξεως ταύτης προέκυψαν οί Αχαιοί (οπού υπερίσχυσαν αυτοί) και οί Αιολείς. Ταύτα δε συνέβησαν μέχρι της ΙΔ' π. Χ. εκατονταετηρίδος.Κατά δε την ΙΓ' π. Χ. εκατονταετηρίδα ήρχισαν οί Αχαιοί να εξαπλώνωνται εις τάς νήσους του Αιγαίου πελάγους και την Κρήτην, εις τάς άκτάς της Μ. Ασίας μέχρι Κιλικίας, την Κύπρον και την Αίγυπτον. Συγχρόνως δε ίδρύθησαν (1400—1100 π. Χ.) εις την ηπειρωτικήν Ελλάδα τα διάφορα Αχαίκά κράτη, των οποίων σπουδαιότερον ήτο το του Άργους, εξ ου και τα διάφορα φύλα από τον Όμηρον ονομάζονται αδιακρίτως Αχαιοί, Αργείοι και Δαναοί. Τα κράτη ταύτα ήσαν διάσημα δια τον Ελληνικόν πολιτισμόν των, όστις γενικώς αποκαλείται Μηκηναίκός.Οι δε Ίωνες και οι Μινύαι ήλθον αργότερον εις την Ελλάδα από τον Καύκασον ή από την Αρμενίαν, όπου οι Χεταίοι είχον το βασίλειόν των εκτεινόμενον μέχρι της Συρίας.Εις την Κρήτην πολλούς αιώνας προ του Μυκηναίκοί πολιτισμού και της καθόδου των Αχαιών είς την Ελλάδα υπήρξεν άλλος διάσημος πολιτισμός, ο Κρητικός.Τον Μυκηναϊκόν και Κρητικόν πολιτισμόν διέκοψαν κατά τον ΙΑ' π. Χ. αιώνα τα είς την Ελλάδα τότε κατελθόντα Δωρικά φυλά (κάθοδος των Ηρακλείδων), τα όποια επέδραμον κυρίως και κατέλαβον την Πελοπόννησον, επειδή δε ήσαν φυλά ρωμαλεώτερα των Αχαιών, επεβλήθησαν εις αυτούς. Εντεύθεν δια την Ελλάδα αρχίζει η περίοδος της Δωρικής Ελλάδος.Όταν δε οι Αιολείς επεκράτησαν ως εκ του πλήθους των εις τα πέραν του Ισθμού—και οι εντός του Ισθμού προτίτερα ήσαν Αιολείς τότε επήλθεν η άνάμιξις των διαφόρων Ελληνικών φυλών, καθ' όσον οι μεν Ίωνες από την Αττικήν κατέλαβον τον Αιγιαλόν, οι δε Ηρακλείδαι ωδήγησαν τους Δωριείς, υπό των οποίων οικίσθησαν τα Μέγαρα και πολλαί της Πελοποννήσου πόλεις. Και οι μεν Ίωνες ταχέως πάλιν απεδιώχθησαν από την Πελοπόννησον υπό των Αχαιών, έμειναν δε εις αυτήν τα δυο έθνη, το Αίολικόν και το Δωρικόν. Και όσοι μεν εκ των κατοίκων της ολιγώτερον ανεμίγησαν με τους Δωριείς, καθώς λ. χ. οι Αρκάδες και οι Ηλείοι, ούτοι ωμίλησαν Αιολιστί, οι δε άλλοι πάλιν, δηλαδή οι περισσότερον αναμιχθέντες, μετεχειρίσθησαν μίαν διάλεκτον ανάμικτον εκ των δυο, οι μεν περισσότερον, οι δε ολιγώτερον των άλλων αιολίζοντες591.Τα έθνη, τα όποια κατ' αρχάς κατέλαβον και κατοίκησαν την Ελλάδα, θεωρούνται υπό τίνων Πελασγικά, τινά δε εξ αυτών ως Θρακοφρυγικά και Ιλλυρικά. Η μεγαλειτέρα μοίρα των Πελασγών διαβάσα την Θράκην και την Μακεδονίαν—όπου αφήκε συνοικισμούς τινάς—έφθασε και εγκατεστάθη κυρίως εις την Θεσσαλίαν και Πελοπόννησον. Από την Θεσσαλίαν εκινήθη και κατέλαβε την Ήπειρον. Από δε την Θεσσαλίαν και Πελοπόννησον μετέβησαν εις την Λήμνον, Ίμβρον, Σαμοθράκην, Λέσβον, Χίον, Σάμον, Σκύρον, Εύβοιαν, Κέων, Νάξον και Κρήτην.Άλλοι δε διέβησαν και εγκατεστάθησαν εις την πέριξ της Τροίας χώραν, εις την Βιθυνίαν, δυτικήν Μ. Ασίαν, Λυδίαν και Λυκίαν.Τα γεωγραφικά ονόματα των Πελασγικών χωρών της Ελλάδος έχουν μεγίστην συγγένειαν μετά των Φρυγών, Κάρων, Λυδών, Λυκίων και Λελέγων, ως σημειώνομεν εις άλλο κεφάλαιον.Πολύ δε δικαίως ο Ηρόδοτος λέγει, ότι η Ελλάς προηγουμένως ως εκ των πρώτων κατοίκων της εκαλείτο Πελασγία. «Της νυν Ελλάδος, πρότερον δε Πελασγίης καλεσμένης αυτής ταύτης»592.Την πιστοτέραν εικόνα των μετακινήσεων των Πελασγών μας την δίδει Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς. «Σκεδασθέντες οι Πελασγοί απήλθον εκ Θεσσαλίας εις Κρήτην και κατέσχον τινάς των Κυκλάδων νήσων. Άλλοι πάλιν εξ αυτών κατήλθον εις την Όσσαν, άλλοι μετέβησαν εις τον Όλυμπον, άλλοι δε εις την Βοιωτίαν και Φωκίδα και Ευβοιαν διεκομίσθησαν. Οι δε εις την Ασίαν διαπεραιωθέντες κατέσχον πολλά μέρη περί τον Ελλήσποντον και των παρακειμένων νήσων και έστειλαν αποικίαν εις την Λέσβον»593.Οι Πελασγοί επί Δευκαλίωνος κατοικούσαν την Φθιώτιν, επί Δώρου δε του Έλληνος υπό την Όσσαν και τον Όλυμπον. Εκείθεν εκδιωχθέντες υπό τών Βοιωτών εκατοίκησαν εις την Πίνδον ονομαζόμενοι Μακεδνοί. Εκείθεν μετενάστευσαν εις την Δρυοπίδα και από την Δρυοπίδα ήλθον εις την Πελοπόννησον ονομαζόμενοι ως Δωριείς594.Το δε πλείστον μέρος των Πελασγών δια της μεσογείου προς τους εν Δωδώνη κατοικούντας συγγενείς των μετέβη.Είνε δε σήμερον αποδεδειγμένον εξ αρχαιολογικών τεκμηρίων, ότι εις τας μετακινήσεις ταύτας τους Πελασγούς παρηκολούθησαν εις πολλά μέρη οι Θράκες, οι οποίοι ήσαν ο ευκινητότερος λαός εξ όλων των εθνών της Ελληνικής χερσονήσου. Ως εκ τούτου φαίνεται πιθανόν, ότι από τους Θράκας μάλλον ήρχισεν η πρώτη μεγάλη μετανάστευσις των εθνών.Αλλά και οι Πελασγοί επίσης ήσαν έθνος, το οποίον είχε πλανητικόν βίον.Οι Πελασγοί, οι κατοικούντες άνωθεν της πόλεως των Τυρρηνών (αυτοί, οι οποίοι ήσαν ποτέ γείτονες των κατόπιν ονομασάντων Δωριέων και κατοικούσαν τότε την καλουμένην Θεσσαλιώτιδα), διεσπάρησαν κατά το πλείστον και ελάχιστα λείψανα εξ αυτών εναπέμειναν εις την αρχικήν των εστίαν. Επίσης οι Πελασγοί, οι οποίοι έκτισαν εις την Προποντίδα τας πόλεις Πλακίαν και Σκυλάκην, ήλθον εις την Αττικήν και έγιναν συγκάτοικοι με τους Αθηναίους, μεταβληθέντες δε εις Έλληνας έμαθον και την Ελληνικήν γλώσσαν595.Επίσης οι Πελασγοί της Λήμνου, εκδιωχθέντες εκείθεν, ήλθον εις την χερσόνησον του Άθω, όπου έκτισαν εις αυτήν τας μνημονευθείσας πέντε μικράς πόλεις. Κατ' άλλους δε πάλιν οι Πελασγοί της Λήμνου ήσαν άποικοι από τον Άθω ή από την παρά τον θερμαϊκόν κόλπον χώραν των Κρηστωναίων Πελασγών.Οί Πελασγοί μετέβησαν, ως είπομεν, και εις την Κρήτην αποτελέσαντες την βάσιν της εποικίσεως της νήσου ταύτης. «Την γαρ Κρήτην είχον το παλαιόν πάσαν βάρβαροι»596.Η Κρήτη αρχαιότατα ήτο κατ' αρχάς Πελασγική, ηκολούθησαν δε τους Πελασγούς οι Αχαιοί και οι Δωριείς κατόπιν εκατονταετηρίδων ετών.«Τρία γαρ Ελληνικά έθνη της Κρήτης εποικήσαι, Πελασγούς, Αχαιούς, Δωριείς, ους τριχάϊκας κεκλήκασι»597.Άλλ' εις την Κρήτην κατά τον ποιητήν κατοικούσαν μάλλον πέντε λαοί, οι Αχαιοί, οι Ετεόκρητες (γηγενείς, γνήσιοι Κρήτες), Κύδωνες, Δωριείς και Πελασγοί598.Ό δε Εκαταίος ό Μιλήσιος, όστις θεωρείται ως ο πρώτος Έλλην ιστοριογράφος και περιηγηθείς πολλάς χώρας, ενέκυψεν εις την συγγραφήν της ιστορίας των λαών, τους οποίους επεσκέφθη—σώζονται δε από το έργον του «Περίοδος Γης» πολλά αποσπάσματα—λέγει περί της Πελοποννήσου, ότι προ των Ελλήνων είχον κατοικήσει αυτήν οι βάρβαροι. Σχεδόν δε και ολόκληρος η Ελλάς υπήρξε τον παλαιόν καιρόν κατοικία βαρβάρων, διότι την μεν Αττικήν κατέλαβαν οι μετά του Ευμόλπου ελθόντες Θράκες, την δε Δαυλίδα της Φωκίδος ο Τηρεύς με τους Θράκας επίσης, οι δε Θράκες, οι Ιλλυριοί και οι Ηπειρώται μέχρι της εποχής των ιστορικών χρόνων εξηκολούθουν να κατοικούν εις τας πλευράς της Ελλάδος.Άλλ' εκτός των πλευρών τούτων και εις μέγα μέρος της Ελλάδος, εις την ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΝ, ήτις θεωρείται ότι αναντιρρήτως αποτελεί την κυρίως ΕΛΛΑΔΑ, κατοικούν οι Θράκες, ως και εις μέρη τινά της βορείου και άνωθεν του Πηνειού Θεσσαλίας.Η Μακεδονία αποτελεί ανέκαθεν τμήμα αναπόσπαστον της Ελλάδος.«Έστι δε Ελλάς και η Μακεδονία» 599, ως βροντοφωνεί ο Στράβων.Και ο περιηγητής Παυσανίας λέγει, ότι τον παλαιόν καιρόν τα περισσότερα μέρη της σήμερον καλούμενης Ελλάδος τα είχον κατοικήσει βάρβαροι 600.Εις την Βοιωτίαν, καθώς είπομεν, είχον εγκατασταθή Πελασγοί και Θράκες, εκβιάσαντες και αποδιώξαντες εκείθεν τους Βοιωτούς. Αργότερον όμως οι Βοιωτοί απεδίωξαν από την χώραν των τους μεν Πελασγούς εις τας Αθήνας, τους δε Θράκας εις την Δαυλίδα του Παρνασσού, από το Λειβήθριον, παραφυάδα του Ελικώνος. Οι Θράκες δε ούτοι εισήγαγον εις παναρχαίαν εποχήν την λατρείαν των Μουσών κατ' αρχάς μεν εις τον Όλυμπον, κατόπιν δε εις τον Ελικώνα της Βοιωτίας και εκδιωχθέντες εκείθεν εις τον Παρνασσόν.Κατά Διόδωρον τον Σικελιώτην οι Θράκες ποτε στρατεύσαντες κατά των κατοικούντων Ορχομενόν τον Μινύειον της Βοιωτίας εξέβαλον αυτούς εκείθεν 601.Περί των γεγονότων τούτων, περί της εγκαταστάσεως δηλαδή των Θρακών εις την Βοιωτίαν και Αττικήν, έχομεν και ιστορικάς μαρτυρίας, ότι ο Ίων νικήσας τους Θράκας, οι όποιοι ήλθον εις την Αττικήν με τον Εύμολπον, ευδοκίμησε τόσον πολύ, ώστε οι Αθηναίοι επέτρεψαν εις αυτόν να γίνη άρχων της πόλεώς των.«Περί δε των Θρακών λέγεται, ότι κατοικούντες κατά τον άλλον χρόνον γείτονες με τους Αθηναίους δια την εκστρατείαν εκείνην ανεχώρηοαν, ώστε μετά την αναχώρησίν των πολλά έθνη και γένη παντοδαπά εκατοίκησαν εις το μεταξύ της χώρας και πόλεις πολλαί εκτίσθησαν 602.Εις δε την Δαυλίδα της Φωκίδος πλησίον των Δελφών είχε βασιλεύσει ο Θράξ Τηρεύς 603.Ό Τηρεύς έλαβε σύζυγον από τάς Αθήνας την Πρόκνην, θυγατέρα του βασιλέως των Αθηναίων Πανδίονος. Αυτός δε ό Τηρεύς ήτο βασιλεύς της Θράκης604.Και ο τελευταίος βασιλεύς των Αθηνών Κόδρος εφονεύθη εις τον πόλεμον υπό Θρακών, οι οποίοι δεν εγνώριζον την αλήθειαν και την πραγματικήν περίστασιν του στρατηγήματος του φιλοπάτριδος ανδρός 605. Επίσης ο Πίερος, από τον οποίον και το όρος και η χώρα έλαβε το όνομα Πιερία, είχεν έλθει εις τας Θεσπιάς και αυτός καθιέρωσεν εκεί τα ονόματα και την λατρείαν των Μουσών. Εδιδάχθη δε ο Πίερος αυτά από τους Θράκας, διότι το Θρακικόν έθνος κατά την αρχαίαν εποχήν ήτο πολύ επιδεξιώτερον από το Μακεδονικόν και δεν ήτο τόσον ολίγωρον και αδιάφορον, καθώς το Μακεδονικόν έθνος, περί τα θεία 606.Επί του ιστορικού τούτου ζητήματος, της εγκαταστάσεως των Θρακών εις την Ελλάδα, ο Παυσανίας μας δίδει μίαν σπουδαιοτάτην μαρτυρίαν και απόδειξιν, λέγων ότι ο Τηρεύς απέθανεν εις τα Μέγαρα, αυτοκτονήσας, οι δε Μεγαρείς έχωσαν αυτόν εις τον τάφον, έκτοτε δε καθ' έκαστον έτος, τελούν θυσίαν πλησίον του τάφου του Τηρέως 607.Κατά τον Στράβωνα την Ελλάδα ασφαλώς τον παλαιόν καιρόν είχον κατοικήσει βάρβαροι και τούτο καταφαίνεται από τα ονόματα των οικιστών της και διαφόρων αρχηγών, τα όποια είνε ξενικά, ως Κέκροψ, Κόδρος, Άϊκλος, Κόθος, Δρύμας και Κρίνακος 608. Σχεδόν δε ολόκληρος ή Ελλάς κατά τον παλαιόν καιρόν υπήρξε κατοικία βαρβάρων, καθόσον ο Πέλοψ από την Φρυγίαν ωδήγησε λαόν εις την απ' αυτού ονομασθείσαν Πελοπόννησον. «Τάνταλος Φρυγίας ην βασιλεύς. Ούτος γεννά τον Πέλοπα. Λαβών ο Πέλοψ χρήματα ήλθεν είς την Ελλάδα είς χώραν καλουμένην Απίαν και αντί Απίας εκάλεσε Πελοπόννησον» 609.Ό δε Δαναός από την Αίγυπτον, οι Δρύωπες και Καύκωνες, Πελασγοί και Λέλεγες διένειμαν τα εντός του Ισθμού. Την δε Αττικήν κατέλαβον οι μετά Ευμόλπου Θράκες, την Δαυλίδα της Φωκίδος ο Τηρεύς, την Καδμείαν (Θήβας) οι μετά του Κάδμου ελθόντες Φοίνικες, την Βοιωτίαν δε οι Άονες και Τέμμικες και Ύαντες 610.Ό Πανδίων, πρώτος, ως φαίνεται, κατά το 1463 π Χ. βασιλεύς των Αθηνών, εκάλεσεν εναντίον των Βοιωτών εις βοήθειαν τον Θράκα βασιλέα της Δαυλίδος Τηρέα και έδωκε κατόπιν είς αυτόν ως σύζυγον την θυγατέρα του Πρόκνην. Ήτο δε ο Θράξ Τηρεύς υιός του Άρεως και, της νύμφης Βιστονίδος.Και οι Κύκλωπες, οι όποιοι έκτισαν τα τείχη του Άργους, των Μυκηνών και της Τίρυνθος, λέγονται ανέκαθεν ότι ήσαν Θράκες. Δια τούτο ταύτα ελέγοντο «Κυκλώπων θυμέλαι» και η Αργολίς ελέγετο Κυκλωπία611.Ή Τίρυνς εκαλείτο «Τιρυνθιον πλίνθευμα», τείχος. Είχε δε τούτο κατασκευασθή κατά τον Στράβωνα υπό Κυκλώπων, οίτινες προσεκλήθησαν δια τα τείχη της Τίρινθος εκ Λυκίας 612.Κατά τον Στράβωνα «πολλαχού της Ευρώπης ετύγχανε πλανώμενα». Τα έθνη δηλαδή, τα από του Δουνάβεως μέχρι της Μεσογείου θαλάσσης κατοικούντα, επλανώντο μη έχοντα μόνιμον εστίαν. Το τοιούτο δε είνε η αιτία και δια τα άλλα μεν έθνη, προ πάντων δε δια τους Θράκας, ότι επηκολούθησε μεγάλη σύγχυσις δια τον καθορισμόν των αναφερομένων εις αυτούς ζητημάτων ένεκα των διαφόρων μεταναστεύσεων, προ πάντων δε από την εποχήν του Τρωικού πολέμου μέχρι των Μηδικών πολέμων. Αι σπουδαιότεροι όμως μεταναστεύσεις έγιναν προ πάντων από τον Τρωικόν πόλεμον και έπειτα εκτός των μετακινήσεων των Μυσών και των Φρυγών, αι οποίαι είνε αρχαιόταται και έγιναν πολλούς αιώνας προ του Τρωικού πολέμου.Άλλ' η επικρατέστερα σύγχυσις περί τον καθορισμόν της μεταναστεύσεως και της διαβιώσεως εν γένει των διαφόρων Θρακικών εθνών έγινε πολύ μεγαλειτέρα και δια τον ουσιωδέστατον λόγον, ότι πολλά από τα έθνη αυτά κατόπιν εξέλιπον τελείως, άλλα δε διεσπάσθησαν και διεσπάρησαν, άλλα δε πάλιν ανεμίγησαν με άλλα και εσχημάτισαν ένα έθνος μεγαλείτερον και γενικώτερον, ως λ. χ. οι Μοισοί εις την Ευρώπην και οι Φρύγες εις την Μ. Ασίαν, διότι κατά τον αιώνιον και αναπόφευκτον νόμον της προσαρμογής τα μικρότερα έθνη απερροφήθησαν υπό των μεγαλειτέρων και ισχυρότερων εθνών 613.Κατά δε την μαρτυρίαν του μεγάλου ιστορικού Θουκυδίδου φαίνεται ότι «η σήμερον καλούμενη Ελλάς δεν κατοικείτο διαρκώς έκπαλαι, δηλαδή δεν είχε μονίμους κατοίκους, αλλά προηγουμένως συνεκροτείτο από μεταναστεύσεις και ευκόλως οι κάτοικοι εγκατέλειπαν την χώραν των και μετέβαινον εις άλλην, όταν τυχόν εβιάζοντο από άλλους ισχυρότερους και περισσοτέρους.»Η Ελλάς και μετά τα Τρωικά υφίστατο μεταναστεύσεις και εξακολουθητικώς κατοικίζετο». Η Ελλάς της ιστορικής περιόδου, κατά την εβδόμην π. Χ. εκατονταετηρίδα και κατόπιν, δεν ήτο οποία ήτο κατά την πάλαιαν εποχήν. «Επίσης είνε γεγονός, ότι προ των Τρωικών πολέμων ουδέν φαίνεται επιχειρήσασα η Ελλάς, έκαστον δε έθνος και προ πάντων το Πελασγικόν εκαλείτο δια του ιδικού του ονόματος». Δεν είχον δηλαδή, θέλει να είπη ο ιστορικός, το κοινόν όνομα Έλληνες. «Άλλα και μετά τα Τρωικά ακόμη η Ελλάς υφίστατο μεταναστεύσεις πολλάς και μετοικεσίας, ώστε δεν ειμπορούσε να αυξηθή, διότι δεν ησύχαζεν»614.«Οι δε Καύχωνες ήσαν εθνος Αρκαδικόν, καθάπερ το Πελασγικόν, και πλανητικόν άλλως, ώσπερ εκείνοι. Είχον δε καταλάβει οι Καύκωνες την Μεσσηνίαν, ολόκληρον την Ηλείαν, την Λακωνίαν, ως και την Βιθυνίαν υπό το όρος Ορμίνιον» 615.Μεταξύ των Θρακικών εθνών, τα όποια εγκατεστάθησαν εις παναρχαίαν εποχήν εις την Ελλάδα, είνε και οι Άβαντες, οι όποιοι εγκατασταθέντες κατ' αρχάς εις την Φωκίδα εισήλθαν κατόπιν εις την Εύβοιαν και εθεωρούντο ως αρχαιότατοι κάτοικοι αυτής. Ωνομάσθη δε ή νήσος Εύβοια απ' αυτούς και Αβαντίς. Λέγει δε ο Αριστοτέλης, ότι από την Φωκικήν πόλιν Άβαι ορμηθέντες οι Θράκες κατέλαβον την νήσον και εκ τούτου οι κατέχοντες αυτήν επωνομάσθησαν Άβαντες.Σχετικώς προς την μετανάστευσιν ταύτην Στέφανος ο Βυζάντιος μας διέσωσε το εξής.Νήσω εν Αβαντίδι δίη την πριν Αβαντίδα κίκλησκον θεοί αιέν εόντες, Εύβοιαν δε βοός τότ' επώνυμον ωνόμασεν Ζευς 616.Σχετικώς δε προς την παναρχαίαν οίκησιν των Θρακών εις την Φωκίδα εις την πόλιν Άβαι ή μάλλον Άβαντα, έχομεν την πληροφορίαν του Ησυχίου «Άβαι περί την Φωκίδα τόπος ου μαντείον Απόλλωνος Αβαίου. Σοφοκλής. Άβαντες, Ευβοείς.»ΑΒΑΝΤΑ, πόλις πλησίον Παρνασσού, ένθα ιερόν Απόλλωνος» 617.Τούτο έκαυσεν η στρατιά του Ξέρξου.Η νήσος δε Αβαντίς κατά τον ποιητήν, ως είπομεν, εθεωρείτο διή (ιερά) και τοιουτοτρόπως την ωνόμαζον οι αθάνατοι θεοί, Εύβοιαν δε τότε επώνυμον του βοός ωνόμασεν ο Ζευς.«Εύβοια, Αβαντιάς από του εν αύτη έθνους των Αβάντων, Θρακίου έθνους, ως φησιν Αρριανός, κληθέντος ούτως από τίνος Αργείου, υιού Ποσειδώνος, Άβαντος» 618.Οι Άβαντες ούτοι υπό την οδηγίαν του Ελεφήνορος με τεσσαράκοντα πλοία εξεστράτευσαν ως σύμμαχοι των Αχαιών εναντίον των Τρωών. Χαρακτηρίζει δε αυτούς ό Όμηρος ως «μένεα πνέοντας», φοβερούς πολεμιστάς, ταχύποδας, μεγαλόψυχους, τολμηρούς ακοντιστάς και έχοντας το ιδιαίτερον γνώρισμα ότι ήσαν όπισθεν κομόωντες, εξύριζαν δηλαδή το έμπροσθεν και τα πλάγια μέρη της κεφαλής και άφινον μαλλιά μακρά μόνον οπίσω κατ' αντίθεσιν προς τους Αχαιούς, τους οποίους γενικώς χαρακτηρίζει ως κάρη κομόωντας, ότι δηλαδή δεν εξύριζον την κεφαλήν, καθ' ον τρόπον οι Άβαντες, αλλά άφινον άκοπα και μακρά όλα τά μαλλιά των619.Σχετικώς προς την κουράν αυτήν των Αβάντων υπάρχει η πληροφορία, ότι ο Θησεύς ελθών εις τους Δελφούς έκοψε μόνον το έμπροσθεν μέρος της κόμης του, εμιμήθη δηλαδή τους Άβαντας, όπως λέγει περί αυτών ο Όμηρος. Έκτοτε δε ή μόδα αυτή, το είδος τούτο της κούρας, ωνομάσθη Θησηίς εξ αιτίας εκείνου.Έκοπτον δε πρώτοι την κόμην των κατά τον τρόπον εκείνον οι Άβαντες, διότι ήσαν πολεμικοί, μαχόμενοι εκ του πλησίον και υπέρ πάντας τους άλλους γυμνασμένοι να ρίπτωνται κατά των εναντίων και εις χείρας να πιάνωνται με αυτούς, καθώς μαρτυρεί ο Αρχίλοχος εις τους εξής στίχους του.Ούτε τανύονται τόξα πολλά ουδέ πλήθος σφενδόναιρίπτονται, όταν κινή Άρης αγώνας μαχώνεις τα πεδία. Πολυστένακτον έργον ξιφών τελείται,διότι τοιαύτης είνε έμπειροι μάχης αυτοίοι της Ευβοίας ανδρείοι δεσπόται.Εκουρεύοντο λοιπόν οί Άβαντες, δια να μη ειμπορούν οί εχθροί να τους πιάνουν από την κόμην. Λέγεται δε, ότι και ο Μακεδών Αλέξανδρος εννοήσας τούτο διέταξε τους στρατηγούς να ξυρίζουν των στρατιωτών τα γένεια, διότι αυτά είνε προχειρότατη λεία εις τας μάχας 620.Οι Θράκες από την Εύβοιαν μετενάστευσαν και εις τινας των Κυκλάδων, τούτο δε επεκύρωσαν εκτός των ιστορικών ειδήσεων και ανασκαφαί αρχαιολογικοί των νεωτέρων χρόνων.Ασφαλής εξ όλων τούτων περισότερον θεωρείται η μετοικεσία των Θρακών εις την μεγαλυτέραν εξ αυτών Νάξον, η οποία κατόπιν ωνομάσθη Δία και Στρογγύλη.Πρώτοι κάτοικοι της Νάξου θεωρούνται οι Θράκες, οι οποίοι κατοικήσαντες αυτήν επί διακόσια έτη ανεχώρησαν κατόπιν απ' αυτήν ένεκα ξηρασίας. Διετηρήθησαν όμως ονόματα Θρακικά, ως Λύγδαμις 621.Επίσης κατοίκησαν αυτήν Κρήτες και Κάρες μετά τους Θράκας.Ό Βούτης, υιός του Βορέου εις την Θράκην, διωχθείς από τον άδελφόν του Λυκούργον ήλθε και κατέλαβε την Νάξον 622.Έξηκολούθει δε η Νάξος να διατηρή πολλάς Διονυσιακάς (Θρακικάς) παραδόσεις. Κατά τίνα παράδοσιν ο Διόνυσος ενυμφεύθη εις την Νάξον την Αριάδνην εγκαταλειφθείσαν εκεί υπό του Θησέως, και έδωκεν εις αυτήν την αθανασίαν 623.Ο δε Ώτος και ο Εφιάλτης, οί γνωστοί ως Αλωάδαι, κατά τους εν Βοιωτία Θράκας εισήγαγαν την λατρείαν των Μουσών εις τον Ελικώνα ιδρύσαντες την Άσηραν και άλλας πόλεις. Οί τάφοι των εδεικνύοντο εις την Ανθηδόνα της Βοιωτίας, αλλά και εις την Νάξον, οπού ετιμώντο ως ήρωες. Είπομεν δε, ότι εις την Νάξον μετέβη Θρακική αποικία.Ο Ώτος και ο Εφιάλτης, υιοί του Αλωέως, έπλευσαν εις την Στρογγύλην, ενίκησαν τους Θράκας, τους καθυπέταξαν και ωνόμασαν την νήσον Δίαν. Οι Θράκες έμειναν εκεί περισσότερα των 200 ετών και ανεχώρησαν εκείθεν ένεκα ξηρασίας. Οι Κάρες διεδέχθησαν τους Θράκας και από τον βασιλέα των Νάξον ωνομάσθη η νήσος Νάξος. Κατόπιν ήλθεν ο Θησεύς με την Αριάδνην, απειλήσεις δε ούτος καθ' ύπνον από τον Διόνυσον άφήκεν αυτήν εκεί. Ο Διόνυσος απήγαγε την Αριάδνην νύκτα εις το όρος Δρίος. Μυθολογούν δε οι Νάξιοι, ότι εκεί ετράφη ο Διόνυσος, άφου εκεραυνώθη η Σεμέλη 624.Έκτος τούτου έχομεν την πολύτιμον μαρτυρίαν του Ησυχίου, κατά την οποίαν η Νάξος ήτο ιερά Διονύσου625.Κατά δε τους μεταγενεστέρους χρόνους επί βασιλέως Αλυάττου του Λυδού και του βασιλέως των Μήδων Αστυάγους, ήκμαζεν εις την Νάξον διάσημος αγαλματοποιός, πρώτος εφευρέτης της εκ κεράμου αγαλματοποιίας, Βύξης ο Νάξιος, φέρων προφανέστατα Θρακικόν όνομα και ων κατά πάσαν πιθανότητα Θρακικής καταγωγής 626.Το γεγονός της μεταναστεύσεως των Πελασγών, των Θρακών και των Ελληνικών φύλων, μαρτυρούμενον υπό αρχαίων ιστορικών και γεωγράφων, είνε σήμερον αναμφισβήτητον, χαρακτηρίζεται δε ως ένα από τα σημαντικώτερα συμβάντα της πανάρχαιας εκείνης εποχής, βεβαιώνει δε συγχρόνως, ότι η λεγομένη μετανάστευσις των έθνων ήρχισεν από την Θράκην και ότι αφορμήν προς τούτο αναμφισβητήτως έδωκαν τα πολεμικώτατα Θρακικά φυλά..Περί της μεταναστεύσεως ταύτης των Θρακών, ήτις αποτελεί το αποκλειστικόν γεγονός εις την ιστορίαν των παναρχαίων χρόνων, υπάρχουν μαρτυρίαι ιστορικαί, αίτινες εν γενικαίς γραμμαίς είνε αι εξής.Το Βέρμιον όρος προηγουμένως το κατείχον Θράκες Βρύγες. Εξ αυτών τίνες μεταβάντες εις την Μ. Ασίαν μετωνομάσθησαν Φρύγες. Καθώς δε λέγουν οι Μακεδόνες, οι Βρύγες, σύνοικοι όντες των Μακεδόνων, καθ' ον χρόνον διέμεναν εις την Ευρώπην, εκαλούντο Βρίγες, μεταβάντες όμως εις την Ασίαν μετέβαλαν μετά της χώρας και το όνομά των εις Φρύγας.Βρίγοι δε, Βρίγες και Φρύγες είνε οι ίδιοι 627.Επίσης Θράκες ήσαν και οι πλησίον αυτών εις την Μικράν Ασίαν εγκατεστημένοι Μυσοί, Μύγδονες, Βέβρυκες, Μαιδοβιθυνοί, Θυνοί και Βιθυνοί, πιθανόν δε και οι Μαριανδυνοί. Ούτοι μεν όλοι έχουν τελείως εγκαταλείψει την Ευρώπην κατά τον Στράβωνα, έμεινε δε εις αυτήν μόνον ένα μέρος των Μυσών.Ό δε Όλυμπος της Βιθυνίας κατοικείτο προς βορράν υπό των Βιθυνών, Μυγδόνων και Δολιόνων Θρακών. Την δε Άβυδον του Ελλησπόντου κατ' αρχάς την είχον κατοικήσει μετά τα Τρωικά Θράκες και πολύ αργότερον ήλθον εις αυτήν, ως άποικοι, οι Μιλήσιοι.Οι δε Βιθυνοί προηγουμένως ωνομάζοντο Μυσοί, μετωνομάσθησαν δε τοιουτοτρόπως από τους Βιθυνούς και Θυνούς, οι οποίοι μετενάστευσαν και εγκατεστάθησαν εις την χώραν εκείνην. Τούτο δε ομολογείται από πολλούς ιστορικούς και γεωγράφους, υπάρχουν δε αποδείξεις και τεκμήρια.Το σπουδαιότερον όλων είνε, ότι οι Θυνοί και Βιθυνοί εξηκολούθουν μέχρι των τελευταίων χρόνων να ονομάζωνται Θυνοί και Βιθυνοί και να κατέχουν τα παράλια της Θράκης επί του Ευξείνου Πόντου, τα οποία εκτεινόμενα από της Σαλμυδησσού μέχρι της Απολλωνίας ωνομάζοντο άκρα Θυνιάς.Κατά δε την ιστορικήν μαρτυρίαν του Ηροδότου οι Βιθυνοί, πριν ή μεταναστεύσουν εις την Μ. Ασίαν, εκαλούντο Στρυμόνιοι απεδιώχθησαν δε από τάς εστίας των υπό των Τευκρών και των Μυσών.Sunt auctores transisse ex Europa Mysos et Brigas et Thunos α quibus appellantur Mysi, Phryes,Bithyni 628.Κατά δε τον Στράβωνα οι μεταξύ των Λυδών και Φρυγών και Τρωών Μυσοί ωρμήθησαν από τους Μοισούς629.Και οι Βέβρυκες δε, οι όποιοι είχον κατοικήσει την Μυσίαν προτίτερα από τους Μυσούς, ήσαν Θράκες. Κατά τον Στράβωνα οι Βέβρυκες ήσαν όμοιοι με τους Μυσούς και φαίνεται ότι ήσαν Θράκες.Οι δε Μυσοί ήσαν άποικοι των παρά τον Ίστρον Μυσών ή Μοισών, τους οποίους μνημονεύει και ο Όμηρος. Ελέγοντο δε και Μαίονες.Όλα τα έθνη αυτά, οι Μυσοί, Φρύγες, Θυνοί, Βιθυνοί, Βέβρυκες, Μαριανδυνοί, Μύγδονες και Δολίονες ήσαν ωρισμένως Θρακικά, διότι κατοικούσαν την απέναντι της Θράκης χώραν και διότι δεν είχον καμμίαν διαφοράν αναμεταξύ των 630.Θράκες επίσης ήσαν και οι Δρύωπες, μικρά Θρακική φυλή, συγκατοικούσα με τους Βέβρυκας.Ωσαύτως Θράκες ήσαν και οι Τρήρες, οι οποίοι προηγουμένως διέμενον με τους Τριβαλλούς εις τα δυτικά του Αίμου παρά το όρος Σκόμιον. Τας μεταναστεύσεις των Κάρων, Τρηρών και Τεύκρων μνημονεύει και ο Στράβων. Οι Τρήρες (Τράλλιοι) Θράκες κατά τον Στράβωνα έκτισαν μαζί με τους Αργείους, ως λέγεται, την πόλιν Τράλλεις 631.Άλλ' εκτός τούτου, όπερ και το σπουδαιότερον, υπάρχουν και άλλαι ομοιότητες μεταξύ των εν τη Ευρώπη και εις την Μ. Ασίαν ακολούθως μεταναστευσάντων Θρακών, αι ομωνυμίαι, αι οποίαι είνε αναμφισβήτητα τεκμήρια της συγγενείας και ταυτότητος των.Αι ομωνυμίαι υπάρχουν προ πάντων μεταξύ των Θρακών και των Φρυγών (Τρωών). Καθώς λ. χ. Σκαιοί Θράκες—Σκαιός ποταμός και Σκαιόν τείχος εις την Τροίαν, Ξάνθιοι Θράκες—Ξάνθος ποταμός εις την Τροίαν, Άρισβος ποταμός εμβάλλων εις τον Έβρον—Αρίσβη πόλις εις την Τροίαν, Ρήσος ο βασιλεύς των Θρακών—Ρήσος ποταμός εις την Τροίαν 632.Επίσης Άρισβος ποταμός εις την Θράκην και πλησίον τούτου οι Κεβρήνιοι Θράκες —Αρίσβα πόλις είς την Λέσβον 633.Ας προσθέσωμεν εις αυτά, ότι υπήρχεν Οδρύσης ποταμός εις την Βιθυνίαν—Οδρύσαι δε ήσαν το μεγαλείτερον Θρακικόν έθνος εις την Θράκην.Η εκ των ομωνυμιών συγγένεια των Θρακικών εθνών και η επήρεια και εις τα Ελληνικά ακόμη της κυρίως Ελλάδος ονόματα καταφαίνονται, όσον αυδαμού αλλού, εις το κύριον Θρακικόν όνομα Βίθυς. Έξ αρχαιοτάτου πιθανώς Θρακός τίνος δυνάστου, όστις ωνομάζετο Βίθυς, ωνομάσθη το Θρακικόν έθνος Βιθυνοί και εξ αυτών ή χώρα Βιθυνία.Βίθυς, υιός του Κότυος Β', περί ου έχομεν είπει ανωτέρω.Ανάλογα δε Ελληνικά ονόματα φέρονται πολλά πανταχού της Ελλάδος, το οποίον σημαίνει βεβαίως, ότι από τους Θράκας, αν μη από τους μεταναστεύσαντας, παρέμεινεν επιχωριάζον το όνομα. Ούτως υπάρχειΒίθυς, ό και Αδωνις,Βίθυς Βοιωτός.Βίθυς Θεσσαλός.Βίθυς εξ Αίγίνης.Βείθης Λάκων.Βίθης Φωκεύς.Φέρεται επίσης και Βιδύα Βίθυος, θεσσαλή.Βίθην, παράσιτον του βασιλέως Λυσιμάχου, μνημονεύει ο ΑριστόδημοςΒίθην τινά μνημονεύει ο Πλούταρχος λέγων, ότι ο Άρατος ενικήθη ποτέ εις την μάχην παρά την Φυλακίαν της Θεσσαλίας υπό Βίθυος, στρατηγού του Δημητρίου.Βίθης Διζάστου, εκ Παροικοπόλεως Μακεδόνων.Βittus επίσης υπάρχει και Λατινικόν 634.Τοιαύται ήσαν αί μεταναστεύσεις και αι εγκαταστάσεις των Πελασγών, των Θρακοπελασγών και των Φρυγοπελασγών, οίτινες κατά τάς νεωτέρας ιστορικάς θεωρίας μετενάστευσαν τρεις ή τεσσάρας π. Χ. χιλιετηρίδας εις την Ελληνικήν ή Ιλλυρικήν άλλως λεγομένην χερσόνησον από τας μεταξύ του Καυκάσου και των Καρπαθίων ορέων Εύρωπαϊκάς χωράς.«Όσον άφορα τας Ελληνικάς χώρας, αύται υπετίθετο, ότι κατοικούντο πρότερον κατ' άλλους μεν υπό λαών Σημιτικών (Καυκάσιας, εννοείται, ανθρωπολογικής φυλής, από τους οποίους ο ονομαστότερος, ο των Πελασγών, εθεωρείτο φέρων το όνομα των Φιλισταίων, κατ' άλλους δε ουδέ εις την Καυκασίαν ανθρωπολογικήν φυλήν ανηκόντων (τοιούτοι δε λαοί εθεωρούντο ιδίως εις την Πελοπόννησον οι πρόγονοι των κατά τους ιστορικούς χρόνους εκλελοιπότων εις την χερσόνησον Καυκώνων και Λελέγων και Κάρων, θεωρουμένων πάντων λαών Χαμιτικών), αι δε είς τάς Ελληνικάς θάλασσας νήσοι εθεωρούντο κατεχόμεναι πάσαι υπό Φοινίκων.Επελθόντων δε των Αρίων λαών και δημιουργησάντων τον Ελληνικόν ιστορικόν βίον, οι προυπάρχοντες ούτοι αλλογενείς λαοί εθεωρούντο εκλιπόντες, επειδή απερροφήθησαν από τον ισχυρόν έπηλυν λαόν.Η δε διασπορά των Αρίων κατά τας νέας θεωρίας είνε γεγονός προϊστορικόν, διότι δεν είνε γνωστόν εις ημάς δι' ιστορικών μαρτυριών, αλλά είνε ιστορικόν κατ' ουσίαν, φέρουσα χαρακτήρα γεγονότος ιστορικού από τα συνήθη εις την ιστορίαν τοιαύτα γεγονότα μεταναστεύσεως λαών. Κατά τας αυτάς θεωρίας η κοιτις των Αρίων δεν πρέπει να ζητηθή είς την Ασίαν, αλλά εις την Ευρώπην, εις τας μεταξύ του Καυκάσου και των Καρπαθίων χώρας, εις τον Καύκασον ή εις την Ουκρανίαν ή εις τα περί τα Καρπάθια χώραν.Το πόθεν γης ήλθον οι Άριοι εις την Εύρώπην και εις την Ελλάδα, αν από την Ευρώπην μετέβησαν εις την Ασίαν ή εξ Ασίας εις Ευρώπην, είνε ζήτημα, το όποιον, όπως έχει σήμερον η επιστήμη, μένει άλυτον και συνδέεται με ζητήματα, υπερβαίνοντα τα όρια της ιστορικής επιστήμης. Σήμερον θετικόν και βέβαιον καθιστάμενον είνε, ότι οι λαοί, οι δημιουργήσαντες τον Ελληνικόν ιστορικόν βίον χιλιάδος, αν μη χιλιάδων, ετών, εξελίξεις διήλθον εις τας χώρας, εις τας οποίας παρήγαγαν ή προήγαγαν τον πολιτισμόν, όστις έφθασεν εις τον βαθμόν εκείνον, τον οποίον ευρίσκομεν είς τα αρχαιότατα μνημεία, οποία τα Ομηρικά έπη. Ακριβώς δε αι ανακαλύψεις των τελευταίων ετών πληρούσι το κενόν, το όποιον καταλείπεται ως προς το χρονικόν διάστημα το από της γενέσεως του Ελληνικού ή Ελληνοπελασγικού μέχρι του βαθμού της εξελίξεως, ή οποία εμφανίζεται εις τον Όμηρικόν κόσμον» 635.Ήδη προβαίνομεν εις την περιγραφήν της χώρας και των Θρακικών εθνών της Μικράς Ασίας.
ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ:
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1) Στράβ. Ζ, 329.
2) Στράβ. ΙΔ, 629.
3) Geοgr. Gr. Μin. Τόμ. Β'. Ευσταθίου Παρεκβ. σελ 290.
4) Geogr. Μin. Τόμ. Λ'. Σκυλ. Καρυανδ. Περικλ. Ευρ. 67. Έκδ, Didot. Παρισ. 1855.
5) Στράβ. Ζ, απ. 24.
6) Στράβ. Ζ, 323. Α, 6.
7) Στράβ. Ζ, 331.
8) Όμ. Ίλ. Ξ. 227.
9) Ηροδ. Ζ, 138.
10) Ορφ. Αργοναυτ. 80.
11) Διοδ. Σικελ. Λ, 81- Ορφ. Άργον. 79. — Απολλοδρ. βιβλίοθ. σελ. 12.
12) Fragm. Ηistor. graecor. Τόμ. Γ'. Θρασύλλ. Μενδησίου 1. Έκδ. Παρίσ. 1874.
13) Πολυβ. ΛΔ, 10.
14) Στράβ. Δ, 209.
15) Ηροδ. Ζ, 22—Στράβ. Ζ, 331.- Ομ. Ίλ. Ξ, 224.- Όμ. ύμν. Απολ. 33.— Ορφ. Αργ. 465.
16) Στραβ. Α, 6. 5) Ομ. Ίλ. Φ, 156
17)Ομ. Ιλ. Φ, 156.
18) Στράβ. Ζ, 329.
19) Μυθογράφοι Έλληνες, Κόνωνος διηγήσεις, σελ. 126. Έκδ. Westermann Brunsvigue 1848.
20) Αυτόθι, σελ. 126.
21) Απολλοδρ. Βιβλιοθ. σελ. 60.
22) Fragm. Ηist. gr. Τόμ. Δ'. Πυθερμ. Εφεσ. Παράδοξα 4.
23) Στράβ. Ζ, 331.
24) Αθην. Ζ, 56
25) Fragm. Gomicor. graec. Τόμ. Γ' Αντιφάνους Θαμύρας σελ. 55. Έκδ. Λυγ. Μeineke. Βερολίνον 1839.
26) Αισχ. Ικέτ. 254. Πέρσ. 497.
27) Θουκυδ. Β, 29.
28) Αριστοτέλους Μετεωρολογ. Τόμ. Α' σελ. 350 έκδ. Bekker. Βερολίνον 1831.
29) Ιωαν. Ζωναρά Ιστ. Θ, 28.
30) Geogr. gr. Μin. Τόμ. Β'. Ψευδοπλουτάρχου περί ποταμών και ορών επωνυμίας, III, σελ. 640.
31) Ευριπ. Ηρακλ. Μαινόμ. στιχ. 386.
32) Ηροδ. Δ, 90- Στράβ. Ζ, 331.
33) Ηροδ. Δ, 91. Ζ, 58.
34) Ηροδ. Δ, 62.
35) Πτολεμ. Κλαυδ. Γεωγραφική υφήγησις Τόμ.. Α'. Μέρ. Α' σελ, 458. Έκδ. Didot. Παρισ. 1901.
36) Αυτόθι, σελ. 442.
37) Στράβ. Ζ, 305, 306. Α, 50. Ζ, 289, 305.
38) Ηροδ. Δ, 94.
39) Πλάτ. Νομ. Β.-Ορφ. Άργον. 1373.- Ησιοδ. Έργ. και ημ. 305 και 547.
40) Αισχ. Πέρσ. 494 και 465.
41) Αισχ. Αγαμέμν. 192.
42) Σοφοκλ. Αντιγ. 589.
43) Σοφοκλ. Οιδ. Τυρ. 196.
44) Decharme, Μυθολ. Αρχ. Ελλάδ. σελ. 595.
45) Ευρ. Ανδρ. 215. Άλκηστ. 67. Ρήσ 921.
46) Αριστοφ. Αχαρν. 138.
47) Απολλων. Ροδ. Αργον. Α, 213.-Ορφ. Αργον. 677.
48) Ορφ. ύμν. 80.
49) Ξενοφ. Αναβ. Ζ, 4, 3, 5.
50) Παυσ. Η, 17.
51) Αριστοτέλους περί θαυμασίων ακουσμάτων, σελ. 845.
52) Αριστ. ρήτορ., Ιερών λόγος Β', σελ. 481. Έκδ. G. Dindorf. Λειψία 1829.
53) Αιλιαν. περί ζώων, βιβλ. δεύτ., σελ. 20. Έκδ. Didot. Παρίσιοι 1858.
54) Πορφυρ. περί αποχής εμψύχων, 17.
55) Θεοφράστ. περί φυτών ιστορ. Βιβλ. Δ', 5. Έκδ. Didot. Παρίσ. 1866.
56) Ομ. Ιλ. Ι, 71.
57) Ομ. Ιλ. Λ, 221,-Πινδρ. Πυθιον. Δ, 365.
58) Ηροδ. Ζ, 25.
59) Ξενοφ. Αναβ. Ζ, 3.
60) Ηροδ. Ζ, 105-115, 125 και 126.
61) Ηροδ. Ε, 3.
62) Φίλοστράτου εις Απολλ. Τυαν. Η, 281.
63) Πολυαίν. Δ, 16.
64) Giseke, Thrakisch - Pelasg. σελ. 16.
65) Παυσ. Α, 9
66) Στράβ. Ζ, 33.
67) Ομ. Ιλ. Ξ, 226. - Ηροδ. Ζ, 112. - Θουκυδ. Β, 29.
68) Στράβ. ΙΒ, 550.
69) Geogr. Graec. Μinor. Ανων. Περιηγ. 414. Έκδ. Didοt Παρίσ. 1855.
70) Ομ. Ιλ. Ρ, 350.- Στράβ. Ζ, 313, 329 και Ζ απ. 4.
71) Παυσ. Θ, 21.
72) Στράβ. Γ, 331.- Ευσταθίου Θεσσαλονίκης, Προλεγόμενα εις Ιλ. και Οδ. 359, 24-26.
73) Ηροδ. Ζ, 185.
74) Ηροδ. Ε, 15, 98.
75) Εragm. Ηist. Gr., Ξανθού Λυδού, 8. - Κωνσταντ. Ποοφυρ. περί Θεμ. Βιβλίον.Ι, κεφάλ. 3.- Frag, Ηist. Gr., Νικ. Δαμ. 71, ως γράφει εν τω ιη' βιβλίω αυτού.
76) Διοδ. Σικελιώτου, Ιστορ. ΙΕ, 1-3. ΙΖ, 8.
77) Ισοκρ. Φιλιππ. 7.
78) Δημοσθ. Α' Φιλιππ. 13. Α' Ολυνθ. 23.
79) Διοδ. Σικελ. ΙΕ, 4.
80) Αυτόθι, Κ, 19.
81) Παυσ. Ι, 13.- Dittemberger, Syll. Inscr. graec. Τόμ. Α', σελ. 208. Έκδ. Λειψίας 1898.
82) Παυσ. Ε, 1.
83) Ρlin. Ηist. Νatur. 10.- Ηροδ. Ε, 42.
84) Στράβ. Ζ, 329.
85) Fragm, Ηist. Gr., Τόμ. Α', Χάρωνος 7.- Αθην. ΙΒ, 9. -ΒCΗ, 1889, σ. 329.
86) Μαργαρ. Δήμιτσα, Αρχ. Γεωγρ. Μακεδονίας, Τόμ. Α', σελ. 569.
87) Fragm. Hist. Gr. Τόμ. Δ', Ηγησίππου - Μυθογρ. Έλλην. Παρθεν.Νικ. σελ. 157.
88) Θουκυδ. Ε, 19.- Ηροδ. Ε, 16.
89) Ηead Barclay, Ελληνική Νομισματολογία, μετάφρ. Ι. Σβορώνου. Το έργον ακολουθούμεν εις τα σχετικά εις το έργον μας περί νομισμάτων, χωρίς πλέον του λοιπού να το αναφέρωμεν, ει μη εις ειδικάς περιπτώσεις.
90) Στράβ Ζ, 331.- Θουκ. Ε, 19. - Πολυβ. 10, 41. - Πλουτ. Σύλλ. 23, - Στέφ. Βυζ. εν λέξει Μαιδοί. - Διονυσ. εν Βασσαρικών ιδ'.
91) Τit. Liv. Ρωμ. Ιστορία, τόμ. Α', (βιβλ. 26, κεφ, 25, σελ. 732, Έκδ. Didot. Παρίσ. 1877.
92) Ομ. Ιλ. Η, 297.
93) Βrandis, Μunzwesen Vorderasiens 6, 608.
94) Στράβ. Ζ, 331.- Θουκ. Α., 100.- Διονυσ. εν Βασσαρ. ιδ'. - ΒCΗ, 1911, σ. 108.
95) Ευριπ. Ρήσ. 972.- Ηροδ. Ζ., 111.
96) Fragm. Ηist. Gr. Τόμ. Α'. Εκατ. αποσπ. 128 και 129. Ένθα «Σατρικένται, έθνος Θράκιον», περί ου ο εκδόιης σημειώνει «populus ignotus» (λαός άγνωστος).- Και Kretschmer, Einleitung in die Gesch. der griech. Sprache, σελ. 239.
97) Νικοδ. Συναξαρ. Τόμ. Γ', σελ. 205. Πρβλ. και το αρχαίον Θρακικόν όνομα Σύρμος και θηλ. Σύρμα, πολλαχού της Θράκης μέχρι σήμερον φερόμενα..
98) Head Barclay, Ελλην. Νομισμ. Τόμ. Α', σελ. 261, ένθα αναφ. και Leake, Northern Greece Γ, σελ. 231.
99) Στράβ. Ζ, αποσπ. 43. - Στέφ. Βυζάντ. εν λέξει.- Αππιαν, 4, 87 και 4, 102. -Ομ. Οδ. Θ, 284, 294.
100) Παυσ. Ζ, 10, 6.
101) Αππιαν. Εμφυλ. πολεμ. Βιβλ. Δ', σελ. 498 και 499.
102) Δίων. Κασσ. Τόμ. Β', σελ. 267. Έκδ. Λειψίας 1829.
103) Μόμσεν, Ρωμ. Ιστορ, Α' Μερ., Β' 440.
104)Fragm. Hist. Gr. Τόμ. Α', Θεοπόμπ. μη απ. 248.
105) Δίων. Κασσ. Τόμ. Γ', σελ. 74.
106) Στέφ. Βυζάντ. εν λέξει, σελ. 217.- Πολυβ. 24, 6, 4. - Στράβ. Ζ, απόσπ. 6.- Liv. 39, 53 και 40, 22. - Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α', σελ. 477.
107) Δίων. Κασσ. Τομ. Γ', σελ. 199.
108) Πολυβ, αποσπ. 15,10. - Στέφ. Βυζ. εν λέξει.
109) Plinii Natur Histor. Τόμ. Α', Βιβλ. Δ', κεφ. 18, σελ. 190. Έκδ. Didot. Παρισ.1860
110) Fragm. Histor. Gr. Τομ. Γ', Φιλοστεφ. Κυρην. απόσπ. 7.
111) Απολλοδώρ. Βιβλιοθ, σελ. 56. - Στράβ. Ζ, 331.
112) Cod. lat. 4803. - Περί Βιστονίδος όρα Αριστοτ. Η. αnn. 8,14δ. - Στέφ. Βυζ. εν λέξει Βιστονίς. - Αιλ. Η. Αnn. 15,25. - Πλιν. 4,42.
113) Μυθογρ. Έλλην., Ιωάνν. Πεδιασίμου 8, σελ. 351. - Ηρακλείτου 31, σελ, 318.
114) Ομ. Οδ. Ι, 49.
115) Plinii, Natur. Ηist. IV, 11.
116) Liv. 38.40.
117) Στέφ. Βυζ., ως Απολλόδωρος Χρονικών τετάρτω, σελ. 346. - Liv. 38, 40.-Πλιν. 4,40.-Απολλοδρ, απόσπ. 64. -Ηρωδιαν. σελ. 170. Έκδ. Seuz.
118) Στράβ. ΙΓ, 624.
119) Στράβ. ΙΓ, 624.
120) Στράβ. Ζ, 331.
121) Ηροδ. ΣΤ, 36.
122) Ηροδ. Α, 57.
123) Στεφ. Βυζ. σελ. 442.
124) Αυτόθι, σελ. 406.
125) Αισχ. Προμ. Δεσμ. 725.
126) Σοφοκλ. Αντιγ. στίχ. 967 κε.
127) Ξενοφ. Αναβ. Ζ, 5.- Στράβ. Ζ, 319. - Λιοδ. Σικελ. ΙΔ, 37. 2) Εragm. Hist. Gr. Τόμ. Γ', αποσπ. 127, Νικολ. Δαμασκ.
128) Eragm. Hist. Gr. Τόμ. Γ', απόσπ. 127, Νικολ. Δαμασκ.
129) Στράβ Ζ, απόσπ. 48.
130) Plin. Nat. Ηist., Τόμ. Α, Βιβλ. Δ', κεφ. 18, σελ. 190.- Liv. 38, 40 και 38, 81.- «Η Δροσική γειτονική εστί τη Κοιλητική. Επιγραφή εις την συλλογ. Dittemberger (Οrient αριθ. 378).
131) Στεφ. Βυζ. Τραυσοί πλησίον «Κοιληταίς>.-Κοιλητικοί, Κοιλοιτικοί, Κοίλοι. Argum. cat. 4803.- Τacit. Αnnal. 3, 38 - Ηροδ. Ε, 3, 5.
132) Τit. Liv. 33,41.
133) Κλημ. Αλεξανδρ. Σττρωμ. Προτρεπτ. Τόμ. Δ', 89.
134) Στράβ. Ζ. 331.- Plin. Ntur. Hist. Τόμ. Α', βιβλ. Δ', σελ. 190
135) Θουκ. Β, 96.- Πολυβ. ΚΔ, 61.- Liv. 44,42.
136) Λουκιανού Μακρόβιοι.
137) Διοδ. Σικελ. ΙΒ, 50.
138) Θουκυδ. Β, 29, 67 και 95 - 101,- Ηροδ. Ζ, 137.
139) Head Barclay-Σβορώνου, Ελλην. Νομισματ. Α', σελ. 353. - Και Βull. de Corr. hellen. III, σελ. 417, έτος 1879, υπό Μuret.
140) Θουκυδ. Β, 95, 101. Δ, 101.
141) Head Barclay, Τόμ. Α', σελ. 354.
142) Εφημ. Αρχαιολογ. έτος 1890, σελ. 161. - Αρχαιολογ. Δελτίον 1889, σελ. 204.
143) Περί της επιγραφής ταύτης όρα Γεωργ. Λαμπουσιάδου, Θρακική Επετηρίς 1897, σελ. 153, κτλ. Αθήναι 1897. - Dittemberger, Syll. Inscr. graec. Τόμ. Α', επιγρ. 76. Έκδ. Λειψίας 1898.
144) Dittemberger, Syll. Inscr. Graec. επιγρ. 228, σελ. 334.
145) Δημοσθ. κατά Αριστοκρ. 104.
146) Πολυαίνου Στρατηγ βιβλ. γ', σελ. 273. Έκδ. Luchtmans 1690.
147) Αριστ. Οικονομ. Τόμ. Α', σελ. 1351.
148) Σουίδα, Τόμ. Β', Μέρ. Α', σελ. 363.
149) Πλουτ. Ηθικά, αποφθ. βασιλ. Κότυος, Τόμ. Α', σελ. 207. Έκδ. Didot. Παρίσ. 1839.
150) Ιωάν. Στοβαίου Ανθολόγιον, Τόμ. Β', Αγριππίνου 45, σελ. 237, Έκδ. Aug, Meineke. Λειψία 1855.
151) Fragm. Ηist. Graec Τόμ. Α', θεοπόμπου βιβλ Ι, απσόπ. 33, ως παρ'Αθηναίω XII, 531 και Διοδ. Σικελ. XVI, 2.
152) Αθην. Δ, 7.- Fragm. Comic. Graec. Αναξ. Πρωτεσ. Τόμ. Γ', σελ. 183.
153) Δημοσθ. κατά Αριστοκρ. 114 και 118.
154) Αριστ. Τόμ. Β', Οικονομ. σελ. 1351.
155) Δημοσθ. κατά Αριστοκρ 118. - Ερν. Κουρτίου, Ελλην. Ιστορ. μετάφρ. Σπ. Λάμπρου, Τόμ. Λ', σελ. 125 και 127.- Φιλοστρ. εις Απολλ. Τυαν. Η, 280.
156) Fragm. Ηist. Graec. Τόμ. Β', Αριστοτ. Πολιτ. Fragm. 161.
157) Εφημ. Αρχαιολ., έτος 1890, σελ. 160.
158) ΒCΗ, Τόμ. 20ός, έτος 1896, σελ. 477.
159) Σουΐδα, Τόμ. Β', Μέρ. Α', σελ. 225.- Φωτίου Λεξ. Συναγωγή, Τόμ. Α',
σελ. 158.
160) Δημοσθ. κατά Αριστοκρ. 163.
161) Στράβ. Ζ, 331.- Droysen, Ιστορ. Μεγ. Αλεξάνδρου, μετάφρ. Ι. Πανταζίδου, σελ. 449.
162) Δημοσθ. κατά Αριστοκρ. 9 και 10.
163) Ερν. Κουρτίου, Ελλην. Ιστορ. σελ. 163.
164) ΒCΗ, Τόμ. 20ός, έτος 1896, σελ. 467, Inscript. de Delphes, υπό Gabriel Millet.
165) Αυτόθι σελ. 468 και 469.
166) Δημοσθ. κατά Αριστοκρ. 169.
167) Δημοσθ. κατά Αριστοκρ. 170.
168) Αυτόθι 9 και 10.
169) Αρχαιολ. Εφημ. 1886 σελ. 98. Εκ των Αττικών ψηφισμάτων υπό του Αδριανουπολίτου καθηγητού εν τω Εθνικώ Πανεπιστημίω αειμνήστου Στεφάνου Α. Κουμανούδη.
170) Σουΐδα, Τόμ. Β', Μερ. Α', σελ. 225.
171) Ερν. Κουρτίου, Ελλ. Ιστορ. σελ. 323.
172) Fragm. Ηist. Graec. Τόμ. Β'. - Αριστ. Πολιτ. Fragm. 161.
173) Δημοσθ. περί των εν Χερρον. 13 και 67. Περί του στεφάνου 27.
174) Αρποκρατίων, εν λέξει. Αμάδοκος, «ος και Φιλίππω συμμαχήσων ήλθεν εις τον προς Κερσοβλέπτην πόλεμον>, ως Θεοπομ. Fragm. Ηist. Graec. Τόμ. Α', σελ. 295.- Schafer, Demosthenes und seine Zeit, Τόμ. Α', έκδ. Β', σελ. 446.-Ερν. Κουρτίου, Ελλ. Ιστορ. σελ. 446.
175) Ερνεστ. Κουρτίου, Ελλ. Ιστορ. μετάφρ. Σπ. Λάμπρου, Τόμ. Ε', σελ. 393,
176) Αππιαν. Εμφ. πολ. Βιβλ. Δ', σελ. 498
177) Δημοσθ. Φιλιππ. Δ'.
178) Ισοκρ. περί Ειρήν. 9.
179) Διοδ. Σικελ. ΙΣΤ, 34 και 71.-Πολυβ. Λθ, 1,
180) Διοδ. Σικελ. ΙΖ, 8.
181) Εφημ. Αρχαιολ. 1871, σελ. 451. - Dittemberger, Syllog, Inscr. graec. έκδ. Λειψίας 1898, επιγρ.114
182) Ερνέστ. Κουρτίου, Ελλην. Ιστορ. σελ. 65.
183) Αθηναίου II, 5. Έκδ. Λειψίας.
184) Κ. Παπαρρηγ., Ελλην. Ιστορ. Τόμ. Β', σελ. 115.
185) Στράβ Ζ, 331.
186) Διοδ. Σικελ. ΙΘ, 73.
187) Παυσ. Α',10.
188) Imhoof-Blumer, Monnaies greques, σελ.56. - Catal. Brit. Mus. Thrace, σελ. 239. - Ηead - Βarclay, σελ. 285.
189) Παυσαν. Ι, 19.
190) Πολυβ. Δ, 46.
191) Στεφ. Βυζαντ. σελ. 640.
192)Πολυβ, αποσπ. Η, 24.
193) Tit. Liv. κεφ. 42, 51.
194) Διοδ. Σικελ. αποσπ. Βιβλ. 30, 30.
195) Σουΐδα, Τόμ. Β', Μέρ. Α', σελ.363.
196) Πολυβ. βιβλ. 27, 10.
197) Tit. Liv. Τόμ. Β', Ρωμ. Ιστ. βιβλ. 54, κεφ. 5, σελ. 670.
198) ΒCΗ, Τόμ. Δος, έτος 1880, σελ. 50.
199) Πολυβ. βιβλ. 24, 6.- Tit, Liv. 40, 42, 46, 29.- Αθην. Χ, 440.
200) Tit. Liv. Ρωμ. Ιστ. Τόμ. Β', βιβλ. 54, κεφ. 29, σελ. 637. -Eug. Cavaignac, Ηist. de l'antiquite, Τόμ. Γ', σελ. 354.
201) Θ. Μόμσεν, Ρωιι. Ιστορ. μετάφρ. Σ. Σακελλαροπούλου, Τόμ. Α', Μέρ. Β', οελ. 440.
202) Πολυβ. Βιβλ. Κθ, 1 - 7. Λ, 1 - 18.- Tit. Liv. Βιβλ. 55, Ρωμ. Ιστορ., κεφ. 51 και 55, σελ. 652. - Διοδ. Σικελ. Λ, 20 - 22. ΛΑ, 9. - Δίων. Κασσ. Τόμ. Α', σελ. 37.- Πλουτ. Αιμίλ. Παύλ. 10 - 17. - Αππιαν. Μακεδ. πολεμ. 17.
203) Δίων. Κασσ. Τόμ. Α', σελ. 37.
204) Tit. Liv. Ρωμ. Ιστορ. Τόμ. Β', βιβλ. 54, κεφ. 5, σελ. 670 και 732.- Διοδ. Σικελ. σωζόμενα βιβλία 30 Κωδ. Βατικαν. σελ. 78 και 581. Σωζόμ. βιβλ. 31, ως Γεώργ. Σύγκελλος Χρονογρ. σελ. 267. Σωζόμ. βιβλ. 31, ως Φώτιος Εxc. σελ. 516.
205) Πολυβ. βιβλ. 29, 1.- Ιωαν. Ζωναρά, Ιστορ. Τόμ. Β', σελ. 317-329.
206) Πολυβ. βιβλ. 30, 12.
207) Mommsen, Ρωμ. Ιστορ. Τόμ. Α', Μέρ. Β', σελ. 459.
208) Αυτόθι.
209) Cazarow, Bulgaria vif Drebnosta (η Βουλγαρία κατά την αρχαιότητα), σελ. 41. Sophia 1926.
210) Erag. Ηist:. Graec. Τόμ. Γ', Πορφυρ. Τυρίου απ. 13.-Ιωάν. Ζωναρά, Τόμ. Β', σελ. 329 και 331.- Tacit. Annales, βιβλ. Γ', κεφ. 38, σελ. 79.
211) Fragm. Ηist. Graec. Τόμ. Β'. Απόσπ. εκ της Ιστορ. Διοδ. Σικελ. βιβ. XVI.
212) Διοδ. Σικελ. αποσπ. βιβλ. 33.
213) Αππιαν. Μιθριδ. πόλ., σελ. 212.
214) Στράβ. ΙΓ, 624.
215) Διοδ. Σικελ. αποσπ. 34.
216) Cicer. Pis. 34. - Caesar. Βell. Gall. III, 4.- Χέρτσβεργ, Ιστορ. Ελλην. Τόμ. Α', σελ. 568.
217) Πλουτ. Αντών. 61.
218) Δίων. Κασσ. Τόμ. Α', σελ. 382 και 391.
219) Dummont - Homolle, Mel. d' Archeol. et Epigr. σελ. 30.
220) Δίων. Κασσ. ΝΔ, 34. - Tacit. Annal. B, 64. - Ovid. Epist. ex Ponto B', 9.
221) Πλουτάρχ. τα Ηθικά Τόμ. Α', Καίσ. Σεβ. σελ. 251. Έκδ. Didot. Παρίσιοι 1839.
222) Dumont -Ηomolle, Μel. d' Archeol. et Epigr, σελ. 377.
223) Tacit. Annal. βιβλ. Β', κεφ. 64, 65, 66 και 67, σελ. 57 - 58. Βιβλ. Γ', κεφ. 38, σελ. 79.
224) Στράβ. ΙΒ, 556.
225) Albert Dumont, loc. cit., σελ. 365. - Corp. Insc. Graec. Τόμ. Α', σελ, 430.
226) Στράβ. ΙΒ, 556.
227) Corp. Insc. Graec. Τόμ. Α', σελ. 430.- Dittemberger, S. I.G. Τόμ. Α', 365.
228) Dedicace des Cyziciniens, ΜΔΙΑ, VI, σελ. 41.
229) Ovid. Epist. ex Ponto, βιβλ. 11, 9.
230) Albert Dumont - Hommol, σελ. 378.
231) Tacit. Annal. Βιβλ. Γ', 38, σελ. 111. Βιβλ. Δ', 47 - 51.- Χέρτσβεργ. Τόμ. Β', σελ. 38.
232) Syllog. Insc. Graec. υπό Dittemberger, επιγρ. 37, σελ. 73. Λειψία 1883.
233) Dumont - Homolle, Mel. d' Archeol. κτλ. σελ., 445. - Ως και επιγρ. CIA, III, 1077.
234) Παυσαν. Α, 9.
235) Στράβ. ΣΤ, 227.
236) Cazarow, Bulgaria vif Drebnosta, σελ. 62.
237) Πτολεμ. Γεωγρ. Υφηγ. Τόμ. Α', σελ. 477 - 180. Έκδ. Didot. Παρίσιοι 1883.
238) Αριστοφ. Ιππ. 969.
239) Πολυαιν. 4, 16.
240) Στράβ. Ζ, 5 και - Ζ, αποσπ. 47.
241) Στράβ. Θ. 426.
242) Ammian. XXVII, 4.
243) Ammian. Marc. Rerun Gestarum 27, 4.
244) Δίων Κασσ. Τόμ. Γ'. σελ. 77.
245) Αυτόθι σελ. 199. - «Ιερόν Διονύσου παρ' αυτοίς», Στράβ. Ζ, 318.
246) Αυτόθι σελ. 217. - Amm. Marcel. Rer. Gest. 27, 4.
247) Δίων. Κασσ. Τόμ. Γ', σελ. 217.
248) ΒCΗ, Τόμ. 20ός. "Ετος 1896, σελ. 484. Δελφικ. επιγραφαί.
249) Frontin. Vegece βιβλ. Δ', κεφ. 24, σελ. 725. "Εκδ. Didot. Παρίσιοι 1869.
250) Στράβ. Ζ, 317.-Fragm. Hist. Graec. ,Τόμ- Α', 'Εκατ. 149.
251) Άνωνυμ. Περικλ. 750-G. Μ. 1, 226.
252) Ήροδ. Δ, 40 καί 93.—Πτoλεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α'. σελ. 463.
253) Fragm. Hist. Graec. Τόμ Α', Φυλαρχ. 19, ως παρ' Άθην. XII, 51.
254) Στράβ. Ζ, 318.—Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α', σελ. 463.
255) Στράβ. Ζ,318.
256)Αυτόθι.
257) Αυτόθι331.
258) Fragm. Hist Graec Τόμ. Γ', Θεοπομπ. Φιλιππ. βιβλ. Ι, απόσπ. 44.
259) Αυτόθι,' Τόμ. Γ',-Χαρακ. Περγαμ. άποσπ. 22.
260) Ήσυχ. Τόμ. Ε', Εθνικά. {
261) Σουίδα, Τόμ. Α', Μέρ. Α', σελ. 74. Έκδ. Ηαlis et Brunsvigae 1853.
262) Πλιν. Ναtur. Hist βιβλ. Δ', σελ. 190.
263) Τοmaschec, die Alten Thraker κτλ., σελ. 71.
264) Πλουτάρχου, 'Αγησίλ. 16.
265) Στράβ. Α', 59. ΙΕ, 586.
266) Στράβ. Ζ,313.
267) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Γ', Νικολ.. Δαμασκ. 110.
268) Αυτόθι, Τόμ. Δ', Λεπίδου.
269) Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α', σελ, 455.
270) Δίων. Κασσ. Τόμ. Α', σελ. 56.—Χέρτσβεργ. Ίστορ. Τόμ. Α', σελ. 436.
271) Ιωάν. Ζωναρά, Ιστορ. Τόμ. Β', σελ. 294. "Εκδ. Λειψίας.
272) Στράβ. Ζ, 319. —Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α', σελ. 463 και 464.
273) Στράβ.Ζ305
274) Στεφ. Βυζαντ. σελ. 634.
275) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Γ', Νικ. Δαμασκ, 118,
276) Ίσοκρ. πεί Ειρήρν. 17.
277) Ίσοκρ. Παναθην. 82.
278) Διοδ. Σικελ. ΙΕ, 36.
279) Άρριαν. Άναβ. 1, 1-11.
280) Στράβ. Ζ, 30ί,
281) Άρριαν. Άναβ. 1, 1—11.
282) Φαίνεται ότι εις την παναρχαίαν Ελληνικήν γλώσσαν, πιθανόν και εις την Θρακικήν, υπήρχεν ό φθόγγος οe, διατηρηθείς εις τήν Λατινικήν. Κατά ταύτα πιθανόν ή Μοισία να ελέγετο Μοeσία, καθώς οί Ρωμαίοι διετήρησαν αυτήν εις την λέξιν Moesia, εκ των Ελλήνων δέ άλλοι μέν έγραφον Μυσία και Μυσοί, άλλοι δέ Μοισία και Μοισοί,
283) Στράβ. Ζ, 295, 296 και 303.
284) Δίων. Κασσ. Τόμ. Γ', σελ 76.
285) Δίων. Κασσ. Τόμ. Γ', σελ. 79.
286) Άππιαν. εις Ίλλυρ. κεφ. 30, σελ. 283.— Χέρτσβεργ, Τόμ.Α',σελ626 εν ύποσημ.
287) Στράβ. Ζ, 295.
288) Ηροδ. Δ, 94, 95 και 96.
289) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Γ', Ερμιππ. Καλλιμαχ. 21.
290) Κλημ. Αλαεξανδρ. Τόμ. Β', Στρωμ. 68.
291) Στράβ. Ζ, 228, 229.
292) Πορφυρ. Πυθαγ. Βίος, 16.
293) Διογ. Λαερτ. Προοιμ. σελ. 1. Εκδ. Dibot.. Παρίσιοι 1862.
294) Αυτόθι, βιβλ. Η, σελ. 205.
295) Fragm. Hist. Graec., Μνασέου Πατρέως απόσπ. 23 παρά Φωτ. Λεξ.
296) Διοδ. Σικελ. άποσπ. βιβλ. 31.
297) Στράβ. Ζ, 302.
298) Μεμνον. παρά Φωτίω Ε, 1. —Δρόϋζεν, Ίστορ. Διαδόχ. μετάφρ. Ι. Πανταζίδου σελ. 646.
299) Πλουτάρχ. Δημήτρ. 52.
300) Πολυβ. Α, 9.
301) Στράβ. Ζ, 303 και 304.
302) Dittemberger Syll. Inscr. Graec. Τόμ.. Α', 341.
303) Στράβ. Β, 303 και 304:
304) Πλουτάρχ. Άντών. 63.
305) Διοδ. Σικελ. ΙΣΤ, 31 και 52.
306) Στράβ. Ζ, 305.
307) Ίωάν Ζωναρά, Τόμ. Β', βιβλ. Χ, σελ. 435.
308) Δίων. Κασ Τόμ. Γ', σελ. 76 και 77.
309) Στράβ. ΣΤ, 287.
310) Παυσαν. Ε, 12.
311) Στράβ. Ζ, 304.
312) Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α/, σελ. 442.
313) Δίων. Κασσ. Τόμ. Δ', σελ. 91, 114 και 118.-'Ορατ. φδ. Γ', 6, 13.
314) Ίωάν. Ζωναρά, Ίστορ. Τόμ. Γ', σελ. 65—67.
315) Fragm.Hist.Graec.. Πετρ. Πατρικ. άποαπ. 4 καί 5.
316) Δίων. Κασσ. αυτόθι.
317) Πτολ. Γεωγρ. Τόμ. Α', σελ. 445—450.
318) 'Ομ. Όδ. Λ, 12.
319) Τζέτζη, 2χόλια εις Λυκόφρονα, Τόμ. Β', σελ. 743.
320) Ήροδ. Δ, 11.
321) Ήροδ. Α', 15.- Στράβ. Α, 61.
322) Στράβ. Γ, 149. Α, 20. Β, 108.
323) Αυτόθι, ΙΒ, 573.
324) Αυτόθι,-ΙΓ, 627.
325) Αυτόθι, Ι Δ, 647.
326)Στράβ. ΙΔ, 647.
327)Στράβ. ΙΔ, 694.
328)Αυτόθι, Ζ, 293.
329)Αυτόθι Ζ, 293.
330)Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Γ', Φίλωνος Βυβλίου, ως Στέφ. Βυζάντιος
331) Στράβ. ΙΑ, 493.
332) Στράβ. Ζ, 309.
333) Στράβ. Ζ, 295, 316.
334) Corp. Insc. Graec. Τόμ. Β', 2018 c.
335) Αυτόθι 2018 d.
336) Αυτόθι 2018 y.—ΒCΗ, Τόμ. 9ος, έτος 1885, σελ. 269, έπιγρ. Latychew
337) Ησυχ. Τόμ. Δ', σελ. 14.
338) Στεφ. Βυζ. σελ. 220.—Fragm. Hist. Graec.. Εκατ. 130. "Εκδ. Dibot-Πα- ρισ. 1874.
339) Αυτόθι, σελ. 223.—Αυτόθι Έκαt. 141.
340) Αυτόθι, σελ.. 234.—Αυτόθι, ως Δισοραί, Εκατ. 145.
341) Αυτόθι, σελ. 271.—Αυτόθι 148.
342) Αύτόθι, σελ. 290.—Αυτόθι, θεοπομπ. 48.
343) Αυτόθι, σελ. 480.
344) Αυτόθι, σελ. 572.
345) Αυτόθι, σελ. 637.—Αυτόθι, Εκατ. 147.
346) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α. Εκατ. Ευρ. 117.
347) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α, Εκατ. 133.—Ήσυχ. Τόμ. Δ', σελ. 37.
348) Αυτόθι, Εκατ. 142.
349) Αυτόθι, 'Εκατ. 146.
350) Αυτόθι, Εκατ. 150.
351) Αυτόθι, Απολλόδωρ. 119.
352) Σουΐδα, Τόμ. Α, σελ. 119.
353) Στράβ. Ι, 445.—Ευσταθίου παρεκβολαι εις Διόνυσον.
354) Ήσυχ. Τόμ. Α', σελ. 130.
355) Σχολιαστ. Πλάτ. 380, ως Πολεμ. Φυσιογν. 13.—Μενάνδρ. ύμνος, V,
356) Ήσυχ. Τόμ. Δ', σελ. 4. ,
357) Αυτόθι σελ. 48,
358) Στράβ. Ζ, 330.
359) Αυτόθι, 327.
360) Στράβ. Ζ, 330,
361) Στράβ. Ζ, 330.
362) Θουκ. Β, 98.—Σουΐδα, Τόμ. Α', Μέρ. Α', σελ. 1422.
363) Πολυβ. Ε, 97.
364) Λέπιδος εν Ίστορ. Επιτομής η' και Ίεροκλ. 655.
365) Στράβ. Ζ, 330.
366) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εκατ. Εύρ. άποσπ. 116.
367) Στράβ. Ζ, 330.
368) Θουκυδ. Δ, 103.
369) Στράβ. Ζ, 329.
370) Αυτόθι.
371) Αυτόθι.
372) Eragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', "Εφορ. 148. «Ως ;Eφορος ΚΖ'».
373) Ήροδ. Ε, 15. Η, 115.— Liv. 41, 4.—θεοπομπ. εν Φιλιπ. Κ, ως Στεφ.Βυ· ζάντ. σελ. 572.
374) Corp. Inscr. Graec. 2007.—Ήσυχ. Τόμ. Δ', σελ. 33.
375) Ήροδ. Ζ, 123.
376) Αυτόθι.
377) Ήροδ. Ζ, 22.— Θουκυδ. Δ, 109,
378) Goerg. Graec. Minor.. Τόμ. Α', Σκύλ. Καρυανδ. Περιπλ. Ευρώπη 66. Έκ-δοσ. Didot;. Παρίσιοι 1855.
379) Στράβ. Ζ, 331.
380) Διοδ. Σικελ. ΙΒ, 68.
381) Ήροδ. Α' 57·— Uουκυδ. Δ, 109.
382) Στεφ. Βυζαντ. σελ. 112.
383) Ήροδ. Ζ, 115.—Στράβ. Ζ, 331.
384) Πλουτάρχ. Κιμ. 7.
385) Διοδ. Σικελ. ΙΒ, 68.
386) Θουκυδ. Α, 100.
387) Ίσοκρ. περί Ειρήνης, 29.
388) Παυσαν. Α, 29.
389) Θουκυδ. Δ, 102.
390) Δημοσθ. Όλυνθ. Α', 12, 13.
391) Θουκυδ. Ε, 7.
392) Ήροδ. Ε, 11, 23, 24, 97 και 112.—Θουκυδ. Δ, 103.—Στράβ. Δ, 107. Ζ, 331.
393) Στράβ. Ζ, 331. -Διοδ. Σικελ. 1Β, 68.—Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α' Εκ 122.
394) Στράβ. Ζ, 331. |
395) θουκ. Α, 103. Δ, 102. — Στράβ. Ζ, 331.—Παυσαν. Α, 27. |
396) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εφόρου 75.
397) Aυτόθι, Σκύλ. Καρυανδ. Περιπλ. Εύρ. 67.
398) Αυτόθι, Έφορ. 74, ως παρ' Άρποκρατ.
399) Θουκ. Δ, 107.—Όμ. Ίλ. Θ., 304.— Διοδ. Σικελ. Α. 27.
400) Στέφ. Βυζ. εν λέξει.
401) Ήροδ. ΣΤ., 34.-Στράβ. Ζ, 331. —Πλουτάρχ. Παΰλ. Αίμίλ. 4.
402) Tit. Liv. Hist. Roman. Τόμ. Β', σελ. 560, βιβλ. 40, κεφ. 22. Εκδ. Didot. Παρίσιοι 1877.
403) Στράβ. Ζ, 331, άποσπ. 36.
404) Ήροδ. Ζ, 112.
405) Ήροδ. ΣΤ, 46.—Θουκ. Α, 100.
406) Μαρκελλίν. 25.
407) Πλουτάρχ. Κιμ. 4.
408) Άππιαν. Β, Γ, 4, 105.
409) Αυτόθι, έμφυλ. πολ. Βιβλ. Δ, σελ. 498 και 499.
410) Ήροδ. Ε, 23 και 26. ΣΤ, 46. θ, 75.-Στράβ. Ζ, 331.—Διοδ. Σικελ. ΙΔ, 3.
411) Στράβ. Ζ, 330 και 331.—Georg. Graec. Minor. Τόμ. Α'.— Διοδ. Σικελ. ΙΔ, 3.
412) Αυτόθι.
413) Στεφ. Βυζ. οελ. 524. —Σουΐδ. εν λέξει.
414) Στράβ. Ζ. άποσπ. 44.
415) Georg. Graec. Minor. tou, Α', Σκύλ. Καρυανδ. 67.
416) Σουίδα, Τόμ. Α', σελ. 335.
417) Απολλοδρ. Βιβλιοθ. σελ. 56. - Ηροδ. Ι. 168. - Στράβ. Ζ, 331. ΙΔ, 644. - Διοδ. Σικελ. ΙΓ, 72. - Tit. Liv. ΛΗ, 41. ΜΓ, 4. - Geogr. Graec. Minor. Σκύλ. Καρ. 67.
418) Τζέτζη εις Λυκόφρ. 445.
419) Αίλιαν. Ποικ. Ίστορ. βιβλ. Δ', κεφ. 20, σελ. 344.
420) Παυσαν. ΣΤ, 14.—Φιλοστρ. Βίοι σοφιστών Α, 495,
421) Juvenal Χ, 28.
422) CIA, 243.
423) Στράβ. Ζ, 331.—Προκοπ. περί Κτισμ. σελ. 304.
424) Αυτόθι, σελ. 305.
425) Ήρόδ. Ζ, 133.
426) Στράβ. Ζ, 331.—Στεφ. Βυζ. σελ. 338.
427) Plin. Natur. Hist. Τόμ. Α', βιβλ. Δ', συλ. 190.
428) Ήροδ. Ζ, 103.— Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Άνδροτιων. έβδ. 25.
429) Eragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εφόρου 74.— Ήσυχ. Τόμ. Β', σελ. 371.
430) Διοδ. Σικελ. Α', 20.
431) G.Fougeres. Les. premiers Civilisations, οελ. 377.
432) Georg. Graec. Min.. Τόμ. Α', Σκύλ. Καρυανδ. Περ. Εύρ. 67.—Άπολλ. Ροδ. Άργον. Α, 28.
433) Άππιαν, Έμφ. πολ. βιβλ. Δ', σελ. 497.
434) ΔημοσίΚ Φιλιπ. Γ' και Δ'.— Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εκαταίου 132.
435) Αυτόθι.
436) Ροmpοn. Μela, Βιβλ. Β', σελ. 627. Nisard Παρίσι Didot, 1875.
437) Νικανδρ. Θηριακ. 461—462.
438) fragm. hist. graec. Τόμ. Α', Εκατ. Ευρώπη 23 και 131. — Graec. Μin. Τόμ. Α', Σκύλ. Καρυανδ. 67.—Δημοσθ. κατά Άριστοκρ. 132. —Στεφ. Βυζ. σελ. 240.—Σουίδα, Τόμ. Α', Μέρ. Α', σελ. 1466.
439) Στεφ. Βυζ. σελ. 642.
440) Fragm. Hist. Graec.. Τόμ. Α', Έλλαν. 161.—Ήροδ. Ζ, 25 .— Στεφ. Βυζαν.εν λέξει.
441) Στράβ. Ζ, 331.
442) Τit. Liv. 38, 41.
443) Στράβ. Ζ, 331.
444) Ήροδ. Ζ, 59, 106. — Στράβ. Ζ, 331.
445) Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α', 'Απολλοδρ. 125.—Ant. Aug.. Itineraria, σελ. 322.
446) fragm. hist. graec. Τόμ. Α', Άπολλοδρ. 12δ.—Αίλιαν. περί ζωων Ε, 6,
447) Μυθογράφοι Έλληνες, Κόνωνος διηγ., σελ. 147.
448) Όμ. Ίλ. Δ, 520,-Ήροδ. Ζ, 58 -Θουκ. Ζ, 57.-Στράβ. Ζ, 331. - Στεφ. Βυζ. σελ. 52. "Εκδ. Βερολίνου.—Σουίδα, Τόμ. Α', Μέρ. Β', σελ. 42.
449) Plin. Natur. Hist. Τόμ. Α,', βιβλ. Δ', κεφ. 18, σελ. 190.
450) Munzer-Stach, Die, Ant.Munz Nord-Griech.. σελ. 155; 174, 190, Εκδ. Βερολίνου.
451) Geogr. Graec. Min, Σκύλ. Καρυανδ. Περιπλ. Εύρ. 67.
452) Αυτόθι.— Στεφ. Βυζ. σελ. 400.
453) Αυτόθι. — Eragm, Hist. Graec. Τόμ. Α', Φιλιππ. ενάτω άποσπ. 88.
454) Fragm.Hist. Graec.. Τόμ. Α', Άπολλοδρ. 136.
455) Diehl, Άρχαιολ. Έκδρ. εν Ελλάδι, σελ, 302,-Παυσαν. Ε, 26.
456) Χρ. Τσούντα, Ιστορία της αρχ. Έλλην. τέχνης, σελ. 205.
457) Rayet. Estudes d' Archeol., σελ. 60.
458) Αυτόθι.
459) Καββαδία, Ίστορ. Έλλην. Τέχνης, σελ. 668. Πρβλ. και Καββαδία, Ό Παιώνιος και τα εν Όλυμπία έργα αυτού» (εκδ. 1879) δια πλείονα.
460) Παυσαν. Ε, 10 και 26 και 27, 4.
461) Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α', σελ. 480 κτλ.
462) Στράβ. Ζ, αποσπ. 27.
463) Στεφ. Βυζ. σελ. 400.
464) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Θεοπομ. 180.—Πτολεμ. Γεοωγρ. Τόμ. Α', σελ. 489.—Tab. Ρ.Rav. 182,14.—ΙItiner. 175, 332, 601.—Στεφ. Βυζ. εν λέξει. —Plin. 4, 4.7 και 48. —Κεδρην. 1, 568.—Ίεροκλ. Συνέκδημος, σελ. 99. Έκδ. Parthey. Βερο-λίνον 1866.—Tomaschek, σελ. 84.
465) Εύρ. 'Εκάβ. 8.
466) Ήροδ. ΣΤ, 34.
467) Ξενοφ. Έλλην. Γ, 2.
468) Στεφ. Βυζ. σελ. 358.
469) Ήροδ. ΣΤ, 36.—Παυσαν. Α, 9.
470) Πλουτ. Ευμ. 1.
471) Geogr. Graec. Min., Σκύλ. Καρυανδ., 67. Τόμ. Α'.
472) Αυτόθι.
473) Αυτόθι.
474) Αυτόθι, Ανων. Περιηγ. 703.
475) Άππιαν. Συριακ. Ίστορ. σελ. 174. Εκδ. Dibot. Παρίσιοι 1877.
476) Μommsen Ρωμ. Ίστορ. μετάφρ. 2. Σακελλαροπούλου. Τόμ. Α', Μερ. Β'. σελ. 370.
477) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εκατ. 136.—Georg. Graec. Μίη. Άνων. Πε-ριηγ. 705.
478) Georg. Graec.Min. 'Ανων. Περιηγ. 706.—Σκύλ. Καρυανδ. Περιπλ Εύρ. 67. Σουΐδα, Τόμ. Α', Μερ. Α', σελ. 243.
479) ΟGeorg. Graec. Min. Άνων. Περιηγ. 707. — Σκύλ. Καρυανδ. Περιπλ. 67
480) Ήροδ. ΣΤ, 140. Ζ, 33. Θ, 116, 118-120.— Θουκ. Η, 102, 107.—Στράβ.Ζ, 331. —Άρριαν. Αν. 1, 11.
481) Σΐράβ. Ζ, 331. ΙΓ, 595. - Θούκ, Η, 101.—Εύριπ. Έκάβ. 1275.
482) Georg. Graec. Min. Άνων. Περιηγ. 709. —Σκΰλ. Καρυανδ. Περιπλ. 67.— Frag,. Hist. Graec, Τομ Α', Εκατ. 138.
483) Όμ. Ίλ. Β, 835.—Ήροδ. Θ, 115. Δ, 143.—Θουκ. Α, 89. Η, 62.—Στράβ. Ζ, 331. ΙΓ, 581, 584, 591. —Ξενοφ. Έλλην. Δ,8.— Διοδ. Σικελ. ΙΣΤ, 31.—Ίσοκρ. περί άντιδ. 26.—Georg. Graec. Min. 'Ανων. Περιηγ. 709. Σκύλ. Καρυανδ. Περιπλ. 67.
484) Ήροδ. Θ, 120.—Στράβ. Ζ, 331.—Άρριαν. Άναβ. 1, 9.—Αιοδ. Σικελ. 15,
485) Georg. Graec. Min., Τόμ.. Α', Σκύλ. Καρυανδ. 67.
486) Αυτόθι, Σκύλ. Καρυανδ. 67 και Άνων. περιηγ. 711.
487) Στράβ. Ζ, 331, Ι, 459,
488) Ήροδ. ΣΤ, 36.—Στράβ. Ζ, 331.—Διοδ. Σικελ. ΙΓ, 74.—G.G. Μ. Σκύλ. Καρυανδ. 67. Άνών. 711.
489) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εκατ. 135.
490) Ήροδ. Ζ, 58.—Georg. Hist. Graec. Min. Σκύλ. Καρυανδ. Περιπλ. 67,—Δημοσθ. περί Αλοννήσου, 39.
491) Dittemberger, Syll. Insc. Graec. έπιγραφ. 246, σελ. 355,
492) Ήροδ. ΣΤ, 34, 36, 39.
493) Πλουτάρχ. Περικλ.19.
494) Ξενοφ. Άναβ. 1. 9. Έλλην. Γ, 2. Δ, 8.—Διοδ. Σικελ. 1Γ, 66. ΙΔ, 38,
495) Δημοσθ περί Αλοννήσου, 39,
496) Georg. Graec. Min, Τόμ. Α', Σκύλ. Καρ. Περ. Εύρ. 67. — Πτολ. Γεωγρ', 476.
497) Αυτόθι.
498) Αυτόθ·ι.
499) Αυτόθι.- Ξενοφ. Ανάβ. Ζ, 2, 5.
500) Αυτόθι.
501) Αυτόθι.
502) Ήροδ. Ε, 1—2.—Ξενοφ. Αν. Ζ, 2, 11.—Διοδ. Σικελ. ΙΣΤ, 74—76. —Στράβ. Ζ, 331.—Liv.. ΛΣΤ, 22—25.—Άππιαν. Συρ. κεφ. 21.—Georg. Min. Τομ. Α', Σκΰλ. Καρ. Περ. Εύρ. 67.
503) Corp. Inscr. Graec.. Τόμ. Β', 2009.
504) Georg. Graec. Min.. Τόμ. Α', Σκύλ. Καρυανδ. 67.
505) Στράβ. Ζ, 331.—Στεφ. Βυζ. σελ. 562.—Georg. Graec. Min.. Σκύλ. Καρ. 67.
506) Πολυβ. Δ, 44.
507) Georg. Graec. Min., Τόμ Α', Άρριαν. Περιπλ. Εύξ. Πόντου 90,
508) Στράβ. Ζ, 319.
509) Georg. Graec. Min., Άρριαν. κτλ. 90.
510) 'Απολλοδρ. Βιβλίου., σελ. 28, 29.— Georg. Graec. Min., Άρριαν. κτλ , 88.
511) Φωτίου Λέξεων Συναγωγή, Τόμ. Β', σελ. 497.
512) Στράβ. Ζ, 319.
513) Στράβ. Ζ, 319.—Georg. Graec. Min, 'Αρριαν. Περ. Εύξ. Πόντ, 87.
514) Αυτόθι.
515) Πλιν. IV, 47.
516) Στράβ. Ζ, 319.—Πολυβ. Άποσπ. 13, 3.—Δημ. Φιλιππ. Δ'. Περίτων εν Χερ. ρον. 44.
517) Σουίδ., Τόμ. Β', Μερ. Β', σελ. 6.
518) Εragm. Hist. Graec, Τόμ. Α', θεοπ. 246. —Στεφ. Βυζ.σελ. 346 . — Πτολ. Γεωγρ. Τόμ. Α', Βιβλ. Γ', σελ. 485.
519) Αmm. Marcel.. 27, 4 και 31, 9.
520) Ρauli. κτλ , σελ. 21.
521) Προκοπ. περί Κτισμ. 4, 11.
522) Στράβ. Ζ, 319.
523) Georg. Graec. Min, Άρριαν. Περ. Εύξ. Πόντ. 75. Aνών. Περιπλ. 75, 420.
524) Στεφ. Βυζ. σελ. 446.—Georg. Graec. Min,. Σκύλ. Καρ. 67 —Κωνστ. Πορφ. θεμ. Γ, σελ. 45.
525) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Γ', Νικολ. Λαμασκ. 45.
526) Ήροδ. ΣΤ, 33.
527) Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Α', Μέρ. Α', σελ. 463.
528) Corp. Inscr. Graec. Τόμ. Β', 2053 και 2053 c.
529) Καββαδία, Ιστορία Έλλην. Τέχνης.
530) Ήροδ. Δ, 93.-Στράβ. Ζ, 319.-Georg. Graec. Min.. Σκύλ Καρυανδ. 67.— Πλιν. 4, 45.-Στεφ. Βυζ. εν λέξει. - Λίλιαν. V, Η, 17.-Ονid. Trist. 1, 9.—Άμμ. 22, 8. —Georg. Graec. Min. Άρριαν. Εύξ. Πόντ. Περ. 85.
531) Georg. Graec. Min. Άρριαν. Περ. Εύξ. Πόντ. 85.
532) Στράβ. Ζ, 319.
533) fragm. hist. graec. Τόμ. Γ', Ήρακλείδου Λέμβου, ως παρά Στεφ. Βυζ.— Georg. Graec. Min. Άνων. Περιηγ. 748. — Άροιαν. Περ. Εύξ. Πόντ. 35.—Σκύλ. Καρυανδ. 67.
534) Θρακικά, Θρακ. Κεντρ. Αθήναι. 1929. Τόμ. Β', τεύχος Α', σελ. 32.
535) Dumont - Homolle, σελ. 554.
536) Κretschmer, Εinleitung κτλ. 469.
537) Ρickund Regling, Die Ant. Munz.. Nord Griechenl. Τόμ. Β', σελ. 533, 549.
538) Georg. Graec. Min.. Άρριαν. Περ. Εύξ. Πόντ. 35.—Πλιν. 4, 44. —Ovid.. Trist.. 1. 10.—Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. A', σελ. 462.—Κωνστ. Πορφυρογ. περί θεμ. 2, Ι. — Συνέκδ. Ίεροκλ. 637. — Άνων. Περιηγ. 751.—Geogr. Graec. Min. Άρριαν. Περ. Εύξ. Πόντ. 78.
539) Georg. Graec. Min. Τόμ. Α', Αρριαν. περιπλ. Εύξ. Πόντ. 35, 75.
540) Στεφ. Βυζ. σελ. 348. —Georg. Graec. Min. Σκύλ. Καρυανδ67.Αρριαν, Περ. Εύξ. Πόντ. 35.
541) Δρόϋζεν, 'Ιστορ. Διαδ. μετάφρ. Ί. Πανταζίδου, σελ. 427.
542) Στράβ. Ζ, 319.—Min, Άνων. Περιηγ. 765.
543) Στράβ. Ζ, 319.—Georg. Graec. Min. Άρριαν. Περ. Εύξ. Πόντ. 35. Aνών. Περιηγ. 768.—Σκύμνου V, 767, 769. —Die Ant. Munz. Dacien und Moesien υπό Behreud. Pick, Bερολίνον 1898.
544) Cagnat, Τόμ. Α', αριθ. 686, 657 και 545.
545) Dumont - Homolle, Melagnes d' Atcheol. d' Epigraphie, σελ. 313 και 315. Έκδ. Thorin. Παρίσιοι 1892.
546) Αθαν. Απολογ. εις Αρειαν. 154. - Δίων. Κασσ. 51, 25.
547) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Δ', απ. 7, σελ. 76, 78 και 80.
548) Προκοπ. περί Κτισμ. 292, 24.
549) Περί Φιλιππουπόλεως όρα Κ. Μυρτίλλου Αποστολίδου εις τα «Θρακικά» Θρακικού Κέντρου, Τόμ. Α', τεύχος Γ-Δ', σελ. 337 κτλ. Αθήναι.
550) Corp. Inscr. Graec. Τόμ. Β', 2049.
551) Dumont-Homolle, Melang. d'Archeol. κτλ. σελ. 341.
552) Ρin.Natur. Hist. Τόμ, Α', βιβλ. δ', κεφ. 18, σελ. 19Ο.
553) Εragm. Hist.Graec. Τόμ Γ', Δεξίππου Αθηναίου.
554) Ρlin Natur, Ηistor. Τόμ. Α', βιβλ. δ', σελ. 190.
555) Dumont-Homolle, Melang. d'Archeol. κτλ., σελ. 211.
556) Ή λέξις Ουσκουδάμα είναι Θρακική, σύνθετος Ούσκου-δάμα. Ή θρα· κική λέξις δάμα είναι συγγενής προς το Σανσκρ. dama, το Περσ. dam, το Έλλην. δώμα και το Λατιν. domus, σημαίνει δε πόλιν, τόπον, φρούριον. Κατά ταύτα Ουσκουδόμα εις την Θρακικήν γλώσσαν θά εσήμαινε πόλιν, ή φρούριον του Ούσκου, όστις πιθανώς ητο αρχαιότατος δυνάστης ή ήρως Οδρύσης. Ό Προκόπιος (περί Κτιαμ.) αναφέρει ανάλογον τούτου το φρούριον Βάσκοι», εξ ονόματος πιθανώς αλλού τινός ήρωος ή δυνάστου Οδρύσου. Πρβλ. και Ασαφει-δάμα, πόλις Συρίας (Πτολ. . Γεωγρ. Γ', σελ. 976.)
557) Στράβ. ΙΓ, 582.
558) Στράβ. Ζ, 326.
559) Στεφ. Βυζ. σελ. 484.
560) Αmmian. Μarcel. Βιβλ. 27, 4.
561) Βιβλ. περί Άντ. Ήλιογαβ. Ζ, Αel. Lamprid Εκδ. Νisard. Παρ. Dibot, σελ. 438.
562) Μία από τάς Ρωμαϊκάς στρατηγίας της Θράκης κατά τον Πτολεμαίον ωνομάζετο Ουσδικησική. Πιθανόν φαίνεται., ότι αυτή αναλογεί προς το όνομα Ουσκουδάμα και ίσως ή στρατηγία αυτή να έφερε το όνομα Ουσκονδαμική.
563) Ή κατάληξις α είνε κατ' εξοχήν Θρακική. Είνε πανάρχαιος τύπος, του όπο ου ό Όμηρος, όστις έγραψεν εις την Ιωνικήν διάλεκτον, τα λείψανα μετε-χειρίσθη, ως μητίετα, νεφεληγερέτα, ιππότα. Εν γένει δε το α διετηρήθη εις την Αιολοδωρικήν διάλεκτον, ως και εις την Θρακικήν και Μακεδονικήν γλώσσαν. Ό Προκόπιος, ενώ διατηρεί κατά το πλείστον την Θρακικήν κατάληξιν, ενέδυσε πολλά Θρακικά ονόματα με την Ελληνικήν κατάληξιν, ος, ως Ουεσίπαρον, Βήρος, Κάρβηρος, Άσγαρζος, Βηρκίαρον κτλ.
564) Προκοπ. περί Κτισμ. Δ, 11, σελ. 305 κτλ. Εκδ. Βόννης.
565) Πολυβίου άπόσπ. ΙΓ', 10.—Στεφ. Βυζ. σελ. 27.
566) Πολυβ. αυτόθι.
567) Αυτόθι.
568) Αυτόθι.
569) Δημοσθ. Δ' Φιλιππ. Περί των εν Χερρον. 44.
570) Φωτίου Λέξεων Συναγωγή. Τόμ. Α', σελ. 249.
571) Αυτόθι. -Ήσυχ. Α', σελ. 537.—Στεφ. Βυζ. σελ. 239.
572) Στεφ. Βυζ. εν λέξει.—Frahgm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εφόρου 88, ως παρά Στεφ. Βυξ.
573) Ήσυχ. Τόμ. Α', σελ. 153.
574) Ήσυχ. Τόμ. Α', σελ. 396. —Στέφ. Βυζ. σελ. 185.
575) Στεφ. Βυζ. σελ. 334. — Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εκατ. 144.
576) Αυτόθι, σελ. 418.—Αυτόθι Εκατ. 119.
577) Αυτόθι, σελ 421.
578) Αυτόθιι, σελ. 422.
579) Αυτόθι, σελ. 580.—Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Εκατ. Εύρ. 118.
580) Fragm. Έκατ. 115.
581) Εragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Έλλαν. 162.--Στεφ. Βυζ. σελ. 574 και 583.
582) Αυτόθι, θεοπομπ. 34.
583) Αυτόθι, 150.
584) Αυτόθι, 245.
585) Δημοσθ. περί Αλοννήσου, 39.
586) Δημοσθ. κατά Αριστοκρ. 132.
587) Fragm. Hist. Graec. Τόμ. Α', Θεοπ. Φιλιππ. γ', 48, ως παρά Στεφ. Βυζ.
588) Αυτόθι, Άπολλοδρ. 114.
589) Σουΐδα, Τόμ. Β', Μέρ. Α', σελ. 919.
590) Πτολεμ. Γεωγραφ.,—Τόμ. Α', σελ. 480—489.
591) Στράβ. Η, 333.
592) Ήροδ. Δ, 145. Ε, 26. ΣΤ, 136.— Παυσ. Ζ, 2, 4—Στράβ. Ε, 221.—Όμ. Ίλ. Υ, 215.—Δίον. Άλικαρν. 55, 56—57.— Ήροδ. Β, 56.
593) Δίον. Άλικαρν. Α,', σελ. 21.
594) Ήροδ. Α, 56.
595) Ήροδ. Α, 59.
596) Ήροδ. Α, 173.
597) Ήσιόδ. άποσπ. 191.
598) 'Ομ. Όδ. Τ, 172.
599) Στράβ. Ζ, 329.
600) Παυσ. Α, 42.
601) Διοδ. Σικελ. Fragm. Dubia II.
602) Ίσοκρ. Πανηγ. 19.
603) Μυθογρ. Έλλην. Κόνων, διηγησ. σελ. 137.-Στράβ. Θ, 423.
604) Μυθογρ. Έλλην. Διηγημ. 64, σελ. 382.
605) Ίωάν.' Στοβοιίου Άνθολογ. Τόμ Α', 66, σελ. 174.
606) Στράβ. θ, 401, 410. Η, 383.—Παυσαν. θ, 29. Α, 5, 41.
607) Παυσ. Α', 41.
608) Στράβ. Ζ, 331.
609) Μυθογρ. Έλλην, Διηγήμ. 57 ,2.,σελ. 380,—Στράβ, Ζ, 321.
610) Αυτόθι.
611) Εύριπ. Όρέστ. 965.—Παυσαν. Β, 16.
612) Στράβ. Η, 372. —Ήσυχ. Τόμ. Δ', σελ. 159.
613) Στράβ. ΙΒ, 572.
614) θουκ. Α, 2, 3 και 12.
615) Στράβ. Η, 345.-Πτολεμ. Γεωγρ. Τόμ. Β', σελ. 800.
616) Στεφ. Βυζ. εν λέξει Άβαντίς.
617) Ήσυχ. Τόμ. Α'. σελ. 7. Έκδ. Ίέννας.—Ήροδ. Α, 46.—Παυσ. Ι, 35.
618) Georg. Graec. Min. Τόμ. Β', Ευσταθίου Παρεκβολαι σελ. 316.
619) Όμ. Ίλ Β, 536-542.—Στράβ. Ι, 445.
620) Πλουτ. θησ 5.
621) Διοδ. Σίκελ. Ε, 51.·—Ήροδ. Α, 61.
622) Όμ. Ίλ. Β', 531.—Δίον. Περιηγ. 520.-Άθην. Ζ, 44-
623) Φιλοστρ. Είκόν. 786.—Παυσ. Α, 20.—Roscher, Ausfuhrliches Lexicon κτλ σελ. 1147.
624) Διοδ. Σικελ. βιβλ. Ε., κεφ. 51.—Μυθογρ. Έλλην. Διηγημ. σελ. 361-
625) Ήσυχ. Τόμ. Γ', σ;λ. 139.
626) Παυσαν. Ε, 10
627) Όμ. Ίλ. Π, 719. Β, 856—866.—Ήροδ. Ζ, 73.—Στράβ. ΙΒ, 550.
628) Plin. Histor. Natur.. V, 32.
629) Στράβ. Ζ, 295.
630) Ήροδ. Ζ, 75. Α, 58.-Θουκ. Δ, 75.—Στράβ. Ζ, 295, 330. ΙΒ, 541, 575. ΙΓ, 591.—Ξενοφ. Άναβ. ΣΤ, 4.—Όρφ. Άργον. 669, 671.
631) Στράβ. ΙΓ, 568, 586, 590. Δ, 649. Α, 61 κτλ.
632) Αυτόθι, ΙΓ, 568, 590.
633) Αυτόθι, 590.
634) Ιnscr. Graec. Τόμ. 12ος, αρ. 121.—Βοιωτ. έπιγρ. Graec. Τόμ. 7ος 859, και 3519. Τόμ. 9ος 553.— Άρχαιολ. Έφημ. 1914 σελ. 96.—Latychew,ιnscr. Ροnti Euxini, Τόμ. Β, 29 -Ιnscr Gr. Τόμ. Ε', Μέρ. Α; 812. -Dittemberger.Syllog Inscr. Τόμ Γ, 35, ως και εις Άθηναϊκάς επιγραφάς.-Inscr. Graec.. Τόμ. 9οs, αρ. 553 —Corp. Inscr. Latin. 703 και 707.—Πλουτ. "Αρατ. 34 —Phlegont. Macrob. Η, 3609.—Άβην. ΣΤ, 49 κτλ.
635) Π. Καρολίδου, Εισαγωγή Ίστορ. Ελλ. έθν. Κ. Παπαρρηγοπούλου, σελ. μα' και μβ'. Έκδ. νεωτάτη Ελευθερουδάκη. Αθήναι.